Πολύ κοντά στην επίτευξη ενός πάγιου εθνικού στόχου βρίσκεται η Ελλάδα, περιμένοντας τις τελικές αποφάσεις των ηγετών της Ευρώπης για την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τον κανόνα του ελλείμματος και το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο που θα ισχύσει από το 2024.

Η συγκυρία είναι άκρως ευνοϊκή για την επίτευξη της μεγάλης αυτής εθνικής επιδίωξης, δεδομένου ότι η Γερμανία αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες, ενώ με το αίτημα αυτό συντάσσονται αναφανδόν η Γαλλία, που αποτελεί έναν από τους βασικούς εξαγωγείς οπλικών συστημάτων, αλλά και η Ιταλία, η οποία έχει το δεύτερο μεγαλύτερο χρέος στην Ευρωζώνη.

Διαβάστε ακόμα: Νέα θετική εξέλιξη από το Ecofin: Εκτός ελλείμματος οι αμυντικές δαπάνες


Λύνει τα χέρια η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών 

Αρμόδιοι παράγοντες στην Αθήνα που κινούνται για την ώρα σε μετριοπαθείς κλίμακες δεν κρύβουν την αισιοδοξία τους ότι μία τέτοια εξέλιξη θα λύσει τα χέρια στο οικονομικό επιτελείο αλλά και στον ίδιο τον πρωθυπουργό για περαιτέρω φορολογικές ανάσες και εισοδηματικές ενισχύσεις προς τα νοικοκυριά, με βάση τον δημοσιονομικό χώρο που θα απελευθερώσει η νέα λογιστική αποτύπωση των εξοπλιστικών δαπανών στον κρατικό προϋπολογισμό.

Ο ευρωπαϊκός κανόνας που ισχύει σήμερα προβλέπει καταγραφή της συνολικής αξίας των δαπανών για την Άμυνα στο έτος της φυσικής παραλαβής του στρατιωτικού εξοπλισμού. Για παράδειγμα, όσον αφορά τα έξι νέα μαχητικά αεροσκάφη που θα αποκτήσει η Πολεμική Αεροπορία στις αρχές του νέου έτους, ακόμη και αν η εξόφλησή τους γίνει σε δόσεις, το συνολικό κόστος της αγοράς θα πρέπει να εγγραφεί στον Προϋπολογισμό του 2024.

Πράγμα που δυσκολεύει τον σχεδιασμό και απαιτεί μία προσεκτική διαχείριση στα έσοδα και τις δαπάνες, ώστε να καταστεί εφικτός ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα, καθώς ο πήχυς για το 2024 ανεβαίνει στο 2,1% του ΑΕΠ από 1,1% του ΑΕΠ φέτος. Την ίδια στιγμή τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο μετά τον «κόφτη» του 2,6% στον ρυθμό μεταβολής των καθαρών πρωτογενών δαπανών (σ.σ.: 100 δισ. ευρώ για το 2023) που βάζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, καθώς αυτή η αύξηση μεταφράζεται σε επιπλέον πόρους μόλις 2,6 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο για κοινωνική πολιτική καλύπτοντας οριακά το νέο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, την αύξηση των συντάξεων, τα επιδόματα θέσης, την αύξηση του αφορολογήτου για τις οικογένειες με παιδιά, τη μονιμοποίηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ και τις πρόσθετες εκπτώσεις 10% στον ΕΝΦΙΑ για ασφάλιση κατοικιών από φυσικές καταστροφές.


Τα σενάρια

Αυτές που δεν χωρούν στο καλάθι είναι οι δαπάνες για την εξοπλιστική ενίσχυση της χώρας, καθώς για το 2024 το κόστος ανεβαίνει στο ποσό των 6,1 δισ. ευρώ από 5,7 δισ. ευρώ το 2023, 7 δισ. ευρώ που εκταμιεύτηκαν το 2022, 5,8 δισ. ευρώ το 2021, 3,9 δισ. ευρώ το 2020 και 3,5 δισ. ευρώ το 2019. Η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να ζητά ειδική μεταχείριση, με εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τη διαδικασία υπολογισμού του υπερβολικού ελλείμματος, αν όχι για το σύνολο του ποσού που αποτελεί έναν εξαιρετικά δύσκολο στόχο, τουλάχιστον για ένα μεγάλο κομμάτι από τα εξοπλιστικά κονδύλια.

Πάνω στο τραπέζι υπάρχουν δύο ακόμη σενάρια: το πρώτο προβλέπει καταγραφή της δαπάνης με βάση τον ρυθμό εξόφλησης του αμυντικού εξοπλισμού και το δεύτερο την εξαίρεση από τον κανόνα του ελλείμματος του πρόσθετου κόστους που θα προκύπτει από τον μέσο όρο της προηγούμενης τριετίας ή σε σχέση με τη δαπάνη της προηγούμενης χρήσης. Και στις δύο περιπτώσεις, οι ανάσες για τον προϋπολογισμό θα είναι σημαντικές - και χωρίς να απειλούν με παραβίαση του κριτηρίου της Συνθήκης του Μάαστριχτ για δημοσιονομικό έλλειμμα μικρότερο από 3% του ΑΕΠ.

Ειδικά, μάλιστα, μετά την αξιοθαύμαστη πρόοδο που έχει σημειωθεί στην οικονομική πολιτική, με επισφράγισμα την επενδυτική βαθμίδα που έχει φθάσει να απονείμει ο ένας διεθνής οίκος μετά τον άλλο και μέσα από μία καταιγίδα θετικών αξιολογήσεων για την ταχύτητα της ανάπτυξης, τη δραστική αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους και τις πρόωρες αποπληρωμές δανείων παρά τις τρεις διαδοχικές οικονομικές κρίσεις. Το τοπίο για την εξαίρεση των στρατιωτικών δαπανών από τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος θα ξεκαθαρίσει πιθανότατα μέσα στην επόμενη εβδομάδα στο έκτακτο Eurogroup των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, όπου την Ελλάδα θα εκπροσωπήσει ο Κωστής Χατζηδάκης.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή