Πλήγμα για τον Τραμπ η αναστολή της λειτουργίας του ομοσπονδιακού κράτους
Έχει να αντιμετωπίσει μία ακόμη κρίση στη διάρκεια της προεδρίας του.
Για τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ αυτό το Σαββατοκύριακο θα έπρεπε να είναι ένα διήμερο γιορτής.
Στην πρώτη επέτειο από την ορκωμοσία του, με το χρηματιστήριο σε συνεχή άνοδο και τη δημοτικότητά του επιτέλους να αυξάνεται, σκόπευε να ξεκουραστεί και να γιορτάσει στο σπίτι του στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντα μαζί με φίλους και υποστηρικτές.
Αντίθετα, ο Τραμπ αναγκάστηκε να παραμείνει στην Ουάσινγκτον εξαιτίας μίας ακόμη κρίσης στη διάρκεια της προεδρίας του, καθώς δεν κατάφερε να αποφύγει την αναστολή της λειτουργίας του ομοσπονδιακού κράτους.
Η αποτυχία του να ψηφιστεί στη Γερουσία ένα νομοσχέδιο που θα επέτρεπε τη συνέχιση της χρηματοδότησης του ομοσπονδιακού κράτους έπληξε περαιτέρω την εικόνα που προωθεί ο ίδιος του καλού διαπραγματευτή, ο οποίος θα κατάφερνε να διορθώσει τη λάθος κουλτούρα που επικρατούσε στην Ουάσινγκτον.
Αν και ο Λευκός Οίκος αμέσως άρχισε να κατηγορεί τους Δημοκρατικούς για την παύση της λειτουργίας του ομοσπονδιακού κράτους, επικρίσεις ακούστηκαν και εις βάρος του Αμερικανού προέδρου.
«Είναι σαν να επιθυμούσατε την παύση», δήλωσε ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ, απευθυνόμενος στον Τραμπ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, ο οποίος τον Ιούλιο του 2016 είχε δηλώσει «Κανείς δεν γνωρίζει το σύστημα καλύτερα από εμένα, και γι' αυτό μπορώ να το διορθώσω», είχε επίσης τονίσει ότι προηγούμενες παύσεις της λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν ευθύνη του προσώπου που βρισκόταν στον Λευκό Οίκο.
Σε μια συνέντευξη μετά την παύση του 2013 είχε επισημάνει ότι ο Μπαράκ Ομπάμα είναι τελικά υπεύθυνος. «Τα προβλήματα ξεκινούν από πάνω και πρέπει να λυθούν από πάνω», είχε τονίσει ο Τραμπ. «Ο πρόεδρος είναι ο ηγέτης και πρέπει να βάλει τους πάντες σε ένα δωμάτιο και πρέπει να ηγηθεί».
Όταν χθες άρχισε να διαφαίνεται το ενδεχόμενο νέας παύσης, η πρώτη από το 2013, ο Αμερικανός πρόεδρος έκανε μια τελευταία προσπάθεια να βρει μια λύση.
Αρχικά ακύρωσε το προγραμματισμένο του ταξίδι στη Φλόριντα, στη διάρκεια του οποίου θα πραγματοποιούνταν σήμερα μια εκδήλωση για τη συγκέντρωση χρηματοδότησης, αλλά και για να γιορταστεί ο πρώτος του χρόνος στην προεδρία. Το κόστος θα ήταν 10.000 δολάρια το ζευγάρι.
Δεν είχε όμως και πολλές επιλογές. Οι επικριτές του θα τον κατακεραύνωναν, αν συμμετείχε σε μια τόσο πολυτελή εκδήλωση, την ώρα που οι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι τίθενται σε αναγκαστική αργία.
Στη συνέχεια ο Τραμπ κάλεσε τον Σούμερ στον Λευκό Οίκο. Επρόκειτο για μια συνάντηση μεταξύ των δύο και μερικών συμβούλων, χωρίς τη συμμετοχή των επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων. Στόχος ήταν να βρεθεί κάποιος συμβιβασμός.
