Παναγιώτης Παπαϊωάννου: Η ανοχή στους κακοποιητές κάνει τον κακοποιητή χειρότερο
Ο Διδάκτωρ Εγκληματολογίας - Ποινικολόγος μίλησε στη Μαρία Γιαχνάκη
"Η ανοχή στους κακοποιητές κάνει τον κακοποιητή χειρότερο", τόνισε μεταξύ άλλων ο Διδάκτωρ Εγκληματολογίας - Ποινικολόγος κ. Παναγιώτης Παπαϊωάννου, ο οποίος μίλησε για την ενδοοικογενειακή βία στη Μαρία Γιαχνάκη
"Η ανοχή στους κακοποιητές κάνει τον κακοποιητή χειρότερο", τόνισε μεταξύ άλλων ο Διδάκτωρ Εγκληματολογίας - Ποινικολόγος κ. Παναγιώτης Παπαϊωάννου, ο οποίος μίλησε για την ενδοοικογενειακή βία στη Μαρία Γιαχνάκη.
Το θύμα ενδοοικογνειακής βίας "πρέπει να καταγγείλει εγγράφως και να ζητήσει την προστασία εκείνη την ώρα και να πει ότι επίκειται και νέο αδίκημα. Όταν κάποιος πηγαίνει φοβισμένος, κάτι επίκειται. Αν κατάφερε να αποδράσει από μία κατάσταση και θα γυρίσει πίσω και θα συνεχιστεί, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κίνδυνος. Πρέπει να μπορεί να περιγράψει τον κίνδυνο, χωρίς ντροπές, χωρίς τίποτα", είπε χαρακτηριστικά.
"Αν δεν υπάρξει η κρίσιμη απόφαση, αν δεν φύγω και δεν το καταγγείλω τα πράγματα θα πάνε μόνο χειρότερα, τότε δεν κάνουμε τίποτα. Η απόφαση είναι πολύ βασικό πράγμα. Το πώς θα γίνει; Θέλει βοήθειες από παντού και κυρίως αποθέματα. Η κακοποίηση σου κάμπτει το ηθικό, τις αντιστάσεις, σε κουράζει, σου θέτει μπροστά όλα τα προβλήματα, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν αυτός ο άνθρωπος είναι κακός ή καλός. Ο κακοποιητής ποτέ δεν έγινε καλύτερος από το θύμα του. Η ανοχή στους κακοποιητές κάνει την κακοποίηση χειρότερη", επεσήμανε.
Αναφερόμενος στους λόγους για τους οποίους έχουν εκτοξευθεί οι δείκτες καταγγελιών σε σχέση με τον καιρό της προ της καραντίνας, ο Διδάκτωρ Παπαϊωάννου τόνισε ότι πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό το θέμα. "Είναι συνδρομή πολλών λόγων", είπε και παράθεσε μερικούς παράγοντες.
Αρχικά μίλησε για την οικονομική κρίση η οποία επηρέασε τους πάντες, και τόνισε ότι τα χρόνια της κρίσης υπάρχουν παιδιά που γεννήθηκαν, ζευγάρια που χώρισαν.
Δεύτερον, ανέφερε ότι "σε κάθε ελληνική οικογένεια υπάρχουν πρότυπα συμπεριφοράς. Υπάρχουν μέρη της Ελλάδας που λένε και έχουν ιερό κανόνα ότι ό,τι σημαίνει στο σπίτι μας δεν το λένε έξω. Υπάρχει μία εσωστρέφεια. Όταν υπάρχει αυτό το πολιτιστικό δεδομένο, δεν περιμένουμε πολλά πράγματα. Αυτό είναι ένα κακό πολιτισμικό προηγούμενο. Όταν υπάρχουν κακώς ορισμένοι ρόλοι, αυτό επηρεάζει".
"Το ατομικό ιστορικό βίας που κουβαλάει ο κακοποιητής, είναι ο τρίτος παράγοντας", τόνισε και είπε ότι δεν μπορείς να ξέρεις τη βιοσυστασία του κακοποιητή.
"Δεν υπάρχει καλή σχέση μεταξύ του πολίτη που χρειάζεται προστασία και των δομών του κράτους", υπογράμμισε, και συμπλήρωσε ότι "δεν υπάρχει ο ρόλος ασπίδας και το φίλτρο που είναι το σχολείο". "Είμαστε ακόμα στην αρχή για να μπορεί να λειτουργεί το σχολείο ως εκπαιδευτικός φύλακας", είπε και πρόσθεσε ότι ο εκπαιδευτικός οφείλει να καταγράφει τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, και να προβεί αρμοδίως, και τότε δεν εμπλέκει ποινικά. Οι εκπαιδευτικοί που το κάνουν αυτό επιτελούν το καθήκον τους και προστατεύονται, όπως επεσήμανε.
Στη συνέχεια, μιλώντας για τον νόμο περί συνεπιμέλειας, είπε ότι τα δικαστήρια υποχρεώνει τα ζευγάρια, που έχουν διαφωνίες σε όλα τα πράγματα, να συνεργαστούν με αποτέλεσμα να δημιουργείται μεγαλύτερη ένταση. Έτσι βαθαίνει το τραύμα σε μία οικογένεια που δεν μένει κάτω από το ίδιο σπίτι. Έτσι παρατείνεται ή επιτείνεται μία κατάσταση, όπως τόνισε.
Επιπλέον, υπογράμμισε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει η επαρκής κουλτoύρα σεβασμού ως προς τις υποστηρικτικές επιστήμες. Ο βασικότερος κρίκος για να σπάσει κάποιος τη σιωπή είναι να το πάρει απόφαση, και χρειάζεται και να ζητήσει συμβουλή ειδικού και να καταγγείλει το περιστατικό. Το θύμα εγκλωβίζεται γιατί το εγκλωβίζει ο κακοποιητής, όπως ανέφερε.
