Ρούλα Πισπιρίγκου: Αποκαλυπτική μαρτυρία - «Αν είχαν δράσει οι συγγενείς της, θα προλαβαίναμε την Τζωρτζίνα»
Η μάρτυρας που ήταν στο οικείο περιβάλλον του ζευγαριού αναφέρθηκε και στην ξαφνική αλλαγή της Τζωρτζίνας απ’ όταν μίλησε στο τηλέφωνο με την μητέρα της μετά την απόπειρα αυτοκτονίας της, αλλά και στην παρότρυνση του θείου της Ρούλας να νοσηλευτεί η ίδια σε κάποια κλινική
Αποκαλυπτική είναι η μαρτυρία μιας στενής φίλης της Ρούλας Πισπιρίγκου και του Μάνου Δασκαλάκη στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ».
Η μάρτυρας ανέφερε πως η άτυχη Τζωρτζίνα αντιλαμβανόταν πως κάτι δεν πήγαινε καλά με την μητέρα της, όταν εκείνη είχε εξαφανιστεί και την ψάχνανε.
«Η Τζωρτζίνα ήταν ανάστατη γιατί άκουγε τους συγγενείς της και καταλάβαινε ότι κάτι συνέβαινε με τη Ρούλα. Εγώ την έψαχνα και έλεγα στο παιδί δικαιολογίες. Την πήγαμε στο σπίτι μίας άλλης φίλης για να μην ακούει τις εντάσεις. Τετάρτη βράδυ την πήρε η αδελφή της Ρούλας από το φιλικό σπίτι και λίγο μετά την πήγε στο Καραμανδάνειο. Το παιδί δεν έβγαλε ούτε ένα βράδυ στο σπίτι της μάνας», ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ πρόσθεσε:
«Πιστέψαμε ότι η Ρούλα είχε επηρεαστεί με την Ίριδα, γι’ αυτό και ήθελε να αυτοκτονήσει. Έκανε ολόκληρα κόλπα. Εμείς την ψάχναμε στα νεκροταφεία και φοβόμασταν μην έχει κάνει κακό στον εαυτό της και αυτή βρισκόταν ξαπλωμένη στο ξενοδοχείο. Κάποια στιγμή θυμάμαι που μου είπε η αδελφή της πως παραδίδονταν τα μηνύματα που της έστελνε, αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Η Ρούλα όταν την έπιαναν τα νεύρα της γινόταν άλλος άνθρωπος. Εγώ θυμάμαι μία κουβέντα του θείου της που έλεγε όταν ήμασταν όλοι μαζί στο σπίτι της, να την κλείσουνε σε κλινική. Γνώριζαν δηλαδή στην οικογένεια πως είχε πρόβλημα. Εάν είχαν κινητοποιηθεί νωρίτερα, θα είχαμε προλάβει το ένα παιδί, τουλάχιστον την Τζωρτζίνα».
Αυτό που έκανε εντύπωση στην μάρτυρα, είναι το γεγονός πως η Ρούλα ήθελε με κάθε τρόπο να κρατήσει μακριά τον Μάνο από την 9χρονη κόρη του. Λίγο πριν την εισαγωγή της στο νοσοκομείο, θυμάται ότι έπαιζε χαρούμενη στο βουνό.
«Τετάρτη μεσημέρι ήμουν μαζί με την Τζωρτζίνα και κοιμόταν σαν πουλάκι. Όταν της έλεγα να πάρουμε τη μαμά να μιλήσει, έλεγε όχι. Ήταν μία χαρά. Είχε μία ηρεμία. Μου ζωγράφισε κάτι και μου έγραφε “σ’ αγαπώ πολύ”. Μετά έγινε ότι έγινε. Η Ρούλα μας είπε πως εκείνο το βράδυ η μικρή είδε ένα όνειρο, έκανε σπασμούς και την έτρεξε στο Καραμανδάνειο. Σοκαριστήκαμε».
«Κάπως είχαν ηρεμήσει η Ρούλα και ο Μάνος μεταξύ τους, ξανατσακώθηκαν όμως και μετά ο Μάνος έφυγε από το σπίτι. Η Τζωρτζίνα μου είχε πει: “επειδή η μαμά και ο μπαμπάς τσακωνόντουσαν, από το πολύ κλάμα, η μπέμπα έσκασε και πέθανε”», ανέφερε χαρακτηριστικά το πρόσωπο που βρισκόταν πολύ κοντά στην οικογένεια.
«Στις 6 Απριλίου το μεσημέρι στέλνει μήνυμα η αδελφή της ότι δεν την έβρισκαν ούτε στα τηλέφωνα, ούτε πουθενά. Φάγαμε τον τόπο, έψαχναν στη μαρίνα μήπως έχει φουντάρει, ένας θείος έσπασε την πόρτα από το σπίτι της σπιτονοικοκυράς μήπως είχε αυτοκτονήσει. Για να μη ζει η μικρή όλη αυτή την κατάσταση, η αδελφή της με ρώτησε εάν μπορούσα να την πάρω σπίτι να την προσέχω, κάτι που έκανα. Λίγο μετά βρήκαν τη Ρούλα σ’ ένα ξενοδοχείο που δούλευε παλιά. Εκεί είχε καλέσει τον Μάνο και τον απειλούσε ότι θα αυτοκτονούσε εάν δεν επέστρεφε. Όταν έμαθε η Ρούλα ότι έχω εγώ τη μικρή, έβαλε την αδελφή της να επικοινωνήσει μαζί μου, λέγοντάς μου να μην αφήσω τον Μάνο να τη δει. Τον βάλαμε κρυφά στο σπίτι γιατί η Τζωρτζίνα ήθελε να τον δει. Το επόμενο βράδυ ήρθαν οι γονείς και η αδελφή της να την πάρουν και να την πάνε στον Αλισσό, όπου ήταν και η Ρούλα. Πήγανε κάτω και το ξημέρωμα την μετέφερε στο Καραμανδάνειο με σπασμούς, όπως είπε. Την άλλη μέρα το έμαθα από την ***** και μου ήταν αδιανόητο αυτό το πράγμα, δεν το χώραγε ο νους μου» κατέληξε η μάρτυρας.
«Το παιδί μίλησε με τη Ρούλα τηλεφωνικά όσο έμενε σπίτι μου, αλλά ήταν στο δωμάτιο, όχι μπροστά μου. Μετά άλλαξε ξαφνικά και δεν είχε διάθεση. Ο Μάνος ήρθε το βράδυ, παρότι η Ρούλα μας είχε απαγορεύσει να τη δει και η Τζωρτζίνα έτρεξε στην αγκαλιά του. Εκείνη έλεγε ότι το παιδί δε θέλει τον Μάνο, όμως εγώ δεν είδα κάτι τέτοιο. Ο Μάνος είπε ότι δεν μπορούσε να την πάρει γιατί δεν ήθελε να μπλεχτεί επειδή συμβουλευόταν κάποιο δικηγόρο. Ήρθε, την είδε για λίγα λεπτά και της είπε ότι θα μιλούσε με τη μητέρα της. Οποιοσδήποτε πατέρας σιγά να μην άφηνε το παιδί του σε όποιον να ‘ναι, αντί να το πάρει μαζί του με τέτοιες καταστάσεις. Η Ρούλα έμαθε ότι ο πατέρα της μικρής ήρθε σπίτι μου να τη δει και αντέδρασε έντονα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η οικογενειακή φίλη μίλησε και αυτή για την εμμονή της 33χρονης με τον Μάνο, αλλά και για την προτροπή του θείου της Ρούλας να εισαχθεί σε κάποια κλινική.
«Ήμουν εκεί στο σπίτι και αγωνιούσαμε όλοι. Είπα στη μητέρα της ότι μπορεί να χρειαζόταν ιατρική βοήθεια επειδή ήθελε να αυτοκτονήσει και μου είπε πως είχε περάσει πάρα πολλά από εκείνη. Ο θείος της ήταν αυτός που πρότεινε να τη βάλει σε κλινική. Η οικογένειά της έλεγε πως μόνο ο άντρας της θα μπορούσε να την πείσει για κάτι τέτοιο. Ότι ο μόνος που την ένοιαζε ήταν αυτός, πως τον έβαζε πάνω απ’ όλους, ακόμα και από τα παιδιά. Είπαμε στον Μάνο να προσέχει και να έχει το νου του για την Τζωρτζίνα. Είχαμε μία υποψία μήπως έκανε κάτι στο μωρό, αλλά κανείς δεν ήθελε να το πιστέψει. Ούτε ο Μάνος ήθελε να παραδεχτεί αυτά που του λέγαμε, αλλά είπε ότι θα έχει το νου του».
