Τι δείχνει η σύγκριση των όπλων Ελλάδας - Τουρκίας - Τα σηµεία υπεροχής για την Αθήνα και τα τρωτά σημεία της Άγκυρας
Υπεροχή στον κρίσιµο τοµέα των σύγχρονων συµβατικής προώσεως υποβρυχίων -που σε συνδυασµό µε τις ισχυρές δυνάµεις του Πολεµικού Ναυτικού δίνουν προβάδισµα της Ελλάδας στη θάλασσα- αλλά και της ποιότητος του ανθρώπινου δυναµικού φαίνεται να διαθέτει η χώρα µας έναντι της Τουρκίας, η οποία καταγράφει αριθµητική υπεροχή στο προσωπικό, κάτι απολύτως φυσιολογικό σε σχέση µε τους πληθυσµούς των δύο χωρών, αλλά και στον κρίσιµο, όπως αποδεικνύεται τα τελευταία χρόνια, τοµέα των µη επανδρωµένων αεροχηµάτων, καθώς και στον τοµέα των αεροσκαφών εναέριου ανεφοδιασµού.
Τα «Π» επιχειρούν µια ακτινογραφία των Οπλων των δύο χωρών, το σύνολο των οποίων είναι το αποτέλεσµα ενός έντονου ανταγωνισµού των τελευταίων δεκαετιών, εστιάζοντας στα κρίσιµα σηµεία που κάνουν τη διαφορά. Για παράδειγµα, ο Ελληνικός Στρατός έχει 353 άρµατα µάχης Leopard-2A6, έναντι 310 µεταχειρισµένων Leopard-2A4 του τουρκικού, µε το ίδιο πυροβόλο. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασµό µε το γεωγραφικό ανάγλυφο της Θράκης, όπου επιχειρούν, δίδει µια σαφή υπεροχή στο ελληνικό αρµατικό δυναµικό. Αντίστοιχα, τα επιθετικά ελικόπτερα του Ελληνικού Στρατού είναι ποιοτικά ανώτερα από τα αντίστοιχα τουρκικά και µε την προσθήκη 60 ελικοπτέρων επιθετικής αναγνωρίσεως, σε τακτικό επίπεδο, µπορούν να προκαλέσουν... ευχάριστες εκπλήξεις, ιδίως στα νησιά. Επίσης, στον τοµέα των µεταφορικών ελικοπτέρων, η παρουσία 25 Chinook και 14 (από τα 20 που αναµένονται συνολικώς) ΝΗ-90 επιτρέπει την άµεση µεταφορά «όπου δει» ενός πλήρους τάγµατος Ειδικών ∆υνάµεων ή µιας επίλεκτης δύναµης µονάδος Ειδικών Επιχειρήσεων, υπό την προϋπόθεση της υπάρξεως αεροπορικής υπεροχής.
Στο Πολεµικό Ναυτικό το µεγάλο όπλο, που κάνει ουσιαστικώς και τη διαφορά, είναι η παρουσία µιας συµπαγούς δυνάµεως τεσσάρων υπερσύγχρονων υποβρυχίων Type-214AIP και ενός πέµπτου, του αναβαθµισµένου στο ίδιο επίπεδο υποβρυχίου «Ωκεανός» Type-209AIP. Οι Τούρκοι ακόµη δεν διαθέτουν κάποιο επιχειρησιακό υποβρύχιο µε τέτοιες δυνατότητες, αν και έχουν σε πλήρη εξέλιξη πρόγραµµα αποκτήσεως έξι υποβρυχίων αυτού του τύπου.
