«Πυρά» ΔΣΑ κατά Αρείου Πάγου μετά την απόφαση για τους πλειστηριασμούς
Ο ΔΣΑ εξαπολύει επίθεση και καλεί την Πολιτεία να προχωρήσει σε αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ) ζητά από την κυβέρνηση άμεσες νομοθετικές πρωτοβουλίες και από τις δικαστικές Αρχές απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα, μετά την ταχύτατη δημοσίευση της απόφασης της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για τους πλειστηριασμούς τα funds και τους services.
Πιο συγκεκριμένα, ο ΔΣΑ εξαπολύει επίθεση και καλεί την Πολιτεία να προχωρήσει σε αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών και να προωθήσει ένα μόνιμο, ολοκληρωμένο πλαίσιο ρύθμισης.
Οι δικηγόροι στρέφονται κυρίως κατά των δικαστικών Αρχών, τονίζοντας σε ανακοίνωση, πως «εμβρόντητοι, τόσο εμείς όσο και η ελληνική κοινωνία, μάθαμε από διαρροή στον τύπο το αποτέλεσμα της μυστικής (!) διάσκεψης της Ολομέλειας του ΑΠ, η οποία φέρεται κατά πλειοψηφία να τάσσεται υπέρ των funds και των servicers, στην υπόθεση στην οποία παρενέβη ο ΔΣΑ υπέρ των δανειοληπτών».
Μάλιστα, ο ΔΣΑ, διατυπώνει δημόσια τρία ερωτήματα που έχουν να κάνουν με τον πυρήνα της δικαστικής ανεξαρτησίας:
1ον: Πώς είναι δυνατόν να σχηματίζει δικανική πεποίθηση η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σε 8 ημέρες (!) από το κλείσιμο του φακέλου και να εκδίδει απόφαση κατά το πλήρες αυτής σκεπτικό εντός άλλων 8 ημερών (!)σε ένα δυσχερέστατο νομικό και δικονομικό ζήτημα με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, με χιλιάδες σελίδες υπομνημάτων και σχετικών, την ώρα που μια συνήθης δικαστική απόφαση απαιτεί μήνες μέχρι χρόνια για την έκδοσή της, και όλη η νομική κοινότητα διαρκώς και απολύτως δικαιολογημένα διαμαρτύρεται για το χρόνο απονομής της δικαιοσύνης;
2ον: Θα αποδοθούν ή θα συγκαλυφθούν οι ευθύνες για την εξόφθαλμα παράνομη παραβίαση της μυστικότητας της διάσκεψης του Ανωτάτου Δικαστηρίου;
3ον Πως εξηγείται η πρόωρη γνώση της άνω δικαστικής κρισιολόγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Νοέμβριος 2022), την οποία από την πρώτη στιγμή στηλιτεύσαμε ως μορφή προσπάθειας επηρεασμού της απόφασης;
Ο ΔΣΑ, παράλληλα, επισημαίνει πως, ο υφιστάμενος εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών είναι αναποτελεσματικός, αφού προβλέπει προαιρετική συμμετοχή των τραπεζών και των funds στη διαδικασία ρύθμισης.
«Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά από δυο σχεδόν χρόνια λειτουργίας του θεσμού έχουν γίνει δεκτές μόλις 3.323 αιτήσεις που αντιστοιχούν σε οφειλές 1,085 εκατ. ευρώ σε σχέση με το συνολικό ποσό ιδιωτικού χρέους 270 δις ευρώ, ήτοι οι ρυθμισμένες απαιτήσεις ανέρχονται σε μόλις 0,4% του συνολικού ιδιωτικού χρέους» σημειώνει η ανακοίνωση.
«Οι επιχειρούμενες παρεμβάσεις της κυβέρνησης στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, ως απόρροια της κοινωνικής πίεσης που προκαλεί η επιθετική στρατηγική των funds και των τραπεζών, είναι “αδειανό πουκάμισο”, απολύτως προσχηματικές και αλυσιτελείς, και δεν απαντούν στην ανάγκη εξεύρεσης ουσιαστικής και αποτελεσματικής λύσης στο υφιστάμενο πρόβλημα παρά μόνο έρχονται να επιλύσουν επικοινωνιακού τύπου προεκλογικές στοχεύσεις» προσθέτει.
