Τέταρτη δόση για τους άνω των 70 και τους 60+ με υποκείμενα νοσήματα - Δεν είναι απαραίτητη για τους υγιείς 30-59
Οι κάτω των 60 μπορούν να επιλέγουν τον εμβολιασμό, εφόσον το επιθυμούν - Στους 4 μήνες η τέταρτη από την τρίτη δόση - Δεν θα είναι υποχρεωτική
Εκτακτη ενημέρωση για την τέταρτη δόση του εμβολίου κατά του κοροναϊού πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Υγείας από την Πρόεδρο της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου και τον Γενικό Γραμματέα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Μάριο Θεμιστοκλέους, στον απόηχο της διχογνωμίας στους κόλπους των ειδικών αναφορικά με τη 2η αναμνηστική δόση του εμβολίου.
Η πρόεδρος της Επιτροπής ανέπτυξε το πρόγραμμα και τις λεπτομέρειες για το Εθνικό Σχέδιο εμβολιασμού, τονίζοντας την αναγκαιότητα της 4ης δόσης του εμβολίου και διευκρίνισε για ποιες ηλικίες κρίνεται απαραίτητη:
«Στις 3 Μαΐου, η Επιτροπή είχε διατυπώσει τη σύσταση εμβολιασμού με 4η δόση σε άτομα ηλικίας 70 ετών και άνω και σε όσους διαμένουν σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων και σε άνω των 60 με υποκείμενα νοσήματα. Η 4η δόση χορηγείται τουλάχιστον τέσσερις μήνες μετά την 3η δόση. Όσοι έχουν νοσήσει, δεν έχουν ανάγκη αναμνηστικής δόσης.
Τώρα, στα τέλη Ιουνίου, επειδή ο ιός ξεφεύγει από τα αντισώματα, παρατηρείται αυξημένος αεριθμός μολύνσεων, οι οποίες λόγω του εμβολιασμού, δεν αποδίδουν σοβαρές ασθένειες.
Συνιστούμε την 4η δόση σε άτομα άνω των 70 και σε όσους διαμένουν σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων και στους άνω των 60 με υποκείμενα νοσήματα.
Για τους κάτω των 60, χωρίς υποκείμενα νοσήματα, δεν είναι απαραίτητη η 4η δόση. Ωστόσο, οι κάτω των 60 θα μπορούν να επιλέγουν τον εμβολιασμό, μετά από συνεννόηση με τον γιατρό τους και εφόσον το επιθυμούν.
Τα εμβόλια έχουν δουλέψει πολύ καλά και το βλέπουμε στους αριθμούς. Εάν έχουμε στα χέρια μας ένα εμβόλιο που μας προστατεύει σε σημαντικό ποσοστό, επιτρέψτε μου να το θεωρήσω λάθος, για τις ευάλωτες ομάδες, να περιμένουν ένα καλύτερο εμβόλιο τον Σεπτέμβριο. Ελπίζω να το έχουμε, αλλά πάντα βαδίζουμε με τα δεδομένα που έχουμε». Εν συνεχεία, η Μαρία Θεοδωρίδου, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, διευκρίνισε ότι η 4η δόση δεν αφορά τον υγιή νεότερο πληθυσμό. «Όσοι αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, θα πρέπει να μιλάνε με τους γιατρούς τους και να λαμβάνουν συμβουλές», σημείωσε.
Τόνισε, δε, ότι δεν θα γίνει υποχρεωτική η 4η δόση και πρόσθεσε ότι δεν υπάρχει εμβόλιο που να μπλοκάρει όλες τις μεταλλάξεις και για τον λόγο αυτόν υπάρχει προβληματισμός για τον Σεπτέμβριο.
Περισσότεροι από 7.618.000 πολίτες έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό τους, που αντιστοιχεί στο 72,6% του γενικού πληθυσμού και 81,2% του ενήλικου. Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ είναι 72,6% επί του γενικού πληθυσμού και 83,2% του ενήλικου πληθυσμού.
Σε σχέση με την αναμνηστική/τρίτη δόση, έχουν πραγματοποιηθεί 5.811.000 εμβολιασμοί, που αντιστοιχεί σε ποσοστό 80,14% των δικαιούχων και οι άνω των 60 ξεπερνούν το 60%.
Σε σχέση με τη δεύτερη αναμνηστική δόση (τέταρτη), στα άτομα άνω των 60 ετών έχουν ήδη πραγματοποιηθεί 332.000 εμβολιασμοί και υπάρχουν άλλα 40.000 μελλοντικά ραντεβού, ποσοστό 17,1% των δικαιούχων, ενώ για την ηλικία 30-59 ετών έχουν ήδη πραγματοποιηθεί 14.000 εμβολιασμοί και έχουν προγραμματιστεί άλλα 18.000 ραντεβού.
