Με άγχος το πρώτο κουδουνι: Εκπρόσωποι της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ υπογραμμίζουν στα Παραπολιτικά τα κρίσιμα ζητήματα
Σε φάση προσαρμογής με βάση τα μέτρα προστασίας για τον κορονοϊό βρίσκεται η εκπαιδευτική κοινότητα της χώρας, ενόψει της έναρξης της σχολικής χρονιάς στις 14 Σεπτεμβρίου. Γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί, αλλά και το υπουργείο Παιδείας, προετοιμάζονται για μία χρονιά σε πρωτόγνωρες συνθήκες βάζοντας πάνω απ’ όλα τη δημόσια υγεία.
Παράλληλα, τόσο η κ. Νίκη Κεραμέως όσο και η κ. Σοφία Ζαχαράκη, αλλά και ο κ. Βασίλης Διγαλάκης, βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία με τα σχολεία και τους εκπροσώπους των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, για να λυθούν όλα τα προβλήματα και τα ζητήματα που τυχόν προκύψουν.
«Ενα από τα πιο σημαντικά προβλήματα που υπάρχουν είναι ο αριθμός των μαθητών σε κάθε τμήμα», τονίζει, μιλώντας στα «Παραπολιτικά», ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης, Θεόδωρος Μαλαγάρης, και προσθέτει:
«Μπορεί η κ. Κεραμέως να είπε ότι σε κάθε τμήμα θα πρέπει να υπάρχουν το πολύ 17 παιδιά, ωστόσο ρεαλιστικά αυτό δεν γίνεται. Το κέντρο μελετών της ΟΛΜΕ πραγματοποίησε έρευνα, με βάση την οποία αποδεικνύεται ότι πάνω από 1 εκατομμύριο μαθητές την περσινή χρονιά φοιτούσαν σε τάξη με 19 έως 27 άτομα. Οπως καταλαβαίνετε, με 25 άτομα σε κάθε τάξη είναι αδύνατον να τηρηθούν οι αποστάσεις που επιβάλλονται από τους ειδικούς και ως εκ τούτου η μετάδοση του ιού θα είναι ραγδαία».
Ο ίδιος εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με τη μετάδοση του ιού τονίζοντας πως «πρόκειται για ανησυχία που προκύπτει αν αναλύσουμε τα όσα συμβουλεύουν οι επιδημιολόγοι».
«Θα μπορούσαν να έχουν βρεθεί σχολικά κτίρια που πλέον δεν χρησιμοποιούνται και με μικρές τροποποιήσεις να μπορέσουν να φιλοξενήσουν μαθητές. Επίσης, θα μπορούσαν να ενοικιαστούν αίθουσες ή να χρησιμοποιηθούν χώροι από ιδιωτικά σχολεία», προτείνει ο κ. Μαλαγάρης.
Ο ίδιος αναφέρθηκε και στην ανάγκη να επιβληθεί διαγνωστικό τεστ σε όλους τους εκπαιδευτικούς πριν από την είσοδό τους στα σχολεία.
«Το να πραγματοποιείται τυχαίος έλεγχος ή να γίνονται τεστ καιρό πριν ή αφού έχει παρουσιαστεί κρούσμα δεν είναι αποδοτικό. Ο μέσος όρος ηλικίας των καθηγητών είναι τα 52 και υπάρχουν καθηγητές πολύ μεγαλύτεροι. Εάν ο ιός μεταδοθεί, θα είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα γι’ αυτούς».
Ο κ. Μαλαγάρης επεσήμανε και το πρόβλημα αναφορικά με τις προσλήψεις προσωπικού, αρχικά καθηγητών, καθώς και στον τομέα της καθαριότητας. «Αν οι ειδικοί προτείνουν κάθε μία ώρα να γίνεται απολύμανση και καθαρισμός ολόκληρης της σχολικής μονάδας, αυτό σημαίνει ότι δεν αρκούν οι υπάρχοντες καθαριστές. Πέρυσι είχαμε μόλις 9.500 διορισμένους καθαριστές στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση».
