Εκπρόσωπος ΕΛΑΣ: Οι αστυνομικοί των Αγίων Αναργύρων δέχονται ανώνυμες απειλές - Όσοι έχουν κάνει λάθη να τιμωρηθούν
Τι είπε η Κωνσταντία Δημογλίδου
"Τους παρακολουθεί ψυχολόγος της Ελληνικής Αστυνομίας", είπε η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου, για τους αστυνομικούς που ενεπλάκησαν στο περιστατικό με την άτυχη 28χρονη Κυριακή Γρίβα
Ανώνυμες απειλές δέχονται οι αστυνομικοί που ενεπλάκησαν σε αυτό το περιστατικό με την άτυχη 28χρονη Κυριακή Γρίβα στο Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων, όπως ανέφερε η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου, μιλώντας στην πρωινή εκπομπή του Mega.
«Όταν ένα θύμα ενδοοικογενειακής βίας φτάνει σε ένα αστυνομικό τμήμα, μπορεί όντως να μη θέλει να καταγγείλει, να ντρέπεται, να φοβάται. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που μια γυναίκα δεν θέλει να πει την αλήθεια ή αποκρύπτει κάποια περιστατικά. Όμως υπάρχουν συγκεκριμένες διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν ώστε να κατανοήσουμε τον κίνδυνο για έναν άνθρωπο. Εδώ δεν έγινε εκτίμηση του κινδύνου», είπε.
Και συμπλήρωσε: «Όλες αυτές τις ημέρες βλέπουμε ότι βάλλεται η ΕΛ.ΑΣ., κακώς, από ένα μεμονωμένο περιστατικό. Αυτοί που έχουν κάνει παραλείψεις και λάθη πρέπει να τιμωρηθούν, είναι πολύ σοβαρό αυτό που συνέβη στο Α.Τ., όμως μη φτάσουμε στο άλλο άκρο. Έμαθα ότι οι αστυνομικοί που ενεπλάκησαν στο περιστατικό δέχονται ανώνυμες απειλές, τους παρακολουθεί ψυχολόγος της Αστυνομίας».
Οι εμπλεκόμενοι στο συμβάν αστυνομικοί έχουν μετατεθεί σε άλλες υπηρεσίες του Σώματος, μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα, η οποία θα καθορίσει και την περαιτέρω μεταχείρισή τους.
«Έχουν τοποθετηθεί σε άλλες υπηρεσίες, δεν έχει καμία σχέση το αντικείμενό τους με αυτό που έκαναν πριν. Μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα δεν μπορούμε να τους απομακρύνουμε από το Σώμα. Η δική μας έρευνα θα τελειώσει άμεσα, για την εισαγγελική δεν γνωρίζω», είπε η κ. Δημογλίδου.
«Είναι συγκλονιστικό για την ΕΛ.ΑΣ. Δεν νομίζω ότι έχουμε αντικρίσει ξανά γυναίκα, αλλά και άνθρωπο, να δολοφονείται με τόσο άγριο τρόπο έξω από ένα αστυνομικό τμήμα», είπε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντίνα Δημογλίδου.
«Αποδεχτήκαμε από την πρώτη στιγμή ότι προφανώς εδώ δεν έγιναν σωστά ενέργειες, αλλιώς δεν θα είχαμε αυτό το αποτέλεσμα και αυτή η κοπέλα σήμερα ίσως να ήταν ζωντανή. Όμως, δεν μπορεί το λάθος 2, 3, 10, δεν ξέρω τι θα δείξει η έρευνα που είναι σε εξέλιξη, κάποιων αστυνομικών, να χαρακτηρίζει μια ολόκληρη υπηρεσία. Πίσω έχουν μείνει κάποιοι αστυνομικοί και καλούνται να εργαστούν και καθημερινά δέχονται την κριτική. Δεν μπορεί ένα μεμονωμένο γεγονός να χαρακτηρίζει το έργο της Αστυνομίας».
Περιγράφοντας και άλλα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας τα οποία δεν έχουν αντιμετωπιστεί με τη δέουσα σημασία από την Αστυνομία, η νομικός Χριστίνα Χαλιλοπούλου ανέφερε: «Είχαμε δύο περιστατικά μέσα στον τελευταίο ενάμιση χρόνο, τα οποία κληθήκαμε να τα συνοδεύσουμε στο συγκεκριμένο αστυνομικό τμήμα (σ.σ.: Αγίων Αναργύρων) και η αντιμετώπιση ήταν απαράδεκτη. Δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται σε έλλειψη εκπαίδευσης των αστυνομικών ή απλά σε κάποια στερεότυπα που ενδεχομένως ο καθένας από εμάς κουβαλάει, αλλά η αντιμετώπιση ήταν ότι "αυτά, στη δική σας την κοινότητα (σ.σ.: Ρομά), είναι συχνά φαινόμενα"».
Και συνέχισε: «Φύγαμε, και στις δύο περιπτώσεις, και οι γυναίκες αυτές επέστρεψαν σε ένα κακοποιητικό περιβάλλον γιατί δεν είναι εύκολη και η πρόσβαση σε δομές φιλοξενίας. Θα έπρεπε κάθε πολίτης να νιώθει την ίδια ασφάλεια και προστασία».