Καταλήγοντας, υπογραμμίζει πως: «Είναι διαχρονική η ευθύνη των Κυβερνήσεων που δεν επέλυσαν το ζήτημα που απασχόλησε ερμηνευτικά την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και «πέταξαν το μπαλάκι» σε αυτήν ενώ όφειλαν να είχαν ρητά επιλύσει το ζήτημα του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου με σαφή νομοθετική πρόβλεψη».
«Ο ΔΣΑ στο πλαίσιο του θεσμικού του ρόλου και της κοινωνικής του αποστολής έχει ταχθεί σταθερά και έμπρακτα στο πλευρό των οικονομικά αδύναμων συμπολιτών μας είτε των ευάλωτων δανειοληπτών είτε καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας (αποχή από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της πρώτης κατοικίας, παρέμβαση στον Άρειο Πάγο για την υπόθεση της νομιμοποίησης των εταιριών διαχείρισης απαιτήσεων κλπ). Στον αγώνα μας για τη δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου και την κοινωνία παραμένουμε ανυποχώρητοι, όσα εμπόδια κι αν επιχειρούν να θέσουν θεσμικοί και εξωθεσμικοί παράγοντες.
Εμβρόντητοι, τόσο εμείς όσο και η ελληνική κοινωνία, μάθαμε απόδιαρροήστον τύπο το αποτέλεσμα της μυστικής (!) διάσκεψης της Ολομέλειας του ΑΠ, η οποία φέρεται κατά πλειοψηφία να τάσσεται υπέρ των funds και των servicers, στην υπόθεση στην οποία παρενέβη ο ΔΣΑ υπέρ των δανειοληπτών.
Ο ΔΣΑ διατυπώνει δημόσια τρία ερωτήματα που αγγίζουν τον πυρήνα της δικαστικής ανεξαρτησίας:
1ον: Πώς είναι δυνατόν να σχηματίζει δικανική πεποίθηση η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σε 8 ημέρες (!) από το κλείσιμο του φακέλου και να εκδίδει απόφαση κατά το πλήρες αυτής σκεπτικό εντός άλλων 8 ημερών (!) σε ένα δυσχερέστατο νομικό και δικονομικό ζήτημα με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, με χιλιάδες σελίδες υπομνημάτων και σχετικών, την ώρα που μια συνήθης δικαστική απόφαση απαιτεί μήνες μέχρι χρόνια για την έκδοσή της, και όλη η νομική κοινότητα διαρκώς και απολύτως δικαιολογημένα διαμαρτύρεται για το χρόνο απονομής της δικαιοσύνης;
2ον: Θα αποδοθούν ή θα συγκαλυφθούν οι ευθύνες για την εξόφθαλμα παράνομη παραβίαση της μυστικότητας της διάσκεψης του Ανωτάτου Δικαστηρίου;
3ον Πώς εξηγείται η πρόωρη γνώση της άνω δικαστικής κρισιολόγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Νοέμβριος 2022), την οποία από την πρώτη στιγμή στηλιτεύσαμε ως μορφή προσπάθειας επηρεασμού της απόφασης;
Έχουμε επίσης αποδείξει ότι το ελληνικό δημόσιο ζημιώθηκε υπολογισμένα κατά 58,8 δις ευρώ από την εφαρμογή του ευνοϊκού για τις τράπεζες και τα funds ν. 3156/2003 από τις τιτλοποιήσεις, που προβλέπει πλήρη απαλλαγή από δεκατέσσερις (14) φόρους (άμεσο ή έμμεσο φόρο, τέλη χαρτοσήμου, ΦΠΑ, εισφορά ή δικαιώματα υπέρ δημοσίου ή τρίτων). Και η απόδοση κυρίου φόρου να γίνεται στη χώρα προέλευσης του fund και ουχί στην Ελλάδα (Λουξεμβούρο, Ιρλανδία κλπ) Με αυτά τα δεδομένα, ο ΔΣΑ θα διερευνήσει κατ’ αρχάς τη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον των αρμοδίων Ευρωπαϊκών θεσμών για την παραβίαση του άρθρου 107 ΣΛΕΕ που αφορά τις έμμεσες κρατικές επιδοτήσεις στην προκειμένη περίπτωση.
