Γώγος: Με την τρίτη δόση ολοκληρώνεται πρακτικά ο εμβολιασμός για τις ευάλωτες ομάδες
Δεν είμαστε σίγουροι ακόμα αν θα πάμε σε όλο τον πληθυσμό, δήλωσε ο καθηγητής
Η τρίτη δόση του εμβολίου στις ευάλωτες ομάδες αποτελεί πρακτικά τον πλήρη εμβολιασμό τους, εξήγησε ο καθηγητής Παθολογίας – Λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών και μέλος της Επιτροπής Επιστημόνων του υπουργείου Υγείας για τον κοροναϊό, Χαράλαμπος Γώγος.
«Πρέπει να ξεκινήσουμε με τους ανοσοκατεσταλμένους, που αφενός είναι πιο ευάλωτοι αφετέρου έχουν μικρότερη ανοσολογική απάντηση με τις δύο δόσεις του εμβολίου. Φαίνεται ότι η τρίτη δόση αποτελεί πρακτικά τον πλήρη εμβολιασμό για αυτές τις ομάδες», ανέφερε ο καθηγητής, μιλώντας στο «Πρώτο Πρόγραμμα 91,6».
Όπως τόνισε ο καθηγητής, με τα δεδομένα που αθροίζονται από τη διεθνή βιβλιογραφία και την εμπειρία, φαίνεται ότι όσο περνά ο καιρός από τον αρχικό εμβολιασμό με τις δύο δόσεις, θα χρειαστεί η τρίτη δόση. «Γι’ αυτόν τον λόγο θα ξεκινήσουμε από τους υγειονομικούς και από τους ηλικιωμένους, που κι εκείνοι είχαν εμβολιαστεί νωρίς, και σταδιακά θα πάμε και στον υπόλοιπο πληθυσμό», τόνισε ο καθηγητής.
«Δεν είμαστε σίγουροι ακόμα αν θα πάμε σε όλο τον πληθυσμό, ωστόσο σε περίπου 2 μήνες θα έχουμε πλήρη εικόνα. Πάντως, η λογική είναι αυτή», σημείωσε ο κ. Γώγος.
Ο καθηγητής σημείωσε πως είναι σημαντικά ψηλά η πιθανότητα κάθε χρόνο να γίνεται νέο εμβόλιο, όπως συμβαίνει με την γρίπη, το οποίο θα είναι επικαιροποιημένο με το νέο στέλεχος που μπορεί να υπάρχει, αλλά και αυτό πάλι δεν είναι σίγουρο.
«Με μια σχεδόν κανονικότητα στην καθημερινότητά μας πηγαίναμε καλά, πριν αρχίσουν τα σχολεία. Υπάρχει λοιπόν τώρα το στοίχημα με το άνοιγμα των σχολείων που είναι αναγκαίο αλλά έχει ένα ρίσκο, γιατί τα παιδιά είναι ανεμβολίαστα. Τώρα όμως είναι εμβολιασμένοι οι ενήλικες, οπότε την μεταφορά της νόσου στο οικογενειακό περιβάλλον, που ήταν το βασικό πρόβλημα που είχαμε πέρσι, θα μπορέσουμε να το αποφύγουμε», δήλωσε.
Θα ήταν χρήσιμο πάντως πρόσθεσε, αν οι τάξεις αραιώνονταν, κάτι που θα έπρεπε να ήταν στους στόχους της σχολικής κοινότητας. Τα άλλα εργαλεία, είναι η μάσκα, πλύσιμο χεριών, αποστάσεις και το συχνό τέστινγκ.
«Είναι ένα ρίσκο το 50%, αλλά στηρίζεται στο γεγονός ότι θα ελέγχονται συνέχεια τα παιδιά σε μεγάλη κλίμακα. Καταλαβαίνω τις ανησυχίες των γονιών, και ότι μερικά παιδιά δεν θα πάνε σχολείο γιατί οι γονείς θα φοβηθούν. Από την άλλη έχουμε κάποια πλεονεκτήματα, εμβολιασμένους γονείς στο σπίτι, πολλά τεστ στην τάξη, εμβολιασμένα λίγα παιδιά όπου είναι δυνατόν, οπότε όλο αυτό δημιουργεί ένα πλαίσιο ασφάλειας καλύτερο σε σχέση με πέρσι. Αλλά είναι σε δοκιμή, τίποτα δεν είναι σίγουρο, τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν ανά πάσα στιγμή εάν δυσκολέψουν», τόνισε καταλήγοντας ο κ. Γώγος.
«Πρέπει να ξεκινήσουμε με τους ανοσοκατεσταλμένους, που αφενός είναι πιο ευάλωτοι αφετέρου έχουν μικρότερη ανοσολογική απάντηση με τις δύο δόσεις του εμβολίου. Φαίνεται ότι η τρίτη δόση αποτελεί πρακτικά τον πλήρη εμβολιασμό για αυτές τις ομάδες», ανέφερε ο καθηγητής, μιλώντας στο «Πρώτο Πρόγραμμα 91,6».
