Παπαευαγγέλου στα Παραπολιτικά: Ο χρόνος εμφάνισης της νέας μετάλλαξης θα κρίνει το μέλλον
«Ελπίζουμε ότι μετά το καλοκαίρι θα μιλάμε για ενδημικό νόσημα»
Για την εξέλιξη της πανδημίας του νέου κορονοϊού στη χώρα μας μιλάει σε συνέντευξή της στα «Π» η καθηγήτρια Παιδιατρικής Παθολογίας Λοιμώξεων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, αλλά και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Βάνα Παπαευαγγέλου, προσθέτοντας όλα τα δεδομένα για το πολυσυστηματικό, υπερφλεγμονώδες σύνδρομο στα παιδιά. Επίσης, αναφέρεται στην ανάπτυξη του αμφιλεγόμενου συνδρόμου long-COVID και μας περιγράφει τι θα σημαίνει για το ΕΣΥ της χώρας μας η χρονική σύμπτωση του νέου κορονοϊού και της γρίπης.
Κυρία Παπαευαγγέλου, πιστεύετε ότι η ενδημικότητα του νέου κορονοϊού θα εκδηλωθεί μέσα στο 2022, άρα θα έχουμε επίσης φέτος το τέλος της πανδημίας, ή υπάρχει το ενδεχόμενο αυτή να μας ταλαιπωρήσει για λίγα χρόνια ακόμα;
Με την υψηλή εμβολιαστική κάλυψη που ευελπιστούμε να πετύχουμε σε παγκόσμιο επίπεδο μέσα στο 2022 μπορούμε να ελπίζουμε ότι μετά το καλοκαίρι θα μιλάμε για ενδημικό νόσημα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι, ακόμα και όταν ο κορονοϊός αποτελέσει ένα ενδημικό νόσημα, όπως η γρίπη, θα εξακολουθήσει να μας απασχολεί, κυρίως γιατί με τις εξάρσεις που θα βλέπουμε, πιθανότατα τον χειμώνα, θα έχουμε επιβάρυνση του ΕΣΥ. Είναι πιθανό η γρίπη και ο κορονοϊός να συμπίπτουν χρονικά, γεγονός που θα δημιουργεί περισσότερη επιβάρυνση.
Μέχρι στιγμής, πόσο σοβαρές είναι οι νοσηλείες των περίπου 100 μικρών ασθενών με COVID-19 στη χώρα μας; Υπήρξαν, μέχρι τώρα, κάποιες πιο σοβαρές περιπτώσεις;
Είχαμε το φλεγμονώδες σύνδρομο, το οποίο μοιάζει με τη νόσο Kawasaki; Μετά την επικράτηση της παραλλαγής Ομικρον και τη σημαντική έκρηξη των κρουσμάτων κορονοϊού που είδαμε στο τέλος του προηγούμενου έτους, παρατηρήθηκε μια μικρή αύξηση στις νοσηλείες παιδιών λόγω COVID-19. Σταθερά έχουμε λιγότερα από 100 παιδιά να νοσηλεύονται στην επικράτεια καθημερινά, που αποτελούν περίπου το 2% του συνόλου των νοσηλευόμενων ασθενών. Έξι στα δέκα παιδιά που χρήζουν νοσηλείας είναι ηλικίας κάτω των 11 ετών, γεγονός που πιθανόν οφείλεται στο μεγάλο ποσοστό εφήβων που έχουν ήδη εμβολιαστεί στη χώρα μας. Βέβαια, είχαμε και κάποια -ευτυχώς λίγα- παιδιά που νόσησαν βαριά και χρειάστηκαν εισαγωγή σε ΜΕΘ. Το τελευταίο δίμηνο, μηχανική υποστήριξη αναπνοής χρειάστηκαν 7 παιδιά, ενώ από την αρχή της πανδημίας χάθηκαν συνολικά 7 παιδιά ηλικίας κάτω των 17 ετών. Μέχρι το τέλος του 2021 νοσηλεύτηκαν στη χώρα μας συνολικά περίπου 120 παιδιά με υπερφλεγμονώδες σύνδρομο.
