Εγκαινιάζεται την Παρασκευή στη 1 το μεσημέρι παρουσία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, το αναστηλωμένο ανάκτορο των Αιγών. Πρόκειται για το μεγαλοπρεπές κτήριο που έχτισε ο Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας όπου και στέφθηκε βασιλιάς ο Μέγας Αλέξανδρος μετά την δολοφονία του πατέρα του.

Κατά τα εγκαίνια ο πρωθυπουργός θα ξεναγηθεί από την Επίτιμη Έφορο Αρχαιοτήτων, Αγγελική Κοτταρίδη. H υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δεν θα παραστεί στα εγκαίνια, όπως ήταν προγραμματισμένο, καθώς διαγνώστηκε σήμερα με Covid.

Σε βίντεο που δημοσιεύθηκε προ τεσσάρων ετών στον επίσημο λογαριασμό στο Youtube του ΕΣΠΑ στην Ελλάδα, η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας κυρία Αγγελική Κοτταρίδη μιλούσε για το κτήριο που θεωρείται εφάμιλλης σημαντικότητας με τον Παρθενώνα και των προσπαθειών που γίνονταν για την αναστήλωσή του. «Το ανάκτορο είναι τρεις φορές μεγαλύτερο από τον Παρθενώνα σε εμβαδόν (περίπου 12.000 τ.μ.) και αποτελεί έργο σπουδαίου αρχιτέκτονα του 4ου αιώνα π.Χ., χωρίς να αποκλείεται να είναι του Πυθέου. Λειτουργούσε ως διοικητικό κέντρο και αποτέλεσε πρότυπο για τα ανάκτορα της ελληνιστικής επικράτειας», λέει στην κάμερα.

Δείτε βίντεο με την περιήγηση στον χώρο κατά την διάρκεια των αναστηλώσεων:


Βασιλική Νεκρόπολη και  Ανάκτορο των Αιγών στην Βεργίνα

Το Ανάκτορο «είναι ίσης αξίας με τον Παρθενώνα. Δεν ήταν το σπίτι του βασιλιά, είναι το Μέγαρο Μαξίμου, είναι το κέντρο της διοίκησης, που δεν απευθύνεται στα μέλη της κυβέρνησης μόνο, αλλά σε όλους τους πολίτες των Αιγών. Το περιστύλιο είναι ο τόπος συνάθροισης των πολιτών, χωράει περίπου 4.000 άτομα και οι Αιγές δεν είχαν παραπάνω άνδρες. Συγκεντρώνει όλες τις δραστηριότητες που είχε η πολιτική αγορά. Αυτό είναι το Ανάκτορο των Αιγών και είναι η ιδέα της ‘πεφωτισμένης δεσποτείας’, πώς εφαρμόζεται σε μία νέα τάξη πραγμάτων που ο Φίλιππος και η πεφωτισμένη ομάδα που τον στηρίζει θέλει να ξεκινήσει και να επιβάλλει και το καταφέρνει» υπογραμμίζει η κ. Κοτταρίδη.

 «Αυτό το Ανάκτορο όταν θα το έχουμε, θα ξαναγράψουμε την ιστορία της αρχαίας αρχιτεκτονικής. Αυτό το μνημείο μας έχει μάθει πάρα πολλά. Είναι πραγματικά κορυφαίο. Είναι ένα θαύμα τεχνικής και αυτό το διαπιστώνουμε σε όλα τα επίπεδα» συνεχίζει η κ. Κοτταρίδη. «Ο αρχιτέκτονας του μνημείου, τονίζει, εμπνέεται τόσο από τις θεωρίες των Πυθαγορείων όσο και από τις θεωρίες του Πλάτωνα, τα πάντα ανταποκρίνονται στον λόγο της ‘χρυσής τομής’, ενώ στην κάτοψη ενσωματώνει όλη τη θεωρία του Πλάτωνα για την ψυχή του κόσμου», λέει.

 «Αυτό είναι μία συγκλονιστική ιστορία. Σημαίνει ότι μιλάμε για ένα εξαιρετικά μορφωμένο κύκλο ανθρώπων, δηλαδή μας βοηθάει να αναθεωρήσουμε τις ιδέες που είχαμε από τα βιβλία του σχολείου και κυρίως από τους λίβελους του Δημοσθένη για τον Φίλιππο και το περιβάλλον του, μας δείχνει τη στενή σχέση της Μακεδονίας με τους πλατωνικούς του βασιλείου και κυρίως μας δείχνει πώς αυτοί σκέφτηκαν και εφάρμοσαν την ιδέα της ‘πεφωτισμένης δεσποτείας’ στην αρχιτεκτονική. Αυτό λοιπόν το κτήριο το έχουμε στην Ελλάδα και ευτυχώς σώθηκε ένα μεγάλο κομμάτι των δαπέδων, σώθηκαν οι τοιχοβάτες σε πολλά σημεία, άρα μπορούμε με ακρίβεια και απόλυτη βεβαιότητα να το αναπαραστήσουμε σε ποσοστό 90 τοις εκατό» αναφέρει.

Περιγράφοντας την πορεία των έργων, η κ. Κοτταρίδη τονίζει ότι αποχωμάτωση για την αποκάλυψη του μνημείου δεν έγινε ποτέ. «Έγινε συστηματικότατη ανασκαφή με κάναβο, λες και σκάβαμε προϊστορικά. Είχαμε, λοιπόν, εκπληκτικά ευρήματα, γιατί πολλά κομμάτια ήταν πεσμένα ή αποτεθειμένα στα μπάζα. Αντίστοιχη δουλειά, με το ‘βελόνι’, έχει η Ακρόπολη, γιατί κι εκεί είχαν να κεντήσουν και να βρουν θραυσματάκια. Όλο αυτό το έργο είναι μια εποποιία» δηλώνει η κ. Κοτταρίδη, σημειώνοντας πως τον επόμενο χρόνο θα κυκλοφορήσει μία ειδική έκδοση που θα παρουσιάζει όλα αυτά τα αρχιτεκτονικά μέλη και τη θέση τους στο χώρο.

