Αγωγές Κιμούλη κατά Δούκα, Χρυσικού, Ψαρρά, ΣΕΗ, Τσαρούχα και άλλων
Τι αναφέρουν οι δύο αγωγές που κατέθεσε
Δύο αγωγές κατέθεσε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας ο Γιώργος Κιμούλης διεκδικώντας αποζημιώσεις για ηθική και περιουσιακή βλάβη μετά τις καταγγελίες της συναδέλφου του, Ζέτας Δούκας σε βάρος του για σωματική, λεκτική και ψυχολογική βία σε βάρος του.
«Ο κύριος Κιμούλης επί έναν ολόκληρο χρόνο συκοφαντείται, καθυβρίζεται και πλήττεται δημοσίως λόγω, ιδίως, μιας «καταγγελίας» σε μία τηλεοπτική εκπομπή για μια υποτιθέμενη βίαιη πράξη του, καθώς και για την «απομάκρυνση ενός ποτηριού» από την σκηνή κατά την διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης προ δεκατριών ετών, πράξεις για τις οποίες ουδέποτε υπεβλήθη επίσημη καταγγελία ενώπιον εισαγγελικής, δικαστικής, αστυνομικής ή πειθαρχικής Αρχής» τονίζει ο δικηγόρος του ηθοποιού και σκηνοθέτη, Βασίλης Καπερνάρος, προσθέτοντας ότι «καθυβρίζεται, δηλαδή, και συκοφαντείται, για δύο γεγονότα, τα οποία απέκτησαν σημαντικότητα, επειδή εντάχθηκαν σκοπίμως και συνειδητά μέσα σε ένα τοπίο κατηγοριών και καταγγελιών κατά άλλων ομοτέχνων του κ. Κιμούλη, οι οποίοι έλαβαν χώρα την ίδια περίοδο, περί παιδοφιλίας, βιασμών, απόπειρας βιασμών και σεξουαλικών παρενοχλήσεων.Ένα ζοφερό τοπίο, το οποίο δικαίως έχει εγείρει τον κοινωνικό θυμό και την κοινωνική αγανάκτηση. Ωστόσο, οι, ως άνω, «καταγγελίες» σε βάρος του κ. Κιμούλη, είναι αόριστες, ανεπέρειστες, αναπόδεικτες, αβάσιμες και απαράδεκτες».
Η πρώτη αγωγή
Η πρώτη αγωγή που κατατέθηκε από τον Γιώργο Κιμούλη στρέφεται σε βάρος της Ζέτας Δούκα, της Δώρας Χρυσικού και του Νίκου Ψαρρά. Με την αγωγή του, ο Γιώργος Κιμούλης ζητάει να καταδικαστούν να του καταβάλλουν οι τρεις ηθοποιοί «αλληλέγγύως και εις ολόκληρον» για τη περιουσιακή ζημία που έχει υποστεί το συνολικό ποσό των 231.227, 80 ευρώ και επιπλέον, ζητάει, για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί, να του καταβάλει η Ζέτα Δούκα 250.000 ευρώ, η Δώρα Χρυσικού 125.000 ευρώ και ο Νίκος Ψαρράς 125.000 ευρώ.
Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης στην αγωγή που κατέθεσε σε βάρος της Ζέτας Δούκας και των δύο άλλων συναδέλφων του, χαρακτηρίζει παντελώς ψευδείς τις καταγγελίες της ηθοποιού σε βάρος του για όσα έλαβαν χώρα στην παράσταση «Πιο κοντά» (Closer).