Όπως έχουμε διαχρονικά επισημάνει, η θεσμική προστασία των ευάλωτων οφειλετών μετά την προστασία του ν. 3869/10 διαρκώς φθίνει: τόσο με τον 4345/15 όσο και με τον 4605/19. Με το νέο πτωχευτικό νόμο (4738/20)καταργήθηκε κάθε διάταξη προστασίας της κυριότητας της πρώτης κατοικίας των ευάλωτων δανειοληπτών, δίνοντας τους ως μόνη διέξοδο την παραμονή τους σε αυτή ως μισθωτές.
Ο υφιστάμενος εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών είναι αναποτελεσματικός, αφού προβλέπει προαιρετική συμμετοχή των τραπεζών και των funds στη διαδικασία ρύθμισης. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά από δυο σχεδόν χρόνια λειτουργίας του θεσμού έχουν γίνει δεκτές μόλις 3.323 αιτήσεις που αντιστοιχούν σε οφειλές 1,085 εκατ. ευρώ σε σχέση με το συνολικό ποσό ιδιωτικού χρέους 270 δις ευρώ, ήτοι οι ρυθμισμένες απαιτήσεις ανέρχονται σε μόλις 0,4% του συνολικού ιδιωτικού χρέους.
Οι επιχειρούμενες παρεμβάσεις της κυβέρνησης στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, ως απόρροια της κοινωνικής πίεσης που προκαλεί η επιθετική στρατηγική των funds και των τραπεζών, είναι “αδειανό πουκάμισο”, απολύτως προσχηματικές και αλυσιτελείς, και δεν απαντούν στην ανάγκη εξεύρεσης ουσιαστικής και αποτελεσματικής λύσης στο υφιστάμενο πρόβλημα παρά μόνο έρχονται να επιλύσουν επικοινωνιακού τύπου προεκλογικές στοχεύσεις.
Επίσης είναι διαχρονική η ευθύνη των Κυβερνήσεων που δεν επέλυσαν το ζήτημα που απασχόλησε ερμηνευτικά την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και «πέταξαν το μπαλάκι» σε αυτήν ενώ όφειλαν να είχαν ρητά επιλύσει το ζήτημα του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου με σαφή νομοθετική πρόβλεψη.
Για το λόγο αυτό, καλούμε την Πολιτεία να λάβει άμεσες νομοθετικές πρωτοβουλίες:
α) για την οριζόντια αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας των καλόπιστων και ευάλωτων δανειοληπτών μέχρις ότου παρασχεθεί η άνω λυσιτελής προστασία
β) να θεσπίσει ένα μόνιμο, ολοκληρωμένο, ρεαλιστικό και αποτελεσματικό πλαίσιο ρύθμισης οφειλών για τους καλόπιστους και ευάλωτους οφειλέτες, που θα περιλαμβάνει και την προστασία της κυριότητας πρώτης κατοικίας τους.
Η μόνη «κόκκινη» διαχωριστική γραμμή που χωρίζει καθαρά την κοινωνία σήμερα δεν είναι άλλη από αυτή που διαπερνά εγκάρσια το σώμα της και από τη μια πλευρά της Ιστορίας βρίσκονται όσοι στηρίζουν έμπρακτα τους αδύναμους κρίκους του κοινωνικού συνόλου και από την αντίπερα όχθη, όσοι είτε με τις ενέργειες τους-είτε με την αδιαφορία τους- «βάζουν πλάτη» στις αδηφάγες ορέξεις ισχυρών οικονομικών συσσωματώσεων.
