Αύξηση 50% στον πληθυσμό των αγριογούρουνων – Καταστρέφουν σοδειές - Σε απόγνωση οι αγρότες
Ποιες λύσεις προτείνει καθηγητής του ΑΠΘ
Εκρηκτική χαρακτηρίζει την αύξηση του πληθυσμού των αγριογούρουνων στην Ελλάδα, την τελευταία διετία, ο καθηγητής της Σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Χρήστος Βλάχος, υπογραμμίζοντας ότι σήμερα είναι πιο επιτακτική από ποτέ η εκπόνηση μελέτης ολοκληρωμένης διαχείρισης της άγριας πανίδας στη χώρα μας.
Με τη μελέτη αυτή, όπως ανέφερε ο κ. Βλάχος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «θα ανοίξει ο δρόμος για την εφαρμογή προγραμμάτων μείωσης και συγκράτησης του πληθυσμού των αγριογούρουνων συνολικά».
Σημείωσε δε, ότι η υλοποίησή της απαιτεί τη συνεργασία των δασικών υπηρεσιών, της θηροφυλακής, των κυνηγών και των επιστημόνων, διευκρινίζοντας ότι θα πρέπει να επικαιροποιείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Βέβαια, για να είναι πιο αποτελεσματική η διαχείριση του πληθυσμού των αγριογούρουνων στη χώρα μας, ο κ. Βλάχος επισήμανε ότι είναι αναγκαία η χάραξη και η υλοποίηση μιας νέας πολιτικής κυνηγιού, αφού για να μειωθεί ο πληθυσμός των αγριογούρουνων, πρέπει να ελαττωθούν τα αναπαραγόμενα άτομα. «Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εφαρμόζεται ένα σύστημα έντονου κυνηγιού, προτού τα ζώα εισέλθουν σε αναπαραγωγική διαδικασία», εξήγησε.
Έτσι, μπορεί το κυνήγι να μην αποτελεί από μόνο του τη λύση στο πρόβλημα της αύξησης του πληθυσμού των αγριογούρουνων, αλλά σύμφωνα με τον καθηγητή του ΑΠΘ, «το κυνήγι αποτελεί έναν ουσιαστικό παράγοντα θνησιμότητας, που μπορεί αθροιστικά να συμβάλλει καθοριστικά στη συγκράτηση του πληθυσμού του αγριογούρουνου σε πολλές περιπτώσεις».
Πέραν όμως των προαναφερόμενων, για να αναστραφούν οι αρνητικές επιπτώσεις που επιφέρει στο περιβάλλον η αύξηση του πληθυσμού του αγριογούρουνου, θα πρέπει να εντοπιστούν και να θανατωθούν τα υβρίδια αγριογούρουνα, που αποτελούν και την πλειονότητα, σύμφωνα με τον ίδιο.
«Ο εντοπισμός των υβριδίων και η θανάτωσή τους, μέχρι και το τελευταίο, είναι μονόδρομος εάν θέλουμε να αποφύγουμε τα τροχαία ατυχήματα με ζώα που διασχίζουν δρόμους, και τις δραματικές ζημιές που προκαλούν στις αγροτικές καλλιέργειες», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως υποστήριξε, η αδράνεια που παρατηρείται στο θέμα αντιμετώπισης του προβλήματος με τα αγριογούρουνα, εντείνει τα ήδη οξυμένα προβλήματα που έχουν ανακύψει και που πλέον παρουσιάζονται σε πανελλαδικό επίπεδο.
Αναφερόμενος στα αίτια αύξησης του πληθυσμού των αγριογούρουνων, ο κ. Βλάχος επισήμανε ότι έχει μικρύνει ο κύκλος αναπαραγωγής τους, καθώς λόγω της κλιματικής αλλαγής οι χειμώνες έγιναν ηπιότεροι, με αποτέλεσμα να γεννούν τρεις φορές ανά δύο χρόνια, έξι με δέκα μικρά, τα οποία μάλιστα επιβιώνουν σε μεγαλύτερο ποσοστό. «Σε αυτό συμβάλλει η ευκολότερη πρόσβαση στην τροφή και η απουσία αρπαγών», πρόσθεσε.
