Επίθεση με βιτριόλι: Τα πρώτα λόγια της Έφης στις Αρχές - «Τα πειστήρια ήταν τα τρόπαια»
Ο επικεφαλής αστυνομικός της ομάδας που έπιασε την Έφη Κακαράντζουλα εξήγησε πως την εντόπισαν
Συγκλονισμένο το πανελλήνιο παρακολουθεί την υπόθεση της επίθεσης με βιτριόλι από την Έφη Κακαράντζουλα κατά της Ιωάννας Παλιοσπύρου.
Ο Γιάννης Σγούρος, o επικεφαλής των αστυνομικών που συνέλαβαν την 36χρονη Έφη, μίλησε στην εκπομπή εκπομπή «Πρωταγωνιστές» του Alpha, με τον Σταύρο Θεοδωράκη και αποκάλυψε πώς έφτασε η Ασφάλεια στα ίχνη της δράστριας.
Ειδικότερα, ο αστυνόμος μίλησε στην πρεμιέρα της εκπομπής «Πρωταγωνιστές» και παρουσίασε το υλικό που συνέλεξε από κάμερες στον δρόμο, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στα ίχνη της Έφης Κακαράντζουλα.
Απαντώντας στο ερώτημα γιατί κάποιους κρατάει τα ενοχοποιητικά στοιχεία από μια αποτρόπαια πράξη, είπε ότι η Κακαράντζουλα δεν πίστευε ποτέ ότι θα την βρει η αστυνομία και έτσι κράτησε την περούκα, την καμπαρντίνα, αλλά και την τηλεκάρτα που χρησιμοποίησε. «Ήταν τα τρόπαιά της», σημείωσε χαρακτηριστικά ο αστυνόμος.
Όπως ανέφερε, όλα ξεκίνησαν, όταν δέχθηκε κλήση, που τον πληροφόρησε πως: «Στην οδό Θησέως έχει γίνει μια επίθεση σε βάρος μιας γυναίκας με καυστικό υγρό», προσθέτοντας ότι στα 15 χρόνια υπηρεσίας του, αυτό ήταν κάτι που άκουσε «πρώτη φορά».
Δεν υπήρχε σαφής εικόνα και στράφηκαν στις κάμερες που βρίσκονταν κοντά στο σημείο, για να βρουν οτιδήποτε αξιοποιήσιμο, όπως εξήγησε.
Έπειτα, οι Αρχές αναζητούσαν στο περιβάλλον του θύματος ποιος θα μπορούσε να έχει «κίνητρο». Την ίδια στιγμή, είχαν περισυλλέξει το καυστικό υγρό από το σημείο και μαρτυρίες όσων βρίσκονταν εκεί. Έπειτα από πέντε-έξι μέρες, είχαν σχεδόν πλήρως το δρομολόγιο διαφυγής και το όχημα, ενώ ξεκίνησε και η σκιαγράφηση της γυναίκας που επιτέθηκε στην Ιωάννα Παλιοσπύρου.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η πανδημία δυσκόλευε την κατάσταση, καθώς όπως είπε: «Όλοι φορούσαμε μάσκες και γάντια και δεν μπορούσαμε να πάρουμε καθαρά χαρακτηριστικά». Ωστόσο, όπως ανέφερε, στοχοποίησαν αμέσως την δράστιδα, καθώς: «Φορούσε καμπαρντίνα με 30 βαθμούς».
«Βρίσκοντας τον αριθμό κυκλοφορίας από το ταξί και από τις άρσεις απορρήτου εντοπίσαμε την κλήση που πραγματοποιήθηκε για να μισθωθεί το ταξί. Εντοπίσαμε την δράστιδα όταν πήγαινε στο καρτοτηλέφωνο [...] Το πλάνο από το καρτοτηλέφωνο σε σύγκριση με το πλάνο από τη στιγμή της επίθεσης, έδειξε ξεκάθαρα ότι πρόκειται για το ίδιο άτομο» παρατήρησε ο κ. Σγούρος.
Όταν οι αστυνομικές δυνάμεις έφτασαν στο σπίτι της δράστιδας, το πρώτο πράγμα που τους είπε εκείνη, ήταν: «Τι θέλει η Ασφάλεια από εμένα;».