Στο δικόγραφο της αγωγής ο Γιώργος Κιμούλης επισημαίνει πως «η ως άνω παράσταση ανέβηκε στο θέατρο Αθηνών , κατά τη θεατρική περίοδο 2008-2009, δηλαδή, 13 χρόνια πριν από την ως άνω «καταγγελία». Την λέξη «καταγγελία» θέτω εντός εισαγωγικών, διότι ουδέποτε έγινε επίσημη καταγγελία εις βάρος μου από την ά των εναγομένων, σε ουδεμία αρμόδια Αρχή, ουδεμία διαμαρτυρία, υπό οιανδήποτε μορφή, εκδηλώθηκε ποτέ από την ά των εναγομένων εναντίον μου και ουδεμία εξώδικη ή δικαστική όχληση είχα ποτέ εκ μέρους της για οποιοδήποτε ζήτημα και για οποιοδήποτε λόγο».
Η αγωγή του ηθοποιού και σκηνοθέτη σε βάρος της Ζέτας Δούκας και των άλλων συναδέλφων του αφορά και όσα υποστήριξαν δημόσια αλλά και όσα ανέφεραν κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής διαδικασίας ενώπιον του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.
«Όσα κατήγγειλε η πρώτη των εναγομένων σε βάρος μου κατά τη διάρκεια της ανωτέρω τηλεοπτικής εκπομπής είναι απολύτως ψευδή, επιπλέον ψευδή είναι και όσα κατέθεσε δια του από 23.2.2021 μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που απέστειλε προς το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Σ.Ε.Η. όπως ψευδής είναι και η προφορικής της κατάθεση ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Σ.Ε.Η. Ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα, είναι απολύτως συκοφαντικά, ανεπέρειστα, ανυπόστατα και κατασκευασμένα, ψευδολογήματα, γεγονός το οποίο η ά των εναγομένων γνώριζε κατά την στιγμή που κατέθετε, ωστόσο, με πλήρη επίγνωση, εκνόμως το έπραξε».
Ο Γιώργος Κιμούλης στην αγωγή του αρνείται κατηγορηματικά ότι κλώτσησε τη Ζέτα Δούκα στα παρασκήνια της παράστασης, επισημαίνοντας «ουδείς λόγος υπήρχε για να βρίσω τόσο χυδαία και να χτυπήσω μια γυναίκα μια συνάδελφο και μάλιστα με κλωτσιά στο στέρνο, ενώπιον μάλιστα τρίτων, μετά από την φράση «είσαι ο θιασάρχης, είσαι ο επικεφαλής της παράστασης». Και τούτο αφενός γιατί πράγματι ήμουν και αφετέρου διότι τούτο δε συνιστά μειωτικό της τιμής μου χαρακτηρισμό, ώστε να δικαιολογεί τέτοιο μένος και τέτοιο εκρηκτικό θυμό!».
Επιπλέον, αρνείται ότι της άσκησε οποιαδήποτε λεκτική ή ψυχολογική βία τονίζοντας «ουδέποτε έχω δημιουργήσει κλίμα φόβου και απαξίωση σε βάρος της πρώτης των εναγομένων, ουδέποτε έχω βρίσει την πρώτη των εναγομένων, ουδέποτε έχω σκίσει σωματική, λεκτική ή ψυχολογική βία κατά αυτής, ουδέποτε έχω επιδείξει εις βάρος της απάνθρωπη, αντισυναδελφική ή καταχρηστική συμπεριφορά επί σκηνής, ούτε της έχω προκαλέσει οιανδήποτε βλάβη η ζημιά, όπως ψευδώς ισχυρίζεται. Η οποιαδήποτε, δε, στιγμιαία ένταση στη σχέση μας στο πλαίσιο της δουλειάς μας, ουδέποτε υπερέβη τα ανεκτά νύχτα από τον μέσο άνθρωπο όρια του και ουδέποτε ανέπτυξα ο ίδιος καταχρηστικές, παρενοχλητικές και συμπεριφορές εκτός των ορίων του νομού».
