Κρήτη: Οι Αρχές «καλωδίωσαν» τηλέφωνο ιερέα για εμπόριο όπλων
Οι συνομιλίες «έκαψαν» τον ιερέα της Κρήτης αλλά δεν έγιναν δεκτές στο δικαστήριο
Η αποκάλυψη ότι ιερέας είχε βρεθεί μπλεγμένος σε υπόθεση εμπορίας όπλων είχε αφήσει άφωνη την Κρήτη πριν από 7 χρόνια.
Πολύ περισσότερο γιατί μαζί με το 41χρονο τότε κληρικό οι αστυνομικοί είχαν περάσει χειροπέδες και στην παπαδιά σύζυγό του, μετά από μεγάλη επιχείρηση που είχαν οργανώσει οι αστυνομικές διευθύνσεις της Κρήτης σε Ρέθυμνο και Ηράκλειο.
Έκτοτε η υπόθεση είχε πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης, με τον ιερέα από τη Μεσαρά Ηρακλείου να καταδικάζεται σε πρώτο βαθμό. Την Τετάρτη όμως, κατά την εκδίκαση της έφεσής του στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου, τόσο ο ίδιος όσο και δύο συγκατηγορούμενοί του, ένας 48χρονος κτηνοτρόφος και ένας 78χρονος, από χωριά της Μεσαράς και οι δύο, απαλλάχτηκαν από τη συγκεκριμένη κατηγορία, καθώς έγινε δεκτή η ένσταση της υπεράσπισης περί απολύτου ακυρότητας των καταγεγραμμένων συνομιλιών ως παράνομο αποδεικτικό μέσο. Πλέον, ο 48χρονος ιερέας αναμένεται να δικαστεί στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης για άλλες κατηγορίες που του έχουν απαγγελθεί σε βαθμό κακουργήματος.
Τον ιερέα είχαν «καλωδιώσει» οι αστυνομικές Αρχές Ηρακλείου μετά από ανώνυμη καταγγελία που τον ήθελε να δραστηριοποιείται συστηματικά στην εμπορία όπλων αλλά και αρχαίων αντικειμένων. Σύμφωνα με τα τοπικά ΜΜΕ, στελέχη της υπηρεσίας θεώρησαν, όπως αναφέρεται στη δικογραφία, ότι η πληροφορία ήταν αξιόπιστη καθώς η μέχρι τότε πορεία του καταγγελλόμενου προσώπου δεν ταίριαζε με το προφίλ ενός κληρικού. Την ίδια εποχή είχε συλληφθεί στην Αθήνα και ο 37χρονος τότε αδελφός του κληρικού με ποσότητα 200 κιλών κάνναβης.
Με βάση το υλικό από την απομαγνητοφώνηση των καταγεγραμμένων τηλεφωνικών συνομιλιών διαβιβάστηκε στη Δικαιοσύνη δικογραφία με κατηγορούμενους τον ιερέα και δέκα ακόμα πρόσωπα, τα τρία μη ταυτοποιημένα. Μεταξύ των κατηγορουμένων φιγουράριζε και ένας έγκλειστος τότε κακοποιός στις φυλακές Αλικαρνασσού, ο οποίος είχε καταδικαστεί με την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης. Τον Ιούλιο του 2013, ο ιερέας είχε καταγραφεί να συνομιλεί με συγκατηγορούμενό του, ο οποίος έψαχνε φορτίο με βαρύ οπλισμό, που ήταν κρυμμένο σε αυτοκίνητο το οποίο είχαν διαρρήξει άγνωστοι. Στη συνομιλία είχε ειπωθεί ότι τον οπλισμό είχε αποκρύψει στο αυτοκίνητο ο έγκλειστος μαζί με άλλον κατηγορούμενο, ο οποίος συμπεριλαμβάνεται στη δικογραφία με το παρατσούκλι του.
Με βάση τις απομαγνητοφωνήσεις, ο οπλισμός που φέρεται να κλάπηκε περιλάμβανε μεταξύ άλλων καλάσνικοφ, 45άρια πιστόλια, υποπολυβόλα OUZI, χιλιάδες σφαίρες, χειροβομβίδες και μασούρια με δυναμίτη. Στο πλαίσιο εξάρθρωσης του κυκλώματος που ερευνούσε τότε και η Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών της Ασφάλειας Αττικής, δυνάμεις της Δίωξης Ναρκωτικών, της Ασφάλειας, της ΟΠΚΕ και των ΤΑΕ προέβησαν σε δεκάδες έρευνες οικιών, αποθηκών, κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και χώρων που συνδέονται με μέλη του κυκλώματος. Μάλιστα, όπως είχαν γράψει τότε τα τοπικά media, είχαν εντοπιστεί και κατασχεθεί σημαντικός αριθμός όπλων και ποσότητες ακατέργαστης κάνναβης μαζί με ποσό περίπου 120.000 ευρώ από το παράνομο εμπόριο.
Η δικογραφία που διαβιβάστηκε στη Δικαιοσύνη τον Ιανουάριο του 2014 αφορούσε στα αδικήματα της αρχαιοκαπηλίας, παράβασης του νόμου περί όπλων και προσωπικών δεδομένων και διαχωρίστηκε ως προς τα πλημμελήματα και τα κακουργήματα.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time