Τα τρία προγράμματα που φέρνουν ζεστό χρήμα στην εστίαση - Τα ποσά και οι δικαιούχοι
Το πακέτο στήριξης για το restart
Τρία διαφορετικά προγράμματα στήριξης θα "τρέξουν" για την εστίαση προκειμένου οι επιχειρήσεις του κλάδου να είναι έτοιμες να υποδεχτούν τους πελάτες τους - και κυρίως τους τουρίστες- μόλις ανοίξει η αγορά.
Το πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας που ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση φέρνει 330 εκατ. ευρώ ζεστό χρήμα στο ταμείο των επιχειρήσεων για να μπορέσουν να αγοράσουν πρώτες ύλες.
Η αρχή γίνεται με τον έβδομο κύκλο της επιστρεπτέας προκαταβολής η οποία θα δώσει ζεστό χρήμα – 50% δάνεια και 50% επιδοτήσεις – προκειμένου να αντισταθμιστούν οι απώλειες εσόδων που καταγράφηκαν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021 με την ενίσχυση να φτάνει ακόμη και στα 100.000 ευρώ.
Σημειώνεται ότι τα ελάχιστα ποσά που θα δώσει η επιστρεπτέα 7 στις επιχειρήσεις της εστίασης ανέρχονται σε 1.000 ευρώ χωρίς εργαζομένους, 2.000 ευρώ με έως 5 εργαζόμενους, 4.000 ευρώ με έως 20 εργαζόμενους και 8.000 ευρώ για άνω των 20 εργαζομένων. Οι αιτήσεις μπορούν να υποβάλλονται έως τις 19 Απριλίου ενώ οι δικαιούχοι θα δουν τα χρήματα στον τραπεζικό τους λογαριασμός μέχρι τα τέλη του μήνα.
Το δεύτερο πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας φέρνει 330 εκατ. ευρώ ζεστό χρήμα στο ταμείο των επιχειρήσεων για να μπορέσουν να αγοράσουν πρώτες ύλες. Η δράση που θα εφαρμόσει το Υπουργείο Ανάπτυξης και χρηματοδοτείται μέσω ΕΣΠΑ έχει στόχο την παροχή κεφαλαίου κίνησης με σκοπό την αγορά πρώτων υλών στις επιχειρήσεις για τους 2-3 πρώτους μήνες επανεκκίνησης της εστίασης. Το ποσό της ενίσχυσης, το οποίο είναι μη επιστρεπτέο, ανέρχεται στο 7% επί του τζίρου του 2019, με μέγιστο ποσό ενίσχυσης τα 100.000 ευρώ ανά ΑΦΜ. Αφορά στις επιχειρήσεις με μείωση ετήσιου τζίρου το 2020 σε σχέση με το 2019, τουλάχιστον κατά 30%. Επίσης, για πρώτη φορά το πρόγραμμα περιλαμβάνει και επιχειρήσεις franchise.
Το τρίτο πρόγραμμα θα είναι αυτό της επιδότησης των παγίων δαπανών που θα ανακοινωθεί μέσα στην επόμενη εβδομάδα και αφορά επιχειρήσεις με σημαντική πτώση τζίρου το 2020, οι δαπάνες των οποίων δεν καλύφθηκαν πλήρως από τα μέτρα ενίσχυσης.
Από τη μία πλευρά του λογαριασμού θα μπουν οι δαπάνες για μισθούς, ασφαλιστικές εισφορές, φως, νερό, τηλέφωνο, ενοίκια , τόκους και λειτουργικά έξοδα. Από την άλλη οι ενισχύσεις που έχει λάβει η επιχείρηση. Μεγάλο μέρος των ακάλυπτων παγίων δαπανών, θα καλυφθεί από το υπουργείο Οικονομικών με τη μορφή κουπονιών συμψηφισμού με φόρους και εισφορές έως το τέλος του έτους.
Για παράδειγμα επιχείρηση είχε πέρυσι δαπάνες 10.000 ευρώ και έχει λάβει ενισχύσεις που καλύπτουν τις 6.000 ευρώ. Για μεγάλο μέρος των υπόλοιπων 4.000 ευρώ θα λάβει ένα πιστωτικό ποσό στο λογαριασμό της στο Taxisnet και με αυτό θα μπορεί να πληρώνει έως το τέλος του έτους ΦΠΑ, φόρο εισοδήματος ή ασφαλιστικές εισφορές.
Ως ενισχύσεις θα λαμβάνονται υπόψη οι ενισχύσεις που έλαβε η επιχείρηση μέσα στο 2020, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας.
Το ποσοστό της ενίσχυσης, θα προσδιοριστεί, αφού ολοκληρωθούν οι αιτήσεις των επιχειρήσεων, με βάση τον διαθέσιμο προϋπολογισμό του προγράμματος ( 500 εκατ. ευρώ). Το ποσοστό της ενίσχυσης θα διαφοροποιείται με βάση τη πτώση του τζίρου, καθώς θα είναι υψηλότερο για επιχειρήσεις που είχαν πτώση τζίρου άνω του 60%.
