Δίκη για το Μάτι: Συγκλονίζει η κατάθεση μάρτυρα - «Δεν ξέρω πώς είναι η κόλαση, αλλά αυτό που αντίκρισα είναι 10 φορές χειρότερο»
«Παρέλαβα τη μητέρα μου σε μια σακούλα σούπερ μάρκετ», λέει ο κ. Γιαννόπουλος
Συνεχίζονται οι καταθέσεις συγγενών νεκρών στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας για την υπόθεση της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι.
Ο μάρτυρας Νίκος Γιαννόπουλος, ο οποίος είναι και εκπρόσωπος των συγγενών, κατέθεσε επιρρίπτοντας ευθύνες στον δήμαρχο Ραφήνας-Πικερμίου, Ευάγγελο Μπουρνούς, για όσα έγιναν το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018.
Ο μάρτυρας περιέγραψε πως «γύρω στις πέντε παρά δέκα με πήρε η σύζυγός μου πανικόβλητη. Φτάνοντας στις 17:20 στα φανάρια της Αττικής Οδού, ακούω τον Μπουρνούς να λέει κατά λέξη ότι υπάρχει φωτιά στο Νταού και εκκενώνεται το Λύρειο Ίδρυμα και αν ξεφύγει, θα πάει βόρεια προς Διόνυσο. Πήρα τη γυναίκα μου και της το είπα και πήρα και τη μητέρα μου και ήταν μια χαρά. Ο δρόμος άδειος κι ο κόσμος ήρεμος».
Στη συνέχεια όλα άλλαξαν. «Στις 6 κόβεται το ρεύμα. Έπρεπε να βγάλω το αμάξι από το γκαράζ. Πήραμε δύο αυτοκίνητα και πηγαίναμε προς Αγία Μαρίνα. Βγαίνω στη Μαραθώνος, βρέθηκε αστυνομικός που ήθελε να με στείλει στο Μάτι. Τον αγνόησα βρίζοντας και έφυγα. Πήρα τη μητέρα μου "έρχομαι να σε πάρω μην ανησυχείς". Ήταν η τελευταία συνομιλία με τη μητέρα μου», τόνισε ο μάρτυρας.
«Γύρω στις 20:30 που είχε πέσει ο αέρας κατάφερα να πάω προς το Μάτι. Άφησα το αμάξι λίγο πριν από τα ξενοδοχεία. Δεν ξέρω πώς είναι η κόλαση, αλλά αυτό που αντίκρισα ήταν 10 φορές χειρότερο. Φτάνοντας έξω από το σπίτι, βλέπω ένα αμάξι με δύο καμένους μέσα. Βρήκα την πόρτα του σπιτιού σπασμένη. Λέω κάποιος θα μπήκε να τη σώσει. Φώναζα τη μητέρα μου, δεν υπήρχε απόκριση. Πήγα στα νοσοκομεία να την ψάξω. Λέω στη γυναίκα με αυτά που είδα στο Μάτι υπάρχουν νεκροί, έχει γίνει χαμός. Μου λέει "τι λες!". Και μου δείχνει το βίντεο με τον πρωθυπουργό και την περιφερειάρχη. Μας κορόιδευαν ότι δεν υπάρχουν νεκροί. Στις 19:30 υπήρχε άνθρωπος που είχε δει 30 καμένους», περιέγραψε ο κ. Γιαννόπουλος.
Ο μάρτυρας περιέγραψε τη δραματική στιγμή που αντίκρισε τη σορό της μητέρας του.
«Παρέλαβα τη μητέρα μου σε μια σακούλα σούπερ μάρκετ… Με τις τόσες φορές που μπήκα στο σπίτι για να την ψάξω δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι αυτό που νόμιζα καμένη κουρτίνα μπάνιου, ήταν η μητέρα μου», είπε ο μάρτυρας στην κατάθεσή του.
