Τα τελευταία χρόνια, όπως αναδεικνύουν πολλές έρευνες, ο τοµέας των Μέσων Μαζικής Ενηµέρωσης έρχεται µπροστά σε µια διττή πρόκληση: Πώς θα διατηρήσει την εµπιστοσύνη των πολιτών, την ώρα που «διογκώνεται» το φαινόµενο της παραπληροφόρησης και παράλληλα αφήνουµε πίσω µας την κλασική εποχή των ΜΜΕ.

Το ζήτηµα µάλιστα φαίνεται να απασχολεί και σε ένα γενικότερο κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, αφού διόλου τυχαίο δεν µπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι στην τελευταία έκθεση του Παγκόσµιου Οικονοµικού Φόρουµ (WEF) του Νταβός επισηµαίνεται πως η διασπορά fake news αναδεικνύεται ως άµεση απειλή για την παγκόσµια ευηµερία και ανάπτυξη. Το 30% των Ελλήνων, έναντι ενός 13% σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δηλώνουν -σύµφωνα µε τα τελευταία στοιχεία του Ευρωβαρόµετρου- ότι αντιµετωπίζουν «πολύ συχνά» το φαινόµενο της παραπληροφόρησης. Μάλιστα, αυτό το ποσοστό είναι από τα υψηλότερα στα κράτη-µέλη της Ε.Ε., ενώ αντίστοιχα είναι και αυτά που καταγράφονται στην Ουγγαρία (30%) και τη Βουλγαρία (28%).

Αυτή την εικόνα επιβεβαιώνουν και τα τελευταία ευρήµατα του Ινστιτούτου Reuters για τη Μελέτη της ∆ηµοσιογραφίας του Πανεπιστηµίου της Οξφόρδης, αφού το 19% των Ελλήνων αναφέρουν ότι εµπιστεύονται «τις περισσότερες ειδήσεις τις περισσότερες φορές». Αν και στις περισσότερες έρευνες είναι εµφανές ότι έχει κλονιστεί η εµπιστοσύνη των πολιτών έναντι της ενηµέρωσης, το 76% των Ελλήνων -σύµφωνα µε τα στοιχεία του Ευρωβαρόµετρου- δηλώνουν ότι παρακολουθούν καθηµερινά ειδήσεις. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον µάλιστα παρουσιάζουν τα στοιχεία σχετικά µε τη θεµατολογία που επιλέγει ο κόσµος. Σε ερώτηση πολλαπλών απαντήσεων, την πρωτιά έχουν τα εθνικά θέµατα µε 57% και ακολουθούν: ευρωπαϊκά και διεθνή θέµατα (56%), τοπικές ειδήσεις (55%), θέµατα σχετικά µε την εγκληµατικότητα και ατυχήµατα (43%), θέµατα επιστήµης και τεχνολογίας (39%), αθλητικά (35%), οικονοµικές ειδήσεις (34%), θέµατα σχετικά µε την τέχνη και τον πολιτισµό (31%), θέµατα σχετικά µε τον τρόπο ζωής (29%) και ειδήσεις γύρω από διασηµότητες (14%).


Τι προτιµούν οι Ελληνες

Όσον αφορά τα µέσα που επιλέγονται, η έρευνα του Ευρωβαρόµετρου αναδεικνύει την τηλεόραση ως «βασίλισσα» της ενηµέρωσης, αφού την προτιµά το 67% των Ελλήνων. Βασική πηγή φυσικά είναι και το ∆ιαδίκτυο, µε τα ειδησεογραφικά sites και τα social media να καταγράφουν υψηλά ποσοστά (57% και 55% αντίστοιχα).

Και επιβεβαιώνοντας ότι ο χώρος των ΜΜΕ αλλάζει, το ραδιόφωνο επιλέγεται από το 24% και οι εφηµερίδες από το 14%. Στην ερώτηση όµως «σε ποια µέσα ενηµέρωσης είναι πιο πιθανό να εκτεθείτε σε fake news», παρατηρείται ένα αντίστροφο µοτίβο, καθώς τα χαµηλότερα ποσοστά έχουν ραδιόφωνο και έντυπα (12% και 30%), ενώ το υψηλότερο καταγράφεται για την τηλεόραση (72%). Το φαινόµενο της παραπληροφόρησης εντοπίζεται από τους πολίτες και στο ∆ιαδίκτυο, σε ποσοστό 46% για τα social media και 32% για τα ειδησεογραφικά sites. Τα µέσα όµως που διατηρούν την εµπιστοσύνη των πολιτών είναι οι δηµόσιοι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθµοί σε ποσοστό 39%, ο Τύπος (συµπεριλαµβανοµένου του διαδικτυακού) σε ποσοστό 34% και οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθµοί σε ποσοστό 31%.