Η συνάντηση διήρκησε 90 λεπτά. Μετά το πέρας της τόσο ο Τραμπ όσο και ο Σούμερ έκαναν λόγο για πρόοδο, όμως γρήγορα ο Αμερικανός πρόεδρος επανήλθε στην προηγούμενη στάση του: για να υπάρξει λύση, θα πρέπει να ψηφιστεί το νομοσχέδιο που είχε υιοθετηθεί την Πέμπτη από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και το οποίο προέβλεπε την παράταση της χρηματοδότησης του ομοσπονδιακού κράτους για τέσσερις εβδομάδες.
Ο Σούμερ πίεζε για μια πιο βραχυπρόθεσμη παράταση, διάρκειας μίας εβδομάδας ή λιγότερο, και πρόσθεσε ότι δέχθηκε να τεθεί στο τραπέζι ακόμη και η χρηματοδότηση του τοίχου που θέλει να κατασκευάσει ο Τραμπ στα σύνορα με το Μεξικό.
Νωρίς το βράδυ σύμβουλοι του Λευκού Οίκου επανέλαβαν ότι η πρόταση του Σούμερ δεν συμβάλλει στην εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης. «Δεν πίεσε το κόμμα του να τη δεχτεί», απάντησε ο γερουσιαστής από τη Νέα Υόρκη, αναφερόμενος στον Τραμπ.
Και αυτή τη φορά ο Αμερικανός πρόεδρος φάνηκε να ακολουθεί τη γνωστή του τακτική: πρώτα ζητεί τη στήριξη των Δημοκρατικών και προτείνει ευελιξία και μετά τάσσεται στο πλευρό των πιο συντηρητικών κοινοβουλευτικών, υποχωρώντας.
Το ίδιο είχε συμβεί τον Σεπτέμβριο, όταν κατέληξε σε συμφωνία για την προσωρινή χρηματοδότηση του ομοσπονδιακού κράτους με τον Σούμερ και την επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι. Μερικές εβδομάδες αργότερα, αφού ο Σούμερ και η Πελόζι είχαν πιστέψει ότι στη συμφωνία περιλαμβανόταν η διατήρηση του προγράμματος DACA, ο Τραμπ υποχώρησε.
Η διαμάχη για το DACA διήρκησε ως τις αρχές Ιανουαρίου. Τότε ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ και ο Δημοκρατικός Ντικ Ντέρμπιν κατέληξαν σε συμφωνία για το πρόγραμμα και άλλα ζητήματα μεταναστευτικής πολιτικής.
Πίστεψαν ότι ο Τραμπ θα τη στήριζε, όμως στη διάρκεια συνάντησής τους στο Οβάλ Γραφείο ο Αμερικανός πρόεδρος επέκρινε τη συμφωνία και έκανε τη διαβόητη δήλωση για τις χώρες «απόπατους».
Και οι δύο πλευρές αισθάνθηκαν προδομένες, ενώ οι συνεχείς μεταστροφές του Τραμπ προκάλεσαν τέτοια απορία στον επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ, ώστε δήλωσε ότι δεν μπορεί να κατανοήσει ποια είναι η άποψη του Αμερικανού προέδρου στο θέμα.
Η εμπιστοσύνη υπονομεύθηκε ακόμη περισσότερο όταν ο Τραμπ φάνηκε να επικρίνει μέσω ανάρτησής του στο Twitter το νομοσχέδιο για την προσωρινή χρηματοδότηση του ομοσπονδιακού κράτους που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων και το οποίο λίγο νωρίτερα ο Λευκός Οίκος είχε ανακοινώσει ότι στηρίζει.
Τα δύο κόμματα αλληλοκατηγορούνται για την παράλυση του ομοσπονδιακού κράτους, όμως κάποιες ευθύνες αποδόθηκαν και στον Αμερικανό πρόεδρο, όπως είχε επισημάνει και ο ίδιος ο Τραμπ πριν τέσσερα χρόνια ότι θα πρέπει να γίνει.
«Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ικανός να διεξάγει αυτού του είδους την περίπλοκη συζήτηση για θέματα», δήλωσε ο Τζον Γιάρμουθ, βουλευτής των Δημοκρατικών και μέλος της Επιτροπής Προϋπολογισμού.
«Δεν διαθέτει ικανότητα συγκέντρωσης για κάτι τέτοιο. Δεν ενδιαφέρεται να το κάνει. Το μόνο που θέλει είναι απλώς να δείξει ότι ασχολείται», πρόσθεσε.