Οι Έλληνες μαθητές από τους χειρότερους στην Ευρώπη
Ότι το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα χωλαίνει και ότι επιβάλλεται να αλλάξει και να βελτιωθεί είναι κοινώς αποδεκτό. Όταν όμως αυτό επισφραγίζεται με συγκεκριμένα στοιχεία και αριθμούς που κατατάσσουν την χώρα μας στις χαμηλότερες θέσεις, τότε η πραγματικότητα πρέπει να μας προβληματίζει.
Όπως έδειξε η έρευνα της διαΝΕΟσις, οι Έλληνες μαθητές εμφανίζουν διαχρονικά επιδόσεις κάτω του μετρίου στο Πρόγραμμα PISA, τη μεγάλη διεθνή εκπαιδευτική έρευνα που διεξάγει ο ΟΟΣΑ κάθε τρία χρόνια.
Η έρευνα αναλύει τα αποτελέσματα του PISA 2018 και εξετάζει τους παράγοντες που σχετίζονται με τις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών, ενώ αναδεικνύει και τις διαφορές με άλλες χώρες, οι μαθητές των οποίων τα πήγαν πολύ καλύτερα.
Χιλιάδες 15χρονοι μαθητές από σχολεία όλης της Ελλάδας και από άλλες 78 περιοχές, δοκιμάστηκαν σε μια σειρά από κοινά θέματα σε τρία γνωστικά αντικείμενα (μαθηματικά, φυσικές επιστήμες και κατανόηση κειμένου -που αυτή τη φορά ήταν το κύριο αντικείμενο) με σκοπό να εξεταστεί το αν και κατά πόσο οι 15χρονοι είναι κατάλληλα καταρτισμένοι για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της εποχής μας… Από ό,τι φαίνεται, όχι.
Τα θέματα αυτά είναι σχεδιασμένα για να αξιολογούν την κριτική και την αναλυτική σκέψη των παιδιών, καθώς και την ικανότητά τους να επεξεργάζονται έννοιες και δεδομένα για να επιλύσουν προβλήματα με επιστημονικό τρόπο.
Και το 2018 οι Έλληνες μαθητές και μαθήτριες πήραν "κάτω από τη βάση" και στα τρία γνωστικά αντικείμενα. Ανάμεσα στις 78 χώρες που συμμετείχαν (77 στην κατανόηση κειμένου) κατατάγησαν 42οι στην κατανόηση κειμένου, 45οι στα μαθηματικά και 45οι στις φυσικές επιστήμες.
Τα αποτελέσματα είναι πιο χαρακτηριστικά και φανερώνουν το πόσο υστερούν οι μαθητές στην Ελλάδα αν τα συγκρίνουμε με τους μαθητές από άλλες χώρες: τη Γαλλία (το εκπαιδευτικό σύστημα της οποίας παρουσιάζει ομοιότητες με το δικό μας), την Πορτογαλία ( που είναι μια χώρα και μια οικονομία αντίστοιχου μεγέθους με τη δική μας) και την Εσθονία (που είναι η χώρα της Ε.Ε. που πετυχαίνει τις καλύτερες επιδόσεις από όλες).
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του 2018, η Ελλάδα βρίσκεται στην 24η θέση ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε., ξεπερνώντας μόνο τη Μάλτα, τη Ρουμανία, την Κύπρο και τη Βουλγαρία.
Όπως και τις προηγούμενες χρονιές, τις πρώτες θέσεις στις επιδόσεις του PISA τις καταλαμβάνουν οι μαθητές από την Κίνα, τη Σιγκαπούρη, την Ιαπωνία, την Κορέα, τον Καναδά, τις ΗΠΑ και τις χώρες της Ωκεανίας.
Στην Ευρώπη, τις καλύτερες επιδόσεις έχει η Εσθονία, ακολουθούμενη από την Φινλανδία και την Ιρλανδία.
Το ακριβές συμπέρασμα καταλήγει στο γεγονός ότι ο μέσος 15χρονος Έλληνας μαθητής έχει περίπου τις γνώσεις και τις ικανότητες του μέσου 12χρονου μαθητή από τη Σιγκαπούρη ή το Πεκίνο.
Το ποσοστό των Ελλήνων μαθητών που πετυχαίνουν πολύ υψηλές επιδόσεις είναι εξαιρετικά χαμηλό (6,2%), ενώ το ποσοστό των μαθητών που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν ούτε στα βασικά είναι εξαιρετικά υψηλό .
Τα αποτελέσματα που δημοσιεύτηκαν από τον ΟΟΣΑ, βεβαίως, δεν αποκαλύπτουν στοιχεία μόνο για τις επιδόσεις και τις ικανότητες των μαθητών, αλλά και για το πώς ζουν, τι προσλαμβάνουσες έχουν από το σπίτι και από το σχολικό τους περιβάλλον, καθώς και για τις συνθήκες και τις υποδομές των σχολείων.
Παρά το γεγονός ότι τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά για το εκπαιδευτικό επίπεδο της Ελλάδας, ο Αντιπρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας, Τρούλης Γεώργιος, θεωρεί ότι δεν μπορούν να είναι ενδεικτικά της πραγματικότητας.
Συγκεκριμένα ο κ. Τρούλης δηλώνει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ότι «Αν ένα εκπαιδευτικό σύστημα δεν έχει προσαρμοστεί στα κριτήρια του συγκεκριμένου θεσμού τότε σίγουρα τα αποτελέσματα θα είναι διαφορετικά. Μιλάμε δηλαδή για ενδείξεις οι οποίες δεν είναι απολύτως αντικειμενικές. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μαθητές υπολείπονται σε γνώσεις συγκριτικά με τους μαθητές άλλων χωρών Απλά έχουν μία διαφορετική αποτύπωση αυτά τα αποτελέσματα σύμφωνα με το εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο λειτουργεί στην κάθε χώρα. Το δεύτερο στοιχείο που πρέπει οπωσδήποτε να έχουμε υπόψη είναι ότι στη συγκεκριμένη έρευνα δεν συμπεριλαμβάνονται τα κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια της κάθε χώρας, δηλαδή δεν εξετάζεται το κοινωνικό Πλαίσιο στο οποίο λειτουργεί το εκπαιδευτικό σύστημα και γενικά οι κοινωνικές συνθήκες δεν είναι κοινές. Μάλιστα κάποιες φορές σε άλλες χώρες εξετάζονται μαθητές από ιδιωτικά και δημόσια σχολεία μαζί που από μόνο του δημιουργεί ανομοιογένεια. Οι μαθητές της Ελλάδας φαίνονται υποδεέστεροι, δεν είναι» τονίζει και συμπληρώνει « Η μεγαλύτερη απόδειξη του επιπέδου των σχολείων είναι η πραγματικότητα. Τα λαμπρά ελληνικά μυαλά τα οποία διαπρέπουν στο εξωτερικό πήγαν σχολείο στην Ελλάδα, σπούδασαν τις περισσότερες φορές στην Ελλάδα και είναι κατάλληλα εκπαιδευμένοι για να ανταπεξέλθουν πλήρως στις απαιτήσεις του εξωτερικού»