«Η συζήτηση αναφορικά µε την εµπιστοσύνη των πολιτών στα µέσα ενηµέρωσης έχει ανοίξει την τελευταία δεκαετία, όχι µόνο σε ευρωπαϊκό, αλλά σε παγκόσµιο επίπεδο, κυρίως λόγω της τεράστιας δυναµικής που απέκτησαν τα ψηφιακά µέσα ενηµέρωσης και τα κοινωνικά δίκτυα», λέει στην «Απογευµατινή» της Κυριακής ο Νίκος Μαλαµάς, υποψήφιος διδάκτωρ Τµήµατος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισµού στο Πάντειο Πανεπιστήµιο. «Η ανάδυση των νέων πηγών ενηµέρωσης οδήγησε, αρχικά, σε µία ένταση της εµπιστοσύνης στα ψηφιακά µέσα, λόγω της µεγάλης εµπλοκής του κοινού στη διαδικασία παραγωγής των ειδήσεων», προσθέτει. «Στη συνέχεια, ωστόσο, η εµπιστοσύνη αυτή κάµφθηκε λόγω της µεγάλης παραπληροφόρησης και των διαδικτυακών fake news. Ο τρόπος, λοιπόν, µε τον οποίο το κοινό “καταναλώνει” τις ειδήσεις έχει αλλάξει δραστικά τα τελευταία χρόνια, διαταράσσοντας τόσο τους ίδιους τους αναγνώστες όσο και τις επιχειρήσεις των µέσων» εξηγεί.


Το πλήγµα Τραµπ

«Πέραν αυτών, η εµπιστοσύνη στα παραδοσιακά µέσα», όπως λέει ο κ. Μαλαµάς, «έδειξε να κλονίζεται ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, τόσο µε τις επιθέσεις που δέχθηκαν παγκοσµίως από τους λεγόµενους “λαϊκιστές” πολιτικούς, µε εξέχον παράδειγµα τον Ντόναλντ Τραµπ, αλλά και µε σκάνδαλα υψηλού προφίλ σε ειδησεογραφικούς οργανισµούς, όπως το γερµανικό “Spiegel”. Παράλληλα, τα κυρίαρχα Μέσα δέχονται συνεχείς επιθέσεις για την “αναξιοπιστία” τους από τα λεγόµενα εναλλακτικά και νεότερα µέσα, γεγονός που µείωσε την εµπιστοσύνη προς αυτά, ενώ παρατηρούµε έντονα ότι τα κοινωνικά δίκτυα έχουν καταστήσει τους πολιτικούς και άλλους κοινωνικούς φορείς λιγότερο “εξαρτηµένους” από τα ειδησεογραφικά µέσα. Ταυτόχρονα, ανοίγει και η συζήτηση για τον εκδηµοκρατισµό των µέσων και την ανεξαρτησία του Τύπου. Εχει διαπιστωθεί ότι οι πολιτικές και οικονοµικές επιρροές των Μέσων συνδέονται ισχυρά µε τη διαφθορά και την έλλειψη εµπιστοσύνης» σηµειώνει ο υποψήφιος διδάκτωρ, προσθέτοντας ότι: «Εξού και η παρουσία των δηµόσιων ραδιοτηλεοπτικών µέσων συνδέεται σε πολλά κράτη µε έναν υψηλότερο βαθµό εµπιστοσύνης τόσο στους θεσµούς όσο και στα άτοµα. Ετσι, µπορεί το ελληνικό και ευρωπαϊκό κοινό -ιδίως µεγαλύτερης ηλικίας- να συνεχίζει σε µεγάλο βαθµό να επιλέγει τα παραδοσιακά Μέσα, όπως η τηλεόραση, για την πρόσληψη των ειδήσεων, κυρίως λόγω συνήθειας, εντούτοις όλα τα παραπάνω έχουν κλονίσει την εµπιστοσύνη του σε µεγάλο βαθµό, ακόµα και στα Μέσα που επιλέγει», καταλήγει ο κ. Μαλαµάς.

 

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή