«Kαταπέλτης» η εισαγγελέας για Αναγνωστόπουλο: Σταμάτησε μόνο όταν πέτυχε το σκοπό του - Ήταν αποφασισμένος να σκοτώσει
«Τα γεγονότα είναι αυταπόδεικτα, εκκωφαντικά και δεν αφήνουν περιθώριο ότι ο κατηγορούμενος είναι αυτουργός των πράξεων που του αποδόθηκαν» είπε η εισαγγελέας
«Καταπέλτης» ήταν η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου για τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο που δικάζεται για τη δολοφονία της συζύγου του, Καρολάιν Κράουτς στα Γλυκά Νερά που έγινε στις 11 Μαΐου 2021.
Ειδικότερα, η εισαγγελέας επισήμανε για τον κατηγορούμενο ότι «ο φόνος έγινε δια ασήμαντον αφορμή», επισημαίνοντας πως ο 33χρονος κατέστησε το παιδί του μέρος της σκηνής του εγκλήματος, προκειμένου να φύγει η προσοχή των αστυνομικών από εκείνων, όταν oι ίδιοι μετά το τηλεφώνημά του μπήκαν στη μεζονέτα του ζευγαριού.
Η εισαγγελέας τόνισε ότι «τα γεγονότα είναι αυταπόδεικτα, εκκωφαντικά και δεν αφήνουν περιθώριο ότι ο κατηγορούμενος είναι αυτουργός των πράξεων που του αποδόθηκαν», αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι: «Ο κατηγορούμενος σταμάτησε μόνο όταν πέτυχε το σκοπό του. Όταν ξεκίνησε να φράσει τους αεροφόρους οδούς, ένιωθε το αίσθημα της αγωνίας και της ασφυξίας του θύματος. Μπροστά στα μάτια του εξελίχθηκαν τα ασφυκτικά συμπτώματα. Στα τρία λεπτά η νέκρωση του εγκέφαλου στα πέντε το τέλος της ζωής. Είχε χρόνο να κάνει πίσω, είναι μεγάλος χρόνος το ένα λεπτό αν ήθελε να αναστρέψει κάτι. Στον κατηγορούμενο δεν λειτούργησε καμία αναστολή. Η περιγραφή του κατηγορουμένου ουσιαστικά ήταν κατασκευασμένη στη δική του εκδοχή για να ενισχύσει την εκδοχή του περί λάθους. Είπε για εναγκαλισμό, όχι εύστοχος όρος μόνο αν δηχθούμε ότι ήταν ένας εναγκαλισμός θανάτου. Μας είπε ότι σταμάτησε όταν ένιωσε ότι ήταν λιπόθυμη. Τη πλάκωσε με όλο του το σώμα για να διασφαλίσει ότι δεν θα αντιδράσει. Η Καρολάιν δεν ήταν όρθια και κινούνταν στο χώρο, η κίνηση που καταγράφηκε στο ρoλόι της ήταν από την κίνηση των χεριών της. Ένιωθε κάθε στιγμή ότι βρίσκονταν σε επιθανάτια αγωνία. Σταμάτησε μόνο ότι πέτυχε το σκοπό του. Δεν έκανε τίποτα για να αντιστρέψει την κατάσταση. Ευτυχώς ο κατηγορούμενος δεν σκέφτηκε να αφαιρέσει το έξυπνο ρολόι από το χέρι της Καρολάιν και αυτό είναι θεία δίκη. Η ιατροδικαστής κ. Σπηλιοπούλου είπε ότι το άτομο βρίσκονταν σε κατάσταση μεγάλου στρες. Όλο αυτό λειτούργησε έξι λεπτά. Κατά την ιατροδικαστή ο θάνατος ήταν αγωνιώδης και ακαριαίος».
Παράλληλα, η εισαγγελέας ζήτησε την απόρριψη του αιτήματος του κατηγορουμένου για απόδοση του εγκλήματος σε κατάσταση εν βρασμό ψυχικής ορμής.
