Τρίκαλα: Θρίλερ με την κλοπή 4.600 λιρών - Ήταν κρυμμένες κάτω από τόνους καυσόξυλων σε σπίτι επιχειρηματία
Στα «μαχαίρια» οικογένεια για 4.600 κλεμμένες λίρες
Στις 15 Δεκεμβρίου στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας με την απολογία της 68χρονης κατηγορουμένης θα συνεχιστεί η δίκη για την κλοπή 4.600 λιρών από το πατρικό επιχειρηματία, σε κωμόπολη των Τρικάλων, η αξία των οποίων αγγίζει τα 2 εκατομμύρια ευρώ, όπως αναφέρθηκε χθες στο δικαστήριο.
Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται η 68χρονη κουνιάδα του 76χρονου επιχειρηματία, κατηγορούμενη για διακεκριμένη κλοπή αντικειμένου αξίας άνω των 120.000 ευρώ κατ’ επάγγελμα, κατά συνήθεια και κατ’ εξακολούθηση, όπως και για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Λίρες που, όπως αναφέρθηκε στο δικαστήριο, αποκτήθηκαν από τις εμπορικές δραστηριότητες του 76χρονου έως το 1973 και βρίσκονταν κρυμμένες σε βαρέλι στα καυσόξυλα από το 1987 μέχρι τις 8 Μαρτίου 2011, οπότε και κλάπηκαν. Έτσι η οικογενειακή υπόθεση έφτασε να εκκρεμεί για περισσότερο από 11 χρόνια, με τις δύο πλέον πλευρές να αντιπαρατίθενται στα δικαστήρια, όπως έγινε και χθες στο Πενταμελές Εφετείο, όπου δεν έλειψαν οι στιγμές έντασης μεταξύ συγγενών.
Αιτία για να διαρραγούν οι άλλοτε καλές οικογενειακές σχέσεις αποτέλεσε ένα δοχείο λαδιού με 4.600 λίρες που ο 76χρονος επιχειρηματίας έκρυψε κάτω από τόνους καυσόξυλων στο πατρικό του σπίτι, «σε μέρος που ήμουνα σίγουρος πως δεν θα φανταζόταν κανείς», όπως χαρακτηριστικά σημείωσε χθες στην κατάθεσή του.
Επίσης, κατέθεσε με ένταση αναφερόμενος στην κουνιάδα του πως «δεν θα μπορούσαμε να το φανταστούμε ποτέ ότι το έκανε δικός μας άνθρωπος. Να σας πω την αμαρτία μου, σε άλλον πήγε το μυαλό μας. Τους είχαμε στη δουλειά μας, τους παντρέψαμε, τους μεγαλώσαμε. Αποδείχτηκε μεγάλος σατανάς…», τόνισε αναφερόμενος στην κουνιάδα του, εξιστορώντας όλη την υπόθεση.
«Μου έλεγε για τον Παλαιοκώστα…»
Πρόσθεσε, ακόμη, ότι η κουνιάδα του για να τους παραπλανήσει απέδιδε την κλοπή σε καταζητούμενο από την ΕΛ.ΑΣ., «μου έλεγε για τον Παλαιοκώστα». Σημείωσε, επίσης, την έκπληξή του όταν από την Αστυνομία Τρικάλων εξιχνίασαν την υπόθεση και πως δράστιδα της κλοπής είναι η κουνιάδα του.
«Εκεί ομολόγησε ότι πήρε τις λίρες, η γυναίκα μου έπαθε σοκ όταν έμαθε ότι είναι η αδερφή της. Τους παρείχαμε τα πάντα… Με πόνο ψυχής το λέω, να τους έχω κάνει τόσα καλά και να με κλέβουν» είπε.
Ακόμη, πρόσθεσε ότι τον διαβεβαίωσαν ότι «θα σου δώσουμε τα λεφτά», διευκρινίζοντας ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ μέχρι σήμερα. Ιδιαίτερα μεγάλο χρηματικό ποσό βρέθηκε στον λογαριασμό της 68χρονης, ποσό που κατασχέθηκε στο πλαίσιο της αστυνομικής έρευνας.
Ερωτηθείς από την πρόεδρο του δικαστηρίου γιατί επέλεξε, αντί κάποιας τραπεζικής θυρίδας, να κρύψει τόσες λίρες κάτω από τα καυσόξυλα και μάλιστα στο πατρικό, ενώ κατοικούσε στην Αθήνα, ο 76χρονος τόνισε πως «δεν ήθελα να το ξέρουν οι τραπεζικοί υπάλληλοι στη Λάρισα», όπου ζούσε τότε, και πρόσθεσε ότι επέλεξε να τις έχει εκτός τραπεζών, έχοντας την αίσθηση της μεγαλύτερης ασφάλειας.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Ελευθερία», στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας χθες κατέθεσαν αρκετοί μάρτυρες, μεταξύ των οποίων και ιερέας των Τρικάλων, ο οποίος, μεταξύ άλλων, σημείωσε πως η 68χρονη του παρέδωσε 42.000 ευρώ σε μετρητά και 50 λίρες, γιατί «δεν είχε πού να τις αφήσει».
Σύμφωνα με τον 76χρονο, οι λίρες που βρέθηκαν στην κατοχή του ιερέα προέρχονται από τις κλεμμένες, όπως και χρηματικά ποσά που βρέθηκαν σε λογαριασμούς τρίτων προέρχονται από την εκποίηση των κλεμμένων λιρών. Να σημειωθεί ότι παρά τα όσα κατέθεσε χθες ο 76χρονος επιχειρηματίας περί ομολογίας της κλοπής στην ΕΛ.ΑΣ., η 68χρονη κουνιάδα του –όπως και πρωτόδικα– ισχυρίζεται πως οι λίρες προέρχονται από την περιουσία του πατρός της και πως δεν ανήκουν στον γαμπρό της. Η οικογενειακή αντιπαράθεση εστίασε, σε αρκετά σημεία της δίκης, στο πόσο φτωχή ή όχι ήταν η οικογένεια των δύο αδερφών.
Σύμφωνα με το onlarissa.gr, η δίκη θα συνεχιστεί στις 15 Δεκεμβρίου με την απολογία της κατηγορουμένης, η οποία υπενθυμίζεται ότι πρωτόδικα, από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας, το 2019 κρίθηκε ένοχη, επιβάλλοντας πολυετή ποινή κάθειρξης (13 ετών), ποινή που της επιβλήθηκε με αναστολή.