Δέκα δικαστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και δύο του Πρωτοδικείου Ηρακλείου, που εκδόθηκαν σε διάστημα δυόμισι ετών, μάλλον δεν είναι αρκετές για να απομονώσουν τα ολιγοπώλια και να εγκαθιδρύσουν συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού στον κλάδο της διαχείρισης των αποβλήτων πλοίων, κατά την ευρωπαϊκή επιταγή και την κείμενη νομοθεσία. Σημείο αναφοράς, τα όσα συμβαίνουν στο λιμάνι του Ηρακλείου Κρήτης, όπου αυτή την περίοδο αμφισβητείται η εκτέλεση των συμβάσεων από τη διαχειρίστρια εταιρεία, παρότι αναδείχθηκε από διαγωνισμό το 2017.

Προ τριετίας, λοιπόν, όπως παρουσιάζουν σήμερα τα «Π», σε συνέχεια σειράς συναφών δημοσιευμάτων, είχε προκηρυχθεί διαγωνιστική διαδικασία για τα στερεά απόβλητα πλοίων, κατά την οποία επικράτησε κοινοπραξία εταιρειών έναντι άλλης υποψήφιας, που από το 2008 κυριαρχούσε στον τομέα αυτόν.

Έπειτα από δύο χρόνια δικαστικών εμπλοκών και αφού κρίθηκε ότι όλα είναι σωστά και νόμιμα, υπογράφηκε η σύμβαση, στην οποία επιτεύχθηκε μείωση τιμών, και μάλιστα μεγάλη. Ο διεκδικητής της σύμβασης (κοινοπραξία) κέρδισε με έκπτωση 51% στις προϋφιστάμενες τιμές, ενώ ο προϋφιστάμενος εργολάβος είχε μόλις 3%.

ΣΤΗ ΜΙΣΗ ΤΙΜΗ

Τελικά, τον Ιούνιο του 2019 υπεγράφη η σύμβαση με τον νέο ανάδοχο, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο έργο, παρέχοντας υπηρεσίες στη μισή τιμή. Η εξέλιξη, μάλιστα, αντιμετωπίστηκε θετικά από τους εκπροσώπους της ακτοπλοΐας και της κρουαζιέρας, καθώς στα περισσότερα λιμάνια της χώρας τα εν λόγω έργα εκτελούνται από τις ίδιες εταιρείες.

Πρόσφατα, κι ενώ η εργολαβία υλοποιείται, ανέκυψαν ορισμένα ζητήματα, όπως η έγκριση σχεδίου αποβλήτων και καταβολής τελών, που δεν είχαν διεκπεραιωθεί λόγω γραφειοκρατικών καθυστερήσεων και ένεκα της εξάμηνης και πλέον μεταβατικής περιόδου έως την αντικατάσταση της προηγούμενης διοίκησης στον Οργανισμό Λιμένος Ηρακλείου (ΟΛΗ). Σύμφωνα με εισηγήσεις υπηρεσιακών και νομικών παραγόντων, οι οποίες αναπτύχθηκαν σε πρόσφατες συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΛΗ στις 12 και τις 16 Ιουνίου, θα πρέπει να αμφισβητηθεί η εγκυρότητα της τρέχουσας δημόσιας σύμβασης, με το αιτιολογικό ότι, βάσει του καταστατικού του λιμένα, αρμόδιος για τη δημοπράτηση είναι το ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο συμμετείχε και συμμετέχει με αντιπρόσωπό του σε κάθε Διοικητικό Συμβούλιο οργανισμού. Να σημειωθεί, δε, ότι ακριβώς με την ίδια μεθοδολογία και αρμοδιότητα του λιμενικού φορέα την περίοδο 2015-2016 διενεργήθηκε ίδιος διαγωνισμός για τα υγρά απόβλητα και επίσης με την ίδια μεθοδολογία και αρμοδιότητα διενεργήθηκαν πολλοί άλλοι όμοιοι διαγωνισμοί την περίοδο 2013- 2019 σε όλη την Ελλάδα, χωρίς ωστόσο να αμφισβητηθούν.

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΣΜΟΣ

Ο συγκεκριμένος αυτός τομέας απασχολεί επί σειράν ετών και τη νομολογία (εγχώρια και ευρωπαϊκή) και την αγορά, λόγω του συγκεντρωτισμού που εμφανίζει. Το Αρ. 105 του Ν. 4504/2017 για την «παραλαβή και διαχείριση των αποβλήτων και καταλοίπων φορτίου που προέρχονται από τα πλοία» προστατεύει τους υποψηφίους, περιγράφοντας επακριβώς τους όρους συμμετοχής σε διαγωνισμούς. Περαιτέρω, υποχρεώνει τους «φορείς διαχείρισης λιμένων» να διασφαλίζουν τη διαφάνεια, την αντικειμενικότητα και την αναλογικότητα και να μην εισάγουν διακρίσεις στις προκηρύξεις, «ιδίως προς όφελος μίας επιχείρησης ή φορέα στον οποίο οι δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς διαχείρισης λιμένων έχουν συμφέροντα».

Επίσης, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή πρακτική, χορηγούνται άδειες σε όσους παρόχους πληρούν συγκεκριμένα ποιοτικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, οι οποίοι συμμετέχουν ελεύθερα στους διαγωνισμούς, ενώ τέτοιο ανταγωνιστικό περιβάλλον υπάρχει σε όλα τα μεγάλα ή μικρότερα λιμάνια της Ευρώπης (Άμστερνταμ, Ρότερνταμ, Αμβέρσα, Μασσαλία, Γένοβα, Βαλένθια, Μάλτα, Γιβραλτάρ κ.ά.). Εσχάτως, τέθηκε σε ισχύ και ο ευρωπαϊκός κανονισμός (352/2017) απελευθέρωσης των λιμενικών υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων είναι η παραλαβή των αποβλήτων πλοίων. Ως εκ τούτου, η θεσμική θωράκιση πλέον είναι ισχυρή και απομένει μόνον η εφαρμογή της για την απρόσκοπτη λειτουργία του κλάδου.