Ένας άλλος παράγοντας που συνέβαλε καθοριστικά στην αύξηση του πληθυσμού των αγριογούρουνων, είναι σύμφωνα με τον καθηγητή του ΑΠΘ, οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν το προηγούμενο διάστημα στο κυνήγι, στο πλαίσιο της διαχείρισης της πανδημίας του κορονοϊού. Υπενθύμισε δε, ότι ήταν αυτοί οι περιορισμοί που επέτρεψαν τα ζώα αυτά, να κάνουν την είσοδό τους στον αστικό ιστό.
Την ίδια αίσθηση έχει και ο κάτοικος Κερκίνης Σερρών, αγρότης και κυνηγός Γιώργος Τεβετζίδης, ο οποίος αναφέρει ότι «η παράταση της περιόδου του κυνηγιού συνιστά γενοκτονία, αφού αυτήν την περίοδο τα ζώα εγκυμονούν». Σύμφωνα δε με τον ίδιο, «όχι μόνο έχει αυξηθεί κατακόρυφα ο πληθυσμός τους, αλλά πλέον έχουν εξημερωθεί σε τέτοιο βαθμό που φτάνουν μέχρι και τις αυλές των σπιτιών μας μέρα- μεσημέρι».
Υπό αυτό το πρίσμα και με την ιδιότητα του αγρότη, ο κ. Τεβετζίδης υπογράμμισε την ανάγκη απαλλοτρίωσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων που καταστρέφονται ολοσχερώς από τα αγριογούρουνα και ζήτησε να υπάρξει πρόβλεψη για την καταβολή αποζημιώσεων στους παραγωγούς που πλήττονται από τον ΕΛΓΑ.
Στη δημοτική ενότητα Κερκίνης, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις ξεπερνούν τα 10.000 στρέμματα, σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο Σιντικής Ευστάθιο Ζαπρίδη, ο οποίος με δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ανέφερε ότι «πλέον είναι εκατοντάδες τα αγριογούρουνα που κυκλοφορούν ανάμεσά μας και ο κίνδυνος ατυχημάτων είναι ιδιαίτερα αυξημένος. Πρόσφατα, εγώ ο ίδιος πέντε φορές γλίτωσα στο παρά πέντε», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε πάνω από 80% υπολογίζει την καταστροφή στις καλλιέργειές του ο αγρότης Τάσος Τσολακίδης, από την Κερκίνη, ο οποίος διαθέτει 100 στρέμματα με σιτάρια και τριφύλλια στο Κορυφούδι Σερρών.
«Την τελευταία τριετία, το πρόβλημα με τα αγριογούρουνα έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις», σημείωσε και πρόσθεσε: «μόλις πρόσφατα είδα με τα μάτια μου 80 με 100 αγριογούρουνα να μού καταστρέφουν τη φετινή σοδειά. Όχι μόνο δεν έχω παραγωγή να πουλήσω, αλλά είμαι και χρεωμένος για τα αγροεφόδια που προμηθεύτηκα».
Την απελπισία του για τις συνεχείς ζημιές που προκαλούν τα αγριογούρουνα στα 700 στρέμματα που καλλιεργεί εξέφρασε και ο αγρότης της περιοχής, Μιχάλης Οξούζογλου, λέγοντας ότι «φέτος δεν κατάφερα ούτε να αλωνίσω καθώς εισβάλλουν διαρκώς στη γη μου». Μεταξύ άλλων τόνισε ότι δεν είναι μόνο αγριογούρουνα που κατεβαίνουν από τον ορεινό όγκο Κρουσίων προς αναζήτηση τροφής, αλλά πλέον αγέλες ζώων ζουν μόνιμα στην παραλίμνια περιοχή, στους πρόποδες του βουνού και κοντά στα «σπίτια μας».