Ο εκπρόσωπος της ΟΛΜΕ έθεσε και το θέμα των μασκών. «Το υπουργείο αποφάσισε να δώσει δύο μάσκες σε κάθε μαθητή, γεγονός όμως που δεν αρκεί. Οταν την ίδια ώρα στην Ιταλία δίνεται μία νέα μάσκα κάθε μέρα, πώς εμείς μπορούμε να καλύψουμε τις ημέρες με δύο μόνο μάσκες;», αναρωτιέται.
Από την πλευρά της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας ο αντιπρόεδρός της, Γιώργος Τρούλης, τονίζει, μιλώντας στα «Π», ότι «ζητάμε μείωση των μαθητών στις αίθουσες, για να μπορούν να τηρηθούν οι απαιτούμενες αποστάσεις που προβλέπουν οι επιδημιολόγοι. Αποστάσεις όχι μόνο μέσα στις τάξεις αλλά και στα μέσα μεταφοράς των μαθητών στις σχολικές μονάδες. Επρεπε ήδη να έχουν βρεθεί χώροι ώστε να φιλοξενήσουν μαθητές, ακόμα και δημοτικοί, που με μικρές τροποποιήσεις θα είναι ικανοί να γίνουν αίθουσες μαθημάτων».
Οσο για το ζήτημα της μάσκας, ο ίδιος σημειώνει ότι «απαιτείται μέσα στην τάξη τα παιδιά να φορούν τη μάσκα, ωστόσο στα διαλείμματα, στη γυμναστική ή την ώρα που τρώνε η μάσκα μπορεί να βγαίνει. Τι θα γίνει όμως όταν τα παιδιά βγάλουν τη μάσκα; Δεν υπάρχει πρόβλεψη για το πού θα πρέπει να αποθηκευτεί».
Επίσης αναφέρει ότι «η μία μάσκα τη μέρα αποκλείεται να είναι αποδοτική και τα παιδιά πρέπει να ενημερωθούν για κάθε μία κίνηση που θα κάνουν σχετικά με τη χρήση της. Πέρα όμως από τη μάσκα, θα πρέπει να γίνει και τροποποίηση του ωρολογίου προγράμματος. Αν θέλουμε οι μαθητές να κάνουν ομαδοποιημένα διαλείμματα, θα πρέπει να αλλάξουν οι ώρες των διαλειμμάτων και κατ’ επέκταση και οι ώρες των μαθημάτων. Πιθανότατα θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί και η ύλη των μαθημάτων».
Παράλληλα, τόσο η κ. Νίκη Κεραμέως όσο και η κ. Σοφία Ζαχαράκη, αλλά και ο κ. Βασίλης Διγαλάκης, βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία με τα σχολεία και τους εκπροσώπους των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, για να λυθούν όλα τα προβλήματα και τα ζητήματα που τυχόν προκύψουν.
«Ενα από τα πιο σημαντικά προβλήματα που υπάρχουν είναι ο αριθμός των μαθητών σε κάθε τμήμα», τονίζει, μιλώντας στα «Παραπολιτικά», ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης, Θεόδωρος Μαλαγάρης, και προσθέτει:
«Μπορεί η κ. Κεραμέως να είπε ότι σε κάθε τμήμα θα πρέπει να υπάρχουν το πολύ 17 παιδιά, ωστόσο ρεαλιστικά αυτό δεν γίνεται. Το κέντρο μελετών της ΟΛΜΕ πραγματοποίησε έρευνα, με βάση την οποία αποδεικνύεται ότι πάνω από 1 εκατομμύριο μαθητές την περσινή χρονιά φοιτούσαν σε τάξη με 19 έως 27 άτομα. Οπως καταλαβαίνετε, με 25 άτομα σε κάθε τάξη είναι αδύνατον να τηρηθούν οι αποστάσεις που επιβάλλονται από τους ειδικούς και ως εκ τούτου η μετάδοση του ιού θα είναι ραγδαία».
Ο ίδιος εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με τη μετάδοση του ιού τονίζοντας πως «πρόκειται για ανησυχία που προκύπτει αν αναλύσουμε τα όσα συμβουλεύουν οι επιδημιολόγοι».
