Τα άγνωστα στοιχεία για την κλοπή στην Εθνική Πινακοθήκη: Πως η αστυνομία «τσίμπησε» τον 49χρονο – Τα 20 εκατ. ευρώ, οι 100 πληροφορίες και ο ρόλος της ΕΥΠ
Τα νέα στοιχεία για το «θρίλερ της Εθνικής Πινακοθήκης» και την αρπαγή του πίνακα του Πικάσο
Τις υπόγειες διασυνδέσεις του 49χρονου «µοναχικού» «κλέφτη» του πίνακα του Πικάσο από την Εθνική Πινακοθήκη το 2012 ερευνούν πλέον η ΕΛ.ΑΣ. αλλά και ο αρµόδιος ανακριτής, προκειµένου να διαπιστώσουν αν πρόκειται για µέλος διεθνούς «αόρατου» κυκλώµατος διακίνησης έργων Τέχνης που έχει ξεφύγει από τα ραντάρ των Αρχών ασφαλείας. «Τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» παρουσιάζουν άγνωστες πτυχές της επονοµαζόµενης «κλοπής του αιώνα» µέσα από εννέα απαντήσεις σε ισάριθµες κρίσιµες ερωτήσεις:
Είναι πράγµατι ο 49χρονος Γιώργος Σ. µε το ψευδώνυµο «artfreak» o δράστης της κλοπής του πίνακα του Πικάσο «Γυναικεία κεφαλή»;
Ναι! ∆εν υπάρχει καµιά αµφιβολία για αυτό. Και αυτό όχι µόνο γιατί ο σωµατότυπός του ταιριάζει απόλυτα µε τις περιγραφές των φυλάκων της Πινακοθήκης ή τα βίντεο όπου φαινόταν ένας ψηλός, αδύνατος δράστης µε σκούφο. Οπως και ούτε γιατί οµολόγησε την επιδροµή του στην Πινακοθήκη, ύστερα από έξι µήνες προεργασίας. Αυτό που θεωρείται καταλυτικό είναι ότι ο ίδιος περιέγραψε κινήσεις του, µε την αφαίρεση τµηµάτων γυψοσανίδας και άλλες λεπτοµέρειες, που δεν είχαν δηµοσιοποιηθεί και θα µπορούσε να γνωρίζει µόνο ο πραγµατικός δράστης.
Είχε συνεργό ο 49χρονος;
Οι αστυνοµικοί εκτιµούν πως όχι. Η εκτίµησή τους αυτή δεν βασίστηκε µόνο στην οµολογία του 49χρονου που περιέγραψε µια εισβολή µε προσωπικό σχεδιασµό, χωρίς βοήθεια από οποιονδήποτε.
Πόσο δύσκολο ήταν να κλαπεί αυτός ο πίνακας από την «παλιά» Εθνική Πινακοθήκη;
Αποδείχθηκε ότι ένας σχετικά απλός, µεθοδικός σχεδιασµός ιδιώτη αρκούσε. Φρόντισε να ενεργοποιηθεί τουλάχιστον τέσσερις φορές παραπλανητικά ο συναγερµός (σ.σ.: µε βάση ανιχνευτή ασφαλείας), ώστε ο φύλακας του χώρου να νοµίσει ότι αυτό γίνεται από λάθος και ότι δεν υπήρχε εισβολέας.
Παρότι δεν έχει αποκλεισθεί εντελώς, θεωρείται ότι έχει ελάχιστες πιθανότητες επαλήθευσης. Θα βρισκόταν σε κάποια παράνοµη ιδιωτική συλλογή και δεν θα εντοπιζόταν πεταµένος σε µια ρεµατιά στην Κερατέα, που θεωρήθηκε ιδανική κρυψώνα.
Θα µπορούσε τελικά να πωληθεί ο πίνακας;
Τα στελέχη των διωκτικών Αρχών αναφέρουν πως, παρότι είναι απίθανο να πωληθούν κλεµµένοι πίνακες τεράστιας αξίας, λόγω των καταχωρήσεων των αναζητήσεών τους κ.λπ., δεν θα µπορούσε να αποκλεισθεί ότι κάποιοι φανατικοί συλλέκτες, «βαρόνοι» ναρκωτικών ή µεγαλοκακοποιοί, θα επεδίωκαν να τους έχουν σε µυστική συλλογή ως «τρόπαια» των εγκληµατικών δυνατοτήτων τους ή λόγω του πάθους τους µε τα έργα Τέχνης.