Αυτό που της έκανε εντύπωση είναι πως παρόλο που δεν τους γνώριζε για πολύ καιρό, της εμπιστεύτηκαν τόσο εύκολα το παιδί τους. «Το βράδυ την πήραν από εμένα και λίγες ώρες μετά κατέληξε στο Καραμανδάνειο… Δεν μπορώ να το πιστέψω».
Η μάρτυρας ανέφερε πως η άτυχη Τζωρτζίνα αντιλαμβανόταν πως κάτι δεν πήγαινε καλά με την μητέρα της, όταν εκείνη είχε εξαφανιστεί και την ψάχνανε.
«Η Τζωρτζίνα ήταν ανάστατη γιατί άκουγε τους συγγενείς της και καταλάβαινε ότι κάτι συνέβαινε με τη Ρούλα. Εγώ την έψαχνα και έλεγα στο παιδί δικαιολογίες. Την πήγαμε στο σπίτι μίας άλλης φίλης για να μην ακούει τις εντάσεις. Τετάρτη βράδυ την πήρε η αδελφή της Ρούλας από το φιλικό σπίτι και λίγο μετά την πήγε στο Καραμανδάνειο. Το παιδί δεν έβγαλε ούτε ένα βράδυ στο σπίτι της μάνας», ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ πρόσθεσε:
«Πιστέψαμε ότι η Ρούλα είχε επηρεαστεί με την Ίριδα, γι’ αυτό και ήθελε να αυτοκτονήσει. Έκανε ολόκληρα κόλπα. Εμείς την ψάχναμε στα νεκροταφεία και φοβόμασταν μην έχει κάνει κακό στον εαυτό της και αυτή βρισκόταν ξαπλωμένη στο ξενοδοχείο. Κάποια στιγμή θυμάμαι που μου είπε η αδελφή της πως παραδίδονταν τα μηνύματα που της έστελνε, αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Η Ρούλα όταν την έπιαναν τα νεύρα της γινόταν άλλος άνθρωπος. Εγώ θυμάμαι μία κουβέντα του θείου της που έλεγε όταν ήμασταν όλοι μαζί στο σπίτι της, να την κλείσουνε σε κλινική. Γνώριζαν δηλαδή στην οικογένεια πως είχε πρόβλημα. Εάν είχαν κινητοποιηθεί νωρίτερα, θα είχαμε προλάβει το ένα παιδί, τουλάχιστον την Τζωρτζίνα».
Αυτό που έκανε εντύπωση στην μάρτυρα, είναι το γεγονός πως η Ρούλα ήθελε με κάθε τρόπο να κρατήσει μακριά τον Μάνο από την 9χρονη κόρη του. Λίγο πριν την εισαγωγή της στο νοσοκομείο, θυμάται ότι έπαιζε χαρούμενη στο βουνό.
«Τετάρτη μεσημέρι ήμουν μαζί με την Τζωρτζίνα και κοιμόταν σαν πουλάκι. Όταν της έλεγα να πάρουμε τη μαμά να μιλήσει, έλεγε όχι. Ήταν μία χαρά. Είχε μία ηρεμία. Μου ζωγράφισε κάτι και μου έγραφε “σ’ αγαπώ πολύ”. Μετά έγινε ότι έγινε. Η Ρούλα μας είπε πως εκείνο το βράδυ η μικρή είδε ένα όνειρο, έκανε σπασμούς και την έτρεξε στο Καραμανδάνειο. Σοκαριστήκαμε».
«Την ψάχναμε παντού να προλάβουμε το κακό»
Μία άλλη φίλη του ζευγαριού, στην οποία είχε φιλοξενηθεί η αδικοχαμένη Τζωρτζίνα τις ημέρες κοντά στην κηδεία της αδελφής της, Ίριδας, όσο και την ημέρα που η Ρούλα απειλούσε πως θα έβαζε τέλος στη ζωή της, σπάει τη σιωπή της και τα όσα λέει στο «Τούνελ», είναι αποκαλυπτικά. «Δένουν» με τα μηνύματα οργής που αντάλλαξε το ζευγάρι και ήρθαν τα πάνω – κάτω.«Κάπως είχαν ηρεμήσει η Ρούλα και ο Μάνος μεταξύ τους, ξανατσακώθηκαν όμως και μετά ο Μάνος έφυγε από το σπίτι. Η Τζωρτζίνα μου είχε πει: “επειδή η μαμά και ο μπαμπάς τσακωνόντουσαν, από το πολύ κλάμα, η μπέμπα έσκασε και πέθανε”», ανέφερε χαρακτηριστικά το πρόσωπο που βρισκόταν πολύ κοντά στην οικογένεια.