Ειδικότερα, ανέφερε ότι: «… Ο κατηγορούμενος δυναμίτισε την υπερασπιστική του γραμμή. Δυσκολεύτηκε πολύ να περιγράψει μια κατάσταση που να αποδεικνύει υπερδιέγερση. Αρκέστηκε στο να επιρρίψει ευθύνες στο θύμα, μίλησε για εξάρσεις θυμού της Καρολάιν. Είπε εκείνο το βράδυ, το θύμα απώθησε το μωρό στο λίκνο. Είπε ότι αυτό τον κινητοποίησε. Του ζητήθηκε να μας πει γιατί ωθήθηκε στην απώλεια διαυγείας. Δεν περιέγραψε όμως κάτι βίαιο. Ο μηχανισμός του θανάτου έλαβε χώρα ενώ το θύμα κοιμόνταν. Μάλιστα, ο κατηγορούμενος έκανε την αυτοκριτική του ως σύζυγος. Πραγματικά με όλο το σεβασμό στη θέση του, πολλές φορές αναρωτήθηκαν κατά την απολογία του, αν καταλάβαινε αν έχει επαφή με το περιβάλλον και αν καταλαβαίνει τι λέει. Επιμήκυνε την απολογία του επί ώρες για να φτάσει στο έγκλημα, για να μας πείσει ότι κάτι απρόσμενο έγινε εκείνο τα βράδυ και κατέλεξε σε αυτό το τέλος. Καθώς ο χρόνος περνούσε είναι απορίας άξιον πως εξακολουθούσε έχει θυμό και γιατί συνεχώς ζητούσε συγνώμη από το θύμα που κοιμόνταν. Τα απέδωσε όλα σε σπασμωδικές κινήσεις ακόμη και το δέσιμο των χεριών του θύματος πισθάγκωνα. Δεν μπορούσε βάσιμα να ισχυριστεί ότι ήταν επικίνδυνη η Καρολάιν για το μωρό. Μας μίλησε για αδέξια κίνηση της μητέρας προς το μωρό χωρίς καμία σκοπιμότητα. Όμως ο ίδιος μας έλεγε ότι ήταν υπεροχή μητέρα, γενναία και ώριμη. Επομένως που καταλήγουμε; Διατυπώνω τη σκέψη ότι φόνος έγινε για ασήμαντη αφορά. Ο ίδιος πολύ καλά στο βάθος της ψυχής του γνωρίζει ότι δεν υπήρχε καμία προφανής αιτία. Κοίμισε το παιδί στο καναπέ και ανέβηκε να σκοτώσει. Ήταν αποφασισμένος να σκοτώσει. Όλα αυτά που είπε ότι τράβαγε τα μαλλιά του και έκλαιγε δεν συνάδει με τις καταθέσεις των αστυνομικών ούτε με τη δολοφονία του σκυλιού. Έχω την εικόνα ενός ανθρώπου που δεν έχει την αίσθηση της συντριβής. Ακόμη και το επιχείρημα ότι σκότωσε θολωμένος καταρρίπτεται από το ότι ο ίδιος εναπόθεσε στο σώμα της νεκρής μάνας το παιδί. Είχε επίγνωση της αδιανόητης σκληρότητας του. Ήθελε να καταστήσει το παιδί μέρος του σκηνικού του φόνου. Για να παραμείνει εκείνος αλώβητος από την αστυνομική διαδικασία που ακλουθούσε. Η βία που ασκήθηκε ήταν τέτοια που της παραμόρφωσε το πρόσωπο. Το ζώο βασανίστηκε όσο και η κοπέλα».
Ειδικότερα, η εισαγγελέας επισήμανε για τον κατηγορούμενο ότι «ο φόνος έγινε δια ασήμαντον αφορμή», επισημαίνοντας πως ο 33χρονος κατέστησε το παιδί του μέρος της σκηνής του εγκλήματος, προκειμένου να φύγει η προσοχή των αστυνομικών από εκείνων, όταν oι ίδιοι μετά το τηλεφώνημά του μπήκαν στη μεζονέτα του ζευγαριού.
Η εισαγγελέας τόνισε ότι «τα γεγονότα είναι αυταπόδεικτα, εκκωφαντικά και δεν αφήνουν περιθώριο ότι ο κατηγορούμενος είναι αυτουργός των πράξεων που του αποδόθηκαν», αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι: «Ο κατηγορούμενος σταμάτησε μόνο όταν πέτυχε το σκοπό του. Όταν ξεκίνησε να φράσει τους αεροφόρους οδούς, ένιωθε το αίσθημα της αγωνίας και της ασφυξίας του θύματος. Μπροστά στα μάτια του εξελίχθηκαν τα ασφυκτικά συμπτώματα. Στα τρία λεπτά η νέκρωση του εγκέφαλου στα πέντε το τέλος της ζωής. Είχε χρόνο να κάνει πίσω, είναι μεγάλος χρόνος το ένα λεπτό αν ήθελε να αναστρέψει κάτι. Στον κατηγορούμενο δεν λειτούργησε καμία αναστολή. Η περιγραφή του κατηγορουμένου ουσιαστικά ήταν κατασκευασμένη στη δική του εκδοχή για να ενισχύσει την εκδοχή του περί λάθους. Είπε για εναγκαλισμό, όχι εύστοχος όρος μόνο αν δηχθούμε ότι ήταν ένας εναγκαλισμός θανάτου. Μας είπε ότι σταμάτησε όταν ένιωσε ότι ήταν λιπόθυμη. Τη πλάκωσε με όλο του το σώμα για να διασφαλίσει ότι δεν θα αντιδράσει. Η Καρολάιν δεν ήταν όρθια και κινούνταν στο χώρο, η κίνηση που καταγράφηκε στο ρoλόι της ήταν από την κίνηση των χεριών της. Ένιωθε κάθε στιγμή ότι βρίσκονταν σε επιθανάτια αγωνία. Σταμάτησε μόνο ότι πέτυχε το σκοπό του. Δεν έκανε τίποτα για να αντιστρέψει την κατάσταση. Ευτυχώς ο κατηγορούμενος δεν σκέφτηκε να αφαιρέσει το έξυπνο ρολόι από το χέρι της Καρολάιν και αυτό είναι θεία δίκη. Η ιατροδικαστής κ. Σπηλιοπούλου είπε ότι το άτομο βρίσκονταν σε κατάσταση μεγάλου στρες. Όλο αυτό λειτούργησε έξι λεπτά. Κατά την ιατροδικαστή ο θάνατος ήταν αγωνιώδης και ακαριαίος».
