Οι «ξεχασμένοι» της Ναυπηγικής Βιομηχανίας στην Ελλάδα
Του Στέλιου Νομικού Δρ. Οικονομικών Επιστημών LLM Νομικών Επιστημών
«Είναι οξύμωρο η χώρα με την ισχυρότερη ναυτιλία παγκοσμίως να στερείται των υποδομών για την υποστήριξη του στόλου της».
Αυτά ήταν μερικά από τα λόγια με τα οποία ολοκλήρωσε ο Χρήστος Σταϊκούρας την ομιλία του στο Συνέδριο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς με θέμα, «Το Μέλλον της Ναυπηγικής Βιομηχανίας». Όπως εξήγησε ο Υπουργός Οικονομικών στόχος του υπουργείου είναι «ο κλάδος να αναγεννηθεί», καθώς «η ανάκαμψή του θα είναι πολλαπλά επωφελής (….) σε όρους ΑΕΠ, θέσεων εργασίας, εξαγωγών, και – κυρίως – αυτονομίας και διασφάλισης των εθνικών συμφερόντων».
Μόνο που ο Υπουργός με αυτά τα λόγια δεν αναφερόταν στο σύνολο της ναυπηγικής βιομηχανίας στην Ελλάδα, αλλά επικεντρώθηκε στα τρία μεγάλα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, Ελευσίνας και Νεωρίου. Φυσικά κανείς δεν αντιλέγει ότι πρέπει οπωσδήποτε να λειτουργήσουν ξανά και βιώσιμα τα μεγάλα ναυπηγεία της Ελλάδας.
Τί γίνεται όμως με ένα άλλο πολύ μεγάλο και πολύ ζωντανό κομμάτι αυτής της βιομηχανίας, το οποίο προσφέρει αγόγγυστα χρόνια τώρα τις υπηρεσίες του στην ελληνική ναυτιλία και δεν έχει τύχει της ανάλογης αναγνώρισης και φυσικά στήριξης και αναβάθμισης; Ο λόγος για την Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος (ΝΖΠ), στην οποία δραστηριοποιούνται μία σειρά μικρομεσαίων επιχειρήσεων οι οποίες προσφέρουν εργασία στην περιοχή και φέρνουν το πραγματικό εισόδημα στους κατοίκους της. Μάλιστα είναι εντυπωσιακό ότι αν δει κανείς την ευρύτερη περιοχή στον χάρτη, θα ανακαλύψει, ότι το θαλάσσιο μέτωπο στο οποίο εκτείνονται τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά είναι περίπου 1400 μέτρα, ενώ το θαλάσσιο μέτωπο του Περάματος στο οποίο εδρεύουν περί τα 20 μικρομεσαία Ναυπηγεία είναι 1600 μέτρα.
Σημειώνεται εδώ ότι πρόκειται για τα ναυπηγεία που καταλαμβάνουν χώρο έμπροσθεν της θαλάσσιας ζώνης όπου γίνονται οι εργασίες επί των πλοίων, διότι στην πραγματικότητα στην περιοχή δραστηριοποιούνται περί τις 450 ναυπηγοεπισκευαστικές επιχειρήσεις και 280 υποστηρικτικές επιχειρήσεις. Όλες μαζί δίνουν δουλειά σε περίπου 17.000 εργαζομένους και δημιουργούν έναν συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 240.000.000 ευρώ. Κι όμως, όλο αυτό το υπερδραστήριο τμήμα της ελληνικής ναυπηγικής βιομηχανίας για κάποιο περίεργο λόγο πάντα ξεχνιέται όταν έρχεται η ώρα της ενίσχυσης και της στήριξης των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτό.
Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Φραντζή ιδιοκτήτη του ναυπηγείου "G. FRANTZIS LTD", «ο ναυπηγικός κλάδος είναι ο περισσότερο αδικημένος, όπου ενώ θα μπορούσε να προσφέρει δισ. στην ελληνική οικονομία, δυστυχώς δεν καταφέρνει να δραστηριοποιηθεί ουσιαστικά ούτε με επισκευές υφιστάμενων , αλλά ούτε και με κατασκευές νέων πλοίων». Βασικός λόγος είναι ότι τα ναυπηγεία της ΝΖΠ δεν έχουν ενταχθεί ποτέ σε έναν αναπτυξιακό νόμο, δεν έχουν λάβει ποτέ επιχορηγήσεις από ευρωπαϊκά προγράμματα με αποτέλεσμα οι όποιες βελτιώσεις και αναβαθμίσεις σε εγκαταστάσεις και νέες τεχνολογίες, να πραγματοποιούνται με ίδια κεφάλαια.