«Όσον αφορά την ενδοοικογενειακή βία και τον τρόπο αντιμετώπισης, είναι θέμα εκπαίδευσης. Το να υπάρχουν από το 2017 μέχρι και σήμερα μόνο 17 τμήματα πανελλαδικά που μπορεί μια γυναίκα να απευθυνθεί και να διαχειριστούν τέτοιες περιπτώσεις, είναι πάρα πολύ λίγα», συμπλήρωσε.
«Όταν ένα θύμα ενδοοικογενειακής βίας φτάνει σε ένα αστυνομικό τμήμα, μπορεί όντως να μη θέλει να καταγγείλει, να ντρέπεται, να φοβάται. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που μια γυναίκα δεν θέλει να πει την αλήθεια ή αποκρύπτει κάποια περιστατικά. Όμως υπάρχουν συγκεκριμένες διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν ώστε να κατανοήσουμε τον κίνδυνο για έναν άνθρωπο. Εδώ δεν έγινε εκτίμηση του κινδύνου», είπε.
Και συμπλήρωσε: «Όλες αυτές τις ημέρες βλέπουμε ότι βάλλεται η ΕΛ.ΑΣ., κακώς, από ένα μεμονωμένο περιστατικό. Αυτοί που έχουν κάνει παραλείψεις και λάθη πρέπει να τιμωρηθούν, είναι πολύ σοβαρό αυτό που συνέβη στο Α.Τ., όμως μη φτάσουμε στο άλλο άκρο. Έμαθα ότι οι αστυνομικοί που ενεπλάκησαν στο περιστατικό δέχονται ανώνυμες απειλές, τους παρακολουθεί ψυχολόγος της Αστυνομίας».
Οι εμπλεκόμενοι στο συμβάν αστυνομικοί έχουν μετατεθεί σε άλλες υπηρεσίες του Σώματος, μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα, η οποία θα καθορίσει και την περαιτέρω μεταχείρισή τους.
«Έχουν τοποθετηθεί σε άλλες υπηρεσίες, δεν έχει καμία σχέση το αντικείμενό τους με αυτό που έκαναν πριν. Μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα δεν μπορούμε να τους απομακρύνουμε από το Σώμα. Η δική μας έρευνα θα τελειώσει άμεσα, για την εισαγγελική δεν γνωρίζω», είπε η κ. Δημογλίδου.
Κωνσταντία Δημογλίδου: "Έγιναν λάθη"
«Είναι συγκλονιστικό για την ΕΛ.ΑΣ. Δεν νομίζω ότι έχουμε αντικρίσει ξανά γυναίκα, αλλά και άνθρωπο, να δολοφονείται με τόσο άγριο τρόπο έξω από ένα αστυνομικό τμήμα», είπε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντίνα Δημογλίδου.«Αποδεχτήκαμε από την πρώτη στιγμή ότι προφανώς εδώ δεν έγιναν σωστά ενέργειες, αλλιώς δεν θα είχαμε αυτό το αποτέλεσμα και αυτή η κοπέλα σήμερα ίσως να ήταν ζωντανή. Όμως, δεν μπορεί το λάθος 2, 3, 10, δεν ξέρω τι θα δείξει η έρευνα που είναι σε εξέλιξη, κάποιων αστυνομικών, να χαρακτηρίζει μια ολόκληρη υπηρεσία. Πίσω έχουν μείνει κάποιοι αστυνομικοί και καλούνται να εργαστούν και καθημερινά δέχονται την κριτική. Δεν μπορεί ένα μεμονωμένο γεγονός να χαρακτηρίζει το έργο της Αστυνομίας».
"Η αντιμετώπιση ήταν απαράδεκτη"
Περιγράφοντας και άλλα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας τα οποία δεν έχουν αντιμετωπιστεί με τη δέουσα σημασία από την Αστυνομία, η νομικός Χριστίνα Χαλιλοπούλου ανέφερε: «Είχαμε δύο περιστατικά μέσα στον τελευταίο ενάμιση χρόνο, τα οποία κληθήκαμε να τα συνοδεύσουμε στο συγκεκριμένο αστυνομικό τμήμα (σ.σ.: Αγίων Αναργύρων) και η αντιμετώπιση ήταν απαράδεκτη. Δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται σε έλλειψη εκπαίδευσης των αστυνομικών ή απλά σε κάποια στερεότυπα που ενδεχομένως ο καθένας από εμάς κουβαλάει, αλλά η αντιμετώπιση ήταν ότι "αυτά, στη δική σας την κοινότητα (σ.σ.: Ρομά), είναι συχνά φαινόμενα"».Και συνέχισε: «Φύγαμε, και στις δύο περιπτώσεις, και οι γυναίκες αυτές επέστρεψαν σε ένα κακοποιητικό περιβάλλον γιατί δεν είναι εύκολη και η πρόσβαση σε δομές φιλοξενίας. Θα έπρεπε κάθε πολίτης να νιώθει την ίδια ασφάλεια και προστασία».
«Όσον αφορά την ενδοοικογενειακή βία και τον τρόπο αντιμετώπισης, είναι θέμα εκπαίδευσης. Το να υπάρχουν από το 2017 μέχρι και σήμερα μόνο 17 τμήματα πανελλαδικά που μπορεί μια γυναίκα να απευθυνθεί και να διαχειριστούν τέτοιες περιπτώσεις, είναι πάρα πολύ λίγα», συμπλήρωσε.