Παράλληλα, η εισαγγελέας ζήτησε την απόρριψη του αιτήματος του κατηγορουμένου για απόδοση του εγκλήματος σε κατάσταση εν βρασμό ψυχικής ορμής.
Ειδικότερα, ανέφερε ότι: «… Ο κατηγορούμενος δυναμίτισε την υπερασπιστική του γραμμή. Δυσκολεύτηκε πολύ να περιγράψει μια κατάσταση που να αποδεικνύει υπερδιέγερση. Αρκέστηκε στο να επιρρίψει ευθύνες στο θύμα, μίλησε για εξάρσεις θυμού της Καρολάιν. Είπε εκείνο το βράδυ, το θύμα απώθησε το μωρό στο λίκνο. Είπε ότι αυτό τον κινητοποίησε. Του ζητήθηκε να μας πει γιατί ωθήθηκε στην απώλεια διαυγείας. Δεν περιέγραψε όμως κάτι βίαιο. Ο μηχανισμός του θανάτου έλαβε χώρα ενώ το θύμα κοιμόνταν. Μάλιστα, ο κατηγορούμενος έκανε την αυτοκριτική του ως σύζυγος. Πραγματικά με όλο το σεβασμό στη θέση του, πολλές φορές αναρωτήθηκαν κατά την απολογία του, αν καταλάβαινε αν έχει επαφή με το περιβάλλον και αν καταλαβαίνει τι λέει. Επιμήκυνε την απολογία του επί ώρες για να φτάσει στο έγκλημα, για να μας πείσει ότι κάτι απρόσμενο έγινε εκείνο τα βράδυ και κατέλεξε σε αυτό το τέλος. Καθώς ο χρόνος περνούσε είναι απορίας άξιον πως εξακολουθούσε έχει θυμό και γιατί συνεχώς ζητούσε συγνώμη από το θύμα που κοιμόνταν. Τα απέδωσε όλα σε σπασμωδικές κινήσεις ακόμη και το δέσιμο των χεριών του θύματος πισθάγκωνα. Δεν μπορούσε βάσιμα να ισχυριστεί ότι ήταν επικίνδυνη η Καρολάιν για το μωρό. Μας μίλησε για αδέξια κίνηση της μητέρας προς το μωρό χωρίς καμία σκοπιμότητα. Όμως ο ίδιος μας έλεγε ότι ήταν υπεροχή μητέρα, γενναία και ώριμη. Επομένως που καταλήγουμε; Διατυπώνω τη σκέψη ότι φόνος έγινε για ασήμαντη αφορά. Ο ίδιος πολύ καλά στο βάθος της ψυχής του γνωρίζει ότι δεν υπήρχε καμία προφανής αιτία. Κοίμισε το παιδί στο καναπέ και ανέβηκε να σκοτώσει. Ήταν αποφασισμένος να σκοτώσει. Όλα αυτά που είπε ότι τράβαγε τα μαλλιά του και έκλαιγε δεν συνάδει με τις καταθέσεις των αστυνομικών ούτε με τη δολοφονία του σκυλιού. Έχω την εικόνα ενός ανθρώπου που δεν έχει την αίσθηση της συντριβής. Ακόμη και το επιχείρημα ότι σκότωσε θολωμένος καταρρίπτεται από το ότι ο ίδιος εναπόθεσε στο σώμα της νεκρής μάνας το παιδί. Είχε επίγνωση της αδιανόητης σκληρότητας του. Ήθελε να καταστήσει το παιδί μέρος του σκηνικού του φόνου. Για να παραμείνει εκείνος αλώβητος από την αστυνομική διαδικασία που ακλουθούσε. Η βία που ασκήθηκε ήταν τέτοια που της παραμόρφωσε το πρόσωπο. Το ζώο βασανίστηκε όσο και η κοπέλα».