«Εννοούσε ότι δεν είχε καμία σχέση, καμία τριβή με την Αστυνομία και την Ασφάλεια. Στο σπίτι της βρήκαμε την περούκα και το καρτοτηλέφωνο. Σχεδίασε την επίθεση, την διέπραξε, θεώρησε ότι πέτυχε, αλλά δεν πέταξε τα πειστήρια. Ήταν τα τρόπαιά της» κατέληξε χαρακτηριστικά.
Ο Γιάννης Σγούρος, o επικεφαλής των αστυνομικών που συνέλαβαν την 36χρονη Έφη, μίλησε στην εκπομπή εκπομπή «Πρωταγωνιστές» του Alpha, με τον Σταύρο Θεοδωράκη και αποκάλυψε πώς έφτασε η Ασφάλεια στα ίχνη της δράστριας.
Ειδικότερα, ο αστυνόμος μίλησε στην πρεμιέρα της εκπομπής «Πρωταγωνιστές» και παρουσίασε το υλικό που συνέλεξε από κάμερες στον δρόμο, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στα ίχνη της Έφης Κακαράντζουλα.
Απαντώντας στο ερώτημα γιατί κάποιους κρατάει τα ενοχοποιητικά στοιχεία από μια αποτρόπαια πράξη, είπε ότι η Κακαράντζουλα δεν πίστευε ποτέ ότι θα την βρει η αστυνομία και έτσι κράτησε την περούκα, την καμπαρντίνα, αλλά και την τηλεκάρτα που χρησιμοποίησε. «Ήταν τα τρόπαιά της», σημείωσε χαρακτηριστικά ο αστυνόμος.
Όπως ανέφερε, όλα ξεκίνησαν, όταν δέχθηκε κλήση, που τον πληροφόρησε πως: «Στην οδό Θησέως έχει γίνει μια επίθεση σε βάρος μιας γυναίκας με καυστικό υγρό», προσθέτοντας ότι στα 15 χρόνια υπηρεσίας του, αυτό ήταν κάτι που άκουσε «πρώτη φορά».
Δεν υπήρχε σαφής εικόνα και στράφηκαν στις κάμερες που βρίσκονταν κοντά στο σημείο, για να βρουν οτιδήποτε αξιοποιήσιμο, όπως εξήγησε.
Έπειτα, οι Αρχές αναζητούσαν στο περιβάλλον του θύματος ποιος θα μπορούσε να έχει «κίνητρο». Την ίδια στιγμή, είχαν περισυλλέξει το καυστικό υγρό από το σημείο και μαρτυρίες όσων βρίσκονταν εκεί. Έπειτα από πέντε-έξι μέρες, είχαν σχεδόν πλήρως το δρομολόγιο διαφυγής και το όχημα, ενώ ξεκίνησε και η σκιαγράφηση της γυναίκας που επιτέθηκε στην Ιωάννα Παλιοσπύρου.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η πανδημία δυσκόλευε την κατάσταση, καθώς όπως είπε: «Όλοι φορούσαμε μάσκες και γάντια και δεν μπορούσαμε να πάρουμε καθαρά χαρακτηριστικά». Ωστόσο, όπως ανέφερε, στοχοποίησαν αμέσως την δράστιδα, καθώς: «Φορούσε καμπαρντίνα με 30 βαθμούς».
«Βρίσκοντας τον αριθμό κυκλοφορίας από το ταξί και από τις άρσεις απορρήτου εντοπίσαμε την κλήση που πραγματοποιήθηκε για να μισθωθεί το ταξί. Εντοπίσαμε την δράστιδα όταν πήγαινε στο καρτοτηλέφωνο [...] Το πλάνο από το καρτοτηλέφωνο σε σύγκριση με το πλάνο από τη στιγμή της επίθεσης, έδειξε ξεκάθαρα ότι πρόκειται για το ίδιο άτομο» παρατήρησε ο κ. Σγούρος.
Όταν οι αστυνομικές δυνάμεις έφτασαν στο σπίτι της δράστιδας, το πρώτο πράγμα που τους είπε εκείνη, ήταν: «Τι θέλει η Ασφάλεια από εμένα;».
«Εννοούσε ότι δεν είχε καμία σχέση, καμία τριβή με την Αστυνομία και την Ασφάλεια. Στο σπίτι της βρήκαμε την περούκα και το καρτοτηλέφωνο. Σχεδίασε την επίθεση, την διέπραξε, θεώρησε ότι πέτυχε, αλλά δεν πέταξε τα πειστήρια. Ήταν τα τρόπαιά της» κατέληξε χαρακτηριστικά.