Το πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας που ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση φέρνει 330 εκατ. ευρώ ζεστό χρήμα στο ταμείο των επιχειρήσεων για να μπορέσουν να αγοράσουν πρώτες ύλες.
Η αρχή γίνεται με τον έβδομο κύκλο της επιστρεπτέας προκαταβολής η οποία θα δώσει ζεστό χρήμα – 50% δάνεια και 50% επιδοτήσεις – προκειμένου να αντισταθμιστούν οι απώλειες εσόδων που καταγράφηκαν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021 με την ενίσχυση να φτάνει ακόμη και στα 100.000 ευρώ.
Σημειώνεται ότι τα ελάχιστα ποσά που θα δώσει η επιστρεπτέα 7 στις επιχειρήσεις της εστίασης ανέρχονται σε 1.000 ευρώ χωρίς εργαζομένους, 2.000 ευρώ με έως 5 εργαζόμενους, 4.000 ευρώ με έως 20 εργαζόμενους και 8.000 ευρώ για άνω των 20 εργαζομένων. Οι αιτήσεις μπορούν να υποβάλλονται έως τις 19 Απριλίου ενώ οι δικαιούχοι θα δουν τα χρήματα στον τραπεζικό τους λογαριασμός μέχρι τα τέλη του μήνα.
Το δεύτερο πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας φέρνει 330 εκατ. ευρώ ζεστό χρήμα στο ταμείο των επιχειρήσεων για να μπορέσουν να αγοράσουν πρώτες ύλες. Η δράση που θα εφαρμόσει το Υπουργείο Ανάπτυξης και χρηματοδοτείται μέσω ΕΣΠΑ έχει στόχο την παροχή κεφαλαίου κίνησης με σκοπό την αγορά πρώτων υλών στις επιχειρήσεις για τους 2-3 πρώτους μήνες επανεκκίνησης της εστίασης. Το ποσό της ενίσχυσης, το οποίο είναι μη επιστρεπτέο, ανέρχεται στο 7% επί του τζίρου του 2019, με μέγιστο ποσό ενίσχυσης τα 100.000 ευρώ ανά ΑΦΜ. Αφορά στις επιχειρήσεις με μείωση ετήσιου τζίρου το 2020 σε σχέση με το 2019, τουλάχιστον κατά 30%. Επίσης, για πρώτη φορά το πρόγραμμα περιλαμβάνει και επιχειρήσεις franchise.
Το τρίτο πρόγραμμα θα είναι αυτό της επιδότησης των παγίων δαπανών που θα ανακοινωθεί μέσα στην επόμενη εβδομάδα και αφορά επιχειρήσεις με σημαντική πτώση τζίρου το 2020, οι δαπάνες των οποίων δεν καλύφθηκαν πλήρως από τα μέτρα ενίσχυσης.
Από τη μία πλευρά του λογαριασμού θα μπουν οι δαπάνες για μισθούς, ασφαλιστικές εισφορές, φως, νερό, τηλέφωνο, ενοίκια , τόκους και λειτουργικά έξοδα. Από την άλλη οι ενισχύσεις που έχει λάβει η επιχείρηση. Μεγάλο μέρος των ακάλυπτων παγίων δαπανών, θα καλυφθεί από το υπουργείο Οικονομικών με τη μορφή κουπονιών συμψηφισμού με φόρους και εισφορές έως το τέλος του έτους.
Για παράδειγμα επιχείρηση είχε πέρυσι δαπάνες 10.000 ευρώ και έχει λάβει ενισχύσεις που καλύπτουν τις 6.000 ευρώ. Για μεγάλο μέρος των υπόλοιπων 4.000 ευρώ θα λάβει ένα πιστωτικό ποσό στο λογαριασμό της στο Taxisnet και με αυτό θα μπορεί να πληρώνει έως το τέλος του έτους ΦΠΑ, φόρο εισοδήματος ή ασφαλιστικές εισφορές.
Ως ενισχύσεις θα λαμβάνονται υπόψη οι ενισχύσεις που έλαβε η επιχείρηση μέσα στο 2020, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας.
Το ποσοστό της ενίσχυσης, θα προσδιοριστεί, αφού ολοκληρωθούν οι αιτήσεις των επιχειρήσεων, με βάση τον διαθέσιμο προϋπολογισμό του προγράμματος ( 500 εκατ. ευρώ). Το ποσοστό της ενίσχυσης θα διαφοροποιείται με βάση τη πτώση του τζίρου, καθώς θα είναι υψηλότερο για επιχειρήσεις που είχαν πτώση τζίρου άνω του 60%.