Η επιχείρησή μας Stelios Nomikos Consultants and Accountants Α.Ε. έχοντας αποκομίσει μεγάλη εμπειρία στην εκπόνηση βιώσιμων Business Plans για τα ναυπηγεία της Ζώνης, διαχειρίζεται το φορολογικό προφίλ σειράς εταιριών που εδρεύουν στην ευρύτερη περιοχή με αποτέλεσμα να γνωρίζει από πρώτο χέρι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρηματίες κάθε μεγέθους. Μέσα από την επικοινωνία μου με τους εκπροσώπους των επιχειρήσεων αυτών, εκφράζεται με ιδιαίτερο προβληματισμό, η διαπίστωση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αδίκως θεωρεί ότι όλα τα ναυπηγεία βρίσκονται στην ίδια μοίρα, έχοντας μάλιστα την αντίληψη ότι από τη στιγμή που τα μεγάλα ναυπηγεία δεν λειτουργούν με τις σωστές διαδικασίες, όλα αυτά τα χρόνια, τότε προφανώς δεν θα λειτουργούν σωστά και τα ιδιωτικά ναυπηγεία της ΝΖΠ. Η αλήθεια είναι ότι η ΕΕ είχε επιβάλει στην Ελλάδα πρόστιμο κατ’ αποκοπή 10 εκατ. ευρώ και ποινή 7,3 εκατ. ευρώ ανά εξάμηνο όσο παρέμενε άλυτο το πρόβλημα των παράνομων κρατικών ενισχύσεων με 700 εκατομμύρια στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά.
Το στίγμα αυτό ήταν αρκετό για την γραφειοκρατία των Βρυξελλών, ώστε να αποκλείσει υγιείς ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα έπρεπε να έχουν και εκείνες την ίδια πρόσβαση όπως όλες οι επιχειρήσεις, σε ευρωπαϊκά προγράμματα ενίσχυσης. Το αποτέλεσμα είναι τα Ναυπηγεία της Ζώνης, να αναπτύσσονται με τις δικές τους δυνάμεις όπως αναφέραμε ανωτέρω, μέσω και του τραπεζικού δανεισμού, με τους ιδιοκτήτες τους να βάζουν ως εγγύηση την προσωπική τους περιουσία προκειμένου να πραγματοποιήσουν την όποια βελτίωση των εγκαταστάσεών τους, των συνθηκών ασφάλειας, της εκπαίδευσης των εργαζομένων τους και πάει λέγοντας.
Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του κ. Φραντζή: «Για τα ναυπηγεία δεν υπάρχει κάποιο ταμείο ώστε να εγγυηθεί για εμάς. Ό,τι κάνουμε γίνεται με τις δικές μας δυνάμεις. Ειδικά τα τελευταία δώδεκα χρόνια με τις αλλεπάλληλες κρίσεις δεν περισσεύει ούτε cent κι έτσι είναι αδύνατον να αγοραστεί ένα νέο ακριβό μηχάνημα ή εργαλείο σύγχρονης τεχνολογίας ή να γίνει ένας εκσυγχρονισμός των χώρων μας. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε το εξωτερικό. Ναι μεν είμαστε υγιείς, είμαστε όμως υγιείς χωρίς χρήματα. Με μειωμένους πελάτες και με χρέη που ναι μεν είναι ρυθμισμένα, αλλά πάντα μας κρατάνε πίσω και δεν μας επιτρέπουν να κυνηγήσουμε τον ανταγωνισμό».
Από όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές, ότι από τη στιγμή που η κυβέρνηση πήρε την πολιτική απόφαση να ενισχύσει την Ναυπηγική Βιομηχανία της Ελλάδας, θα πρέπει να επικεντρωθεί όχι μόνο στα τρία μεγάλα Ναυπηγεία, αλλά να ασχοληθεί και αγκαλιάσει το σύνολο του κλάδου, τις εκατοντάδες επιχειρήσεις και τους χιλιάδες εργαζόμενους που προσφέρουν και αυτοί με την δουλειά τους στην ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας, της βαρύτερης βιομηχανίας της Ελλάδας.