Στο δικαστήριο κατέθεσαν σήμερα και η Μαρίνα και η Βασιλική Λαμπρίδου, που έχασαν τον πατέρα τους, τον πρώτο εγκαυματία που έφτασε στο Κέντρο Υγείας της Νέας Μάκρης, με τον γιατρό εκεί να τον ρωτά αν κάηκε από νερό κατσαρόλας.
«Ακούσαμε για φωτιά στην Κινέτα. Ξαφνικά είδαμε πολλούς μαύρους καπνούς γύρω μας. Ακούσαμε μετά για φωτιά στο Νταού Πεντέλης. Δεν θεωρήσαμε ότι θα μπορούσε να φτάσει σ' εμάς. Φοβηθήκαμε όταν κόπηκε το ρεύμα. Ήμουν μέσα στο σπίτι με τη μητέρα μου, έπαθα κρίση πανικού. Ο πατέρας μου ήταν εξω. Όταν κάποια στιγμή μπήκε στο σπίτι, φώναζε "καίγομαι, πονάω". Την ώρα που φεύγαμε η φωτιά είχε μπει στο οικόπεδο. Βγαίνοντας από το σπίτι είχε καύτρες παντού. Μέχρι την πρώτη είσοδο του Βουτζά δεν ακούσαμε τίποτα. Βρήκαμε μετά ένα περιπολικό και ο πατέρας μου φώναζε "καίγομαι, πονάω". Φτάσαμε στη Νέα Μάκρη στο κέντρο υγείας. Δεν είχαν ιδέα για φωτιά. Μάλιστα, τον ρώτησαν αν κάηκε από κατσαρόλα με νερό! Μετά άρχισε να φτάνει κόσμος. Ο μπαμπάς μου κατέληξε στις 26 Ιουλίου στο ΚΑΤ», τόνισε η μάρτυρας.
Στο δικαστήριο κατέθεσε και η αδελφή της, Βασιλική Λαμπρίδου, η οποία από το παράθυρό της έβλεπε το σπίτι των γονιών της να καίγεται. «Ο σύζυγός μου στις 17:45 μου λέει "πάμε να φύγουμε από το σπίτι γιατί θα καούμε ζωντανοί". Από το παράθυρο του σαλονιού έβλεπα το σπίτι των γονιών μου. Δεν έβλεπα σπίτι πλέον, μόνο μαύρους πυκνούς καπνούς. Πήραμε το παιδί και βγήκαμε έξω. Έπεφταν καύτρες. Είχε πέσει το ρεύμα. Προσπάθησα να καλέσω τους γονείς μου, αλλά τίποτα. Μπήκα με το παιδί στο αμάξι, ο σύζυγός μου στο δικό του. Οδηγούσα σαν μια τρελή ένα smart με ένα 8 μηνών παιδί και δεν ήξερα πού πηγαίνω. Φτάσαμε στο Ματι, ξεκίνησε το μποτιλιάρισμα, αλλά ήμασταν από τους τυχερούς», ανέφερε η μάρτυρας.
Η μάρτυρας, όπως και η αδελφή της, κατέθεσε πως στο Κέντρο Υγείας της Νέας Μάκρης δεν είχαν ιδέα για τη φωτιά.
«Τον παρέλαβαν στο ΚΑΤ και τον έριξαν σε κώμα για να μη νιώθει τον πόνο. Ήταν μέσα κι έξω καμένος περίπου στο 67%. Εμείς μάθαμε τον θάνατο του πατέρα μας από τις ειδήσεις, δεν μας ενημέρωσαν έγκαιρα από το νοσοκομείο. Τον είχε κάψει το θερμικό κύμα και θεώρησε ότι έπρεπε να μπει στην πισίνα για να ηρεμήσει, οι γιατροί μας είπαν ότι ήταν λάθος αυτό βέβαια», περιέγραψε η μάρτυρας.