Επειδή υπάρχει μια διεθνής διχογνωμία στο πλαίσιο της επιστημονικής κοινότητας, εσείς είστε από εκείνους που αναγνωρίζουν ότι, πράγματι, υπάρχει το λεγόμενο long-COVID syndrome ή θεωρείτε ότι απαιτείται ακόμη πολλή έρευνα για να τεκμηριωθεί κάτι τέτοιο;
Θα συμφωνήσω ότι η ύπαρξη του συνδρόμου long-COVID έχει αμφισβητηθεί από πολλούς ερευνητές. Αυτό συμβαίνει γιατί οι περισσότερες μελέτες είναι περιγραφικές και βασίζονται σε υποκειμενικές αιτιάσεις των ασθενών. Λίγες είναι οι μελέτες που αντικειμενικά έχουν συγκρίνει τη συχνότητα των συμπτωμάτων αυτών σε ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 και σε «μάρτυρες», σε ανθρώπους δηλαδή που νόσησαν από άλλες ιώσεις. Ακόμα βέβαια και αν τα συμπτώματα του long-COVID, που περιλαμβάνουν κόπωση, κεφαλαλγία, διαταραχές συγκέντρωσης και ύπνου, οφείλονται, όπως κάποιοι ισχυρίζονται, σε κάποιον βαθμό στη μεγάλη ψυχολογική επιβάρυνση των ασθενών, χρήζουν αντιμετώπισης. Το σύνδρομο του long-COVID επιβαρύνει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών και, συνεπώς, είναι απαραίτητες περισσότερες έρευνες, που θα ασχοληθούν με την καταγραφή του συνδρόμου και τη διερεύνηση βέλτιστης αντιμετώπισης.
Είναι, τελικά, οι πολύ αυξημένες νοσηλείες παιδιών ηλικίας κάτω των 5 ετών, τις οποίες γνωρίζουν τόσο το επίκεντρο της πανδημίας στις ΗΠΑ, η Νέα Υόρκη, όσο και το Ηνωμένο Βασίλειο, ο παράγοντας που οδηγεί στην ανάγκη για εμβολιασμό και των παιδιών ηλικίας κάτω των 5 ετών;
Αντιμετωπίζουμε τέτοιο θέμα και στην Ελλάδα; Δεν θα συμφωνήσω ότι έχουμε ιδιαίτερα αυξημένες νοσηλείες παιδιών στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Αν και όντως αυξήθηκαν σε πολλές χώρες του κόσμου με την επικράτηση της «Ο», η αύξηση ήταν ανάλογη της εκρηκτικής αύξησης των κρουσμάτων, ενώ δεν υπήρξε καμία ένδειξη ότι η «Ο» προτιμά τα παιδιά ή προκαλεί σοβαρή νόσο σε αυτά. Στην Ελλάδα, με δεδομένο ότι κάθε εβδομάδα έχουμε περίπου 40.000 νέα κρούσματα σε παιδιά κάτω των 17 ετών, ο αριθμός των νοσηλευόμενων παιδιών είναι αναμενόμενος. Ο εμβολιασμός των παιδιών συστήνεται κατά κύριο λόγο για να προστατέψει τα ίδια και σε μικρότερο βαθμό για την προστασία των ενηλίκων του περιβάλλοντός τους και προς όφελος της κοινωνίας γενικότερα. Ξέρουμε ότι τα παιδιά κολλάνε, νοσούν συχνά ασυμπτωματικά, αλλά μεταδίδουν σε άλλους, συνεπώς συμμετέχουν στη διασπορά του ιού στην κοινότητα.
Τελικά, κυρία Παπαευαγγέλου, γιατί είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, στο τρέχον χρονικό διάστημα, η εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα μας; Γιατί δυσκολεύεται ακόμα και η ίδια η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας να καταλήξει σε μια έστω βραχυπρόθεσμη, αλλά «καθαρή» εκτίμηση;
Ο ιός μάς έχει εκπλήξει πολλές φορές μέχρι σήμερα. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που οι περισσότεροι δεν διακινδυνεύουν προβλέψεις. Οταν μιλάμε για την εξέλιξη της πανδημίας, αυτό που απασχολεί τους ειδικούς είναι κυρίως η πορεία των σκληρών δεικτών, δηλαδή ο αριθμός των νέων εισαγωγών, των νέων διασωληνώσεων και των νέων θανάτων. Πρόσφατα δεδομένα έχουν δείξει ότι, αν και η «Ο» προκαλεί ήπια νόσο στους νέους, δεν ισχύει το ίδιο για τους ανεμβολίαστους άνω των 65 ετών, οι οποίοι κινδυνεύουν από σοβαρή νόσηση, εξίσου με τη μετάλλαξη «Δ». Το μέλλον εξαρτάται λοιπόν κατά κύριο λόγο από το πότε θα εμφανιστεί η επόμενη παραλλαγή του ιού. Αν έρθει κατά τη διάρκεια του χειμώνα, οπότε οι περισσότερες δραστηριότητές μας πραγματοποιούνται σε κλειστούς χώρους, τότε η διασπορά θα είναι μεγάλη, ο ιός θα φτάσει εύκολα στους ευάλωτους συνανθρώπους μας και θα προκαλέσει νοσηρότητα και απώλεια ανθρώπων. Αντίθετα, αν πορευτούμε χωρίς εκπλήξεις μέχρι την άνοιξη, η πορεία της πανδημίας θα είναι πιθανότατα πιο ήπια.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 19 Φεβρουαρίου 2022
