Κοροναϊός: Πώς δημιουργείται στον οργανισμό η «σούπερ ανοσία»
Από τους συμμετέχοντες, 96 έκαναν το εμβόλιο Pfizer, 6 το Moderna και 2 το εμβόλιο Johnson & Johnson
Eνισχυμένη ανοσολογική απόκριση μετά τον εμβολιασμό τους εμφανίζουν τα άτομα που νόσησαν από κοροναϊό στο παρελθόν συγκριτικά με τα άτομα ίδιας ηλικίας που δεν είχαν νοσήσει πριν τον εμβολιασμό.
Συγκεκριμένα, αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό ως υβριδική ανοσία ή super ανοσία. Μια νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Science Immunology, διερεύνησε το αν ισχύει και το αντίστροφο χρονικά.
Ειδικότερα, ο ι Καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής), Λίνα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) παρουσιάζουν τα κύρια σημεία της μελέτης αυτής.
Όπως γίνεται γνωστό, στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν συνολικά 104 υγειονομικοί από το Πανεπιστήμιο του Όρεγκον στις ΗΠΑ που εμβολιάστηκαν έναντι του κοροναϊού.
Χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες:
1) 42 άτομα που εμβολιάστηκαν και δεν νόσησαν ποτέ από COVID-19,
2) 31 άτομα που παρουσίασαν COVID-19 και εμβολιάστηκαν αργότερα,
3) 31 άτομα που νόσησαν αφού είχαν πρώτα εμβολιαστεί.
Από τους συμμετέχοντες, 96 έκαναν το εμβόλιο Pfizer, 6 το Moderna και 2 το εμβόλιο Johnson & Johnson. Οι ερευνητές συνέκριναν τις ανοσολογικές αποκρίσεις των συμμετεχόντων με ειδικές εργαστηριακές μετρήσεις εξουδετερωτικών αντισωμάτων.
Στα ύψη τα αντισώματα
Τα μέσα επίπεδα αντισωμάτων ανευρέθηκαν 3,6 φορές υψηλότερα στις υβριδικές ανοσολογικές ομάδες σε σύγκριση με την ομάδα που εμβολιάστηκε μόνο. Πρόκειται για πολύ σημαντική εργαστηριακή διαφορά με βέβαιες κλινικές προεκτάσεις σχετικά με την προστασία έναντι του κοροναϊού. Δεν βρέθηκε όμως διαφορά στις ανοσολογικές αποκρίσεις μεταξύ των δύο υβριδικών ομάδων, δηλαδή διαφορά που να προκύπτει από τη χρονικότητα των γεγονότων της λοίμωξης και του εμβολιασμού. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι ενώ η αυξημένη ηλικία συσχετίζεται αρνητικά με τα επιπέδα αντισωμάτων μετά από εμβολιασμό μόνο, δεν βρέθηκε τέτοια συσχέτιση στις άλλες δύο ομάδες.
Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής καταδεικνύουν ότι η πρόσθετη έκθεση σε αντιγόνα του κοροναϊού κατά τη φυσική λοίμωξη ενισχύει ουσιαστικά την ποσότητα, την ποιότητα και το εύρος της χυμικής ανοσολογικής απόκρισης, ανεξάρτητα από το εάν συμβαίνει πριν ή μετά τον εμβολιασμό. Φυσικά, ο εμβολιασμός προστατεύει από σοβαρή νόσηση και θάνατο, οπότε είναι σαφές ότι είναι ασφαλέστερο για όλους να εμβολιάζονται έγκαιρα.
Συγκεκριμένα, αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό ως υβριδική ανοσία ή super ανοσία. Μια νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Science Immunology, διερεύνησε το αν ισχύει και το αντίστροφο χρονικά.
Ειδικότερα, ο ι Καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής), Λίνα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) παρουσιάζουν τα κύρια σημεία της μελέτης αυτής.
Όπως γίνεται γνωστό, στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν συνολικά 104 υγειονομικοί από το Πανεπιστήμιο του Όρεγκον στις ΗΠΑ που εμβολιάστηκαν έναντι του κοροναϊού.
Χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες:
1) 42 άτομα που εμβολιάστηκαν και δεν νόσησαν ποτέ από COVID-19,
2) 31 άτομα που παρουσίασαν COVID-19 και εμβολιάστηκαν αργότερα,
3) 31 άτομα που νόσησαν αφού είχαν πρώτα εμβολιαστεί.
Από τους συμμετέχοντες, 96 έκαναν το εμβόλιο Pfizer, 6 το Moderna και 2 το εμβόλιο Johnson & Johnson. Οι ερευνητές συνέκριναν τις ανοσολογικές αποκρίσεις των συμμετεχόντων με ειδικές εργαστηριακές μετρήσεις εξουδετερωτικών αντισωμάτων.
Στα ύψη τα αντισώματα
Τα μέσα επίπεδα αντισωμάτων ανευρέθηκαν 3,6 φορές υψηλότερα στις υβριδικές ανοσολογικές ομάδες σε σύγκριση με την ομάδα που εμβολιάστηκε μόνο. Πρόκειται για πολύ σημαντική εργαστηριακή διαφορά με βέβαιες κλινικές προεκτάσεις σχετικά με την προστασία έναντι του κοροναϊού. Δεν βρέθηκε όμως διαφορά στις ανοσολογικές αποκρίσεις μεταξύ των δύο υβριδικών ομάδων, δηλαδή διαφορά που να προκύπτει από τη χρονικότητα των γεγονότων της λοίμωξης και του εμβολιασμού. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι ενώ η αυξημένη ηλικία συσχετίζεται αρνητικά με τα επιπέδα αντισωμάτων μετά από εμβολιασμό μόνο, δεν βρέθηκε τέτοια συσχέτιση στις άλλες δύο ομάδες. Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής καταδεικνύουν ότι η πρόσθετη έκθεση σε αντιγόνα του κοροναϊού κατά τη φυσική λοίμωξη ενισχύει ουσιαστικά την ποσότητα, την ποιότητα και το εύρος της χυμικής ανοσολογικής απόκρισης, ανεξάρτητα από το εάν συμβαίνει πριν ή μετά τον εμβολιασμό. Φυσικά, ο εμβολιασμός προστατεύει από σοβαρή νόσηση και θάνατο, οπότε είναι σαφές ότι είναι ασφαλέστερο για όλους να εμβολιάζονται έγκαιρα.