Γλυκά Νερά: Το «χρυσό κλουβί» της Καρολάιν - Εσώκλειστη υπό συνεχή παρακολούθηση
Μακριά από φίλους και συγγενείς, η μοναδική καθημερινή της συντροφιά ήταν το σκυλάκι της, η Ρόξυ
Νέα ερωτήματα προκύπτουν γύρω από την κοινή, σύντομη ζωή της 20χρονης Καρολάιν Κράουτς με τον 32χρονο πιλότο Μπάμπη Αναγνωστόπουλο, μέσα στην απομονωμένη μεζονέτα των Γλυκών Νερών, όπου τελικά έμελλε να βρει μαρτυρικό θάνατο στις 11 Μαΐου, πριν καν συμπληρώσει το 20ό έτος της ηλικίας της (είχε γεννηθεί σαν χθες, 12 Ιουλίου του 2001).
Κάθε μέρα νέα στοιχεία έρχονται να προστεθούν στο ελλιπέστατο έως σήμερα παζλ της στυγερής δολοφονίας της νεαρής μητέρας, στοιχεία που δείχνουν πως κάθε άλλο παρά ευτυχισμένη ήταν η Καρολάιν στο πλευρό του ιπτάμενου συζύγου της. Ούτε λίγο ούτε πολύ, η κοπέλα που εγκατέλειψε γεμάτη όνειρα το νησί της, μόλις τελείωσε το λύκειο σε ηλικία 17 ετών, κατέληξε σχεδόν «φυλακισμένη» μέσα σε ένα πολυώροφο σπίτι στο αδιέξοδο της Παναγούλη, απομονωμένη από τους πάντες και οικονομικά εξαρτώμενη πλήρως από το σύζυγό της.
Η Καρολάιν έφυγε από την Αλόννησο για την Αθήνα προκειμένου να σπουδάσει Στατιστική στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά και αντί αυτού παντρεύτηκε έναν άντρα 13 χρόνια μεγαλύτερό της, που την απομόνωσε στα Γλυκά Νερά, την ώρα που μέσω ειδικής εφαρμογής στο κινητό της τηλέφωνο μπορούσε να παρακολουθεί το κάθε της βήμα.
Στη «χρυσή φυλακή» της, η Καρολάιν καθημερινά είχε να φροντίσει τη νεογέννητη κόρη της (η Λυδία γεννήθηκε με σοβαρά προβλήματα υγείας στις αρχές Ιουνίου του 2020) κι ένα μεγάλο σπίτι στο οποίο δεν είχε καμία βοήθεια, αφού, όπως υποστήριξε ο συζυγοκτόνος, ήθελε να τα κάνει όλα μόνη της.
Η νεαρή κοπέλα δεν οδηγούσε, ενώ στο διάστημα της παραμονής της στην Αθήνα δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει φιλίες, πέρα από μία κοπέλα, την οποία, μάλιστα, είχε δει (μαζί με τον Αναγνωστόπουλο) σε μια καφετέρια στο Παγκράτι, λίγες ώρες πριν δολοφονηθεί.
Τα νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας αποδομούν πλήρως το προφίλ το οποίο είχε φροντίσει να χτίσει ο καθ’ ομολογίαν δράστης με δημόσιες αναρτήσεις του στα social media, όπου παρουσίαζε τον γάμο του ως «ιδανικό» και τον ίδιο ως το τραγικότερο θύμα της υπόθεσης, ένα στοιχείο το οποίο φρόντιζε να τονίζει παρουσιάζοντας μπροστά στις κάμερες τη μικρή κόρη του Λυδία, την οποία σφιχταγκάλιαζε με ύφος περίλυπο.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ», η Καρολάιν φαίνεται πως ζούσε «φυλακισμένη» σε αυτή την ιδιότυπη φυλακή, στην οποία την κρατούσε πλήρως εξαρτημένη συναισθηματικά, αλλά και οικονομικά ο σύζυγός της. Μακριά από φίλους και συγγενείς, η μοναδική καθημερινή της συντροφιά ήταν το σκυλάκι της, η Ρόξυ, που η ίδια είχε υιοθετήσει από φιλοζωικό σωματείο, έξι μόλις μήνες πριν δολοφονηθεί, τόσο η ίδια όσο και το άτυχο τετράποδο. Μοναδική επαφή της με τον έξω κόσμο, εκτός από τη φίλη της, ήταν και η γειτόνισσα που το μοιραίο ξημέρωμα άκουσε το κλάμα του σκυλιού την ώρα που το έπνιγε ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος. Ωστόσο, σε καμία από τις γυναίκες αυτές δεν είχε ανοίξει την καρδιά της, κάτι που φαίνεται πως έκανε στην «ψυχολόγο» που της βρήκε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος μέσω του ίντερνετ και την οποία επισκεπτόταν κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του συζύγου της.
