ΣτΕ: Αντισυνταγματική η παράταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού των υγειονομικών
Μετά τη δημοσίευση της απόφασης του ΣτΕ παρέχεται η δυνατότητα σε όσους δεν έχουν εμβολιαστεί να επανέλθουν στην εργασία τους κατόπιν σχετικής αιτήσεώς τους
Αντίθετη στις διατάξεις του Συντάγματος κρίθηκε από το Γ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας η παράταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού εργαζομένων σε δομές υγείας μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2022.
Με την απόφαση της επταμελούς συνθέσεως του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου κρίθηκε ότι η παράταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού είναι μη νόμιμη λόγω ελλείψεως επαναξιολογήσεως του μέτρου.
Το Γ' Τμήμα του ΣτΕ πριν αποφανθεί έλαβε υπόψη του προγενέστερες αποφάσεις της Ολομέλειας που είχαν κρίνει ότι τα μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία της δημόσιας υγείας κατά του κορονοϊού (COVID-19), όπως είναι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός εργαζομένων, κ.λπ., πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικώς από τα αρμόδια κρατικά όργανα ανάλογα με τα υφιστάμενα επιδημιολογικά δεδομένα και την εξέλιξη των έγκυρων επιστημονικών παραδοχών.
Έτσι, σημειώνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας κατά τον χρόνο που δημοσιεύθηκε ο ν. 4917/2022 (31-3-2022) και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση (14-4-2022) είχε παρέλθει χρονικό διάστημα 8 και πλέον μηνών από τη λήψη του μέτρου του υποχρεωτικού εμβολιασμού των εργαζομένων σε δομές υγείας, δηλαδή «διάστημα που λόγω της φύσεως του μέτρου και των συνεπειών του υπερβαίνει προδήλως το εύλογο, χωρίς, ωστόσο, να έχει διενεργηθεί επαναξιολόγησή του, βάσει επίκαιρων, κατά τον χρόνο εκείνο, επιστημονικών και επιδημιολογικών στοιχείων, για την αξία, την αποτελεσματικότητα και τις συνέπειες των εμβολίων κατά του κορονοϊού και την πορεία και την εξέλιξη της πανδημίας».
Ούτε όμως προκύπτει, κατά τους συμβούλους Επικρατείας, «βάσει ποίων συγκεκριμένων επιστημονικών δεδομένων ο χρόνος της επαναξιολογήσεως παρατάθηκε έως τις 31-12-2022, δηλαδή τοποθετήθηκε σε χρόνο που επίσης υπερβαίνει τον εύλογο, ενόψει του ότι απέχει 9 μήνες από την ψήφιση του ν. 4917/2022».
Στο ΣτΕ είχε προσφύγει η ΠΟΕΔΗΝ και ζητούσε να ακυρωθεί η από 14.04.2022 απόφαση του υπουργού Υγείας.
Μετά τη δημοσίευση της απόφασης του ΣτΕ παρέχεται η δυνατότητα σε όσους δεν έχουν εμβολιαστεί να επανέλθουν στην εργασία τους κατόπιν σχετικής αιτήσεώς τους.
Με την απόφαση της επταμελούς συνθέσεως του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου κρίθηκε ότι η παράταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού είναι μη νόμιμη λόγω ελλείψεως επαναξιολογήσεως του μέτρου.
Το Γ' Τμήμα του ΣτΕ πριν αποφανθεί έλαβε υπόψη του προγενέστερες αποφάσεις της Ολομέλειας που είχαν κρίνει ότι τα μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία της δημόσιας υγείας κατά του κορονοϊού (COVID-19), όπως είναι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός εργαζομένων, κ.λπ., πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικώς από τα αρμόδια κρατικά όργανα ανάλογα με τα υφιστάμενα επιδημιολογικά δεδομένα και την εξέλιξη των έγκυρων επιστημονικών παραδοχών.
Έτσι, σημειώνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας κατά τον χρόνο που δημοσιεύθηκε ο ν. 4917/2022 (31-3-2022) και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση (14-4-2022) είχε παρέλθει χρονικό διάστημα 8 και πλέον μηνών από τη λήψη του μέτρου του υποχρεωτικού εμβολιασμού των εργαζομένων σε δομές υγείας, δηλαδή «διάστημα που λόγω της φύσεως του μέτρου και των συνεπειών του υπερβαίνει προδήλως το εύλογο, χωρίς, ωστόσο, να έχει διενεργηθεί επαναξιολόγησή του, βάσει επίκαιρων, κατά τον χρόνο εκείνο, επιστημονικών και επιδημιολογικών στοιχείων, για την αξία, την αποτελεσματικότητα και τις συνέπειες των εμβολίων κατά του κορονοϊού και την πορεία και την εξέλιξη της πανδημίας».
Ούτε όμως προκύπτει, κατά τους συμβούλους Επικρατείας, «βάσει ποίων συγκεκριμένων επιστημονικών δεδομένων ο χρόνος της επαναξιολογήσεως παρατάθηκε έως τις 31-12-2022, δηλαδή τοποθετήθηκε σε χρόνο που επίσης υπερβαίνει τον εύλογο, ενόψει του ότι απέχει 9 μήνες από την ψήφιση του ν. 4917/2022».
Στο ΣτΕ είχε προσφύγει η ΠΟΕΔΗΝ και ζητούσε να ακυρωθεί η από 14.04.2022 απόφαση του υπουργού Υγείας.
Μετά τη δημοσίευση της απόφασης του ΣτΕ παρέχεται η δυνατότητα σε όσους δεν έχουν εμβολιαστεί να επανέλθουν στην εργασία τους κατόπιν σχετικής αιτήσεώς τους.