Στο ΣτΕ η Εκκλησία και 81 Μητροπόλεις για τη μη συμμετοχή πιστών στη λειτουργία των Θεοφανίων
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας θα κρίνει τις δύο αιτήσεις ακύρωσης που κατατέθηκαν στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και 81 Μητροπόλεις κατά της κυβερνητικής απόφασης με την οποία απαγορεύτηκε η συμμετοχή των πιστών στη λειτουργία των Θεοφανίων. Οι δύο αιτήσεις ακύρωσης θα συζητηθούν στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου μετά από σχετική πράξη της προέδρου του ΣτΕ Μαίρης Σάρπ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το βράδυ της παραμονής των Θεοφανείων (Τρίτη, 5 Ιανουαρίου 2021) και ενώ είχαν κλείσει οι γραμματείες του ΣτΕ, από την πλευρά της Εκκλησίας κατατέθηκαν ηλεκτρονικά δύο αιτήσεις ακύρωσης. Η πρώτη κατατέθηκε 7,40 μ.μ. και η δεύτερη 8,30 μ.μ..Εκείνη την ώρα, η γραμματεία του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου δεν λειτουργούσε και τελικά οι υπάλληλοι του ΣτΕ παρέλαβαν τις προσφυγές σήμερα καθώς χθες ήταν αργία.
Από την πλευρά, της Αρχιεπισκοπής και των Μητροπόλεων κατατέθηκαν μόνο αιτήσεις ακύρωσης και όχι αίτημα έκδοσης προσωρινής διαταγής ή αναστολής της Κυβερνητικής απόφασης.
Σύμφωνα με τα νομικά επιχειρήματα, τα οποία διαλαμβάνονται στις δύο αιτήσεις ακύρωσης, η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση είναι απολύτως απρόσφορη και προδήλως δυσανάλογη, εν όψει του δημοσίου συμφέροντος για την προστασία της δημόσιας υγείας και η επιλογή της Πολιτείας να μην προστατεύσει τη δημόσια λατρεία, εξίσου με άλλα δικαιώματα, όπως π.χ., τον καλλωπισμό, τις επισκέψεις και τη διασκέδαση σε σπίτια συγγενών και φίλων.
Επιπλέον, η Εκκλησία της Ελλάδος επισημαίνει πως η Πολιτεία επέλεξε μετά την 2α Ιανουαρίου 2021 να απαγορεύσει απολύτως τη δημόσια λατρεία η οποία για αρκετούς πολίτες είναι προσωπική ανάγκη ζωτικής σημασίας και αυτή η ανάγκη τους δεν υπόκειται σε λογοκρισία ή υποτίμηση από το κράτος.
Σε άλλο σημείο των αιτήσεων ακυρώσεως, αναφέρεται ότι είναι μη αναγκαία και απρόσφορη σε μια δημοκρατική κοινωνία η κατάργηση μετά την 3η Ιανουαρίου 2021 τη συμμετοχή στην λατρεία κατά τα Θεοφάνεια, η οποία μπορούσε να διατηρηθεί υπό αυστηρούς περιορισμούς, όπως είναι 25 ή 50 άτομα ανάλογα με το εμβαδόν της κάθε Εκκλησίας ή ένα άτομο ανά 1,5 τ.μ. ή απόσταση δυο μέτρων ανά εκκλησιαζόμενο, κ.λπ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το βράδυ της παραμονής των Θεοφανείων (Τρίτη, 5 Ιανουαρίου 2021) και ενώ είχαν κλείσει οι γραμματείες του ΣτΕ, από την πλευρά της Εκκλησίας κατατέθηκαν ηλεκτρονικά δύο αιτήσεις ακύρωσης. Η πρώτη κατατέθηκε 7,40 μ.μ. και η δεύτερη 8,30 μ.μ..Εκείνη την ώρα, η γραμματεία του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου δεν λειτουργούσε και τελικά οι υπάλληλοι του ΣτΕ παρέλαβαν τις προσφυγές σήμερα καθώς χθες ήταν αργία.
Από την πλευρά, της Αρχιεπισκοπής και των Μητροπόλεων κατατέθηκαν μόνο αιτήσεις ακύρωσης και όχι αίτημα έκδοσης προσωρινής διαταγής ή αναστολής της Κυβερνητικής απόφασης.
Σύμφωνα με τα νομικά επιχειρήματα, τα οποία διαλαμβάνονται στις δύο αιτήσεις ακύρωσης, η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση είναι απολύτως απρόσφορη και προδήλως δυσανάλογη, εν όψει του δημοσίου συμφέροντος για την προστασία της δημόσιας υγείας και η επιλογή της Πολιτείας να μην προστατεύσει τη δημόσια λατρεία, εξίσου με άλλα δικαιώματα, όπως π.χ., τον καλλωπισμό, τις επισκέψεις και τη διασκέδαση σε σπίτια συγγενών και φίλων.
Επιπλέον, η Εκκλησία της Ελλάδος επισημαίνει πως η Πολιτεία επέλεξε μετά την 2α Ιανουαρίου 2021 να απαγορεύσει απολύτως τη δημόσια λατρεία η οποία για αρκετούς πολίτες είναι προσωπική ανάγκη ζωτικής σημασίας και αυτή η ανάγκη τους δεν υπόκειται σε λογοκρισία ή υποτίμηση από το κράτος.
Σε άλλο σημείο των αιτήσεων ακυρώσεως, αναφέρεται ότι είναι μη αναγκαία και απρόσφορη σε μια δημοκρατική κοινωνία η κατάργηση μετά την 3η Ιανουαρίου 2021 τη συμμετοχή στην λατρεία κατά τα Θεοφάνεια, η οποία μπορούσε να διατηρηθεί υπό αυστηρούς περιορισμούς, όπως είναι 25 ή 50 άτομα ανάλογα με το εμβαδόν της κάθε Εκκλησίας ή ένα άτομο ανά 1,5 τ.μ. ή απόσταση δυο μέτρων ανά εκκλησιαζόμενο, κ.λπ.