∆ικαίωση στο Στρασβούργο για Έλληνα πατέρα: Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε τη χώρα μας για την αδυναμία επικοινωνίας με τα παιδιά του
Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση της οικογενειακής ζωής και επιδίκασε στον προσφεύγοντα 7.500 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη
Απόφαση-βόµβα από το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου (Ε∆∆Α) καταδικάζει την Ελλάδα για αδυναµία εκτέλεσης αποφάσεων επικοινωνίας ενός πατέρα µε τα παιδιά του, που µετακόµισαν µε τη µητέρα τους σε νησί. Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση της οικογενειακής ζωής (Αρθρο 8 της ΕΣ∆Α) και επιδίκασε στον προσφεύγοντα 7.500 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη. Με ένα σκεπτικό-καταπέλτη κρίνει µάλιστα πως δεν αρκεί η αντίδραση των παιδιών στην επικοινωνία µε τον πατέρα τους για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι είχε διακοπεί η µεταξύ τους επαφή. Ο πατέρας, όπως διαπίστωσε το Ε∆∆Α εξετάζοντας το ιστορικό της υπόθεσης, είχε θέσει το ζήτηµα υπόψη των αρµόδιων Αρχών, ζητώντας οριστική ρύθµιση των δικαιωµάτων επικοινωνίας µε τις δύο κόρες του. Ωστόσο, όχι µόνο δεν λύθηκε το ζήτηµα της επικοινωνίας του µε τα παιδιά, αλλά και η σχετική απόφαση που εξέταζε εάν η άρνηση των παιδιών είναι πραγµατική εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2021, δηλαδή έξι χρόνια µετά την προσφυγή στις δικαστικές Αρχές. Το Στρασβούργο κατέληξε πως οι ελληνικές Αρχές δεν έλαβαν όλα τα αναγκαία µέτρα που θα µπορούσαν εύλογα να απαιτηθούν για να επιβάλουν το δικαίωµα του πατέρα να έχει επικοινωνία και να δηµιουργήσει σχέση µε τις κόρες του.
Κι αυτό καθώς από τον Ιανουάριο του 2016 ο προσφεύγων δεν είχε τη δυνατότητα να έχει επικοινωνία µε τα παιδιά του, παρά τις αποφάσεις που του παρείχαν το δικαίωµα αυτό. Με την απόφαση που εκδόθηκε το 2021 από τις ελληνικές δικαστικές Αρχές κρίθηκε ότι η συµπεριφορά των παιδιών είχε επηρεαστεί και από τους δύο γονείς, καθώς και ότι δεν µπορούσε να προσδιοριστεί µε σαφήνεια αν η άρνηση των παιδιών να συναντηθούν µε τον πατέρα τους ήταν γνήσια ή προέκυπτε από τη συµπεριφορά της µητέρας.
Το δικαστήριο επισήµανε περαιτέρω ότι ο προσφεύγων είχε προειδοποιήσει τις Αρχές για τις δυσκολίες που αντιµετώπιζε κατά την επικοινωνία του µε τα παιδιά ήδη από τις αρχές του 2016. Παρά το γεγονός µάλιστα ότι διετάχθη ψυχιατρική αξιολόγηση των παιδιών, η µητέρα αρνήθηκε να συναντηθεί µαζί του. Σε κάθε περίπτωση, το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο έλαβε υπόψη του το επιχείρηµα της κυβέρνησης ότι η αδυναµία του πατέρα να επικοινωνεί τακτικά µε τα παιδιά του ήταν αποτέλεσµα της έντονης αντίδρασης των παιδιών, που διαρκούσε από το 2014. Εν προκειµένω, το δικαστήριο θεώρησε σηµαντικό να επαναλάβει ότι, ενώ η νοµολογία του απαιτεί να λαµβάνονται υπόψη οι απόψεις των παιδιών, ωστόσο το δικαίωµα του παιδιού να εκφράζει τις δικές του απόψεις δεν πρέπει να ερµηνεύεται ως η ουσιαστική παροχή ενός άνευ όρων δικαιώµατος βέτο στα παιδιά, χωρίς να λαµβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες και χωρίς να διενεργείται εξέταση για τον προσδιορισµό του βέλτιστου συµφέροντός τους.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 10/6
7.500 ευρώ επιδικάστηκαν στον πατέρα για την ηθική βλάβη που υπέστη
Κι αυτό καθώς από τον Ιανουάριο του 2016 ο προσφεύγων δεν είχε τη δυνατότητα να έχει επικοινωνία µε τα παιδιά του, παρά τις αποφάσεις που του παρείχαν το δικαίωµα αυτό. Με την απόφαση που εκδόθηκε το 2021 από τις ελληνικές δικαστικές Αρχές κρίθηκε ότι η συµπεριφορά των παιδιών είχε επηρεαστεί και από τους δύο γονείς, καθώς και ότι δεν µπορούσε να προσδιοριστεί µε σαφήνεια αν η άρνηση των παιδιών να συναντηθούν µε τον πατέρα τους ήταν γνήσια ή προέκυπτε από τη συµπεριφορά της µητέρας.
