Folli Follie: Σε δίκη για σειρά κακουργημάτων τα μέλη της οικογένειας Κουτσολιούτσου - Απορρίφθηκαν οι προσφυγές
Επικυρώθηκε το πρωτόδικο βούλευμα
Επικυρώθηκε από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας το πρωτόδικο βούλευμα για την υπόθεση της Folli-Follie. Οι δικαστές του Συμβουλίου Εφετών της Αθήνας ακολουθώντας την πρόταση της εισαγγελέως εφετών Αθηνάς Θεοδωροπούλου απέρριψαν τις εφέσεις που είχαν καταθέσει τέσσερις κατηγορούμενοι και επί της ουσίας επικύρωσαν το πρωτόδικο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών της Αθήνας.
Συνεπώς αρχίζει να μετρά αντίστροφα ο χρόνος για την εκδίκαση της υπόθεσης με 13 κατηγορούμενους να κάθονται στο εδώλιο. Η οικογένεια Κουτσολιούτσου μαζί με τα υπόλοιπα κατηγορούμενα διευθυντικά στελέχη του ομίλου κατά περίπτωση θα λογοδοτήσουν για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία από κοινού από κοινού και κατ’ εξακολούθηση με συνολικό όφελος και αντίστοιχη ζημία άνω των 120.000 ευρώ, απάτη κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση τελεσθείσα κατά φυσικών και νομικών προσώπων, ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ, με προξενειθείσα ζημία άνω των 120.000 ευρώ, χειραγώγηση της αγοράς από κοινού, κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες κατά συναυτουργία και κατ΄ εξακολούθηση, ενώ ο προφυλακισμένος ιδρυτής της εταιρείας βαρύνεται επιπλέον με το κακούργημα της κατάχρησης προνομιακής πληροφορίας κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα. Η εκτιμώμενη ζημία που φέρεται να προκλήθηκε από τις πράξεις των κατηγορουμένων ανέρχεται στα 413.078.346,17 ευρώ, το ακριβές όμως ύψος της δεν μπορεί ακόμη να υπολογιστεί.
Σύμφωνα με το βούλευμα, από το έτος 2006 και έκτοτε ο Δημήτριος Κουτσολιούτσος και ο γιος του, Τζώρτζης, που φέρονται ως ηθικοί αυτουργοί, συγκρότησαν εγκληματική οργάνωση, στην οποία είχαν ενταχθεί τουλάχιστον 11 άτομα, το καθένα από αυτά, με ξεχωριστό και διακριτό ρόλο. Όπως αναφέρεται στο βούλευμα, κατήρτιζαν πλαστά έγραφα τραπεζών ( statement), παρουσιάζοντας ψευδώς τεράστια χρηματικά ποσά για να δείχνουν μία εύρωστη οικονομική εικόνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ένα τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο η εταιρεία είχε υπόλοιπο μόλις 60 ευρώ, αυτοί εμφάνιζαν 70.000.000. Εν συνεχεία τα παραπάνω πλαστά έγγραφα, οι κατηγορούμενοι, τα έστελναν ( με τη βοήθεια των συνεργών τους), στους συγκατηγορούμενούς τους στη Κίνα και τα χρησιμοποιούσαν είτε για δανεισμό είτε για να παρουσιάζουν, ψευδώς, σε ξένους επενδυτές ότι δήθεν η εταιρεία είχε τεράστια αποθέματα χρημάτων.
Παράλληλα, με πλαστά έγγραφα, παρουσίαζαν τεράστιο κύκλο εργασιών στη Κίνα, με δήθεν συναλλαγές είτε με ανύπαρκτες εταιρείες είτε με εταιρείες που δεν είχαν καμία εμπορική δραστηριότητα ωστόσο παρουσιάζονταν ως θυγατρικές. Ακολούθως, τις παραποιημένες οικονομικές καταστάσεις των «ψευδοεταιρειών», στη Κίνα, ο Δ. Κουτσολιούτσος μαζί με το γιο του, τις έστελναν στην Ελλάδα και ζητούσαν να ενοποιηθούν με τους ισολογισμούς των εταιρειών του άλλου υπό ομίλου που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα την Ευρώπη και τη Β. Αμερική. Με αυτό τον τρόπο κατάφεραν να εξαπατήσουν το επενδυτικό κοινό και τα χρηματιστήρια, όπως επίσης και τα στελέχη των τραπεζών αποσπώντας με τη μορφή δανεισμού, τεράστια χρηματικά ποσά.