«Στις 6 Απριλίου το μεσημέρι στέλνει μήνυμα η αδελφή της ότι δεν την έβρισκαν ούτε στα τηλέφωνα, ούτε πουθενά. Φάγαμε τον τόπο, έψαχναν στη μαρίνα μήπως έχει φουντάρει, ένας θείος έσπασε την πόρτα από το σπίτι της σπιτονοικοκυράς μήπως είχε αυτοκτονήσει. Για να μη ζει η μικρή όλη αυτή την κατάσταση, η αδελφή της με ρώτησε εάν μπορούσα να την πάρω σπίτι να την προσέχω, κάτι που έκανα. Λίγο μετά βρήκαν τη Ρούλα σ’ ένα ξενοδοχείο που δούλευε παλιά. Εκεί είχε καλέσει τον Μάνο και τον απειλούσε ότι θα αυτοκτονούσε εάν δεν επέστρεφε. Όταν έμαθε η Ρούλα ότι έχω εγώ τη μικρή, έβαλε την αδελφή της να επικοινωνήσει μαζί μου, λέγοντάς μου να μην αφήσω τον Μάνο να τη δει. Τον βάλαμε κρυφά στο σπίτι γιατί η Τζωρτζίνα ήθελε να τον δει. Το επόμενο βράδυ ήρθαν οι γονείς και η αδελφή της να την πάρουν και να την πάνε στον Αλισσό, όπου ήταν και η Ρούλα. Πήγανε κάτω και το ξημέρωμα την μετέφερε στο Καραμανδάνειο με σπασμούς, όπως είπε. Την άλλη μέρα το έμαθα από την ***** και μου ήταν αδιανόητο αυτό το πράγμα, δεν το χώραγε ο νους μου» κατέληξε η μάρτυρας.
«Ο θείος της έλεγε να μπει η Ρούλα σε κλινική»
Η μάρτυρας αναφέρθηκε και στην ξαφνική αλλαγή της Τζωρτζίνας απ’ όταν μίλησε στο τηλέφωνο με την μητέρα της μετά την απόπειρα αυτοκτονίας της, αλλά και στην παρότρυνση του θείου της Ρούλας να νοσηλευτεί η ίδια σε κάποια κλινική.«Το παιδί μίλησε με τη Ρούλα τηλεφωνικά όσο έμενε σπίτι μου, αλλά ήταν στο δωμάτιο, όχι μπροστά μου. Μετά άλλαξε ξαφνικά και δεν είχε διάθεση. Ο Μάνος ήρθε το βράδυ, παρότι η Ρούλα μας είχε απαγορεύσει να τη δει και η Τζωρτζίνα έτρεξε στην αγκαλιά του. Εκείνη έλεγε ότι το παιδί δε θέλει τον Μάνο, όμως εγώ δεν είδα κάτι τέτοιο. Ο Μάνος είπε ότι δεν μπορούσε να την πάρει γιατί δεν ήθελε να μπλεχτεί επειδή συμβουλευόταν κάποιο δικηγόρο. Ήρθε, την είδε για λίγα λεπτά και της είπε ότι θα μιλούσε με τη μητέρα της. Οποιοσδήποτε πατέρας σιγά να μην άφηνε το παιδί του σε όποιον να ‘ναι, αντί να το πάρει μαζί του με τέτοιες καταστάσεις. Η Ρούλα έμαθε ότι ο πατέρα της μικρής ήρθε σπίτι μου να τη δει και αντέδρασε έντονα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η οικογενειακή φίλη μίλησε και αυτή για την εμμονή της 33χρονης με τον Μάνο, αλλά και για την προτροπή του θείου της Ρούλας να εισαχθεί σε κάποια κλινική.
Αυτό που της έκανε εντύπωση είναι πως παρόλο που δεν τους γνώριζε για πολύ καιρό, της εμπιστεύτηκαν τόσο εύκολα το παιδί τους. «Το βράδυ την πήραν από εμένα και λίγες ώρες μετά κατέληξε στο Καραμανδάνειο… Δεν μπορώ να το πιστέψω».