Αντίθετα, η Τουρκία στην Πολεµική Αεροπορία διαθέτει αυτό που η στρατιωτική επιστήµη ονοµάζει «το πλήρες πακέτο», δηλαδή σύγχρονα µαχητικά αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασµού και ιπτάµενα ραντάρ, καθώς επίσης αεροσκάφη στρατηγικών µεταφορών A-400M της Airbus. Με ένα τέτοιο «πακέτο» και εφόσον ακόµη δεν έχει εντάξει στη δύναµή της τα υπερσύγχρονα µαχητικά πέµπτης γενιάς F-35A, η γείτων µπορεί -θεωρητικώς- να σχεδιάσει µια αεροπορική επιχείρηση σε οποιοδήποτε σηµείο. Λέµε «θεωρητικό», γιατί η πραγµατικότητα είναι τελείως διαφορετική «επί του πεδίου», όπως κατεδείχθη πολλαπλώς και λίαν προσφάτως σε πραγµατικές επιχειρήσεις στο «τρίγωνο» Ρόδου - Κρήτης - Κύπρου, όπου οι Τούρκοι υπέστησαν αρκετές και δυσάρεστες γι’ αυτούς εκπλήξεις.
Τέλος, δεν πρέπει να παραγνωριστούν δύο σηµαντικοί παράγοντες. Το ότι περισσότεροι από 400 εµπειρότατοι πιλότοι αποµακρύνθηκαν -για διάφορους λόγουςαπό την τουρκική Αεροπορία, συνεπεία του αποτυχηµένου πραξικοπήµατος του 2016. Από την άλλη, όµως, σηµαντικότατο µέρος των ΤΕ∆, και όχι µόνο της Αεροπορίας τους, αλλά και του Στρατού τους, έχει πολύτιµη πολεµική εµπειρία που δεν έχει κανένας Έλληνας στρατιωτικός. Υπενθυµίζεται ότι η Τουρκία έχει αρκετά πολεµικά µέτωπα «ανοικτά»: Το ένα εσωτερικό, εναντίον των Κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ, το δεύτερο «εξωτερικό», στη Συρία, και το τρίτο στη Λιβύη.
Η Άγκυρα, ωστόσο, αποδεικνύεται ότι έχει ορισµένα σηµαντικά προβλήµατα, παρά το γεγονός ότι καταγράφει ένα προβάδισµα στους στρατιωτικούς εξοπλισµούς. Από το αποτυχηµένο πραξικόπηµα του Ιουλίου του 2016 κατά του Ταγίπ Ερντογάν, µε απόφαση του τελευταίου, η µεν πανίσχυρη Στρατοχωροφυλακή αποσπάστηκε από το υπουργείο Αµυνας της γείτονος και εντάχθηκε στο αντίστοιχο των Εσωτερικών, ενώ και η επίσης πολύ ισχυρή Ακτοφυλακή αποσπάστηκε από το Αµυνας και εντάχθηκε στο Ναυτιλίας.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 12/9
Τα «Π» επιχειρούν µια ακτινογραφία των Οπλων των δύο χωρών, το σύνολο των οποίων είναι το αποτέλεσµα ενός έντονου ανταγωνισµού των τελευταίων δεκαετιών, εστιάζοντας στα κρίσιµα σηµεία που κάνουν τη διαφορά. Για παράδειγµα, ο Ελληνικός Στρατός έχει 353 άρµατα µάχης Leopard-2A6, έναντι 310 µεταχειρισµένων Leopard-2A4 του τουρκικού, µε το ίδιο πυροβόλο. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασµό µε το γεωγραφικό ανάγλυφο της Θράκης, όπου επιχειρούν, δίδει µια σαφή υπεροχή στο ελληνικό αρµατικό δυναµικό. Αντίστοιχα, τα επιθετικά ελικόπτερα του Ελληνικού Στρατού είναι ποιοτικά ανώτερα από τα αντίστοιχα τουρκικά και µε την προσθήκη 60 ελικοπτέρων επιθετικής αναγνωρίσεως, σε τακτικό επίπεδο, µπορούν να προκαλέσουν... ευχάριστες εκπλήξεις, ιδίως στα νησιά. Επίσης, στον τοµέα των µεταφορικών ελικοπτέρων, η παρουσία 25 Chinook και 14 (από τα 20 που αναµένονται συνολικώς) ΝΗ-90 επιτρέπει την άµεση µεταφορά «όπου δει» ενός πλήρους τάγµατος Ειδικών ∆υνάµεων ή µιας επίλεκτης δύναµης µονάδος Ειδικών Επιχειρήσεων, υπό την προϋπόθεση της υπάρξεως αεροπορικής υπεροχής.
