Πέρασε τον «σκόπελο» του Πρωτοδικείου η η ρήτρα αναπροσαρμογής - «Αποδεκτή πρακτική» λένε οι δικαστές
Επιπλέον, το δικαστήριο στο σκεπτικό της απόφασης του, επισημαίνει ότι οι ρήτρες αναπροσαρμογής δεν υπόκεινται σε έλεγχο καταχρηστικότητας αλλά μόνο σε έλεγχο διαφάνειας
«Αποδεκτή πρακτική» χαρακτηρίζει το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας τη ρήτρα αναπροσαρμογής, η οποία έχει ανασταλεί από πέρσι, για 12 μήνες, μέχρι και τις 31 Ιουνίου 2023, στην απόφαση του με την οποία απέρριψε τις αγωγές που έχουν κατατεθεί σε βάρος της ΔΕΗ από τις καταναλωτικές οργανώσεις, Δικηγορικούς Συλλόγους, ομοσπονδίες επαγγελματιών, συλλόγους και καταναλωτές.
Με τις αγωγές ζητούνταν η ακύρωση της ρήτρας αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ρεύματος.
Με την δικαστική απόφαση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο επισημαίνει πως πλέον η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας έχει πλέον αναχθεί σε χρηματιστηριακό προϊόν και διαμορφώνεται από το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Στο αυτό το πλαίσιο, οι δικαστές έκριναν ότι : «η ρήτρα όχι μόνο δεν είναι αδόκιμη αλλά συνιστά μία συναλλακτικώς αποδεκτή πρακτική στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου η τιμολογούμενη προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας να ανταποκρίνεται στην αρχής της κοστοστρέφειας.»
Επιπλέον, το δικαστήριο στο σκεπτικό της απόφασης του, επισημαίνει ότι οι ρήτρες αναπροσαρμογής δεν υπόκεινται σε έλεγχο καταχρηστικότητας αλλά μόνο σε έλεγχο διαφάνειας.
Σε κάθε περίπτωση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, λαμβάνοντας υπόψιν τις συνθήκες που επικρατούσαν όταν επιβλήθηκε η ρήτρα αναπροσαρμογής, επισημαίνει ότι «το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα 5.8.2021 η ραγδαία αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας διεθνώς δεν μπορούσε να προβλεφθεί» και προσθέτει : «Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της σχετικής ρήτρας δεν είναι ούτε το όφελος ούτε η βλάβη του πελάτη αλλά η συμμόρφωση της εναγόμενης προς τις προβλεπόμενες στον ΚΠΗΕ αρχές τιμολόγησης ήτοι την αρχή διαφάνειας ως εξειδικεύτηκε με την 409/2020 απόφαση της ΡΑΕ».
Ωστόσο, η απόφαση αναφέρει πως με βάση τον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΦΕΚ Απρίλιο του 2013), οποιοσδήποτε μηχανισμός αναπροσαρμογής των τιμολογίων πρέπει να είναι διαφανής, σαφής ως προς τον υπολογισμό του στον καταναλωτή και να του προσφέρει επαρκείς επιλογές στη διαχείριση του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών . «Ειδικότερα, οι ρήτρες αναπροσαρμογής πρέπει να εκθέτουν κατά τρόπο διαφανή την αιτία και τη μέθοδο μεταβολής του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να ελέγχει τη μεταβολή της τιμής με σαφή, αντικειμενικά κι επαληθεύσιμα κριτήρια», επισημαίνει η απόφαση η οποία προσθέτει πως «η ΔΕΗ μπορεί με τη δική της μόνο θέληση οποιαδήποτε στιγμή που θα διαρκεί η ισχύς του Συμβολαίου να αναπροσαρμόζει τροποποιεί τους όρους και το τιμολόγιο ενώ ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να το καταγγείλει».
Επιπλέον , σύμφωνα με την απόφαση, « ο προμηθευτής υποχρεούται να παράσχει στον αντισυμβαλλόμενό του τη δυνατότητα να λύσει τη σύμβαση, οφείλει δηλαδή να του επιτρέπει να αποδεσμευτεί από τη σύμβαση στο μέτρο που κρίνει ότι είναι ασύμφορη για αυτόν η αναπροσαρμογή».
Με τις αγωγές ζητούνταν η ακύρωση της ρήτρας αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ρεύματος.
Με την δικαστική απόφαση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο επισημαίνει πως πλέον η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας έχει πλέον αναχθεί σε χρηματιστηριακό προϊόν και διαμορφώνεται από το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Στο αυτό το πλαίσιο, οι δικαστές έκριναν ότι : «η ρήτρα όχι μόνο δεν είναι αδόκιμη αλλά συνιστά μία συναλλακτικώς αποδεκτή πρακτική στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου η τιμολογούμενη προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας να ανταποκρίνεται στην αρχής της κοστοστρέφειας.»
Επιπλέον, το δικαστήριο στο σκεπτικό της απόφασης του, επισημαίνει ότι οι ρήτρες αναπροσαρμογής δεν υπόκεινται σε έλεγχο καταχρηστικότητας αλλά μόνο σε έλεγχο διαφάνειας.
Σε κάθε περίπτωση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, λαμβάνοντας υπόψιν τις συνθήκες που επικρατούσαν όταν επιβλήθηκε η ρήτρα αναπροσαρμογής, επισημαίνει ότι «το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα 5.8.2021 η ραγδαία αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας διεθνώς δεν μπορούσε να προβλεφθεί» και προσθέτει : «Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της σχετικής ρήτρας δεν είναι ούτε το όφελος ούτε η βλάβη του πελάτη αλλά η συμμόρφωση της εναγόμενης προς τις προβλεπόμενες στον ΚΠΗΕ αρχές τιμολόγησης ήτοι την αρχή διαφάνειας ως εξειδικεύτηκε με την 409/2020 απόφαση της ΡΑΕ».
Ωστόσο, η απόφαση αναφέρει πως με βάση τον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΦΕΚ Απρίλιο του 2013), οποιοσδήποτε μηχανισμός αναπροσαρμογής των τιμολογίων πρέπει να είναι διαφανής, σαφής ως προς τον υπολογισμό του στον καταναλωτή και να του προσφέρει επαρκείς επιλογές στη διαχείριση του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών . «Ειδικότερα, οι ρήτρες αναπροσαρμογής πρέπει να εκθέτουν κατά τρόπο διαφανή την αιτία και τη μέθοδο μεταβολής του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να ελέγχει τη μεταβολή της τιμής με σαφή, αντικειμενικά κι επαληθεύσιμα κριτήρια», επισημαίνει η απόφαση η οποία προσθέτει πως «η ΔΕΗ μπορεί με τη δική της μόνο θέληση οποιαδήποτε στιγμή που θα διαρκεί η ισχύς του Συμβολαίου να αναπροσαρμόζει τροποποιεί τους όρους και το τιμολόγιο ενώ ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να το καταγγείλει».
Επιπλέον , σύμφωνα με την απόφαση, « ο προμηθευτής υποχρεούται να παράσχει στον αντισυμβαλλόμενό του τη δυνατότητα να λύσει τη σύμβαση, οφείλει δηλαδή να του επιτρέπει να αποδεσμευτεί από τη σύμβαση στο μέτρο που κρίνει ότι είναι ασύμφορη για αυτόν η αναπροσαρμογή».