Συγκίνηση και ανατριχίλα προκαλούν οι ιστορίες των οικογενειών των θυμάτων της τραγωδίας στα Τέμπη που έρχονται στο φως της δημοσιότητας.

Ειδικότερα, συγγενείς και φίλοι των θανόντων ανεβαίνουν τον δικό τους γολγοθά.

«Θέλω τη μανούλα μου», λέει, κλαίγοντας το μικρότερο παιδί 36χρονης στρατιωτικού που έχασε τη ζωή της στο μοιραίο τρένο στα Τέμπη.

«Τους είπα ό,τι έχει μείνει θέλω να το θάψω», λέει ο πατέρας του Κύπριου φοιτητή, του ενός εκ των 57 θυμάτων.


Αδελφή θύματος: «Το μικρότερο παιδί της φωνάζει ‘θέλω την μανούλα μου’»

Η Κάτια Δουρμίκα, είναι αδερφή της 36χρονης στρατιωτικού και μητέρας 2 παιδιών που «χάθηκε» στα Τέμπτη, Έλενας Δουρμίκα.

Η Έλενα Δουρμίκα έχασε τη ζωή της στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, ήταν 36 ετών, στρατιωτικός, μητέρα δύο παιδιών και είχε ταξιδέψει στην Αθήνα για υπηρεσιακούς λόγους.

Η τελευταία επικοινωνία που είχε με τον άντρα της ήταν στις 22:30, που του είπε ότι ήταν πολλή ώρα σταματημένοι και πως η γραμμή δεν είχε ρεύμα και θα τους έβαζαν σε άλλη γραμμή.

«Θέλω να πω ότι είναι πολύ άδικο αυτό που έχει γίνει. Το κορίτσι είχε πάει στην Αθήνα να περάσει Επιτροπή, γιατί ήταν αρκετό χρόνο εκτός υπηρεσίας. Έχω πάρα πολύ θυμό μέσα μου, δεν μπορούσε να γίνει υπηρεσιακά αυτή η δουλειά και πηγαινοερχόταν τόσο καιρό το κορίτσι Αθήνα – Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη – Βέροια, Αθήνα – Βέροια», σημείωσε αρχικά η αδερφή της.

Αναφορικά με την οικογένεια του θύματος η κ. Δουρμίκα είπε ότι είναι σε τραγική κατάσταση.

«Θέλω τη μανούλα μου, φωνάζει το μικρότερο παιδί της, ενώ το μεγαλύτερο δεν έχει ξεσπάσει ακόμα», συμπλήρωσε η αδερφή του θύματος.


«Τους είπα ‘ό,τι έχει μείνει θέλω να το θάψω’»

Ο πατήρ Χριστόδουλος, ο πατέρας του αδικοχαμένου στα Τέμπη, Κυπριανού Παπαϊωάννου, μίλησε επίσης στο MEGA για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε την παραλαβή της σορού του παιδιού του.

«Ώρες – ώρες είμαστε άνθρωποι και λυγίζουμε. Είναι κάτι που δεν αντιμετωπίζεται. Έναν χρόνο πριν ο πάππους του Κυπριανού είχε δει όνειρο τον θάνατό του», αποκάλυψε αρχικά ο πατήρ Χριστόδουλος.

Σχετικά με το όνειρο του παππού του φοιτητή, αποκάλυψε πως «ο Κυπριανός, μού έλεγε “μπαμπά να προλάβουμε να κάνουμε τους γάμους”. Το βράδυ του δυστυχήματος, θυμήθηκα το όνειρο. Από πού να ζητήσω δικαιοσύνη, από τους ανθρώπους; Ο Θεός δίνει τη δικαιοσύνη, ας κάνει ό,τι θέλει ο καθένας».

«Δεν με ενδιαφέρει η τιμωρία. Ένιωσα, όταν άγγιζα το κορμί του παιδιού μου τη μαχαιριά, όταν δεν μου τον έδιναν να τον δω. Το πρόβλημα ήταν να βρω το σώμα του. ‘όταν είδα το παιδί και ήταν ακέραιο, ήταν ιλαρό το πρόσωπό του, ήρεμο το πρόσωπό του, χτυπημένο με μώλωπες. Είδα την ψυχή μέσα από αυτόν και τότε ησύχασα. Όταν το σώμα του, το έφερα στην Κύπρο, άνοιξα την σακούλα που μου τον έδωσαν, άνοιξα και το περιποιήθηκα. Ήθελαν να μου τον δώσουν «πακέτο» και να τον θάψω «πακέτο». Τους είπα πως ό, τι έχει μείνει θέλω να το θάψω», συμπλήρωσε ο πατήρ Χριστόδουλος.