Μάλιστα, ο Γιώργος Κιμούλης επικαλείται την κατάθεση του φροντιστή της παράστασης εξηγώντας ότι θα ήταν αδύνατο να την έχει κλωτσήσει και να μην τον έχει αντιληφθεί ο ίδιος που βρισκόταν στα παρασκήνια. Συγκεκριμένα στην κατάθεση του ο φροντιστής αναφέρει «Δεν έχω καμία γνώση για τα περιστατικά που διηγήθηκε η κυρία Δούκα σχετικά με τον κύριο Κιμούλη. Αυτό που μπορώ να πω, είναι πως δε θυμάμαι ποτέ να ήρθε να μου εκφράσει κάποιο παράπονο. Η συνεργασία μου με το Γιώργο Κιμούλη και τους εργαζόμενους – ηθοποιούς, τεχνικούς και τα λοιπά – ήταν πάρα πολύ καλή».
Η δεύτερη αγωγή
Η δεύτερη αγωγή στρέφεται κατά του Σ.Ε.Η. , του προέδρου του πειθαρχικού του σωματείου, Πασχάλη Τσαρούχα, καθώς και δυο ακόμη μελών του πειθαρχικού του συμβουλίου. Με την αγωγή αυτή διεκδικεί αποζημίωση ύψους 100.000 ευρώ από το ΣΕΗ και 50.000 ευρώ από το καθένα από τα τρία μέλη του. Επιπλέον, διεκδικεί αποζημίωση ύψους 231.227, 80 ευρώ. για την περιουσιακή ζημία, την οποία όπως υποστηρίζει ότι υπέστη.
Στη δεύτερη αγωγή του, ο Γιώργος Κιμούλης επισημάνει ότι ο ΣΕΗ παρά το γεγονός ότι η Ζέτα Δούκα δεν έκανε πότε καταγγελία ενώπιον του για τα όσα ανέφερε εις βάρος του, εντούτοις στις 29.1.2021 το Διοικητικό Συμβούλιό του αποφάσισε «εσπευσμένα (τρεις μόλις ημέρες μετά την εμφάνιση της Ζέτας Δούκα στη τηλεόραση) δίκην εισαγγελίας» να τον καταγγείλει αυτεπάγγελτα και να τον παραπέμψει στο πειθαρχικό όργανο του Σωματείου.
Στην αγωγή του αυτή, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης κάνει λόγο για μεροληψία του ΣΕΗ προς το πρόσωπο του καθώς, όπως επισημαίνει, ο εισηγητής της υπόθεσης στο πειθαρχικό συμβούλιο κ. Ζάχαρης ελάμβανε «ξεκάθαρα θέση» με αναρτήσεις του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης υπέρ της «καταγγέλλουσας» Ζέτας Δούκα.
Παράλληλα επικαλείται και το γεγόνος ότι ο Σπύρος Μπιμπίλας, πρόεδρος του Σωματείου, «σε δεκάδες συνεντεύξεις, για το σχηματισμό εις βάρος μου εντυπώσεων, ξέθαψε δημοσίως την πληροφορία, ότι το 1998, δηλαδή πριν από 23 χρόνια, με είχαν διαγράψει από το Σωματείο. Παρέλειψε όμως να αναφέρει ότι ο λόγος της διαγραφής μου ήταν η παράταση της διάρκειας μιας πρόβας κατά ένα τέταρτο της ώρας (!), απόφαση η οποία ήταν άκυρη καθώς δεν λήφθηκε, με την νόμιμη, σύμφωνα με το καταστατικό του ΣΕΗ απαρτία. .. »
Επιπρόσθετα ο Γιώργος Κιμούλης αναφέρει ότι ο ΣΕΗ εκτός του ότι δεν του χορηγούσε αντίγραφα των πρακτικών και της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για το πρόσωπό του, όταν τα έλαβε διαπίστωσε όπως λέει, ότι: «.. δεν κλήθηκαν να καταθέσουν ενώπιον, του ως άνω, πειθαρχικού συμβουλίου μόνο μάρτυρες, όπως το τελευταίο με είχε ενημερώσει αλλά επρόκειτο για κλήση για προσωπική εμφάνιση και «συνομιλία» με τα μέλη του ως άνω πειθαρχικού συμβουλίου με την «καταγγέλλουσα» κ. Ζέτα Δούκα. …Από τις ερωτήσεις των μελών του προς τους καταθέσαντες ενώπιον του και από το γενικότερο πνεύμα των απομαγνητοφωνημένων διαλόγων προκύπτει με βεβαιότητα ότι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο κλήθηκαν τα ως άνω πρόσωπα να καταθέσου εκ νέου ενώπιον του ΣΕΗ ήταν η διόρθωση των αρχικών τους «καταγγελιών» καθ΄ υπόδειξη των ίδιων των μελών του, ως άνω, πειθαρχικού συμβουλίου».