∆εν αρκεί η αντίδραση των ανηλίκων για να δικαιολογήσει το ότι είχε διακοπεί η επαφή µε τον πατέρα τους
Το δικαστήριο επισήµανε περαιτέρω ότι ο προσφεύγων είχε προειδοποιήσει τις Αρχές για τις δυσκολίες που αντιµετώπιζε κατά την επικοινωνία του µε τα παιδιά ήδη από τις αρχές του 2016. Παρά το γεγονός µάλιστα ότι διετάχθη ψυχιατρική αξιολόγηση των παιδιών, η µητέρα αρνήθηκε να συναντηθεί µαζί του. Σε κάθε περίπτωση, το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο έλαβε υπόψη του το επιχείρηµα της κυβέρνησης ότι η αδυναµία του πατέρα να επικοινωνεί τακτικά µε τα παιδιά του ήταν αποτέλεσµα της έντονης αντίδρασης των παιδιών, που διαρκούσε από το 2014. Εν προκειµένω, το δικαστήριο θεώρησε σηµαντικό να επαναλάβει ότι, ενώ η νοµολογία του απαιτεί να λαµβάνονται υπόψη οι απόψεις των παιδιών, ωστόσο το δικαίωµα του παιδιού να εκφράζει τις δικές του απόψεις δεν πρέπει να ερµηνεύεται ως η ουσιαστική παροχή ενός άνευ όρων δικαιώµατος βέτο στα παιδιά, χωρίς να λαµβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες και χωρίς να διενεργείται εξέταση για τον προσδιορισµό του βέλτιστου συµφέροντός τους.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΕΙΡ∆ΑΡΗΣ: Κατά το Ε∆∆Α, οι επιθυµίες των παιδιών έχουν βαρύτητα και πρέπει να λαµβάνονται υπόψη από τα δικαστήρια
Το σχόλιο του ειδικού
Ο δικηγόρος Βασίλης Χειρδάρης, σχολιάζοντας την απόφαση του Ε∆∆Α, επισηµαίνει στα «Π»: «Η παρουσιαζοµένη απόφαση του Ε∆∆Α θέτει ξανά ένα καίριο θέµα: Την εξασφάλιση του βέλτιστου συµφέροντος των παιδιών. Αυτό κατά τη νοµολογία του Ευρωπαϊκού ∆ικαστηρίου είναι ο υπέρτατος κανόνας, που υπερισχύει κάθε άλλου συµφέροντος ή δικαιώµατος. Σε υπόθεση κατά της Ιταλίας, που αφορούσε αφαίρεση ανήλικου τέκνου 2,5 ετών από τη θετή του οικογένεια εξαιτίας παράνοµης υιοθεσίας του, το Ε∆∆Α απεφάνθη ότι το βέλτιστο συµφέρον του παιδιού υπερισχύει ακόµα και της νοµιµότητας. Εκρινε ότι, ανεξαρτήτως της παρανοµίας, δεν έπρεπε να αφαιρεθεί το ανήλικο παιδί από την οικογένεια µε την οποία είχε αναπτύξει ισχυρούς δεσµούς, που ήταν το βέλτιστο συµφέρον του. Η ελληνική απόφαση αξιολογεί -και εδώ είναι η σηµασία της- την άρνηση των παιδιών να επικοινωνήσουν µε γονέα τους. Κατά το Ε∆∆Α, οι επιθυµίες των παιδιών έχουν βαρύτητα και πρέπει να λαµβάνονται υπόψη από τα δικαστήρια. Οσον αφορά το δικαίωµα επικοινωνίας του γονέα, αναφέρει ότι, για να υπερισχύσει το δικαίωµα των παιδιών, στην επιλογή των επιθυµιών τους δεν αρκούν αυτές, αλλά πρέπει να λαµβάνονται και άλλοι παράγοντες και ιδίως το βέλτιστο συµφέρον τους, που είναι απόλυτη προτεραιότητα. Μάλιστα, αναφέρει ότι το βέτο των παιδιών στην επικοινωνία δεν παρέχεται άνευ όρων. Μια άλλη σηµαντική πτυχή της απόφασης του Ε∆∆Α είναι ότι σε περίπτωση αλλαγής τόπου της επικοινωνίας, που απαιτεί σηµαντική µετακίνηση του γονέα, η επικοινωνία πρέπει να προσαρµόζεται ανάλογα, ώστε να διευκολύνεται».*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 10/6