Όπως είχε πει η Ελένη Μυλωνοπούλου μετά την ομολογία του 32χρονου πιλότου, η Καρολάιν είχε ήδη αποφασίσει να εγκαταλείψει τον πιλότο και με τη βοήθειά της προσπαθούσε να κάνει πραγματικότητα το σχέδιό της. Σύμφωνα πάντα με την «ψυχολόγο», η Καρολάιν δεν αντιμετώπιζε πραγματικό πρόβλημα επιλόχειας κατάθλιψης, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήταν άλλος ο λόγος για τον οποίο, τους τελευταίους έξι μήνες, ένιωθε απέχθεια για το σύζυγό της, με τον οποίο είχε σταματήσει να έχει σεξουαλικές επαφές, ενώ έψαχνε σπίτι για να φύγει μαζί με την κόρη της από τα Γλυκά Νερά.
Όπως φαίνεται, τη διαχείριση των οικονομικών την είχε εξ ολοκλήρου ο προφυλακισμένος συζυγοκτόνος, ο οποίος φαίνεται να άφηνε τη νεαρή γυναίκα του με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη, καθιστώντας έτσι εξαιρετικά αδύνατη ακόμα και μία ενδεχόμενη φυγή της από το σπίτι. Και όλα αυτά, παρά το γεγονός ότι κάθε μήνα ο ίδιος δεχόταν γερή οικονομική βοήθεια από τους γονείς της Καρολάιν, πέρα από την αγορά του οικοπέδου στο Πικέρμι στην οποία προχώρησε έξι ημέρες πριν δολοφονήσει τη γυναίκα του και το οποίο φρόντισε αμέσως να γράψει μόνο στο δικό του όνομα.
Υπενθυμίζεται ότι από τα 55.000 ευρώ που κόστισε το οικόπεδο, τις 50.000 ευρώ είχε καλύψει με μετρητά και επιταγές της η 58χρονη μητέρα της Καρολάιν, Σούζαν Ντελά Κουέστα. Μάλιστα, η Καρολάιν φέρεται να ένιωθε «ριγμένη» και από τη συνεισφορά των γονιών του συζύγου της.
Σημειώνεται ότι ακόμα στο κάδρο των προσώπων που φαίνεται να πλαισίωναν το δολοφόνο παραμένει μια 40χρονη γυναίκα από το ευρύτερο επαγγελματικό του περιβάλλον, με την οποία είχε συχνή επικοινωνία, ωστόσο η 20χρονη Καρολάιν φερόταν πεπεισμένη ότι δεν συνέβαινε κάτι ύποπτο.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time
Κάθε μέρα νέα στοιχεία έρχονται να προστεθούν στο ελλιπέστατο έως σήμερα παζλ της στυγερής δολοφονίας της νεαρής μητέρας, στοιχεία που δείχνουν πως κάθε άλλο παρά ευτυχισμένη ήταν η Καρολάιν στο πλευρό του ιπτάμενου συζύγου της. Ούτε λίγο ούτε πολύ, η κοπέλα που εγκατέλειψε γεμάτη όνειρα το νησί της, μόλις τελείωσε το λύκειο σε ηλικία 17 ετών, κατέληξε σχεδόν «φυλακισμένη» μέσα σε ένα πολυώροφο σπίτι στο αδιέξοδο της Παναγούλη, απομονωμένη από τους πάντες και οικονομικά εξαρτώμενη πλήρως από το σύζυγό της.
Η Καρολάιν έφυγε από την Αλόννησο για την Αθήνα προκειμένου να σπουδάσει Στατιστική στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά και αντί αυτού παντρεύτηκε έναν άντρα 13 χρόνια μεγαλύτερό της, που την απομόνωσε στα Γλυκά Νερά, την ώρα που μέσω ειδικής εφαρμογής στο κινητό της τηλέφωνο μπορούσε να παρακολουθεί το κάθε της βήμα.
Στη «χρυσή φυλακή» της, η Καρολάιν καθημερινά είχε να φροντίσει τη νεογέννητη κόρη της (η Λυδία γεννήθηκε με σοβαρά προβλήματα υγείας στις αρχές Ιουνίου του 2020) κι ένα μεγάλο σπίτι στο οποίο δεν είχε καμία βοήθεια, αφού, όπως υποστήριξε ο συζυγοκτόνος, ήθελε να τα κάνει όλα μόνη της.
Η νεαρή κοπέλα δεν οδηγούσε, ενώ στο διάστημα της παραμονής της στην Αθήνα δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει φιλίες, πέρα από μία κοπέλα, την οποία, μάλιστα, είχε δει (μαζί με τον Αναγνωστόπουλο) σε μια καφετέρια στο Παγκράτι, λίγες ώρες πριν δολοφονηθεί.