Το δικηγορικό σώμα, πιστό στην ιστορία και τους αγώνες του, έχει επιλέξει να βρίσκεται στη μια πλευρά της Ιστορίας και να δίνει τους αγώνες του αδιαφορώντας αν γίνεται ενοχλητικό σε συμφέροντα και πάσης φύσεως εξουσίες».
Πιο συγκεκριμένα, ο ΔΣΑ εξαπολύει επίθεση και καλεί την Πολιτεία να προχωρήσει σε αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών και να προωθήσει ένα μόνιμο, ολοκληρωμένο πλαίσιο ρύθμισης.
Οι δικηγόροι στρέφονται κυρίως κατά των δικαστικών Αρχών, τονίζοντας σε ανακοίνωση, πως «εμβρόντητοι, τόσο εμείς όσο και η ελληνική κοινωνία, μάθαμε από διαρροή στον τύπο το αποτέλεσμα της μυστικής (!) διάσκεψης της Ολομέλειας του ΑΠ, η οποία φέρεται κατά πλειοψηφία να τάσσεται υπέρ των funds και των servicers, στην υπόθεση στην οποία παρενέβη ο ΔΣΑ υπέρ των δανειοληπτών».
Μάλιστα, ο ΔΣΑ, διατυπώνει δημόσια τρία ερωτήματα που έχουν να κάνουν με τον πυρήνα της δικαστικής ανεξαρτησίας:
1ον: Πώς είναι δυνατόν να σχηματίζει δικανική πεποίθηση η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σε 8 ημέρες (!) από το κλείσιμο του φακέλου και να εκδίδει απόφαση κατά το πλήρες αυτής σκεπτικό εντός άλλων 8 ημερών (!)σε ένα δυσχερέστατο νομικό και δικονομικό ζήτημα με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, με χιλιάδες σελίδες υπομνημάτων και σχετικών, την ώρα που μια συνήθης δικαστική απόφαση απαιτεί μήνες μέχρι χρόνια για την έκδοσή της, και όλη η νομική κοινότητα διαρκώς και απολύτως δικαιολογημένα διαμαρτύρεται για το χρόνο απονομής της δικαιοσύνης;
2ον: Θα αποδοθούν ή θα συγκαλυφθούν οι ευθύνες για την εξόφθαλμα παράνομη παραβίαση της μυστικότητας της διάσκεψης του Ανωτάτου Δικαστηρίου;
3ον Πως εξηγείται η πρόωρη γνώση της άνω δικαστικής κρισιολόγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Νοέμβριος 2022), την οποία από την πρώτη στιγμή στηλιτεύσαμε ως μορφή προσπάθειας επηρεασμού της απόφασης;
Ο ΔΣΑ, παράλληλα, επισημαίνει πως, ο υφιστάμενος εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών είναι αναποτελεσματικός, αφού προβλέπει προαιρετική συμμετοχή των τραπεζών και των funds στη διαδικασία ρύθμισης.
«Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά από δυο σχεδόν χρόνια λειτουργίας του θεσμού έχουν γίνει δεκτές μόλις 3.323 αιτήσεις που αντιστοιχούν σε οφειλές 1,085 εκατ. ευρώ σε σχέση με το συνολικό ποσό ιδιωτικού χρέους 270 δις ευρώ, ήτοι οι ρυθμισμένες απαιτήσεις ανέρχονται σε μόλις 0,4% του συνολικού ιδιωτικού χρέους» σημειώνει η ανακοίνωση.
«Οι επιχειρούμενες παρεμβάσεις της κυβέρνησης στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, ως απόρροια της κοινωνικής πίεσης που προκαλεί η επιθετική στρατηγική των funds και των τραπεζών, είναι “αδειανό πουκάμισο”, απολύτως προσχηματικές και αλυσιτελείς, και δεν απαντούν στην ανάγκη εξεύρεσης ουσιαστικής και αποτελεσματικής λύσης στο υφιστάμενο πρόβλημα παρά μόνο έρχονται να επιλύσουν επικοινωνιακού τύπου προεκλογικές στοχεύσεις» προσθέτει.
