Έγκλημα στη Σητεία: Ισόβια κάθειρξη στον συζυγοκτόνο - Δεν αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό
Σε ποινή ισόβιας κάθειρξης, καταδικάστηκε από το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ηρακλείου, ο 37χρονος από τη Σητεία που κατηγορούνταν για το θάνατο της συζύγου του, τον Μάρτιο του 2019.
Ο 37χρονος αντιμετώπιζε κατηγορίες για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ενώ για τα πλημμελήματα της έκθεσης ανηλίκων σε κίνδυνο και κατοχής φαρμακευτικών σκευασμάτων για τα οποία δεν είχε την απαραίτητη ιατρική συνταγή, κρίθηκε αθώος.
Ο κατηγορούμενος δήλωσε μετανιωμένος κατά τη διάρκεια της απολογίας του ωστόσο η πρόταση της υπεράσπισής του για ελαφρυντικά, δεν έγινε αποδεκτή. Ο 37χρονος τον Μάρτιο του 2019, στραγγάλισε την 32χρονη εν διαστάσει σύζυγό του ενώ μέσα στο σπίτι, βρίσκονταν και τα δύο ανήλικα παιδιά τους .
«Την μια στιγμή έβαζα του παιδιού το καλτσάκι, και την επόμενη είχα τα χέρια μου τυλιγμένα στο λαιμό της Κατερίνας».
Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα Creta Live, αναφερόμενος στην μοιραία μέρα, υποστήριξε πως είχαν συνεννοηθεί να πάνε μαζί τα παιδιά στο νοσοκομείο για προγραμματισμένο εμβόλιο. Όπως είπε, ενώ η άτυχη γυναίκα είχε δηλώσει πως θα πάρει άδεια από την δουλειά, για λόγους που δεν του εξήγησε δεν το έκανε. Μετά από αρκετή ώρα, και αφού είχε παρέλθει το προγραμματισμένο ραντεβού τους, η 32χρονη επικοινώνησε και ο ίδιος πήγε στο σπίτι, προκειμένου να προσπαθήσουν να πάνε στο νοσοκομείο και να παρακαλέσουν τους γιατρούς να τους δεχτούν.
Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν τελείως διαφορετικά. Όπως είπε, την ώρα που έντυναν τα μικρά, η Κατερίνα άρχισε να λέει διάφορα πράγματα που τον εκνεύρισαν, μεταξύ άλλων και για ασφαλιστικά μέτρα.
«Την μια στιγμή έβαζα του παιδιού το καλτσάκι, και την επόμενη είχα τα χέρια μου τυλιγμένα στο λαιμό της Κατερίνας», είπε χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με την περιγραφή του, της όρμησε, την άρπαξε από το λαιμό, «λιποθύμησε γιατί πέσαμε και οι δύο κάτω». Στη συνέχεια ανέφερε: «Ένιωσα ένα μπαμ, σαν ηφαίστειο. Της έπιασα το χέρι, της φώναξα Κατερίνα αλλά δεν αντιδρούσε... κοίταξα τα παιδιά μου που ήταν δεμένα στα καρότσια τους». Ανέφερε πως η γυναίκα είχε αίμα στη μύτη και το στόμα. «Τρελάθηκα», είπε, «έκλεισα την πόρτα, πήρα τηλέφωνο τη γιαγιά μου και την ενημέρωσα, μπήκα στο αυτοκίνητο και πήγα στο αστυνομικό τμήμα!».
Ο 37χρονος αντιμετώπιζε κατηγορίες για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ενώ για τα πλημμελήματα της έκθεσης ανηλίκων σε κίνδυνο και κατοχής φαρμακευτικών σκευασμάτων για τα οποία δεν είχε την απαραίτητη ιατρική συνταγή, κρίθηκε αθώος.
Ο κατηγορούμενος δήλωσε μετανιωμένος κατά τη διάρκεια της απολογίας του ωστόσο η πρόταση της υπεράσπισής του για ελαφρυντικά, δεν έγινε αποδεκτή. Ο 37χρονος τον Μάρτιο του 2019, στραγγάλισε την 32χρονη εν διαστάσει σύζυγό του ενώ μέσα στο σπίτι, βρίσκονταν και τα δύο ανήλικα παιδιά τους .
«Την μια στιγμή έβαζα του παιδιού το καλτσάκι, και την επόμενη είχα τα χέρια μου τυλιγμένα στο λαιμό της Κατερίνας».
Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα Creta Live, αναφερόμενος στην μοιραία μέρα, υποστήριξε πως είχαν συνεννοηθεί να πάνε μαζί τα παιδιά στο νοσοκομείο για προγραμματισμένο εμβόλιο. Όπως είπε, ενώ η άτυχη γυναίκα είχε δηλώσει πως θα πάρει άδεια από την δουλειά, για λόγους που δεν του εξήγησε δεν το έκανε. Μετά από αρκετή ώρα, και αφού είχε παρέλθει το προγραμματισμένο ραντεβού τους, η 32χρονη επικοινώνησε και ο ίδιος πήγε στο σπίτι, προκειμένου να προσπαθήσουν να πάνε στο νοσοκομείο και να παρακαλέσουν τους γιατρούς να τους δεχτούν.
Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν τελείως διαφορετικά. Όπως είπε, την ώρα που έντυναν τα μικρά, η Κατερίνα άρχισε να λέει διάφορα πράγματα που τον εκνεύρισαν, μεταξύ άλλων και για ασφαλιστικά μέτρα.
«Την μια στιγμή έβαζα του παιδιού το καλτσάκι, και την επόμενη είχα τα χέρια μου τυλιγμένα στο λαιμό της Κατερίνας», είπε χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με την περιγραφή του, της όρμησε, την άρπαξε από το λαιμό, «λιποθύμησε γιατί πέσαμε και οι δύο κάτω». Στη συνέχεια ανέφερε: «Ένιωσα ένα μπαμ, σαν ηφαίστειο. Της έπιασα το χέρι, της φώναξα Κατερίνα αλλά δεν αντιδρούσε... κοίταξα τα παιδιά μου που ήταν δεμένα στα καρότσια τους». Ανέφερε πως η γυναίκα είχε αίμα στη μύτη και το στόμα. «Τρελάθηκα», είπε, «έκλεισα την πόρτα, πήρα τηλέφωνο τη γιαγιά μου και την ενημέρωσα, μπήκα στο αυτοκίνητο και πήγα στο αστυνομικό τμήμα!».