«Ζούσα με ψυχή που ήταν νεκρή» - Η τραγική ιστορία της 18χρονης Μαρίας που έβαλε τέλος στη ζωή της, αφήνοντας τέσσερα γράμματα
Σε αυτά έγραφε και τους λόγους που την έσπρωξαν στην πράξη αυτή, λέγοντας πως «αισθανόταν ήδη νεκρή» και πως ζούσε με «νεκρή ψυχή»
Με ένα προσωπείο χαράς και αισιοδοξίας κυκλοφορούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της η 18χρονη Μαρία Π., η κοπέλα από τον Βόλο που έδωσε τέλος στη ζωή της βυθίζοντας στο πένθος τη μητέρα και την αδελφή της. Η ψυχή όμως του άτυχου κοριτσιού τα έβλεπε όλα μαύρα, τίποτα δεν τη χαροποιούσε, κανείς δεν μπορούσε να τη βγάλει από το τέλμα κι όλα αυτά μαζί έγιναν θηλιά στον λαιμό της.
Η μαθήτρια της Γ’ τάξης Λυκείου εντοπίστηκε απαγχονισμένη από μία φίλη της που την έψαχνε, καθώς δεν απαντούσε στα τηλεφωνήματά της, ενώ η Αστυνομία σε ένα από τα δωμάτια βρήκε τέσσερα γράμματα: ένα για τη μητέρα της, ένα για τη μεγαλύτερη αδελφή της, ένα για το αγόρι της κι ένα τελευταίο στο οποίο ανέφερε πώς θα ήθελε να γίνουν κάποια πράγματα μετά τον θάνατό της.
Οι λόγοι
Σε αυτό έγραφε και τους λόγους που την έσπρωξαν στην πράξη αυτή, λέγοντας πως «αισθανόταν ήδη νεκρή» και πως ζούσε με «νεκρή ψυχή».
Η άτυχη κοπέλα, που έμενε μόνιμα στον Βόλο με τη μητέρα και την αδελφή της, είχε πάει λίγες ημέρες στο χωριό Κανάλια Μαγνησίας. Μια ημέρα πριν βάλει τέλος στη ζωή της, διασκέδαζε στην πλατεία του χωριού για τα γενέθλια της κολλητής της. Την επομένη, η φίλη της που την έψαχνε τη βρήκε να κρέμεται από αυτοσχέδιο βρόχο νεκρή.
Δυστυχώς, το 2017 η οικογένεια είχε βυθιστεί ξανά στο πένθος, όταν ο πατέρας της Μαρίας είχε πεθάνει στα 54 του νικημένος από τον καρκίνο, ενώ η 25χρονη αδελφή της, Ελένη, έπασχε από κυστική ίνωση και μάλιστα είχε κάνει μεταμόσχευση.
Με ανάρτησή της στο Facebook, η αδελφή της έγραψε μεταξύ άλλων: «Το μωρό μας δεν είναι πια σπίτι. Μοιάζει αδιανόητο και φυσικό ταυτόχρονα. “Γελάω και κλαίω μαζί”, μου είπε πρόσφατα. (…) Το φορτίο που σήκωνε ήταν πολύ βαρύτερο απ’ όσο της αναλογούσε. Νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη που έφτασε ως εδώ, που τα κατάφερε. Εύχομαι ότι έφυγε με την ψυχή της όσο πιο γεμάτη γινόταν. (…) Η ανάγκη της για λύτρωση, όμως, ήταν μεγαλύτερη απ’ οποιαδήποτε άλλη (…) Δεν ήταν καημένη. Ήταν μία επαναστάτρια. Κι ακόμα είναι. Το ωραιότερο μαγκάκι».
Ρεπορτάζ: Εύα Παπαδάτου
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 17/5