Το ίδιο ακριβώς συνέβη, υποστηρίζει ο ηθοποιός και με άλλη συνάδελφό του, η οποία είχε καταθέσει γραπτή καταγγελία εναντίον του στο ΣΕΗ.
Ο Γιώργος Κιμούλης καταλήγει ότι η καταγγελία σε βάρος του από το ΣΕΗ «λειτούργησε στην δημόσια σφαίρα στην πραγματικότητα ως έμμεση επιβεβαίωση των φημών αυτών». Υποστηρίζει ότι έτσι υπέστην περιουσιακή ζημία ύψους 231.1227, 80 ευρώ και του αφαιρέθηκε η δυνατότητα να εργαστεί. «Είναι απολύτως βέβαιο, ότι οι, ως άνω, άδικοι, συκοφαντικοί και υβριστικοί χαρακτηρισμοί που μου αποδόθηκαν από τους «καταγγέλλοντες» και οι οποίο δεν έχουν εισέτι οδηγήσει σε απαλλακτική απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου του ΣΕΗ έχουν εισχωρήσει τόσο βαθιά στον ψυχισμό του θεατρικού κοινού, που θα συνεχίζουν επί μακρόν να πλήττουν την εικόνα μου και το αίσθημα εμπιστοσύνης των θεατών, των συναδέλφων μου ηθοποιών και σκηνοθετών, των τεχνικών, των θεατρικών και κινηματογραφικών παραγογών προς το πρόσωπό μου που με τόσο κόπο κατάφερα να κερδίσω κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης και επιτυχημένης, έως τώρα, πορείας μου στο χώρο ιδίως του θεάτρου και σο απώτερο μέλλον».
«Ο κύριος Κιμούλης επί έναν ολόκληρο χρόνο συκοφαντείται, καθυβρίζεται και πλήττεται δημοσίως λόγω, ιδίως, μιας «καταγγελίας» σε μία τηλεοπτική εκπομπή για μια υποτιθέμενη βίαιη πράξη του, καθώς και για την «απομάκρυνση ενός ποτηριού» από την σκηνή κατά την διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης προ δεκατριών ετών, πράξεις για τις οποίες ουδέποτε υπεβλήθη επίσημη καταγγελία ενώπιον εισαγγελικής, δικαστικής, αστυνομικής ή πειθαρχικής Αρχής» τονίζει ο δικηγόρος του ηθοποιού και σκηνοθέτη, Βασίλης Καπερνάρος, προσθέτοντας ότι «καθυβρίζεται, δηλαδή, και συκοφαντείται, για δύο γεγονότα, τα οποία απέκτησαν σημαντικότητα, επειδή εντάχθηκαν σκοπίμως και συνειδητά μέσα σε ένα τοπίο κατηγοριών και καταγγελιών κατά άλλων ομοτέχνων του κ. Κιμούλη, οι οποίοι έλαβαν χώρα την ίδια περίοδο, περί παιδοφιλίας, βιασμών, απόπειρας βιασμών και σεξουαλικών παρενοχλήσεων.Ένα ζοφερό τοπίο, το οποίο δικαίως έχει εγείρει τον κοινωνικό θυμό και την κοινωνική αγανάκτηση. Ωστόσο, οι, ως άνω, «καταγγελίες» σε βάρος του κ. Κιμούλη, είναι αόριστες, ανεπέρειστες, αναπόδεικτες, αβάσιμες και απαράδεκτες».