Στην έναρξη της διαδικασίας κατατέθηκε αίτημα για αυτοπρόσωπη παρουσία των κατηγορουμένων στη δίκη από συνήγορο υποστήριξης της κατηγορίας, το οποίο απορρίφθηκε από το δικαστήριο.
Ο μάρτυρας Νίκος Γιαννόπουλος, ο οποίος είναι και εκπρόσωπος των συγγενών, κατέθεσε επιρρίπτοντας ευθύνες στον δήμαρχο Ραφήνας-Πικερμίου, Ευάγγελο Μπουρνούς, για όσα έγιναν το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018.
Ο μάρτυρας περιέγραψε πως «γύρω στις πέντε παρά δέκα με πήρε η σύζυγός μου πανικόβλητη. Φτάνοντας στις 17:20 στα φανάρια της Αττικής Οδού, ακούω τον Μπουρνούς να λέει κατά λέξη ότι υπάρχει φωτιά στο Νταού και εκκενώνεται το Λύρειο Ίδρυμα και αν ξεφύγει, θα πάει βόρεια προς Διόνυσο. Πήρα τη γυναίκα μου και της το είπα και πήρα και τη μητέρα μου και ήταν μια χαρά. Ο δρόμος άδειος κι ο κόσμος ήρεμος».
Στη συνέχεια όλα άλλαξαν. «Στις 6 κόβεται το ρεύμα. Έπρεπε να βγάλω το αμάξι από το γκαράζ. Πήραμε δύο αυτοκίνητα και πηγαίναμε προς Αγία Μαρίνα. Βγαίνω στη Μαραθώνος, βρέθηκε αστυνομικός που ήθελε να με στείλει στο Μάτι. Τον αγνόησα βρίζοντας και έφυγα. Πήρα τη μητέρα μου "έρχομαι να σε πάρω μην ανησυχείς". Ήταν η τελευταία συνομιλία με τη μητέρα μου», τόνισε ο μάρτυρας.
«Γύρω στις 20:30 που είχε πέσει ο αέρας κατάφερα να πάω προς το Μάτι. Άφησα το αμάξι λίγο πριν από τα ξενοδοχεία. Δεν ξέρω πώς είναι η κόλαση, αλλά αυτό που αντίκρισα ήταν 10 φορές χειρότερο. Φτάνοντας έξω από το σπίτι, βλέπω ένα αμάξι με δύο καμένους μέσα. Βρήκα την πόρτα του σπιτιού σπασμένη. Λέω κάποιος θα μπήκε να τη σώσει. Φώναζα τη μητέρα μου, δεν υπήρχε απόκριση. Πήγα στα νοσοκομεία να την ψάξω. Λέω στη γυναίκα με αυτά που είδα στο Μάτι υπάρχουν νεκροί, έχει γίνει χαμός. Μου λέει "τι λες!". Και μου δείχνει το βίντεο με τον πρωθυπουργό και την περιφερειάρχη. Μας κορόιδευαν ότι δεν υπάρχουν νεκροί. Στις 19:30 υπήρχε άνθρωπος που είχε δει 30 καμένους», περιέγραψε ο κ. Γιαννόπουλος.
Ο μάρτυρας περιέγραψε τη δραματική στιγμή που αντίκρισε τη σορό της μητέρας του.
«Παρέλαβα τη μητέρα μου σε μια σακούλα σούπερ μάρκετ… Με τις τόσες φορές που μπήκα στο σπίτι για να την ψάξω δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι αυτό που νόμιζα καμένη κουρτίνα μπάνιου, ήταν η μητέρα μου», είπε ο μάρτυρας στην κατάθεσή του.
Στο δικαστήριο κατέθεσαν σήμερα και η Μαρίνα και η Βασιλική Λαμπρίδου, που έχασαν τον πατέρα τους, τον πρώτο εγκαυματία που έφτασε στο Κέντρο Υγείας της Νέας Μάκρης, με τον γιατρό εκεί να τον ρωτά αν κάηκε από νερό κατσαρόλας.
