Ομοφοβική επίθεση από αστυνομικούς καταγγέλλει ο Νίκος Σοφιανός του Antivirus
Ο Νίκος Σοφιανός, εκ των ιδιοκτητών του περιοδικού Antivirus, καταγγέλλει ότι ο ίδιος και οσύντροφός του έπεσαν θύματα βίαης oμοφοβικής επίθεσης ενώ περπατούσαν κοντά στο Αρχαιολογικό Μουσείο, όταν ο αστυνομικός άρχισε να κάνει ομοφοβικά σχόλια, κοροϊδεύοντάς τους.
Σύμφωνα με την καταγγελία που αναρτήθηκε στον δικτυακό τόπο του περιοδικού, γύρω στις 11.30 την Πέμπτη οι δύο άντρες περπατούσαν από την οδό Βασιλέως Ηρακλείου. Εκεί, δίπλα στη είσοδο του μουσείου ήταν σταθμευμένη μια κλούβα των ΜΑΤ, με δύο φρουρούς που κάθονταν απ΄έξω. «Εμείς ενώ προχωρούσαμε πιασμένοι χέρι χέρι, ακούσαμε κάποια στιγμή έναν απ΄αυτούς να λέει: «Κοίτα, τώρα περνούν κάτι παλικάρια, άλλο πράγμα. Προσπερνώντας τους, ακούσαμε πάλι τον ίδιο αστυνομικό να λέει ειρωνικά: «Άντρακλες σκέτοι». Εκείνη τη στιγμή, γυρνάω και τον ρωτάω: "Συγγνώμη, σ΄εμάς αναφέρεστε"; Εκείνος με τσαμπουκά μου απαντά "ναι ρε, υπάρχει κάποιο πρόβλημα". "Αν αναφέρεστε σ΄εμάς, μάλλον υπάρχει" του απαντώ εγώ κι εκείνος εντελώς ξαφνικά μου ρίχνει μια κουτουλιά. Από το χτύπημα το κεφάλι μου έγειρε χτυπώντας με δύναμη τη μύτη του συντρόφου μου, που καθόταν πίσω μου. Στη συνέχεια, αφού μας δήλωσε ότι δεν του αρέσουν οι φάτσες μας, μας είπε να τσακιστούμε να φύγουμε από εκεί. Το επανέλαβε κι ο 2ος αστυνομικός, ο οποίος άπλωσε το πόδι του μπροστά μου για να μου βάλει τρικλοποδιά. Ευτυχώς με κράτησε ο συντροφός μου και δεν έπεσα. Περπατήσαμε γρήγορα μακριά τους σε κατάσταση σοκ. Λίγο αργότερα, έχοντας βρει κάπως την ψυχραιμία μας, πήραμε τηλέφωνο την αστυνομία για να καταγγείλλουμε το περιστατικό».
Οι δύο καταγγέλοντες μετέβησαν στο αστυνομικό τμήμα, όπου ακολούθησαν όλες τις διαδικασίες για να αναγνωριστούν οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί, ζητώντας την τιμωρία των αστυνομικών.
Σύμφωνα με την καταγγελία που αναρτήθηκε στον δικτυακό τόπο του περιοδικού, γύρω στις 11.30 την Πέμπτη οι δύο άντρες περπατούσαν από την οδό Βασιλέως Ηρακλείου. Εκεί, δίπλα στη είσοδο του μουσείου ήταν σταθμευμένη μια κλούβα των ΜΑΤ, με δύο φρουρούς που κάθονταν απ΄έξω. «Εμείς ενώ προχωρούσαμε πιασμένοι χέρι χέρι, ακούσαμε κάποια στιγμή έναν απ΄αυτούς να λέει: «Κοίτα, τώρα περνούν κάτι παλικάρια, άλλο πράγμα. Προσπερνώντας τους, ακούσαμε πάλι τον ίδιο αστυνομικό να λέει ειρωνικά: «Άντρακλες σκέτοι». Εκείνη τη στιγμή, γυρνάω και τον ρωτάω: "Συγγνώμη, σ΄εμάς αναφέρεστε"; Εκείνος με τσαμπουκά μου απαντά "ναι ρε, υπάρχει κάποιο πρόβλημα". "Αν αναφέρεστε σ΄εμάς, μάλλον υπάρχει" του απαντώ εγώ κι εκείνος εντελώς ξαφνικά μου ρίχνει μια κουτουλιά. Από το χτύπημα το κεφάλι μου έγειρε χτυπώντας με δύναμη τη μύτη του συντρόφου μου, που καθόταν πίσω μου. Στη συνέχεια, αφού μας δήλωσε ότι δεν του αρέσουν οι φάτσες μας, μας είπε να τσακιστούμε να φύγουμε από εκεί. Το επανέλαβε κι ο 2ος αστυνομικός, ο οποίος άπλωσε το πόδι του μπροστά μου για να μου βάλει τρικλοποδιά. Ευτυχώς με κράτησε ο συντροφός μου και δεν έπεσα. Περπατήσαμε γρήγορα μακριά τους σε κατάσταση σοκ. Λίγο αργότερα, έχοντας βρει κάπως την ψυχραιμία μας, πήραμε τηλέφωνο την αστυνομία για να καταγγείλλουμε το περιστατικό».
Οι δύο καταγγέλοντες μετέβησαν στο αστυνομικό τμήμα, όπου ακολούθησαν όλες τις διαδικασίες για να αναγνωριστούν οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί, ζητώντας την τιμωρία των αστυνομικών.