Η πρώτη αγωγή
Η πρώτη αγωγή που κατατέθηκε από τον Γιώργο Κιμούλη στρέφεται σε βάρος της Ζέτας Δούκα, της Δώρας Χρυσικού και του Νίκου Ψαρρά. Με την αγωγή του, ο Γιώργος Κιμούλης ζητάει να καταδικαστούν να του καταβάλλουν οι τρεις ηθοποιοί «αλληλέγγύως και εις ολόκληρον» για τη περιουσιακή ζημία που έχει υποστεί το συνολικό ποσό των 231.227, 80 ευρώ και επιπλέον, ζητάει, για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί, να του καταβάλει η Ζέτα Δούκα 250.000 ευρώ, η Δώρα Χρυσικού 125.000 ευρώ και ο Νίκος Ψαρράς 125.000 ευρώ.Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης στην αγωγή που κατέθεσε σε βάρος της Ζέτας Δούκας και των δύο άλλων συναδέλφων του, χαρακτηρίζει παντελώς ψευδείς τις καταγγελίες της ηθοποιού σε βάρος του για όσα έλαβαν χώρα στην παράσταση «Πιο κοντά» (Closer).
Στο δικόγραφο της αγωγής ο Γιώργος Κιμούλης επισημαίνει πως «η ως άνω παράσταση ανέβηκε στο θέατρο Αθηνών , κατά τη θεατρική περίοδο 2008-2009, δηλαδή, 13 χρόνια πριν από την ως άνω «καταγγελία». Την λέξη «καταγγελία» θέτω εντός εισαγωγικών, διότι ουδέποτε έγινε επίσημη καταγγελία εις βάρος μου από την ά των εναγομένων, σε ουδεμία αρμόδια Αρχή, ουδεμία διαμαρτυρία, υπό οιανδήποτε μορφή, εκδηλώθηκε ποτέ από την ά των εναγομένων εναντίον μου και ουδεμία εξώδικη ή δικαστική όχληση είχα ποτέ εκ μέρους της για οποιοδήποτε ζήτημα και για οποιοδήποτε λόγο».
Η αγωγή του ηθοποιού και σκηνοθέτη σε βάρος της Ζέτας Δούκας και των άλλων συναδέλφων του αφορά και όσα υποστήριξαν δημόσια αλλά και όσα ανέφεραν κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής διαδικασίας ενώπιον του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.
«Όσα κατήγγειλε η πρώτη των εναγομένων σε βάρος μου κατά τη διάρκεια της ανωτέρω τηλεοπτικής εκπομπής είναι απολύτως ψευδή, επιπλέον ψευδή είναι και όσα κατέθεσε δια του από 23.2.2021 μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που απέστειλε προς το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Σ.Ε.Η. όπως ψευδής είναι και η προφορικής της κατάθεση ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Σ.Ε.Η. Ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα, είναι απολύτως συκοφαντικά, ανεπέρειστα, ανυπόστατα και κατασκευασμένα, ψευδολογήματα, γεγονός το οποίο η ά των εναγομένων γνώριζε κατά την στιγμή που κατέθετε, ωστόσο, με πλήρη επίγνωση, εκνόμως το έπραξε».
Ο Γιώργος Κιμούλης στην αγωγή του αρνείται κατηγορηματικά ότι κλώτσησε τη Ζέτα Δούκα στα παρασκήνια της παράστασης, επισημαίνοντας «ουδείς λόγος υπήρχε για να βρίσω τόσο χυδαία και να χτυπήσω μια γυναίκα μια συνάδελφο και μάλιστα με κλωτσιά στο στέρνο, ενώπιον μάλιστα τρίτων, μετά από την φράση «είσαι ο θιασάρχης, είσαι ο επικεφαλής της παράστασης». Και τούτο αφενός γιατί πράγματι ήμουν και αφετέρου διότι τούτο δε συνιστά μειωτικό της τιμής μου χαρακτηρισμό, ώστε να δικαιολογεί τέτοιο μένος και τέτοιο εκρηκτικό θυμό!».
