Έγκλημα στην Καβάλα: «Με έβαζε να κουβαλάω 20 κιλά ζωοτροφές ενώ ήμουν έγκυος» έγραφε η 31χρονη στα ασφαλιστικά μέτρα
Δεν μου είχε δώσει ούτε ένα ευρώ, ανέφερε για τον 56χρονο δολοφόνο της που στη συνέχεια αυτοκτόνησε
Την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που είχε κάνει η 31χρονη Άννα κατά του 56χρονου που την δολοφόνησε και στη συνέχεια αυτοκτόνησε, έφερε στο φως η εκπομπή T-live του Alpha:
«Τον Ιανουάριο του 2018 συνάψαμε σχέση και από τον Ιούλιο του 2018 εγκαταστάθηκα στη Λεκάνη Καβάλας όπου και συγκατοικήσαμε.
Όταν ήρθα στη Λεκάνη, είχα μαζί μου 5.000 ευρώ που είχα αποκομίσει από την εργασία μου ως γραφίστρια, χωρίς κανένα άλλο εισόδημα. Η οικία του 56χρονου, όπου διαμέναμε, ήταν σε άθλια κατάσταση και αφιέρωσα χρόνο, κόπο και χρήματα για να την καταστήσω όσο τον δυνατόν κατάλληλη για τη διαβίωση μας.
Συμφωνήσαμε πως εγώ θα συνέχιζα την εργασία μου μέσω διαδικτύου, από την οποία αρκετά ικανοποιητικά, αλλά ο 56χρονος επέμενε να τον ακολουθώ στις στάνες και να εκτελώ χρέη βοηθού του στις κτηνοτροφικές του εργασίες, καθόσον κατέχει 1.000 κατσίκια και δεν είχε προσωπικό.
Λόγω της επιμονής του αυτής, τελικά επέτυχε να αφιερωθώ στην κτηνοτροφία και φυσικά σχεδόν να αφήσω την εργασία μου με συνέπεια να χάσω πολλούς πελάτες μου, καθόσον ήταν ανέφικτο να ανταποκριθώ στις επαγγελματικές μου υποχρεώσεις, λόγω έλλειψης χρόνου».
Οδυνηρή καθημερινότητα
Στη συνέχεια, η 31χρονη αναφερόταν στην καθημερινότητα τους, αλλά και σε όσα έζησε από τη στιγμή που έμεινε έγκυος και μετέπειτα όταν γέννησε. «Η συμβίωση μας αποδείχθηκε άκρως οδυνηρή για μένα, καθόσον από το Δεκέμβριο μέχρι και τον Μάρτιο που γεννάνε τα κατσίκια, βρισκόμασταν στο βουνό από τα ξημερώματα μέχρι αργά το βράδυ, και με πολύ αντίξοες καιρικές συνθήκες (χιόνια, βροχές, παγετός) για να τον βοηθώ, καθώς δεν είχε άλλους εργάτες, παρά μόνο εμένα. Στις ελάχιστες ώρες που δεν είχαμε στις στάνες, εγώ ασχολούμουν με την περιποίηση του σπιτιού.
Όλο τον χρόνο μου, τον αφιέρωνα στην κτηνοτροφική μονάδα, ώστε να τον βοηθάω με την εργασία μου να ανταποκριθεί στις οικονομικές δυσκολίες του, ενώ δεν είχα εικόνα των οικονομικών του συναλλαγών. Η συμβίωση μας ήταν ελεύθερη, χωρίς γάμο και σύμφωνο συμβίωσης.
Χαρακτηριστικό της πλήρους αδιαφορίας του για εμένα είναι το ότι στα τέσσερα συνεχή έτη δεν μου έδωσε ούτε ένα ευρώ για τις προσωπικές μου ανάγκες ή για τις ανάγκες συντήρησης του σπιτιού του, με αποτέλεσμα να δαπανήσω τις 5.000 ευρώ που είχα μαζί μου και χρειάστηκε να χρεωθώ ακόμη 4.500 ευρώ από υπεραναλήψεις στις κάρτες μου.