Η καταγγελία θέλει ειδικό και το θύμα οφείλει να καταγγείλει το περιστατικό εγγράφως, όπως είπε. Στη συνέχεια ο εισαγγελέας θα εκτιμήσει το ιστορικό. "Πρέπει να υποχρεώνουμε το ελληνικό σύστημα σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο στην αστυνομία, να κάνει το καθήκον του", είπε χαρακτηριστικά.
Το θύμα ενδοοικογνειακής βίας "πρέπει να καταγγείλει εγγράφως και να ζητήσει την προστασία εκείνη την ώρα και να πει ότι επίκειται και νέο αδίκημα. Όταν κάποιος πηγαίνει φοβισμένος, κάτι επίκειται. Αν κατάφερε να αποδράσει από μία κατάσταση και θα γυρίσει πίσω και θα συνεχιστεί, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κίνδυνος. Πρέπει να μπορεί να περιγράψει τον κίνδυνο, χωρίς ντροπές, χωρίς τίποτα", είπε χαρακτηριστικά.
"Αν δεν υπάρξει η κρίσιμη απόφαση, αν δεν φύγω και δεν το καταγγείλω τα πράγματα θα πάνε μόνο χειρότερα, τότε δεν κάνουμε τίποτα. Η απόφαση είναι πολύ βασικό πράγμα. Το πώς θα γίνει; Θέλει βοήθειες από παντού και κυρίως αποθέματα. Η κακοποίηση σου κάμπτει το ηθικό, τις αντιστάσεις, σε κουράζει, σου θέτει μπροστά όλα τα προβλήματα, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν αυτός ο άνθρωπος είναι κακός ή καλός. Ο κακοποιητής ποτέ δεν έγινε καλύτερος από το θύμα του. Η ανοχή στους κακοποιητές κάνει την κακοποίηση χειρότερη", επεσήμανε.
Αναφερόμενος στους λόγους για τους οποίους έχουν εκτοξευθεί οι δείκτες καταγγελιών σε σχέση με τον καιρό της προ της καραντίνας, ο Διδάκτωρ Παπαϊωάννου τόνισε ότι πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό το θέμα. "Είναι συνδρομή πολλών λόγων", είπε και παράθεσε μερικούς παράγοντες.
Αρχικά μίλησε για την οικονομική κρίση η οποία επηρέασε τους πάντες, και τόνισε ότι τα χρόνια της κρίσης υπάρχουν παιδιά που γεννήθηκαν, ζευγάρια που χώρισαν.
Δεύτερον, ανέφερε ότι "σε κάθε ελληνική οικογένεια υπάρχουν πρότυπα συμπεριφοράς. Υπάρχουν μέρη της Ελλάδας που λένε και έχουν ιερό κανόνα ότι ό,τι σημαίνει στο σπίτι μας δεν το λένε έξω. Υπάρχει μία εσωστρέφεια. Όταν υπάρχει αυτό το πολιτιστικό δεδομένο, δεν περιμένουμε πολλά πράγματα. Αυτό είναι ένα κακό πολιτισμικό προηγούμενο. Όταν υπάρχουν κακώς ορισμένοι ρόλοι, αυτό επηρεάζει".
"Το ατομικό ιστορικό βίας που κουβαλάει ο κακοποιητής, είναι ο τρίτος παράγοντας", τόνισε και είπε ότι δεν μπορείς να ξέρεις τη βιοσυστασία του κακοποιητή.
"Δεν υπάρχει καλή σχέση μεταξύ του πολίτη που χρειάζεται προστασία και των δομών του κράτους", υπογράμμισε, και συμπλήρωσε ότι "δεν υπάρχει ο ρόλος ασπίδας και το φίλτρο που είναι το σχολείο". "Είμαστε ακόμα στην αρχή για να μπορεί να λειτουργεί το σχολείο ως εκπαιδευτικός φύλακας", είπε και πρόσθεσε ότι ο εκπαιδευτικός οφείλει να καταγράφει τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, και να προβεί αρμοδίως, και τότε δεν εμπλέκει ποινικά. Οι εκπαιδευτικοί που το κάνουν αυτό επιτελούν το καθήκον τους και προστατεύονται, όπως επεσήμανε.
Στη συνέχεια, μιλώντας για τον νόμο περί συνεπιμέλειας, είπε ότι τα δικαστήρια υποχρεώνει τα ζευγάρια, που έχουν διαφωνίες σε όλα τα πράγματα, να συνεργαστούν με αποτέλεσμα να δημιουργείται μεγαλύτερη ένταση. Έτσι βαθαίνει το τραύμα σε μία οικογένεια που δεν μένει κάτω από το ίδιο σπίτι. Έτσι παρατείνεται ή επιτείνεται μία κατάσταση, όπως τόνισε.
Επιπλέον, υπογράμμισε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει η επαρκής κουλτoύρα σεβασμού ως προς τις υποστηρικτικές επιστήμες. Ο βασικότερος κρίκος για να σπάσει κάποιος τη σιωπή είναι να το πάρει απόφαση, και χρειάζεται και να ζητήσει συμβουλή ειδικού και να καταγγείλει το περιστατικό. Το θύμα εγκλωβίζεται γιατί το εγκλωβίζει ο κακοποιητής, όπως ανέφερε.
Η καταγγελία θέλει ειδικό και το θύμα οφείλει να καταγγείλει το περιστατικό εγγράφως, όπως είπε. Στη συνέχεια ο εισαγγελέας θα εκτιμήσει το ιστορικό. "Πρέπει να υποχρεώνουμε το ελληνικό σύστημα σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο στην αστυνομία, να κάνει το καθήκον του", είπε χαρακτηριστικά.