Πετύχαιναν δε να χειραγωγήσουν την αγορά, και πλήθος φυσικών και νομικών προσώπων, οι οποίοι αγόραζαν στη πραγματικότητα μια μετοχή σε ποσό πολύ μεγαλύτερο από αυτό της πραγματικής της αξίας. Η κομπίνα αποκαλύφθηκε το 2018, μετά από εξονυχιστικούς ελέγχους της Επιτροπής Ανταγωνισμού και της Ανώνυμης Ελεγκτικής Εταιρείας με την επωνυμία PwC.
Συνεπώς αρχίζει να μετρά αντίστροφα ο χρόνος για την εκδίκαση της υπόθεσης με 13 κατηγορούμενους να κάθονται στο εδώλιο. Η οικογένεια Κουτσολιούτσου μαζί με τα υπόλοιπα κατηγορούμενα διευθυντικά στελέχη του ομίλου κατά περίπτωση θα λογοδοτήσουν για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία από κοινού από κοινού και κατ’ εξακολούθηση με συνολικό όφελος και αντίστοιχη ζημία άνω των 120.000 ευρώ, απάτη κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση τελεσθείσα κατά φυσικών και νομικών προσώπων, ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ, με προξενειθείσα ζημία άνω των 120.000 ευρώ, χειραγώγηση της αγοράς από κοινού, κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες κατά συναυτουργία και κατ΄ εξακολούθηση, ενώ ο προφυλακισμένος ιδρυτής της εταιρείας βαρύνεται επιπλέον με το κακούργημα της κατάχρησης προνομιακής πληροφορίας κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα. Η εκτιμώμενη ζημία που φέρεται να προκλήθηκε από τις πράξεις των κατηγορουμένων ανέρχεται στα 413.078.346,17 ευρώ, το ακριβές όμως ύψος της δεν μπορεί ακόμη να υπολογιστεί.
Σύμφωνα με το βούλευμα, από το έτος 2006 και έκτοτε ο Δημήτριος Κουτσολιούτσος και ο γιος του, Τζώρτζης, που φέρονται ως ηθικοί αυτουργοί, συγκρότησαν εγκληματική οργάνωση, στην οποία είχαν ενταχθεί τουλάχιστον 11 άτομα, το καθένα από αυτά, με ξεχωριστό και διακριτό ρόλο. Όπως αναφέρεται στο βούλευμα, κατήρτιζαν πλαστά έγραφα τραπεζών ( statement), παρουσιάζοντας ψευδώς τεράστια χρηματικά ποσά για να δείχνουν μία εύρωστη οικονομική εικόνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ένα τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο η εταιρεία είχε υπόλοιπο μόλις 60 ευρώ, αυτοί εμφάνιζαν 70.000.000. Εν συνεχεία τα παραπάνω πλαστά έγγραφα, οι κατηγορούμενοι, τα έστελναν ( με τη βοήθεια των συνεργών τους), στους συγκατηγορούμενούς τους στη Κίνα και τα χρησιμοποιούσαν είτε για δανεισμό είτε για να παρουσιάζουν, ψευδώς, σε ξένους επενδυτές ότι δήθεν η εταιρεία είχε τεράστια αποθέματα χρημάτων.
Παράλληλα, με πλαστά έγγραφα, παρουσίαζαν τεράστιο κύκλο εργασιών στη Κίνα, με δήθεν συναλλαγές είτε με ανύπαρκτες εταιρείες είτε με εταιρείες που δεν είχαν καμία εμπορική δραστηριότητα ωστόσο παρουσιάζονταν ως θυγατρικές. Ακολούθως, τις παραποιημένες οικονομικές καταστάσεις των «ψευδοεταιρειών», στη Κίνα, ο Δ. Κουτσολιούτσος μαζί με το γιο του, τις έστελναν στην Ελλάδα και ζητούσαν να ενοποιηθούν με τους ισολογισμούς των εταιρειών του άλλου υπό ομίλου που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα την Ευρώπη και τη Β. Αμερική. Με αυτό τον τρόπο κατάφεραν να εξαπατήσουν το επενδυτικό κοινό και τα χρηματιστήρια, όπως επίσης και τα στελέχη των τραπεζών αποσπώντας με τη μορφή δανεισμού, τεράστια χρηματικά ποσά.
Πετύχαιναν δε να χειραγωγήσουν την αγορά, και πλήθος φυσικών και νομικών προσώπων, οι οποίοι αγόραζαν στη πραγματικότητα μια μετοχή σε ποσό πολύ μεγαλύτερο από αυτό της πραγματικής της αξίας. Η κομπίνα αποκαλύφθηκε το 2018, μετά από εξονυχιστικούς ελέγχους της Επιτροπής Ανταγωνισμού και της Ανώνυμης Ελεγκτικής Εταιρείας με την επωνυμία PwC.