Στο Πολεµικό Ναυτικό το µεγάλο όπλο, που κάνει ουσιαστικώς και τη διαφορά, είναι η παρουσία µιας συµπαγούς δυνάµεως τεσσάρων υπερσύγχρονων υποβρυχίων Type-214AIP και ενός πέµπτου, του αναβαθµισµένου στο ίδιο επίπεδο υποβρυχίου «Ωκεανός» Type-209AIP. Οι Τούρκοι ακόµη δεν διαθέτουν κάποιο επιχειρησιακό υποβρύχιο µε τέτοιες δυνατότητες, αν και έχουν σε πλήρη εξέλιξη πρόγραµµα αποκτήσεως έξι υποβρυχίων αυτού του τύπου.
Αντίθετα, η Τουρκία στην Πολεµική Αεροπορία διαθέτει αυτό που η στρατιωτική επιστήµη ονοµάζει «το πλήρες πακέτο», δηλαδή σύγχρονα µαχητικά αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασµού και ιπτάµενα ραντάρ, καθώς επίσης αεροσκάφη στρατηγικών µεταφορών A-400M της Airbus. Με ένα τέτοιο «πακέτο» και εφόσον ακόµη δεν έχει εντάξει στη δύναµή της τα υπερσύγχρονα µαχητικά πέµπτης γενιάς F-35A, η γείτων µπορεί -θεωρητικώς- να σχεδιάσει µια αεροπορική επιχείρηση σε οποιοδήποτε σηµείο. Λέµε «θεωρητικό», γιατί η πραγµατικότητα είναι τελείως διαφορετική «επί του πεδίου», όπως κατεδείχθη πολλαπλώς και λίαν προσφάτως σε πραγµατικές επιχειρήσεις στο «τρίγωνο» Ρόδου - Κρήτης - Κύπρου, όπου οι Τούρκοι υπέστησαν αρκετές και δυσάρεστες γι’ αυτούς εκπλήξεις.
Τέλος, δεν πρέπει να παραγνωριστούν δύο σηµαντικοί παράγοντες. Το ότι περισσότεροι από 400 εµπειρότατοι πιλότοι αποµακρύνθηκαν -για διάφορους λόγουςαπό την τουρκική Αεροπορία, συνεπεία του αποτυχηµένου πραξικοπήµατος του 2016. Από την άλλη, όµως, σηµαντικότατο µέρος των ΤΕ∆, και όχι µόνο της Αεροπορίας τους, αλλά και του Στρατού τους, έχει πολύτιµη πολεµική εµπειρία που δεν έχει κανένας Έλληνας στρατιωτικός. Υπενθυµίζεται ότι η Τουρκία έχει αρκετά πολεµικά µέτωπα «ανοικτά»: Το ένα εσωτερικό, εναντίον των Κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ, το δεύτερο «εξωτερικό», στη Συρία, και το τρίτο στη Λιβύη.
Η Άγκυρα, ωστόσο, αποδεικνύεται ότι έχει ορισµένα σηµαντικά προβλήµατα, παρά το γεγονός ότι καταγράφει ένα προβάδισµα στους στρατιωτικούς εξοπλισµούς. Από το αποτυχηµένο πραξικόπηµα του Ιουλίου του 2016 κατά του Ταγίπ Ερντογάν, µε απόφαση του τελευταίου, η µεν πανίσχυρη Στρατοχωροφυλακή αποσπάστηκε από το υπουργείο Αµυνας της γείτονος και εντάχθηκε στο αντίστοιχο των Εσωτερικών, ενώ και η επίσης πολύ ισχυρή Ακτοφυλακή αποσπάστηκε από το Αµυνας και εντάχθηκε στο Ναυτιλίας.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 12/9