Με τη μελέτη αυτή, όπως ανέφερε ο κ. Βλάχος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «θα ανοίξει ο δρόμος για την εφαρμογή προγραμμάτων μείωσης και συγκράτησης του πληθυσμού των αγριογούρουνων συνολικά».
Σημείωσε δε, ότι η υλοποίησή της απαιτεί τη συνεργασία των δασικών υπηρεσιών, της θηροφυλακής, των κυνηγών και των επιστημόνων, διευκρινίζοντας ότι θα πρέπει να επικαιροποιείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Βέβαια, για να είναι πιο αποτελεσματική η διαχείριση του πληθυσμού των αγριογούρουνων στη χώρα μας, ο κ. Βλάχος επισήμανε ότι είναι αναγκαία η χάραξη και η υλοποίηση μιας νέας πολιτικής κυνηγιού, αφού για να μειωθεί ο πληθυσμός των αγριογούρουνων, πρέπει να ελαττωθούν τα αναπαραγόμενα άτομα. «Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εφαρμόζεται ένα σύστημα έντονου κυνηγιού, προτού τα ζώα εισέλθουν σε αναπαραγωγική διαδικασία», εξήγησε.
Έτσι, μπορεί το κυνήγι να μην αποτελεί από μόνο του τη λύση στο πρόβλημα της αύξησης του πληθυσμού των αγριογούρουνων, αλλά σύμφωνα με τον καθηγητή του ΑΠΘ, «το κυνήγι αποτελεί έναν ουσιαστικό παράγοντα θνησιμότητας, που μπορεί αθροιστικά να συμβάλλει καθοριστικά στη συγκράτηση του πληθυσμού του αγριογούρουνου σε πολλές περιπτώσεις».
Πέραν όμως των προαναφερόμενων, για να αναστραφούν οι αρνητικές επιπτώσεις που επιφέρει στο περιβάλλον η αύξηση του πληθυσμού του αγριογούρουνου, θα πρέπει να εντοπιστούν και να θανατωθούν τα υβρίδια αγριογούρουνα, που αποτελούν και την πλειονότητα, σύμφωνα με τον ίδιο.
«Ο εντοπισμός των υβριδίων και η θανάτωσή τους, μέχρι και το τελευταίο, είναι μονόδρομος εάν θέλουμε να αποφύγουμε τα τροχαία ατυχήματα με ζώα που διασχίζουν δρόμους, και τις δραματικές ζημιές που προκαλούν στις αγροτικές καλλιέργειες», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως υποστήριξε, η αδράνεια που παρατηρείται στο θέμα αντιμετώπισης του προβλήματος με τα αγριογούρουνα, εντείνει τα ήδη οξυμένα προβλήματα που έχουν ανακύψει και που πλέον παρουσιάζονται σε πανελλαδικό επίπεδο.
Αναφερόμενος στα αίτια αύξησης του πληθυσμού των αγριογούρουνων, ο κ. Βλάχος επισήμανε ότι έχει μικρύνει ο κύκλος αναπαραγωγής τους, καθώς λόγω της κλιματικής αλλαγής οι χειμώνες έγιναν ηπιότεροι, με αποτέλεσμα να γεννούν τρεις φορές ανά δύο χρόνια, έξι με δέκα μικρά, τα οποία μάλιστα επιβιώνουν σε μεγαλύτερο ποσοστό. «Σε αυτό συμβάλλει η ευκολότερη πρόσβαση στην τροφή και η απουσία αρπαγών», πρόσθεσε.
Ένας άλλος παράγοντας που συνέβαλε καθοριστικά στην αύξηση του πληθυσμού των αγριογούρουνων, είναι σύμφωνα με τον καθηγητή του ΑΠΘ, οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν το προηγούμενο διάστημα στο κυνήγι, στο πλαίσιο της διαχείρισης της πανδημίας του κορονοϊού. Υπενθύμισε δε, ότι ήταν αυτοί οι περιορισμοί που επέτρεψαν τα ζώα αυτά, να κάνουν την είσοδό τους στον αστικό ιστό.
