Κατάθεση του πρώην αρχηγού του FBI Τζέιμς Κόμεϊ για Ντόναλντ Τραμπ
Συγκρατημένος αναμένεται να εμφανιστεί ο πρώην αρχηγός του FBI για την υπόθεση πιθανής εμπλοκής της Ρωσίας στην αμερικανική προεκλογική εκστρατεία.
Πρώτη φορά μετά την αποπομπή του από το FBI, ο Τζέιμς Κόμεϊ θα εμφανιστεί αύριο στην επιτροπή της Γερουσίας που ερευνά την υπόθεση εμπλοκής του Ντόναλντ Τραμπ για ενδεχόμενους δεσμούς του με τη Ρωσία, στο πλαίσιο της προεκλογικής του εκστρατείας,
Σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ, ο Τζέιμς Κόμεϊ θα ισχυριστεί ότι ο Τραμπ κατά την συνάντησή τους στο Οβάλ Γραφείο, του ζήτησε να σταματήσει την έρευνα του FBI για πιθανούς δεσμούς μεταξύ του πρώην Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικ Φλιν και της Ρωσίας.
Ο Κόμεϊ αναμένεται επίσης ν' αναφερθεί με λεπτομέρειες σε άλλες συζητήσεις που είχε με τον Αμερικανό πρόεδρο.
“Αναμένω από αυτόν να περιγράψει με ακρίβεια γεγονότα και καταστάσεις,” δήλωσε ο Τζακ Σάρμαν του νομικού γραφείου Lightfoot, Franklin and White και πρώην ειδικός σύμβουλος στην επιτροπή του Κογκρέσου που διερεύνησε την υπόθεση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον στην δεκαετία του '90.
Μία άλλη πηγή, που θέλησε να τηρήσει την ανωνυμία της, δήλωσε ότι ο Κόμεϊ δεν θεωρεί ότι είναι δουλειά του να κατηγορήσει τον πρόεδρο ή οποιοδήποτε άλλον σχετικά με την τέλεση νομικών αδικημάτων.
Από την πλευρά τους, οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες σε έρευνά τους, που δημοσιοποιήθηκε τον Ιανουάριο υποστήριξαν ότι ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν διέταξε την διεξαγωγή επιχείρησης κυβερνοπολέμου προκειμένου όχι μόνο να υποβαθμίσει την αξιοπιστία του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, αλλά να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2016.
Ο ίδιος, είχε δηλώσει στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων (20 Μαρτίου) ότι το FBI διερευνούσε τον ρόλο της Μόσχας στις εκλογές, συμπεριλαμβανομένου και του ενδεχόμενου συνωμοσίας της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος απέπεμψε τον Κόμεϊ από την διεύθυνση του FBI στις 9 Μαΐου, προκαλώντας έντονες πολιτικές αντιδράσεις στην Ουάσιγκτον κι ενισχύοντας το κλίμα καχυποψίας για ενδεχόμενη προσπάθεια συγκάλυψης των ερευνών γύρω από την πιθανή ρωσική εμπλοκή.