Καταλήγοντας, υπογραμμίζει πως: «Είναι διαχρονική η ευθύνη των Κυβερνήσεων που δεν επέλυσαν το ζήτημα που απασχόλησε ερμηνευτικά την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και «πέταξαν το μπαλάκι» σε αυτήν ενώ όφειλαν να είχαν ρητά επιλύσει το ζήτημα του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου με σαφή νομοθετική πρόβλεψη».
Η ανακοίνωση του ΔΣΑ αναλυτικά
«Ο ΔΣΑ στο πλαίσιο του θεσμικού του ρόλου και της κοινωνικής του αποστολής έχει ταχθεί σταθερά και έμπρακτα στο πλευρό των οικονομικά αδύναμων συμπολιτών μας είτε των ευάλωτων δανειοληπτών είτε καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας (αποχή από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της πρώτης κατοικίας, παρέμβαση στον Άρειο Πάγο για την υπόθεση της νομιμοποίησης των εταιριών διαχείρισης απαιτήσεων κλπ). Στον αγώνα μας για τη δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου και την κοινωνία παραμένουμε ανυποχώρητοι, όσα εμπόδια κι αν επιχειρούν να θέσουν θεσμικοί και εξωθεσμικοί παράγοντες.Εμβρόντητοι, τόσο εμείς όσο και η ελληνική κοινωνία, μάθαμε απόδιαρροήστον τύπο το αποτέλεσμα της μυστικής (!) διάσκεψης της Ολομέλειας του ΑΠ, η οποία φέρεται κατά πλειοψηφία να τάσσεται υπέρ των funds και των servicers, στην υπόθεση στην οποία παρενέβη ο ΔΣΑ υπέρ των δανειοληπτών.
Ο ΔΣΑ διατυπώνει δημόσια τρία ερωτήματα που αγγίζουν τον πυρήνα της δικαστικής ανεξαρτησίας:
1ον: Πώς είναι δυνατόν να σχηματίζει δικανική πεποίθηση η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σε 8 ημέρες (!) από το κλείσιμο του φακέλου και να εκδίδει απόφαση κατά το πλήρες αυτής σκεπτικό εντός άλλων 8 ημερών (!) σε ένα δυσχερέστατο νομικό και δικονομικό ζήτημα με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, με χιλιάδες σελίδες υπομνημάτων και σχετικών, την ώρα που μια συνήθης δικαστική απόφαση απαιτεί μήνες μέχρι χρόνια για την έκδοσή της, και όλη η νομική κοινότητα διαρκώς και απολύτως δικαιολογημένα διαμαρτύρεται για το χρόνο απονομής της δικαιοσύνης;
2ον: Θα αποδοθούν ή θα συγκαλυφθούν οι ευθύνες για την εξόφθαλμα παράνομη παραβίαση της μυστικότητας της διάσκεψης του Ανωτάτου Δικαστηρίου;
3ον Πώς εξηγείται η πρόωρη γνώση της άνω δικαστικής κρισιολόγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Νοέμβριος 2022), την οποία από την πρώτη στιγμή στηλιτεύσαμε ως μορφή προσπάθειας επηρεασμού της απόφασης;
Έχουμε επίσης αποδείξει ότι το ελληνικό δημόσιο ζημιώθηκε υπολογισμένα κατά 58,8 δις ευρώ από την εφαρμογή του ευνοϊκού για τις τράπεζες και τα funds ν. 3156/2003 από τις τιτλοποιήσεις, που προβλέπει πλήρη απαλλαγή από δεκατέσσερις (14) φόρους (άμεσο ή έμμεσο φόρο, τέλη χαρτοσήμου, ΦΠΑ, εισφορά ή δικαιώματα υπέρ δημοσίου ή τρίτων). Και η απόδοση κυρίου φόρου να γίνεται στη χώρα προέλευσης του fund και ουχί στην Ελλάδα (Λουξεμβούρο, Ιρλανδία κλπ) Με αυτά τα δεδομένα, ο ΔΣΑ θα διερευνήσει κατ’ αρχάς τη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον των αρμοδίων Ευρωπαϊκών θεσμών για την παραβίαση του άρθρου 107 ΣΛΕΕ που αφορά τις έμμεσες κρατικές επιδοτήσεις στην προκειμένη περίπτωση.
