Τέσσερις μήνες μετά τις γερμανικές εκλογές και έπειτα από απανωτές παρατάσεις, οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) της Μέρκελ και οι Βαυαροί σύμμαχοί τους του CSU συμφώνησαν τελικά τα ξημερώματα της Τετάρτης με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) να σχηματίσουν εκ νέου κυβέρνηση.

Το Βερολίνο ετοιμάζεται έτσι για τον τρίτο Μεγάλο Συνασπισμό του - με την προϋπόθεση όμως ότι τα στελέχη του SPD θα εγκρίνουν τη συμφωνία, πράγμα που δεν είναι απολύτως βέβαιο.

Τη νύχτα της Τρίτης, οι ηγεσίες των κομμάτων και οι διαπραγματευτικές επιτροπές είχαν κλειστεί στα κεντρικά του CDU στη γερμανική πρωτεύουσα για τον τελευταίο γύρο των συνομιλιών. Η έκβαση δεν ήταν σίγουρη: Μπαίνοντας, η Μέρκελ είχε περιοριστεί να πει ότι «χρειάζονται να γίνουν επώδυνοι συμβιβασμοί», δείχνοντας πως σημαντικά ζητήματα παρέμεναν ανοιχτά.

Τελικά τα κόμματα κατέληξαν στο κείμενο της συμφωνίας -ξεπερνά τις 160 σελίδες- έπειτα από σκληρό παζάρι. Το κείμενο είναι τόσο εκτενές επειδή έχει θέση συμβολαίου μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων: Καλύπτει με αρκετή λεπτομέρεια τις κατευθυντήριες γραμμές που θα ακολουθήσει η γερμανική κυβέρνηση τα επόμενα (κρίσιμα για την Ευρώπη) τέσσερα χρόνια.

Το κείμενο θα τεθεί άμεσα στην κρίση των μελών του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Μάλιστα, τις τελευταίες εβδομάδες είχαν καταγραφεί πολλές εγγραφές νέων μελών στο SPD, τα οποία και θα κληθούν να ψηφίσουν για τον Μεγάλο Συνασπισμό. Ο αρχηγός της νεολαίας του κόμματος Κέβιν Κούνερτ -ο οποίος έχει σηκώσει «λάβαρο» εναντίον νέας συγκυβέρνησης με τη Μέρκελ- ελπίζει πως τα νέα αυτά μέλη θα στηρίξουν το «όχι» που ζητάει.

Σύμφωνα με γερμανικά ΜΜΕ, οι Σοσιαλδημοκράτες θα πάρουν τα υπουργεία Εξωτερικών, Οικονομικών και Εργασίας. Το CDU θα πάρει τα υπουργεία Οικονομίας και Άμυνας, ενώ το αδελφό κόμμα CSU το Εσωτερικών.

Τελευταίο και δυσκολότερο εμπόδιο: Τα μέλη του SPD

Tώρα, τα μέλη του SPD (παλιά και νέα) θα κληθούν να ψηφίσουν επί αυτού του «συμβολαίου». Στους Σοσιαλδημοκράτες υπάρχουν δύο τάσεις: Εκείνη που πιστεύει ότι το SPD, που δεν κατάφερε στις κάλπες να συγκινήσει τους Γερμανούς, πρέπει να αποφύγει νέα (τρίτη) συγκυβέρνηση με τη Μέρκελ ώστε να αναγεννηθεί από την αντιπολίτευση. Απέναντί της, εκείνη η τάση που πιστεύει ότι η αναγέννηση πρέπει να έρθει από τη διακυβέρνηση, συνδιαμορφώνοντας την πολιτική του Βερολίνου «επί το σοσιαλδημοκρατικότερο».

Ανομολόγητο σκεπτικό της δεύτερης τάσης είναι ότι, ούτως ή άλλως, η μόνη ελπίδα του SPD να ανακτήσει την εκλογική του ισχύ είναι να φύγει η Μέρκελ από το σκηνικό.

Οπότε, καθώς οι περισσότεροι στη Γερμανία πιστεύουν πως αυτή θα είναι η τελευταία της θητεία, η τάση εκείνη στο SPD προτιμά να είναι στην κυβέρνηση μέχρι να «φύγει το εμπόδιο» της καγκελαρίου - για αυτό, όπως επίσης και επειδή αν τώρα αρνηθεί να κυβερνήσει το SPD, στις πρόωρες κάλπες μπορεί να περιμένει μόνο καταστροφή, αρκετά πιθανό θεωρείται ότι τα στελέχη του κόμματος θα πουν (έστω και με «βαριά καρδιά») το τρίτο «ναι» στη Μέρκελ.

Τα βασικά ζητήματα που εξαρχής είχαν προκαλέσει διαφωνίες ήταν η πολιτική που θα ακολουθήσει ο Μεγάλος Συνασπισμός στην αγορά εργασίας (το SPD ζητούσε περιορισμό των συμβάσεων ορισμένου χρόνου) και το ζήτημα της υγεινομικής περίθαλψης (οι Σοσιαλδημοκράτες ήθελαν μέτρα εναντίον της διαφορετικής αντιμετώπισης της οποίας τυγχάνουν από τις ίδιες δομές υγείας όσοι έχουν ιδιωτική ασφάλιση έναντι όσων έχουν δημόσια).

Το πρώτο δύσκολο ζήτημα στο οποίο είχε επιτευχθεί σύγκλιση είχε να κάνει με το μεταναστευτικό και συγκεκριμένα με το πλαίσιο επανένωσης οικογενειών.

Επιπλέον, το SPD είχε επενδύσει αρκετά στο ζήτημα της Ευρώπης, και μάλιστα ενόψει των αλλαγών που θα προωθήσουν Γαλλία και Γερμανία με στόχο ενίσχυση της ευρωπαϊκής θεσμικής αρχιτεκτονικής. Σε αυτό -όπου πάντως οι συσχετισμοί ξεπερνούν το Βερολίνο- είχαν ακουστεί και «γκρίνιες» από το κόμμα της Μέρκελ, με Χριστιανοδημοκράτες να την κατηγορούν για υπερβολικές παραχωρήσεις στο SPD για πιο «χαλαρή» πολιτική απέναντι στις πιο αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης.

Σκοπός όλων των παραπάνω ήταν στο τέλος η συμφωνία με τη Μέρκελ να είναι τέτοια που να μπορεί να πείσει τα μέλη του SPD να δώσουν την τελική τους συγκατάθεση - κάτι που μένει να φανεί.

Βασίλης Ψυχογιός