«Θα μπορούσαν να έχουν βρεθεί σχολικά κτίρια που πλέον δεν χρησιμοποιούνται και με μικρές τροποποιήσεις να μπορέσουν να φιλοξενήσουν μαθητές. Επίσης, θα μπορούσαν να ενοικιαστούν αίθουσες ή να χρησιμοποιηθούν χώροι από ιδιωτικά σχολεία», προτείνει ο κ. Μαλαγάρης.
Ο ίδιος αναφέρθηκε και στην ανάγκη να επιβληθεί διαγνωστικό τεστ σε όλους τους εκπαιδευτικούς πριν από την είσοδό τους στα σχολεία.
«Το να πραγματοποιείται τυχαίος έλεγχος ή να γίνονται τεστ καιρό πριν ή αφού έχει παρουσιαστεί κρούσμα δεν είναι αποδοτικό. Ο μέσος όρος ηλικίας των καθηγητών είναι τα 52 και υπάρχουν καθηγητές πολύ μεγαλύτεροι. Εάν ο ιός μεταδοθεί, θα είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα γι’ αυτούς».
Ο κ. Μαλαγάρης επεσήμανε και το πρόβλημα αναφορικά με τις προσλήψεις προσωπικού, αρχικά καθηγητών, καθώς και στον τομέα της καθαριότητας. «Αν οι ειδικοί προτείνουν κάθε μία ώρα να γίνεται απολύμανση και καθαρισμός ολόκληρης της σχολικής μονάδας, αυτό σημαίνει ότι δεν αρκούν οι υπάρχοντες καθαριστές. Πέρυσι είχαμε μόλις 9.500 διορισμένους καθαριστές στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση».
Ο εκπρόσωπος της ΟΛΜΕ έθεσε και το θέμα των μασκών. «Το υπουργείο αποφάσισε να δώσει δύο μάσκες σε κάθε μαθητή, γεγονός όμως που δεν αρκεί. Οταν την ίδια ώρα στην Ιταλία δίνεται μία νέα μάσκα κάθε μέρα, πώς εμείς μπορούμε να καλύψουμε τις ημέρες με δύο μόνο μάσκες;», αναρωτιέται.
Από την πλευρά της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας ο αντιπρόεδρός της, Γιώργος Τρούλης, τονίζει, μιλώντας στα «Π», ότι «ζητάμε μείωση των μαθητών στις αίθουσες, για να μπορούν να τηρηθούν οι απαιτούμενες αποστάσεις που προβλέπουν οι επιδημιολόγοι. Αποστάσεις όχι μόνο μέσα στις τάξεις αλλά και στα μέσα μεταφοράς των μαθητών στις σχολικές μονάδες. Επρεπε ήδη να έχουν βρεθεί χώροι ώστε να φιλοξενήσουν μαθητές, ακόμα και δημοτικοί, που με μικρές τροποποιήσεις θα είναι ικανοί να γίνουν αίθουσες μαθημάτων».
Οσο για το ζήτημα της μάσκας, ο ίδιος σημειώνει ότι «απαιτείται μέσα στην τάξη τα παιδιά να φορούν τη μάσκα, ωστόσο στα διαλείμματα, στη γυμναστική ή την ώρα που τρώνε η μάσκα μπορεί να βγαίνει. Τι θα γίνει όμως όταν τα παιδιά βγάλουν τη μάσκα; Δεν υπάρχει πρόβλεψη για το πού θα πρέπει να αποθηκευτεί».
Επίσης αναφέρει ότι «η μία μάσκα τη μέρα αποκλείεται να είναι αποδοτική και τα παιδιά πρέπει να ενημερωθούν για κάθε μία κίνηση που θα κάνουν σχετικά με τη χρήση της. Πέρα όμως από τη μάσκα, θα πρέπει να γίνει και τροποποίηση του ωρολογίου προγράμματος. Αν θέλουμε οι μαθητές να κάνουν ομαδοποιημένα διαλείμματα, θα πρέπει να αλλάξουν οι ώρες των διαλειμμάτων και κατ’ επέκταση και οι ώρες των μαθημάτων. Πιθανότατα θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί και η ύλη των μαθημάτων».