«Ακούσαμε για φωτιά στην Κινέτα. Ξαφνικά είδαμε πολλούς μαύρους καπνούς γύρω μας. Ακούσαμε μετά για φωτιά στο Νταού Πεντέλης. Δεν θεωρήσαμε ότι θα μπορούσε να φτάσει σ' εμάς. Φοβηθήκαμε όταν κόπηκε το ρεύμα. Ήμουν μέσα στο σπίτι με τη μητέρα μου, έπαθα κρίση πανικού. Ο πατέρας μου ήταν εξω. Όταν κάποια στιγμή μπήκε στο σπίτι, φώναζε "καίγομαι, πονάω". Την ώρα που φεύγαμε η φωτιά είχε μπει στο οικόπεδο. Βγαίνοντας από το σπίτι είχε καύτρες παντού. Μέχρι την πρώτη είσοδο του Βουτζά δεν ακούσαμε τίποτα. Βρήκαμε μετά ένα περιπολικό και ο πατέρας μου φώναζε "καίγομαι, πονάω". Φτάσαμε στη Νέα Μάκρη στο κέντρο υγείας. Δεν είχαν ιδέα για φωτιά. Μάλιστα, τον ρώτησαν αν κάηκε από κατσαρόλα με νερό! Μετά άρχισε να φτάνει κόσμος. Ο μπαμπάς μου κατέληξε στις 26 Ιουλίου στο ΚΑΤ», τόνισε η μάρτυρας.
Στο δικαστήριο κατέθεσε και η αδελφή της, Βασιλική Λαμπρίδου, η οποία από το παράθυρό της έβλεπε το σπίτι των γονιών της να καίγεται. «Ο σύζυγός μου στις 17:45 μου λέει "πάμε να φύγουμε από το σπίτι γιατί θα καούμε ζωντανοί". Από το παράθυρο του σαλονιού έβλεπα το σπίτι των γονιών μου. Δεν έβλεπα σπίτι πλέον, μόνο μαύρους πυκνούς καπνούς. Πήραμε το παιδί και βγήκαμε έξω. Έπεφταν καύτρες. Είχε πέσει το ρεύμα. Προσπάθησα να καλέσω τους γονείς μου, αλλά τίποτα. Μπήκα με το παιδί στο αμάξι, ο σύζυγός μου στο δικό του. Οδηγούσα σαν μια τρελή ένα smart με ένα 8 μηνών παιδί και δεν ήξερα πού πηγαίνω. Φτάσαμε στο Ματι, ξεκίνησε το μποτιλιάρισμα, αλλά ήμασταν από τους τυχερούς», ανέφερε η μάρτυρας.
Η μάρτυρας, όπως και η αδελφή της, κατέθεσε πως στο Κέντρο Υγείας της Νέας Μάκρης δεν είχαν ιδέα για τη φωτιά.
«Τον παρέλαβαν στο ΚΑΤ και τον έριξαν σε κώμα για να μη νιώθει τον πόνο. Ήταν μέσα κι έξω καμένος περίπου στο 67%. Εμείς μάθαμε τον θάνατο του πατέρα μας από τις ειδήσεις, δεν μας ενημέρωσαν έγκαιρα από το νοσοκομείο. Τον είχε κάψει το θερμικό κύμα και θεώρησε ότι έπρεπε να μπει στην πισίνα για να ηρεμήσει, οι γιατροί μας είπαν ότι ήταν λάθος αυτό βέβαια», περιέγραψε η μάρτυρας.
Στην έναρξη της διαδικασίας κατατέθηκε αίτημα για αυτοπρόσωπη παρουσία των κατηγορουμένων στη δίκη από συνήγορο υποστήριξης της κατηγορίας, το οποίο απορρίφθηκε από το δικαστήριο.