 «Έχουμε καταγράψει πάνω από 4.000 αρχιτεκτονικά μέλη. Κομμάτια του περιστυλίου, επιστύλια, χαρακτηριστικά στοιχεία του Ανακτόρου. Μαζεύουμε τα θραύσματά του, τα οποία συναρμόζονται στο κομμάτι που θα αναπλαστεί στο μουσείο και μας οδηγούν σε καταπληκτικές νέες ανακαλύψεις, οι οποίες έχουν πραγματικά χέρια, πόδια και κεφάλι και δεν είναι πυροτεχνήματα και ευφυολογήματα ή ιστορίζοντα θεωρήματα με λήψη του ζητουμένου, γιατί ξεκινάμε από τις πέτρες και οι πέτρες είναι ειλικρινείς, δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Έχεις δεδομένα αυστηρά και βαριά» συνεχίζει.

Πώς αναστηλώθηκε το μεγαλοπρεπές ανάκτορο όπου στέφθηκε βασιλιάς ο Μέγας Αλέξανδρος

Επίκεντρο του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος, με το οποίο ο Φιλίππος Β΄ (359-336 π.Χ.) εκσυγχρόνισε και αναβάθμισε τις Αιγές, τη βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων, είναι το ανάκτορο, το «βασίλειον» των Αιγών –με την αρχαία ονομασία του- με έκταση περ. 15.000 τ.μ. Πρόκειται για το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας.

Δείτε φωτογραφίες:





 Το αναστηλωμένο και αποκατεστημένο ανάκτορο του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας, στις Αιγές

Ο αρχιτέκτονας συγχώνευσε με τρόπο εξαιρετικά εφευρετικό παραδοσιακά στοιχεία και ριζοσπαστικές επινοήσεις Το κτίριο άρχισε να κατασκευάζεται στα μέσα του 4ου αι. και είχε ολοκληρωθεί το 336 π.Χ., όταν ο Φίλιππος Β΄, στο αποκορύφωμα του εορτασμού της παντοδυναμίας του, δολοφονήθηκε, καθώς έμπαινε στο γειτονικό θέατρο. Στο μεγάλο περιστύλιο του ανακτόρου ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Μακεδόνων ο Αλέξανδρος Γ΄ (Αρριανός, Αλ. Α. 1.25.1 - 2 ) και ξεκίνησε την πορεία που θα άλλαζε τον κόσμο.

Το ανάκτορο καταστράφηκε παραδειγματικά στα μέσα του 2ου αι.π.Χ., μετά την οριστική κατάλυση του βασιλείου από τους Ρωμαίους του Μέτελλου, το 148 π.Χ. Ό,τι απέμεινε από τη λιθαρπαγή, που συνεχίστηκε για αιώνες, αποκαλύφθηκε με την ανασκαφή που ξεκίνησε το 1865 και συνεχίστηκε τον 20ό αιώνα, τη δεκαετία του 1930 και τις δεκαετίες του 1950-1960.

Το έργο συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του μνημείου που πραγματοποιήθηκε από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας με αυτεπιστασία. Διήρκεσε από το 2007 μέχρι το 2023 ως συγχρηματοδοτούμενο έργο διαδοχικών ευρωπαϊκών προγραμμάτων, με συνολικό προϋπολογισμό 20.300.000 ευρώ. Το έργο επεκτάθηκε στο σύνολο της έκτασης του μνημείου (15.000 τ.μ.) και στον περιβάλλοντα χώρο αυτού σε συνολική έκταση περ. 25.000 τ.μ.

Έγινε εκ νέου αποκάλυψη των λειψάνων, ανασκαφή και στρωματογραφική τεκμηρίωση, συντήρηση και συστηματική καταγραφή όλων των κινητών ευρημάτων και των λίθινων αρχιτεκτονικών μελών (πολλές δεκάδες χιλιάδες), τεκμηρίωση και στερέωση των σωζόμενων στοιχείων στην θέση τους, συντήρηση και αισθητική αποκατάσταση των ψηφιδωτών και των μαρμαροθετημάτων των δαπέδων (περ. 1.400 τ.μ.), στερέωση, συμπλήρωση και αποκατάσταση θεμελιώσεων και υποβάσεων, αναστήλωση κιονοστοιχιών επιτόπου και αναστήλωση τμήματος του άνω ορόφου της πρόσοψης στο αίθριο του μουσείου, καθώς και το μεγάλο έργο αντιστήριξης του πρανούς πάνω στο οποίο βρίσκεται το μνημείο.

Επιστημονικά και διοικητικά υπεύθυνη του έργου σε όλες τις φάσεις ήταν η Δρ Αγγελική Κοτταρίδη, αρχαιολόγος και επιβλέποντες της τελικής φάσης ήσαν οι: Ολυμπία Φελεκίδου, πολιτικός μηχανικός-αναστηλώτρια, Κική Κυρηττοπούλου, αρχιτέκτων, Εύα Κοντογουλίδου, αρχαιολόγος, Κώστας Τζίμπουλας, συντηρητής αρχαιοτήτων, Γιώργος Κωνσταντινόπουλος, εργατοτεχνίτης.