Hταν τόσο δύσκολο να εντοπισθεί ο δράστης της κλοπής;
Ηταν εξαιρετικά δύσκολο, γιατί δεν ήταν σεσηµασµένος, δεν είχε ποτέ κινήσει υποψίες για οτιδήποτε και ήταν ο επονοµαζόµενος «άνθρωπος της διπλανής πόρτας». Η ΕΛ.ΑΣ. έψαχνε µια άριστα οργανωµένη κλοπή του πίνακα και τελικά αποδείχθηκε κάτι πολύ πιο απλό: δράση ενός «µοναχικού λύκου», υπεράνω υποψίας.
Πώς η ΕΛΑΣ αντελήφθη ότι αυτός ήταν ο δράστης;
Η ΕΛ.ΑΣ. αλλά και η ΕΥΠ την τελευταία δεκαετία είχαν δεχθεί περισσότερες από 100 πληροφορίες για την ταυτότητα του «εισβολέα» της Εθνικής Πινακοθήκης ή για την κατάληξη του υπερπολύτιµου έργου Τέχνης, του οποίου η αξία υπολογίζεται σε 20 εκατοµµύρια ευρώ. Οταν, προ διµήνου, δόθηκε η πληροφορία για εµπλοκή του 49χρονου φιλότεχνου, µε τακτικές παρουσίες του σε γκαλερί και αναρτήσεις παρόµοιων µε τα κλεµµένα έργων Τέχνης, κίνησε αµέσως το ενδιαφέρον των αστυνοµικών του Τµήµατος ∆ιαρρηκτών και της έµπειρης προϊσταµένης Βασιλικής Σεργιάννη.
Ποιος είναι εντέλει ο 49χρονος;
Με βάση το «πλούσιο» βιογραφικό του στο ∆ιαδίκτυο, φέρεται να είχε τελειώσει τη Νοµική στην Ελλάδα και να είχε παρουσία σε µεγάλες πολυεθνικές εταιρείες τροφίµων, επίπλων και τροφοδοσίας στη Μ. Βρετανία. Οµως, έµπειροι αστυνοµικοί δήλωναν ότι το ηλεκτρονικό βιογραφικό του ήταν «φουσκωµένο» και ότι η κύρια ενασχόλησή του τους τελευταίους µήνες ήταν ο… ελαιοχρωµατισµός. Καθώς και ότι σε πολλές περιόδους της ζωής του λειτουργούσε «τυχοδιωκτικά».
Eίχε επιχειρήσει να πουλήσει τον πίνακα;
Παρότι ο ίδιος το αρνείται και δεν έχει παρουσιασθεί κανένα αποδεικτικό στοιχείο, οι αστυνοµικοί πιστεύουν ότι είχε προσπαθήσει, αφού σε µια τέτοια περίπτωση θα έλυνε το σηµαντικό οικονοµικό πρόβληµα που αντιµετώπιζε. Με τους αστυνοµικούς να συµπληρώνουν ότι «δεν πρέπει να ξεχνάµε ότι η αρπαγή έγινε στο ζενίθ της οικονοµικής κρίσης».
Είναι πράγµατι ο 49χρονος Γιώργος Σ. µε το ψευδώνυµο «artfreak» o δράστης της κλοπής του πίνακα του Πικάσο «Γυναικεία κεφαλή»;
Ναι! ∆εν υπάρχει καµιά αµφιβολία για αυτό. Και αυτό όχι µόνο γιατί ο σωµατότυπός του ταιριάζει απόλυτα µε τις περιγραφές των φυλάκων της Πινακοθήκης ή τα βίντεο όπου φαινόταν ένας ψηλός, αδύνατος δράστης µε σκούφο. Οπως και ούτε γιατί οµολόγησε την επιδροµή του στην Πινακοθήκη, ύστερα από έξι µήνες προεργασίας. Αυτό που θεωρείται καταλυτικό είναι ότι ο ίδιος περιέγραψε κινήσεις του, µε την αφαίρεση τµηµάτων γυψοσανίδας και άλλες λεπτοµέρειες, που δεν είχαν δηµοσιοποιηθεί και θα µπορούσε να γνωρίζει µόνο ο πραγµατικός δράστης.
Είχε συνεργό ο 49χρονος;
Οι αστυνοµικοί εκτιµούν πως όχι. Η εκτίµησή τους αυτή δεν βασίστηκε µόνο στην οµολογία του 49χρονου που περιέγραψε µια εισβολή µε προσωπικό σχεδιασµό, χωρίς βοήθεια από οποιονδήποτε.
Πόσο δύσκολο ήταν να κλαπεί αυτός ο πίνακας από την «παλιά» Εθνική Πινακοθήκη;
Αποδείχθηκε ότι ένας σχετικά απλός, µεθοδικός σχεδιασµός ιδιώτη αρκούσε. Φρόντισε να ενεργοποιηθεί τουλάχιστον τέσσερις φορές παραπλανητικά ο συναγερµός (σ.σ.: µε βάση ανιχνευτή ασφαλείας), ώστε ο φύλακας του χώρου να νοµίσει ότι αυτό γίνεται από λάθος και ότι δεν υπήρχε εισβολέας.