Όπως ήταν εύλογο, οι οικονομικές δυσκολίες έφεραν προβλήματα στη σχέση μας, καθώς αδυνατούσε κι αρνούνταν να καταλάβει τις ανάγκες μου ως συντρόφου του και τον ενδιέφερε μόνο να του παρέχω βοήθεια στα ζώα, κάτι που εγώ ήδη έκανα από κατανόηση για τα οικονομικά προβλήματα του, ενώ όταν εισέπραττε τις κρατικές επιδοτήσεις για τα κατσίκια δύο φορές τον χρόνο, δεν μου έδινε ούτε ένα ευρώ, καθώς όπως μου έλεγε πήγαιναν στα χρέη του».
«Με έβαζε να κουβαλάω 20 κιλά ζωοτροφές ενώ ήμουν έγκυος»
Σε άλλο σημείο των ασφαλιστικών μέτρων αναφέρεται: «Τον Απρίλιο του 2021 έμεινα έγκυος, αλλά ο 56χρονος το αντιμετώπισε με δυσφορία και αρνητισμό. Μέχρι το τέλος της εγκυμοσύνης μου, εργαζόμουν σκληρά, μεταφέροντας ζωοτροφές με βάρος 20 κιλών σε κουβάδες και αυτό γινόταν κατόπιν συνεχών πιέσεων εκ μέρους του, που αδιαφορούσε παντελώς για την εύθραυστη κατάσταση της υγείας μου.
Λόγω των αντίξοων συνθηκών που βίωσα, γέννησα έξι εβδομάδες νωρίτερα από τον προβλεπόμενο χρόνο τοκετού, ένα υγιέστατο αγοράκι, στο νοσοκομείο Καβάλας το οποίο ο 56χρονος αναγνώρισε.
Παρά αυτά, οι καθημερινές υποχρεώσεις και το πρόγραμμα συνεχίζονταν κανονικά. Κουβαλώντας μαζί μου το νεογέννητο τον βοηθούσα στο τάισμα, άρμεγμα, κτλ με αποτέλεσμα να μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να ασχοληθώ με το νεογέννητο παιδί μου».
Οι απειλές και η καραμπίνα
Όπως περιέγραψε, «η κατάσταση αυτή ήταν αφόρητη για εμένα με αποτέλεσμα να επέλθει σοβαρότατη ρήξη στη σχέση μας. Του ανακοίνωσα πως έπρεπε να δώσω απόλυτη προτεραιότητα στις ανάγκες του μωρού, κάτι που παραδόξως δεν μπορούσε να κατανοήσει.
Μάλιστα στην ουσία με εξεδίωξε από την οικία όπου διαμέναμε, δίνοντάς μου διορία πέντε ημερών για να αποχωρήσω και φυσικά δεν αποχώρησα μόνη μου», καταλήγοντας:
«Οι εντάσεις, οι φιλονικίες και οι απειλές εκ μέρους του έγιναν καθημερινές όχι επειδή του έλειπε το μωρό ή εγώ, αλλά επειδή έχασε τον μοναδικό βοηθό του, καθόσον ο τρόπος συμπεριφοράς απέναντί μου ήταν αυταρχικός, με πλήρη έλλειψη τρυφερότητας στο πρόσωπό μου, αφού στην ουσία με χρησιμοποιούσε ως βοηθό του.
Έφτασε μάλιστα στο έσχατο σημείο να μου πει πως έπρεπε να πνίξει εμένα και το μωρό και μετά να αυτοκτονήσει. Όπως ήταν φυσικό, αυτό μου προξένησε ιδιαίτερο φόβο και ανησυχία καθόσον γνωρίζω πως έχει στην κατοχή του κυνηγετική καραμπίνα».