Κυρία Παπαευαγγέλου, πιστεύετε ότι η ενδημικότητα του νέου κορονοϊού θα εκδηλωθεί μέσα στο 2022, άρα θα έχουμε επίσης φέτος το τέλος της πανδημίας, ή υπάρχει το ενδεχόμενο αυτή να μας ταλαιπωρήσει για λίγα χρόνια ακόμα;
Με την υψηλή εμβολιαστική κάλυψη που ευελπιστούμε να πετύχουμε σε παγκόσμιο επίπεδο μέσα στο 2022 μπορούμε να ελπίζουμε ότι μετά το καλοκαίρι θα μιλάμε για ενδημικό νόσημα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι, ακόμα και όταν ο κορονοϊός αποτελέσει ένα ενδημικό νόσημα, όπως η γρίπη, θα εξακολουθήσει να μας απασχολεί, κυρίως γιατί με τις εξάρσεις που θα βλέπουμε, πιθανότατα τον χειμώνα, θα έχουμε επιβάρυνση του ΕΣΥ. Είναι πιθανό η γρίπη και ο κορονοϊός να συμπίπτουν χρονικά, γεγονός που θα δημιουργεί περισσότερη επιβάρυνση.
Μέχρι στιγμής, πόσο σοβαρές είναι οι νοσηλείες των περίπου 100 μικρών ασθενών με COVID-19 στη χώρα μας; Υπήρξαν, μέχρι τώρα, κάποιες πιο σοβαρές περιπτώσεις;
Είχαμε το φλεγμονώδες σύνδρομο, το οποίο μοιάζει με τη νόσο Kawasaki; Μετά την επικράτηση της παραλλαγής Ομικρον και τη σημαντική έκρηξη των κρουσμάτων κορονοϊού που είδαμε στο τέλος του προηγούμενου έτους, παρατηρήθηκε μια μικρή αύξηση στις νοσηλείες παιδιών λόγω COVID-19. Σταθερά έχουμε λιγότερα από 100 παιδιά να νοσηλεύονται στην επικράτεια καθημερινά, που αποτελούν περίπου το 2% του συνόλου των νοσηλευόμενων ασθενών. Έξι στα δέκα παιδιά που χρήζουν νοσηλείας είναι ηλικίας κάτω των 11 ετών, γεγονός που πιθανόν οφείλεται στο μεγάλο ποσοστό εφήβων που έχουν ήδη εμβολιαστεί στη χώρα μας. Βέβαια, είχαμε και κάποια -ευτυχώς λίγα- παιδιά που νόσησαν βαριά και χρειάστηκαν εισαγωγή σε ΜΕΘ. Το τελευταίο δίμηνο, μηχανική υποστήριξη αναπνοής χρειάστηκαν 7 παιδιά, ενώ από την αρχή της πανδημίας χάθηκαν συνολικά 7 παιδιά ηλικίας κάτω των 17 ετών. Μέχρι το τέλος του 2021 νοσηλεύτηκαν στη χώρα μας συνολικά περίπου 120 παιδιά με υπερφλεγμονώδες σύνδρομο.
Επειδή υπάρχει μια διεθνής διχογνωμία στο πλαίσιο της επιστημονικής κοινότητας, εσείς είστε από εκείνους που αναγνωρίζουν ότι, πράγματι, υπάρχει το λεγόμενο long-COVID syndrome ή θεωρείτε ότι απαιτείται ακόμη πολλή έρευνα για να τεκμηριωθεί κάτι τέτοιο;
Θα συμφωνήσω ότι η ύπαρξη του συνδρόμου long-COVID έχει αμφισβητηθεί από πολλούς ερευνητές. Αυτό συμβαίνει γιατί οι περισσότερες μελέτες είναι περιγραφικές και βασίζονται σε υποκειμενικές αιτιάσεις των ασθενών. Λίγες είναι οι μελέτες που αντικειμενικά έχουν συγκρίνει τη συχνότητα των συμπτωμάτων αυτών σε ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 και σε «μάρτυρες», σε ανθρώπους δηλαδή που νόσησαν από άλλες ιώσεις. Ακόμα βέβαια και αν τα συμπτώματα του long-COVID, που περιλαμβάνουν κόπωση, κεφαλαλγία, διαταραχές συγκέντρωσης και ύπνου, οφείλονται, όπως κάποιοι ισχυρίζονται, σε κάποιον βαθμό στη μεγάλη ψυχολογική επιβάρυνση των ασθενών, χρήζουν αντιμετώπισης. Το σύνδρομο του long-COVID επιβαρύνει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών και, συνεπώς, είναι απαραίτητες περισσότερες έρευνες, που θα ασχοληθούν με την καταγραφή του συνδρόμου και τη διερεύνηση βέλτιστης αντιμετώπισης.