Αυτά ήταν μερικά από τα λόγια με τα οποία ολοκλήρωσε ο Χρήστος Σταϊκούρας την ομιλία του στο Συνέδριο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς με θέμα, «Το Μέλλον της Ναυπηγικής Βιομηχανίας». Όπως εξήγησε ο Υπουργός Οικονομικών στόχος του υπουργείου είναι «ο κλάδος να αναγεννηθεί», καθώς «η ανάκαμψή του θα είναι πολλαπλά επωφελής (….) σε όρους ΑΕΠ, θέσεων εργασίας, εξαγωγών, και – κυρίως – αυτονομίας και διασφάλισης των εθνικών συμφερόντων».
Μόνο που ο Υπουργός με αυτά τα λόγια δεν αναφερόταν στο σύνολο της ναυπηγικής βιομηχανίας στην Ελλάδα, αλλά επικεντρώθηκε στα τρία μεγάλα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, Ελευσίνας και Νεωρίου. Φυσικά κανείς δεν αντιλέγει ότι πρέπει οπωσδήποτε να λειτουργήσουν ξανά και βιώσιμα τα μεγάλα ναυπηγεία της Ελλάδας.
Τί γίνεται όμως με ένα άλλο πολύ μεγάλο και πολύ ζωντανό κομμάτι αυτής της βιομηχανίας, το οποίο προσφέρει αγόγγυστα χρόνια τώρα τις υπηρεσίες του στην ελληνική ναυτιλία και δεν έχει τύχει της ανάλογης αναγνώρισης και φυσικά στήριξης και αναβάθμισης; Ο λόγος για την Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος (ΝΖΠ), στην οποία δραστηριοποιούνται μία σειρά μικρομεσαίων επιχειρήσεων οι οποίες προσφέρουν εργασία στην περιοχή και φέρνουν το πραγματικό εισόδημα στους κατοίκους της. Μάλιστα είναι εντυπωσιακό ότι αν δει κανείς την ευρύτερη περιοχή στον χάρτη, θα ανακαλύψει, ότι το θαλάσσιο μέτωπο στο οποίο εκτείνονται τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά είναι περίπου 1400 μέτρα, ενώ το θαλάσσιο μέτωπο του Περάματος στο οποίο εδρεύουν περί τα 20 μικρομεσαία Ναυπηγεία είναι 1600 μέτρα.
Σημειώνεται εδώ ότι πρόκειται για τα ναυπηγεία που καταλαμβάνουν χώρο έμπροσθεν της θαλάσσιας ζώνης όπου γίνονται οι εργασίες επί των πλοίων, διότι στην πραγματικότητα στην περιοχή δραστηριοποιούνται περί τις 450 ναυπηγοεπισκευαστικές επιχειρήσεις και 280 υποστηρικτικές επιχειρήσεις. Όλες μαζί δίνουν δουλειά σε περίπου 17.000 εργαζομένους και δημιουργούν έναν συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 240.000.000 ευρώ. Κι όμως, όλο αυτό το υπερδραστήριο τμήμα της ελληνικής ναυπηγικής βιομηχανίας για κάποιο περίεργο λόγο πάντα ξεχνιέται όταν έρχεται η ώρα της ενίσχυσης και της στήριξης των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτό.
Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Φραντζή ιδιοκτήτη του ναυπηγείου "G. FRANTZIS LTD", «ο ναυπηγικός κλάδος είναι ο περισσότερο αδικημένος, όπου ενώ θα μπορούσε να προσφέρει δισ. στην ελληνική οικονομία, δυστυχώς δεν καταφέρνει να δραστηριοποιηθεί ουσιαστικά ούτε με επισκευές υφιστάμενων , αλλά ούτε και με κατασκευές νέων πλοίων». Βασικός λόγος είναι ότι τα ναυπηγεία της ΝΖΠ δεν έχουν ενταχθεί ποτέ σε έναν αναπτυξιακό νόμο, δεν έχουν λάβει ποτέ επιχορηγήσεις από ευρωπαϊκά προγράμματα με αποτέλεσμα οι όποιες βελτιώσεις και αναβαθμίσεις σε εγκαταστάσεις και νέες τεχνολογίες, να πραγματοποιούνται με ίδια κεφάλαια.