Τα νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας αποδομούν πλήρως το προφίλ το οποίο είχε φροντίσει να χτίσει ο καθ’ ομολογίαν δράστης με δημόσιες αναρτήσεις του στα social media, όπου παρουσίαζε τον γάμο του ως «ιδανικό» και τον ίδιο ως το τραγικότερο θύμα της υπόθεσης, ένα στοιχείο το οποίο φρόντιζε να τονίζει παρουσιάζοντας μπροστά στις κάμερες τη μικρή κόρη του Λυδία, την οποία σφιχταγκάλιαζε με ύφος περίλυπο.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ», η Καρολάιν φαίνεται πως ζούσε «φυλακισμένη» σε αυτή την ιδιότυπη φυλακή, στην οποία την κρατούσε πλήρως εξαρτημένη συναισθηματικά, αλλά και οικονομικά ο σύζυγός της. Μακριά από φίλους και συγγενείς, η μοναδική καθημερινή της συντροφιά ήταν το σκυλάκι της, η Ρόξυ, που η ίδια είχε υιοθετήσει από φιλοζωικό σωματείο, έξι μόλις μήνες πριν δολοφονηθεί, τόσο η ίδια όσο και το άτυχο τετράποδο. Μοναδική επαφή της με τον έξω κόσμο, εκτός από τη φίλη της, ήταν και η γειτόνισσα που το μοιραίο ξημέρωμα άκουσε το κλάμα του σκυλιού την ώρα που το έπνιγε ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος. Ωστόσο, σε καμία από τις γυναίκες αυτές δεν είχε ανοίξει την καρδιά της, κάτι που φαίνεται πως έκανε στην «ψυχολόγο» που της βρήκε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος μέσω του ίντερνετ και την οποία επισκεπτόταν κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του συζύγου της.
Όπως είχε πει η Ελένη Μυλωνοπούλου μετά την ομολογία του 32χρονου πιλότου, η Καρολάιν είχε ήδη αποφασίσει να εγκαταλείψει τον πιλότο και με τη βοήθειά της προσπαθούσε να κάνει πραγματικότητα το σχέδιό της. Σύμφωνα πάντα με την «ψυχολόγο», η Καρολάιν δεν αντιμετώπιζε πραγματικό πρόβλημα επιλόχειας κατάθλιψης, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήταν άλλος ο λόγος για τον οποίο, τους τελευταίους έξι μήνες, ένιωθε απέχθεια για το σύζυγό της, με τον οποίο είχε σταματήσει να έχει σεξουαλικές επαφές, ενώ έψαχνε σπίτι για να φύγει μαζί με την κόρη της από τα Γλυκά Νερά.
Την άφηνε χωρίς δεκάρα ενώ τα «τσέπωνε» από τους γονείς της
Προς τα τέλη της εβδομάδας, οπότε θα συνεχιστεί η ανακριτική έρευνα, ενώπιον των δικαστικών λειτουργών θα κληθεί να καταθέσει τόσο η Ελένη Μυλωνοπούλου όσο και ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, καθώς το αποτέλεσμα της εξέτασης της κάμερας ασφαλείας έχει ήδη δώσει απάντηση στο πότε ακριβώς αφαιρέθηκε η κάρτα μνήμης, κάτι που έως σήμερα κρατείται επτασφράγιστο μυστικό. Την ίδια ώρα, τόσο οι δικαστικές όσο και οι αστυνομικές Αρχές περιμένουν τα αποτελέσματα από την άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών του καθ’ ομολογίαν δολοφόνου, προκειμένου να διαπιστώσουν τις επαφές του, αλλά και τις κλήσεις του προς συγκεκριμένα πρόσωπα το τελευταίο εξάμηνο πριν από τη δολοφονία της 20χρονης, αλλά και από την άρση του τραπεζικού απορρήτου των λογαριασμών του ζευγαριού και τη διασταύρωση των στοιχείων που είχε δώσει ο Αναγνωστόπουλος για το δάνειο των 160.000 ευρώ που είχε λάβει από τράπεζα.Όπως φαίνεται, τη διαχείριση των οικονομικών την είχε εξ ολοκλήρου ο προφυλακισμένος συζυγοκτόνος, ο οποίος φαίνεται να άφηνε τη νεαρή γυναίκα του με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη, καθιστώντας έτσι εξαιρετικά αδύνατη ακόμα και μία ενδεχόμενη φυγή της από το σπίτι. Και όλα αυτά, παρά το γεγονός ότι κάθε μήνα ο ίδιος δεχόταν γερή οικονομική βοήθεια από τους γονείς της Καρολάιν, πέρα από την αγορά του οικοπέδου στο Πικέρμι στην οποία προχώρησε έξι ημέρες πριν δολοφονήσει τη γυναίκα του και το οποίο φρόντισε αμέσως να γράψει μόνο στο δικό του όνομα.
Υπενθυμίζεται ότι από τα 55.000 ευρώ που κόστισε το οικόπεδο, τις 50.000 ευρώ είχε καλύψει με μετρητά και επιταγές της η 58χρονη μητέρα της Καρολάιν, Σούζαν Ντελά Κουέστα. Μάλιστα, η Καρολάιν φέρεται να ένιωθε «ριγμένη» και από τη συνεισφορά των γονιών του συζύγου της.
Σημειώνεται ότι ακόμα στο κάδρο των προσώπων που φαίνεται να πλαισίωναν το δολοφόνο παραμένει μια 40χρονη γυναίκα από το ευρύτερο επαγγελματικό του περιβάλλον, με την οποία είχε συχνή επικοινωνία, ωστόσο η 20χρονη Καρολάιν φερόταν πεπεισμένη ότι δεν συνέβαινε κάτι ύποπτο.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time