Νοσοκομείο Παίδων “Αγία Σοφία”: Νέα καταγγελία για ξυλοδαρμό γιατρού από εξοργισμένο συνοδό ασθενούς
Ο δράστης προσήχθη -έπειτα από κλήση- στο Αστυνομικό Τμήμα Αμπελοκήπων, αλλά κατόπιν αφέθηκε ελεύθερος
Μια παιδοχειρουργός έπεσε θύμα ξυλοδαρμού κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας της σε γενική εφημερία του νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία» τα ξημερώματα της Πέμπτης (05/10/23). Σύμφωνα με την καταγγελία των εργαζομένων του νοσοκομείου, που δημοσιεύτηκε από την ΟΕΝΓΕ, ένας εξοργισμένος από την αναμονή συνοδός ασθενούς προκάλεσε αναστάτωση στον χώρο των Επειγόντων περιστατικών και επιτέθηκε στον πρώτο γιατρό που βρέθηκε μπροστά του, με κλοτσιές και μπουνιές.
Κατά τη διάρκεια του περιστατικού, τόσο το προσωπικό του νοσοκομείου όσο και οι υπόλοιποι συνοδοί ασθενών παρέμειναν κρυμμένοι λόγω του φόβου τους, παρακολουθώντας αμέτοχοι τον ξυλοδαρμό της γιατρού. Όπως σημειώνεται στην καταγγελία, αμέτοχο παρέμεινε και το προσωπικό ασφαλείας του νοσοκομείου, αφού αρνήθηκε να παρέμβει, επικαλούμενο την έλλειψη δικαιοδοσίας, όπως αναφέρεται στην καταγγελία.
Ο δράστης συνελήφθη αργότερα από την Αστυνομία ύστερα από κλήση στο Αστυνομικό Τμήμα Αμπελοκήπων. Η γιατρός παρείχε τα στοιχεία της και λεπτομέρειες για το περιστατικό, αλλά δεν μπόρεσε να παραστεί η ίδια τη στιγμή της προσαγωγής του δράστη για να καταθέσει. Ωστόσο, τέσσερις ώρες αργότερα, το Αστυνομικό Τμήμα Αμπελοκήπων και η ΓΑΔΑ ενημέρωσαν τη γιατρό ότι ο δράστης αφέθηκε ελεύθερος, καθώς αυτή δεν παρευρισκόταν κατά την προσαγωγή του για να καταθέσει. Επίσης, αρνήθηκαν να παραδώσουν τα προσωπικά στοιχεία του δράστη προκειμένου να υποβληθεί μήνυση εναντίον του.
Οι εργαζόμενοι αναφέρουν πως αυτό είναι το δεύτερο περιστατικό ξυλοδαρμού εντός του έτους στον χώρο των Επειγόντων περιστατικών. Τονίζουν πως αισθάνονται «εκτεθειμένοι και εξοργισμένοι» από το περιστατικό, επισημαίνουν την έλλειψη αποτελεσματικής ασφάλειας στο νοσοκομείο και την ανάγκη για πλήρη νομική προστασία και υποστήριξη των υγειονομικών που δέχονται επιθέσεις κατά τη διάρκεια της εργασίας τους. Τέλος, καταγγέλλουν την «αδιαφορία της διοίκησης για θέματα που αφορούν την ασφάλεια και τις εργασιακές συνθήκες του προσωπικού».