Η Ιωάννα Παλιοσπύρου εξέφρασε την ικανοποίησή της για την ετυμηγορία της Δικαιοσύνης και την καταδίκη της Εφης Κακαράντζουλα.

 Μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1 για την επίθεση με το βιτριόλι, τόνισε πως ήταν η μέγιστη δυνατή ποινή που μπορούσε να επιβληθεί, «οπότε με αυτά τα δεδομένα είμαι ικανοποιημένη», υπογραμμίζοντας παράλληλα πως υπάρχουν κι άλλα περιθώρια βελτίωσης της νομοθεσίας.

 Ωστόσο, θέλησε να προτάξει ότι «ο φόβος δεν έχει φύγει ακόμα», επειδή η δράστιδα δεν εξέφρασε ειλικρινή μεταμέλεια. «Είναι ακόμη επικίνδυνη!», τόνισε η Ιωάννα, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να είχε κάποια βοήθεια στην επίθεση, αποκαλύπτοντας παράλληλα, ότι συζητά με τους δικηγόρους της για το ενδεχόμενο προσφυγής στη Δικαιοσύνη για τη διεκδίκηση αποζημίωσης.

Σε ό,τι αφορά στις θεραπείες αποκατάστασης, είπε πως η διαδικασία πήγε πίσω λόγω της δίκης. Από τη μια για ψυχολογικούς λόγους κι από την άλλη γιατί δεν μπορούσε να συνεχίσει το πρόγραμμα των χειρουργείων και όπως είπε, μέχρι το τέλος του έτους, θα υποβληθεί σε νέες χειρουργικές επεμβάσεις.

 «Ο κόσμος με έχει αγκαλιάσει, με στηρίζει»

«Γνωρίζω ότι είναι μία επίπονη διαδικασία κι επικίνδυνη για την υγεία μου. Είναι το μονοπάτι που πρέπει να περάσω, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να προχωρήσω μπροστά», δήλωσε, σημειώνοντας πως θέλει να αρχίσει να έχει μια πιο φυσιολογική ζωή, να είναι δραστήρια κι εργασιακά. 

Παράλληλα, τόνισε πως ο κόσμος είναι σύμμαχός της σε όλη αυτήν την περιπέτεια. «Με έχει αγκαλιάσει και με έχει στηρίξει. Πρέπει να εξαντλήσω τις δυνάμεις μου, για να μην πάει όλη αυτή η προσπάθεια χαμένη», συμπλήρωσε η Ιωάννα Παλιοσπύρου.


 

Τα πρώτα λόγια της Εφης Κακαράντζουλα όταν αστυνομικοί πήγαν στο σπίτι της

«Τι θέλει η ασφάλεια από εμένα;», είναι τα πρώτα λόγια που είπε η Εφη Κακαράντζουλα, σύμφωνα με τον Γιάννη Σγουρό, αναφερόμενος στη στιγμή που αστυνομικοί έφτασαν στο σπίτι της δράστιδος.

 Σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Alpha στην εκπομπή «Πρωταγωνιστές», ο Γιάννης Σγουρός σημείωσε ότι οι πρώτες σκέψεις του μόλις έφτασε στον τόπο όπου έγινε η επίθεση, ήταν να «ασφαλίσει τον χώρο και να μιλήσει με αυτόπτες μάρτυρες», εξηγώντας βήμα-βήμα πώς οδηγήθηκαν στην εξιχνίαση της υπόθεσης, αξιοποιώντας το υλικό από τις κάμερες ασφαλείας και τα λάθη που έκανε η δράστις.

 «Εννοούσε ότι δεν είχε καμία σχέση, καμία τριβή, με την Αστυνομία και την Ασφάλεια. Ημαστε πλέον σίγουροι ότι ήταν η δράστις της επίθεσης», είπε, επισημαίνοντας ότι τα πειστήρια που βρήκαν στο σπίτι της, ήταν σημαντικά καθώς εντοπίστηκαν η περούκα, η καπαρντίνα και η τηλεκάρτα με την οποία έκανε την κλήση στο ταξί. «Σχεδίασε μία επίθεση, την πραγματοποίησε, θεώρησε ότι πέτυχε και τα κράτησε. Ηταν τα τρόπαιά της, ήθελε να τα βλέπει», τόνισε.