Επιπλέον, αρνείται ότι της άσκησε οποιαδήποτε λεκτική ή ψυχολογική βία τονίζοντας «ουδέποτε έχω δημιουργήσει κλίμα φόβου και απαξίωση σε βάρος της πρώτης των εναγομένων, ουδέποτε έχω βρίσει την πρώτη των εναγομένων, ουδέποτε έχω σκίσει σωματική, λεκτική ή ψυχολογική βία κατά αυτής, ουδέποτε έχω επιδείξει εις βάρος της απάνθρωπη, αντισυναδελφική ή καταχρηστική συμπεριφορά επί σκηνής, ούτε της έχω προκαλέσει οιανδήποτε βλάβη η ζημιά, όπως ψευδώς ισχυρίζεται. Η οποιαδήποτε, δε, στιγμιαία ένταση στη σχέση μας στο πλαίσιο της δουλειάς μας, ουδέποτε υπερέβη τα ανεκτά νύχτα από τον μέσο άνθρωπο όρια του και ουδέποτε ανέπτυξα ο ίδιος καταχρηστικές, παρενοχλητικές και συμπεριφορές εκτός των ορίων του νομού».
Μάλιστα, ο Γιώργος Κιμούλης επικαλείται την κατάθεση του φροντιστή της παράστασης εξηγώντας ότι θα ήταν αδύνατο να την έχει κλωτσήσει και να μην τον έχει αντιληφθεί ο ίδιος που βρισκόταν στα παρασκήνια. Συγκεκριμένα στην κατάθεση του ο φροντιστής αναφέρει «Δεν έχω καμία γνώση για τα περιστατικά που διηγήθηκε η κυρία Δούκα σχετικά με τον κύριο Κιμούλη. Αυτό που μπορώ να πω, είναι πως δε θυμάμαι ποτέ να ήρθε να μου εκφράσει κάποιο παράπονο. Η συνεργασία μου με το Γιώργο Κιμούλη και τους εργαζόμενους – ηθοποιούς, τεχνικούς και τα λοιπά – ήταν πάρα πολύ καλή».
Η δεύτερη αγωγή
Η δεύτερη αγωγή στρέφεται κατά του Σ.Ε.Η. , του προέδρου του πειθαρχικού του σωματείου, Πασχάλη Τσαρούχα, καθώς και δυο ακόμη μελών του πειθαρχικού του συμβουλίου. Με την αγωγή αυτή διεκδικεί αποζημίωση ύψους 100.000 ευρώ από το ΣΕΗ και 50.000 ευρώ από το καθένα από τα τρία μέλη του. Επιπλέον, διεκδικεί αποζημίωση ύψους 231.227, 80 ευρώ. για την περιουσιακή ζημία, την οποία όπως υποστηρίζει ότι υπέστη.Στη δεύτερη αγωγή του, ο Γιώργος Κιμούλης επισημάνει ότι ο ΣΕΗ παρά το γεγονός ότι η Ζέτα Δούκα δεν έκανε πότε καταγγελία ενώπιον του για τα όσα ανέφερε εις βάρος του, εντούτοις στις 29.1.2021 το Διοικητικό Συμβούλιό του αποφάσισε «εσπευσμένα (τρεις μόλις ημέρες μετά την εμφάνιση της Ζέτας Δούκα στη τηλεόραση) δίκην εισαγγελίας» να τον καταγγείλει αυτεπάγγελτα και να τον παραπέμψει στο πειθαρχικό όργανο του Σωματείου.
Στην αγωγή του αυτή, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης κάνει λόγο για μεροληψία του ΣΕΗ προς το πρόσωπο του καθώς, όπως επισημαίνει, ο εισηγητής της υπόθεσης στο πειθαρχικό συμβούλιο κ. Ζάχαρης ελάμβανε «ξεκάθαρα θέση» με αναρτήσεις του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης υπέρ της «καταγγέλλουσας» Ζέτας Δούκα.