Είναι, τελικά, οι πολύ αυξημένες νοσηλείες παιδιών ηλικίας κάτω των 5 ετών, τις οποίες γνωρίζουν τόσο το επίκεντρο της πανδημίας στις ΗΠΑ, η Νέα Υόρκη, όσο και το Ηνωμένο Βασίλειο, ο παράγοντας που οδηγεί στην ανάγκη για εμβολιασμό και των παιδιών ηλικίας κάτω των 5 ετών;
Αντιμετωπίζουμε τέτοιο θέμα και στην Ελλάδα; Δεν θα συμφωνήσω ότι έχουμε ιδιαίτερα αυξημένες νοσηλείες παιδιών στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Αν και όντως αυξήθηκαν σε πολλές χώρες του κόσμου με την επικράτηση της «Ο», η αύξηση ήταν ανάλογη της εκρηκτικής αύξησης των κρουσμάτων, ενώ δεν υπήρξε καμία ένδειξη ότι η «Ο» προτιμά τα παιδιά ή προκαλεί σοβαρή νόσο σε αυτά. Στην Ελλάδα, με δεδομένο ότι κάθε εβδομάδα έχουμε περίπου 40.000 νέα κρούσματα σε παιδιά κάτω των 17 ετών, ο αριθμός των νοσηλευόμενων παιδιών είναι αναμενόμενος. Ο εμβολιασμός των παιδιών συστήνεται κατά κύριο λόγο για να προστατέψει τα ίδια και σε μικρότερο βαθμό για την προστασία των ενηλίκων του περιβάλλοντός τους και προς όφελος της κοινωνίας γενικότερα. Ξέρουμε ότι τα παιδιά κολλάνε, νοσούν συχνά ασυμπτωματικά, αλλά μεταδίδουν σε άλλους, συνεπώς συμμετέχουν στη διασπορά του ιού στην κοινότητα.
Το σύνδρομο του long-COVID επιβαρύνει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών και, συνεπώς, είναι απαραίτητες περισσότερες έρευνες που θα ασχοληθούν με την καταγραφή του συνδρόμου και τη διερεύνηση βέλτιστης αντιμετώπισης
Τελικά, κυρία Παπαευαγγέλου, γιατί είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, στο τρέχον χρονικό διάστημα, η εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα μας; Γιατί δυσκολεύεται ακόμα και η ίδια η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας να καταλήξει σε μια έστω βραχυπρόθεσμη, αλλά «καθαρή» εκτίμηση;
Ο ιός μάς έχει εκπλήξει πολλές φορές μέχρι σήμερα. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που οι περισσότεροι δεν διακινδυνεύουν προβλέψεις. Οταν μιλάμε για την εξέλιξη της πανδημίας, αυτό που απασχολεί τους ειδικούς είναι κυρίως η πορεία των σκληρών δεικτών, δηλαδή ο αριθμός των νέων εισαγωγών, των νέων διασωληνώσεων και των νέων θανάτων. Πρόσφατα δεδομένα έχουν δείξει ότι, αν και η «Ο» προκαλεί ήπια νόσο στους νέους, δεν ισχύει το ίδιο για τους ανεμβολίαστους άνω των 65 ετών, οι οποίοι κινδυνεύουν από σοβαρή νόσηση, εξίσου με τη μετάλλαξη «Δ». Το μέλλον εξαρτάται λοιπόν κατά κύριο λόγο από το πότε θα εμφανιστεί η επόμενη παραλλαγή του ιού. Αν έρθει κατά τη διάρκεια του χειμώνα, οπότε οι περισσότερες δραστηριότητές μας πραγματοποιούνται σε κλειστούς χώρους, τότε η διασπορά θα είναι μεγάλη, ο ιός θα φτάσει εύκολα στους ευάλωτους συνανθρώπους μας και θα προκαλέσει νοσηρότητα και απώλεια ανθρώπων. Αντίθετα, αν πορευτούμε χωρίς εκπλήξεις μέχρι την άνοιξη, η πορεία της πανδημίας θα είναι πιθανότατα πιο ήπια.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 19 Φεβρουαρίου 2022