Όπως τόνισε ο καθηγητής, με τα δεδομένα που αθροίζονται από τη διεθνή βιβλιογραφία και την εμπειρία, φαίνεται ότι όσο περνά ο καιρός από τον αρχικό εμβολιασμό με τις δύο δόσεις, θα χρειαστεί η τρίτη δόση. «Γι’ αυτόν τον λόγο θα ξεκινήσουμε από τους υγειονομικούς και από τους ηλικιωμένους, που κι εκείνοι είχαν εμβολιαστεί νωρίς, και σταδιακά θα πάμε και στον υπόλοιπο πληθυσμό», τόνισε ο καθηγητής.
«Δεν είμαστε σίγουροι ακόμα αν θα πάμε σε όλο τον πληθυσμό, ωστόσο σε περίπου 2 μήνες θα έχουμε πλήρη εικόνα. Πάντως, η λογική είναι αυτή», σημείωσε ο κ. Γώγος.
Τι ισχύει για τα αντισώματα
Όπως συνέχισε ο καθηγητής, η ανοσολογική απάντηση ελέγχεται ακόμα και οδηγίες για την μέτρηση αντισωμάτων αυτή την στιγμή δεν υπάρχουν, «παρότι η μισή Ελλάδα έχει μετρήσει αντισώματα. Δεν συνιστάται η μέτρησή τους πάντως, γιατί υπάρχει ακόμα κενό στο θέμα των αντισωμάτων».Ο καθηγητής σημείωσε πως είναι σημαντικά ψηλά η πιθανότητα κάθε χρόνο να γίνεται νέο εμβόλιο, όπως συμβαίνει με την γρίπη, το οποίο θα είναι επικαιροποιημένο με το νέο στέλεχος που μπορεί να υπάρχει, αλλά και αυτό πάλι δεν είναι σίγουρο.
Για το εμβόλιο της γρίπης
Μπαίνοντας στο φθινόπωρο και σε σχέση με την εποχική γρίπη, ο εμβολιασμός και για αυτήν είναι απαραίτητος υπογράμμισε ο κ. Γώγος, οπότε μετά τα μέσα Οκτωβρίου θα πρέπει να μπούμε και στη διαδικασία εμβολιασμού για τη γρίπη, με την ιεράρχηση που υπάρχει πάντα. «Πέρυσι δεν είχαμε καθόλου γρίπη και λόγω της πολύ αυξημένης εμβολιαστικής κάλυψης κατά της γρίπης και των μέτρων προστασίας που είχαμε πάρει», δήλωσε.Σταθεροποίηση της πανδημίας
Ερωτηθείς ο καθηγητής για το πού οδηγείται η πανδημία, απάντησε πως παρά τη μεγάλη διασπορά το καλοκαίρι και τα χαλαρότητα απέναντι στα μέτρα τότε, αυτή την ώρα υπάρχει σταθεροποίηση. Αυτό οφείλεται στον εμβολιασμό πάνω από 60% στους άνω των 40. Αυξάνοντας και άλλο την εμβολιαστική κάλυψη θα αραιώσει ο ιός και θα περάσει στην ενδημική φάση.«Με μια σχεδόν κανονικότητα στην καθημερινότητά μας πηγαίναμε καλά, πριν αρχίσουν τα σχολεία. Υπάρχει λοιπόν τώρα το στοίχημα με το άνοιγμα των σχολείων που είναι αναγκαίο αλλά έχει ένα ρίσκο, γιατί τα παιδιά είναι ανεμβολίαστα. Τώρα όμως είναι εμβολιασμένοι οι ενήλικες, οπότε την μεταφορά της νόσου στο οικογενειακό περιβάλλον, που ήταν το βασικό πρόβλημα που είχαμε πέρσι, θα μπορέσουμε να το αποφύγουμε», δήλωσε.
Για τον εμβολιασμό των παιδιών
«Οπότε σιγά - σιγά πρέπει να προχωράμε σε μεγαλύτερα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης και στα παιδιά. Ήδη πάμε καλά, έχουμε ένα 10%-20% ποσοστό εμβολιασμού στα παιδιά, περισσότερο στις μεγαλύτερες ηλικίες και στους φοιτητές που φτάνει πάνω και από το 70% η κάλυψη», ανέφερε ο κ. Γώγος.Θα ήταν χρήσιμο πάντως πρόσθεσε, αν οι τάξεις αραιώνονταν, κάτι που θα έπρεπε να ήταν στους στόχους της σχολικής κοινότητας. Τα άλλα εργαλεία, είναι η μάσκα, πλύσιμο χεριών, αποστάσεις και το συχνό τέστινγκ.
«Είναι ένα ρίσκο το 50%, αλλά στηρίζεται στο γεγονός ότι θα ελέγχονται συνέχεια τα παιδιά σε μεγάλη κλίμακα. Καταλαβαίνω τις ανησυχίες των γονιών, και ότι μερικά παιδιά δεν θα πάνε σχολείο γιατί οι γονείς θα φοβηθούν. Από την άλλη έχουμε κάποια πλεονεκτήματα, εμβολιασμένους γονείς στο σπίτι, πολλά τεστ στην τάξη, εμβολιασμένα λίγα παιδιά όπου είναι δυνατόν, οπότε όλο αυτό δημιουργεί ένα πλαίσιο ασφάλειας καλύτερο σε σχέση με πέρσι. Αλλά είναι σε δοκιμή, τίποτα δεν είναι σίγουρο, τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν ανά πάσα στιγμή εάν δυσκολέψουν», τόνισε καταλήγοντας ο κ. Γώγος.