Παράλληλα επικαλείται και το γεγόνος ότι ο Σπύρος Μπιμπίλας, πρόεδρος του Σωματείου, «σε δεκάδες συνεντεύξεις, για το σχηματισμό εις βάρος μου εντυπώσεων, ξέθαψε δημοσίως την πληροφορία, ότι το 1998, δηλαδή πριν από 23 χρόνια, με είχαν διαγράψει από το Σωματείο. Παρέλειψε όμως να αναφέρει ότι ο λόγος της διαγραφής μου ήταν η παράταση της διάρκειας μιας πρόβας κατά ένα τέταρτο της ώρας (!), απόφαση η οποία ήταν άκυρη καθώς δεν λήφθηκε, με την νόμιμη, σύμφωνα με το καταστατικό του ΣΕΗ απαρτία. .. »
Επιπρόσθετα ο Γιώργος Κιμούλης αναφέρει ότι ο ΣΕΗ εκτός του ότι δεν του χορηγούσε αντίγραφα των πρακτικών και της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για το πρόσωπό του, όταν τα έλαβε διαπίστωσε όπως λέει, ότι: «.. δεν κλήθηκαν να καταθέσουν ενώπιον, του ως άνω, πειθαρχικού συμβουλίου μόνο μάρτυρες, όπως το τελευταίο με είχε ενημερώσει αλλά επρόκειτο για κλήση για προσωπική εμφάνιση και «συνομιλία» με τα μέλη του ως άνω πειθαρχικού συμβουλίου με την «καταγγέλλουσα» κ. Ζέτα Δούκα. …Από τις ερωτήσεις των μελών του προς τους καταθέσαντες ενώπιον του και από το γενικότερο πνεύμα των απομαγνητοφωνημένων διαλόγων προκύπτει με βεβαιότητα ότι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο κλήθηκαν τα ως άνω πρόσωπα να καταθέσου εκ νέου ενώπιον του ΣΕΗ ήταν η διόρθωση των αρχικών τους «καταγγελιών» καθ΄ υπόδειξη των ίδιων των μελών του, ως άνω, πειθαρχικού συμβουλίου».
Το ίδιο ακριβώς συνέβη, υποστηρίζει ο ηθοποιός και με άλλη συνάδελφό του, η οποία είχε καταθέσει γραπτή καταγγελία εναντίον του στο ΣΕΗ.
Ο Γιώργος Κιμούλης καταλήγει ότι η καταγγελία σε βάρος του από το ΣΕΗ «λειτούργησε στην δημόσια σφαίρα στην πραγματικότητα ως έμμεση επιβεβαίωση των φημών αυτών». Υποστηρίζει ότι έτσι υπέστην περιουσιακή ζημία ύψους 231.1227, 80 ευρώ και του αφαιρέθηκε η δυνατότητα να εργαστεί. «Είναι απολύτως βέβαιο, ότι οι, ως άνω, άδικοι, συκοφαντικοί και υβριστικοί χαρακτηρισμοί που μου αποδόθηκαν από τους «καταγγέλλοντες» και οι οποίο δεν έχουν εισέτι οδηγήσει σε απαλλακτική απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου του ΣΕΗ έχουν εισχωρήσει τόσο βαθιά στον ψυχισμό του θεατρικού κοινού, που θα συνεχίζουν επί μακρόν να πλήττουν την εικόνα μου και το αίσθημα εμπιστοσύνης των θεατών, των συναδέλφων μου ηθοποιών και σκηνοθετών, των τεχνικών, των θεατρικών και κινηματογραφικών παραγογών προς το πρόσωπό μου που με τόσο κόπο κατάφερα να κερδίσω κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης και επιτυχημένης, έως τώρα, πορείας μου στο χώρο ιδίως του θεάτρου και σο απώτερο μέλλον».