Η επιχείρησή μας Stelios Nomikos Consultants and Accountants Α.Ε. έχοντας αποκομίσει μεγάλη εμπειρία στην εκπόνηση βιώσιμων Business Plans για τα ναυπηγεία της Ζώνης, διαχειρίζεται το φορολογικό προφίλ σειράς εταιριών που εδρεύουν στην ευρύτερη περιοχή με αποτέλεσμα να γνωρίζει από πρώτο χέρι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρηματίες κάθε μεγέθους. Μέσα από την επικοινωνία μου με τους εκπροσώπους των επιχειρήσεων αυτών, εκφράζεται με ιδιαίτερο προβληματισμό, η διαπίστωση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αδίκως θεωρεί ότι όλα τα ναυπηγεία βρίσκονται στην ίδια μοίρα, έχοντας μάλιστα την αντίληψη ότι από τη στιγμή που τα μεγάλα ναυπηγεία δεν λειτουργούν με τις σωστές διαδικασίες, όλα αυτά τα χρόνια, τότε προφανώς δεν θα λειτουργούν σωστά και τα ιδιωτικά ναυπηγεία της ΝΖΠ. Η αλήθεια είναι ότι η ΕΕ είχε επιβάλει στην Ελλάδα πρόστιμο κατ’ αποκοπή 10 εκατ. ευρώ και ποινή 7,3 εκατ. ευρώ ανά εξάμηνο όσο παρέμενε άλυτο το πρόβλημα των παράνομων κρατικών ενισχύσεων με 700 εκατομμύρια στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά.
Το στίγμα αυτό ήταν αρκετό για την γραφειοκρατία των Βρυξελλών, ώστε να αποκλείσει υγιείς ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα έπρεπε να έχουν και εκείνες την ίδια πρόσβαση όπως όλες οι επιχειρήσεις, σε ευρωπαϊκά προγράμματα ενίσχυσης. Το αποτέλεσμα είναι τα Ναυπηγεία της Ζώνης, να αναπτύσσονται με τις δικές τους δυνάμεις όπως αναφέραμε ανωτέρω, μέσω και του τραπεζικού δανεισμού, με τους ιδιοκτήτες τους να βάζουν ως εγγύηση την προσωπική τους περιουσία προκειμένου να πραγματοποιήσουν την όποια βελτίωση των εγκαταστάσεών τους, των συνθηκών ασφάλειας, της εκπαίδευσης των εργαζομένων τους και πάει λέγοντας.
Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του κ. Φραντζή: «Για τα ναυπηγεία δεν υπάρχει κάποιο ταμείο ώστε να εγγυηθεί για εμάς. Ό,τι κάνουμε γίνεται με τις δικές μας δυνάμεις. Ειδικά τα τελευταία δώδεκα χρόνια με τις αλλεπάλληλες κρίσεις δεν περισσεύει ούτε cent κι έτσι είναι αδύνατον να αγοραστεί ένα νέο ακριβό μηχάνημα ή εργαλείο σύγχρονης τεχνολογίας ή να γίνει ένας εκσυγχρονισμός των χώρων μας. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε το εξωτερικό. Ναι μεν είμαστε υγιείς, είμαστε όμως υγιείς χωρίς χρήματα. Με μειωμένους πελάτες και με χρέη που ναι μεν είναι ρυθμισμένα, αλλά πάντα μας κρατάνε πίσω και δεν μας επιτρέπουν να κυνηγήσουμε τον ανταγωνισμό».
Από όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές, ότι από τη στιγμή που η κυβέρνηση πήρε την πολιτική απόφαση να ενισχύσει την Ναυπηγική Βιομηχανία της Ελλάδας, θα πρέπει να επικεντρωθεί όχι μόνο στα τρία μεγάλα Ναυπηγεία, αλλά να ασχοληθεί και αγκαλιάσει το σύνολο του κλάδου, τις εκατοντάδες επιχειρήσεις και τους χιλιάδες εργαζόμενους που προσφέρουν και αυτοί με την δουλειά τους στην ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας, της βαρύτερης βιομηχανίας της Ελλάδας.