Όπως έχουμε διαχρονικά επισημάνει, η θεσμική προστασία των ευάλωτων οφειλετών μετά την προστασία του ν. 3869/10 διαρκώς φθίνει: τόσο με τον 4345/15 όσο και με τον 4605/19. Με το νέο πτωχευτικό νόμο (4738/20)καταργήθηκε κάθε διάταξη προστασίας της κυριότητας της πρώτης κατοικίας των ευάλωτων δανειοληπτών, δίνοντας τους ως μόνη διέξοδο την παραμονή τους σε αυτή ως μισθωτές.
Ο υφιστάμενος εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών είναι αναποτελεσματικός, αφού προβλέπει προαιρετική συμμετοχή των τραπεζών και των funds στη διαδικασία ρύθμισης. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά από δυο σχεδόν χρόνια λειτουργίας του θεσμού έχουν γίνει δεκτές μόλις 3.323 αιτήσεις που αντιστοιχούν σε οφειλές 1,085 εκατ. ευρώ σε σχέση με το συνολικό ποσό ιδιωτικού χρέους 270 δις ευρώ, ήτοι οι ρυθμισμένες απαιτήσεις ανέρχονται σε μόλις 0,4% του συνολικού ιδιωτικού χρέους.
Οι επιχειρούμενες παρεμβάσεις της κυβέρνησης στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, ως απόρροια της κοινωνικής πίεσης που προκαλεί η επιθετική στρατηγική των funds και των τραπεζών, είναι “αδειανό πουκάμισο”, απολύτως προσχηματικές και αλυσιτελείς, και δεν απαντούν στην ανάγκη εξεύρεσης ουσιαστικής και αποτελεσματικής λύσης στο υφιστάμενο πρόβλημα παρά μόνο έρχονται να επιλύσουν επικοινωνιακού τύπου προεκλογικές στοχεύσεις.
Επίσης είναι διαχρονική η ευθύνη των Κυβερνήσεων που δεν επέλυσαν το ζήτημα που απασχόλησε ερμηνευτικά την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και «πέταξαν το μπαλάκι» σε αυτήν ενώ όφειλαν να είχαν ρητά επιλύσει το ζήτημα του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου με σαφή νομοθετική πρόβλεψη.
Για το λόγο αυτό, καλούμε την Πολιτεία να λάβει άμεσες νομοθετικές πρωτοβουλίες:
α) για την οριζόντια αναστολή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας των καλόπιστων και ευάλωτων δανειοληπτών μέχρις ότου παρασχεθεί η άνω λυσιτελής προστασία
β) να θεσπίσει ένα μόνιμο, ολοκληρωμένο, ρεαλιστικό και αποτελεσματικό πλαίσιο ρύθμισης οφειλών για τους καλόπιστους και ευάλωτους οφειλέτες, που θα περιλαμβάνει και την προστασία της κυριότητας πρώτης κατοικίας τους.
Η μόνη «κόκκινη» διαχωριστική γραμμή που χωρίζει καθαρά την κοινωνία σήμερα δεν είναι άλλη από αυτή που διαπερνά εγκάρσια το σώμα της και από τη μια πλευρά της Ιστορίας βρίσκονται όσοι στηρίζουν έμπρακτα τους αδύναμους κρίκους του κοινωνικού συνόλου και από την αντίπερα όχθη, όσοι είτε με τις ενέργειες τους-είτε με την αδιαφορία τους- «βάζουν πλάτη» στις αδηφάγες ορέξεις ισχυρών οικονομικών συσσωματώσεων.
Το δικηγορικό σώμα, πιστό στην ιστορία και τους αγώνες του, έχει επιλέξει να βρίσκεται στη μια πλευρά της Ιστορίας και να δίνει τους αγώνες του αδιαφορώντας αν γίνεται ενοχλητικό σε συμφέροντα και πάσης φύσεως εξουσίες».