Η πρόεδρος της Επιτροπής ανέπτυξε το πρόγραμμα και τις λεπτομέρειες για το Εθνικό Σχέδιο εμβολιασμού, τονίζοντας την αναγκαιότητα της 4ης δόσης του εμβολίου και διευκρίνισε για ποιες ηλικίες κρίνεται απαραίτητη:
«Στις 3 Μαΐου, η Επιτροπή είχε διατυπώσει τη σύσταση εμβολιασμού με 4η δόση σε άτομα ηλικίας 70 ετών και άνω και σε όσους διαμένουν σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων και σε άνω των 60 με υποκείμενα νοσήματα. Η 4η δόση χορηγείται τουλάχιστον τέσσερις μήνες μετά την 3η δόση. Όσοι έχουν νοσήσει, δεν έχουν ανάγκη αναμνηστικής δόσης.
Τώρα, στα τέλη Ιουνίου, επειδή ο ιός ξεφεύγει από τα αντισώματα, παρατηρείται αυξημένος αεριθμός μολύνσεων, οι οποίες λόγω του εμβολιασμού, δεν αποδίδουν σοβαρές ασθένειες.
Συνιστούμε την 4η δόση σε άτομα άνω των 70 και σε όσους διαμένουν σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων και στους άνω των 60 με υποκείμενα νοσήματα.
Για τους κάτω των 60, χωρίς υποκείμενα νοσήματα, δεν είναι απαραίτητη η 4η δόση. Ωστόσο, οι κάτω των 60 θα μπορούν να επιλέγουν τον εμβολιασμό, μετά από συνεννόηση με τον γιατρό τους και εφόσον το επιθυμούν.
Τα εμβόλια έχουν δουλέψει πολύ καλά και το βλέπουμε στους αριθμούς. Εάν έχουμε στα χέρια μας ένα εμβόλιο που μας προστατεύει σε σημαντικό ποσοστό, επιτρέψτε μου να το θεωρήσω λάθος, για τις ευάλωτες ομάδες, να περιμένουν ένα καλύτερο εμβόλιο τον Σεπτέμβριο. Ελπίζω να το έχουμε, αλλά πάντα βαδίζουμε με τα δεδομένα που έχουμε». Εν συνεχεία, η Μαρία Θεοδωρίδου, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, διευκρίνισε ότι η 4η δόση δεν αφορά τον υγιή νεότερο πληθυσμό. «Όσοι αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, θα πρέπει να μιλάνε με τους γιατρούς τους και να λαμβάνουν συμβουλές», σημείωσε.
Τόνισε, δε, ότι δεν θα γίνει υποχρεωτική η 4η δόση και πρόσθεσε ότι δεν υπάρχει εμβόλιο που να μπλοκάρει όλες τις μεταλλάξεις και για τον λόγο αυτόν υπάρχει προβληματισμός για τον Σεπτέμβριο.
Θεμιστοκλέους: 332.000 εμβολιασμοί με δεύτερη αναμνηστική δόση σε άτομα άνω των 60 ετών
Σύμφωνα με τον κ. Θεμιστοκλέους, στην Ελλάδα έχουν πραγματοποιηθεί 21.090.000 εμβολιασμοί, 7.910.000 πολίτες έχουν εμβολιαστεί με τουλάχιστον μια δόση, που αντιστοιχεί σε ποσοστό 75,3% του γενικού πληθυσμού και 84,9% του ενήλικου. Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ είναι 75,2% επί του γενικού πληθυσμού και 85,7% του ενήλικου πληθυσμού.Περισσότεροι από 7.618.000 πολίτες έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό τους, που αντιστοιχεί στο 72,6% του γενικού πληθυσμού και 81,2% του ενήλικου. Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ είναι 72,6% επί του γενικού πληθυσμού και 83,2% του ενήλικου πληθυσμού.
Σε σχέση με την αναμνηστική/τρίτη δόση, έχουν πραγματοποιηθεί 5.811.000 εμβολιασμοί, που αντιστοιχεί σε ποσοστό 80,14% των δικαιούχων και οι άνω των 60 ξεπερνούν το 60%.
Σε σχέση με τη δεύτερη αναμνηστική δόση (τέταρτη), στα άτομα άνω των 60 ετών έχουν ήδη πραγματοποιηθεί 332.000 εμβολιασμοί και υπάρχουν άλλα 40.000 μελλοντικά ραντεβού, ποσοστό 17,1% των δικαιούχων, ενώ για την ηλικία 30-59 ετών έχουν ήδη πραγματοποιηθεί 14.000 εμβολιασμοί και έχουν προγραμματιστεί άλλα 18.000 ραντεβού.