Επιβεβαιώνουν την αύξηση πληθυσμού οι κυνηγοί
«Πέρυσι, η ομάδα με την οποία κυνηγώ, πήραμε συνολικά οκτώ αγριογούρουνα και είδαμε είκοσι, ενώ φέτος πήραμε 43 και είδαμε 60», ανέφερε, από την πλευρά του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κάτοικος της Κερκίνης Σερρών, αγρότης και κυνηγός για πάνω από μια 10ετία Πασχάλης Γκαϊδατζής, λέγοντας ότι η αύξηση του πληθυσμού των ζώων, μπορεί και να ξεπερνά το 50% σε μόλις έναν χρόνο.Την ίδια αίσθηση έχει και ο κάτοικος Κερκίνης Σερρών, αγρότης και κυνηγός Γιώργος Τεβετζίδης, ο οποίος αναφέρει ότι «η παράταση της περιόδου του κυνηγιού συνιστά γενοκτονία, αφού αυτήν την περίοδο τα ζώα εγκυμονούν». Σύμφωνα δε με τον ίδιο, «όχι μόνο έχει αυξηθεί κατακόρυφα ο πληθυσμός τους, αλλά πλέον έχουν εξημερωθεί σε τέτοιο βαθμό που φτάνουν μέχρι και τις αυλές των σπιτιών μας μέρα- μεσημέρι».
Υπό αυτό το πρίσμα και με την ιδιότητα του αγρότη, ο κ. Τεβετζίδης υπογράμμισε την ανάγκη απαλλοτρίωσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων που καταστρέφονται ολοσχερώς από τα αγριογούρουνα και ζήτησε να υπάρξει πρόβλεψη για την καταβολή αποζημιώσεων στους παραγωγούς που πλήττονται από τον ΕΛΓΑ.
Στη δημοτική ενότητα Κερκίνης, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις ξεπερνούν τα 10.000 στρέμματα, σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο Σιντικής Ευστάθιο Ζαπρίδη, ο οποίος με δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ανέφερε ότι «πλέον είναι εκατοντάδες τα αγριογούρουνα που κυκλοφορούν ανάμεσά μας και ο κίνδυνος ατυχημάτων είναι ιδιαίτερα αυξημένος. Πρόσφατα, εγώ ο ίδιος πέντε φορές γλίτωσα στο παρά πέντε», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε πάνω από 80% υπολογίζει την καταστροφή στις καλλιέργειές του ο αγρότης Τάσος Τσολακίδης, από την Κερκίνη, ο οποίος διαθέτει 100 στρέμματα με σιτάρια και τριφύλλια στο Κορυφούδι Σερρών.
«Την τελευταία τριετία, το πρόβλημα με τα αγριογούρουνα έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις», σημείωσε και πρόσθεσε: «μόλις πρόσφατα είδα με τα μάτια μου 80 με 100 αγριογούρουνα να μού καταστρέφουν τη φετινή σοδειά. Όχι μόνο δεν έχω παραγωγή να πουλήσω, αλλά είμαι και χρεωμένος για τα αγροεφόδια που προμηθεύτηκα».
Την απελπισία του για τις συνεχείς ζημιές που προκαλούν τα αγριογούρουνα στα 700 στρέμματα που καλλιεργεί εξέφρασε και ο αγρότης της περιοχής, Μιχάλης Οξούζογλου, λέγοντας ότι «φέτος δεν κατάφερα ούτε να αλωνίσω καθώς εισβάλλουν διαρκώς στη γη μου». Μεταξύ άλλων τόνισε ότι δεν είναι μόνο αγριογούρουνα που κατεβαίνουν από τον ορεινό όγκο Κρουσίων προς αναζήτηση τροφής, αλλά πλέον αγέλες ζώων ζουν μόνιμα στην παραλίμνια περιοχή, στους πρόποδες του βουνού και κοντά στα «σπίτια μας».