Το άγνωστο παρασκήνιο, οι κινήσεις του 49χρονου και οι ύποπτες επιλογές τουΜπορεί να είχε δώσει κάποιος άλλος ιδιώτης εντολή στον 49χρονο να κλέψει τον πίνακα του Πικάσο;
Παρότι δεν έχει αποκλεισθεί εντελώς, θεωρείται ότι έχει ελάχιστες πιθανότητες επαλήθευσης. Θα βρισκόταν σε κάποια παράνοµη ιδιωτική συλλογή και δεν θα εντοπιζόταν πεταµένος σε µια ρεµατιά στην Κερατέα, που θεωρήθηκε ιδανική κρυψώνα.
Θα µπορούσε τελικά να πωληθεί ο πίνακας;
Τα στελέχη των διωκτικών Αρχών αναφέρουν πως, παρότι είναι απίθανο να πωληθούν κλεµµένοι πίνακες τεράστιας αξίας, λόγω των καταχωρήσεων των αναζητήσεών τους κ.λπ., δεν θα µπορούσε να αποκλεισθεί ότι κάποιοι φανατικοί συλλέκτες, «βαρόνοι» ναρκωτικών ή µεγαλοκακοποιοί, θα επεδίωκαν να τους έχουν σε µυστική συλλογή ως «τρόπαια» των εγκληµατικών δυνατοτήτων τους ή λόγω του πάθους τους µε τα έργα Τέχνης.
Hταν τόσο δύσκολο να εντοπισθεί ο δράστης της κλοπής;
Ηταν εξαιρετικά δύσκολο, γιατί δεν ήταν σεσηµασµένος, δεν είχε ποτέ κινήσει υποψίες για οτιδήποτε και ήταν ο επονοµαζόµενος «άνθρωπος της διπλανής πόρτας». Η ΕΛ.ΑΣ. έψαχνε µια άριστα οργανωµένη κλοπή του πίνακα και τελικά αποδείχθηκε κάτι πολύ πιο απλό: δράση ενός «µοναχικού λύκου», υπεράνω υποψίας.
Πώς η ΕΛΑΣ αντελήφθη ότι αυτός ήταν ο δράστης;
Η ΕΛ.ΑΣ. αλλά και η ΕΥΠ την τελευταία δεκαετία είχαν δεχθεί περισσότερες από 100 πληροφορίες για την ταυτότητα του «εισβολέα» της Εθνικής Πινακοθήκης ή για την κατάληξη του υπερπολύτιµου έργου Τέχνης, του οποίου η αξία υπολογίζεται σε 20 εκατοµµύρια ευρώ. Οταν, προ διµήνου, δόθηκε η πληροφορία για εµπλοκή του 49χρονου φιλότεχνου, µε τακτικές παρουσίες του σε γκαλερί και αναρτήσεις παρόµοιων µε τα κλεµµένα έργων Τέχνης, κίνησε αµέσως το ενδιαφέρον των αστυνοµικών του Τµήµατος ∆ιαρρηκτών και της έµπειρης προϊσταµένης Βασιλικής Σεργιάννη.
Ποιος είναι εντέλει ο 49χρονος;
Με βάση το «πλούσιο» βιογραφικό του στο ∆ιαδίκτυο, φέρεται να είχε τελειώσει τη Νοµική στην Ελλάδα και να είχε παρουσία σε µεγάλες πολυεθνικές εταιρείες τροφίµων, επίπλων και τροφοδοσίας στη Μ. Βρετανία. Οµως, έµπειροι αστυνοµικοί δήλωναν ότι το ηλεκτρονικό βιογραφικό του ήταν «φουσκωµένο» και ότι η κύρια ενασχόλησή του τους τελευταίους µήνες ήταν ο… ελαιοχρωµατισµός. Καθώς και ότι σε πολλές περιόδους της ζωής του λειτουργούσε «τυχοδιωκτικά».
Eίχε επιχειρήσει να πουλήσει τον πίνακα;
Παρότι ο ίδιος το αρνείται και δεν έχει παρουσιασθεί κανένα αποδεικτικό στοιχείο, οι αστυνοµικοί πιστεύουν ότι είχε προσπαθήσει, αφού σε µια τέτοια περίπτωση θα έλυνε το σηµαντικό οικονοµικό πρόβληµα που αντιµετώπιζε. Με τους αστυνοµικούς να συµπληρώνουν ότι «δεν πρέπει να ξεχνάµε ότι η αρπαγή έγινε στο ζενίθ της οικονοµικής κρίσης».