Μάτι: Φόβοι για παραγραφή μετά την οργή - Οι νοµικές εξηγήσεις για την απόφαση που ξεσήκωσε θύελλα διαµαρτυρίας
Αµετακίνητη η Εισαγγελία της Αθήνας
Σε δύο χρόνια συµπληρώνεται οκταετία για την υπόθεση στο Μάτι - Σε αυτό το διάστηµα θα πρέπει να εκδικαστούν ακόµα δύο βαθµοί
Αντιµέτωπη µε το «φάντασµα» της παραγραφής βρίσκεται η ∆ικαιοσύνη, που µετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης για την εθνική τραγωδία, µε τους 104 νεκρούς στο Μάτι, πρέπει να πετύχει το «ακατόρθωτο», δηλαδή να εκδικαστεί η υπόθεση σε ακόµη δύο βαθµούς µέσα στα επόµενα δύο χρόνια.
Οπως εξηγούν νοµικοί κύκλοι στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή», η ακροαµατική διαδικασία, που διήρκεσε 1,5 χρόνο, αφού µόνο οι µάρτυρες κατηγορίας ξεπέρασαν τους 230, δεν θα είναι το ίδιο µακρά, αλλά φαντάζει δύσκολο να έχει εκδοθεί αµετάκλητη απόφαση εντός διετίας, αφού τον Ιούλιο συµπληρώνονται 6 χρόνια και τα πληµµελήµατα παραγράφονται στην 8ετία, αν δεν υπάρξει αµετάκλητη καταδίκη.
«Πρόκειται για µαραθώνια δίκη που πρέπει να τρέξει µε ρυθµούς σπριντ», εξηγεί αρµόδια πηγή. Για τον λόγο αυτό, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα, πάτησε «γκάζι» στη διαδικασία ζητώντας από τον προϊστάµενο του Πρωτοδικείου της Αθήνας, Χριστόφορο Λινό, να απαλλάξει από οποιοδήποτε άλλο καθήκον την πρόεδρο της έδρας του Τριµελούς Πληµµελειοδικείου Μαρία Γκιαούρη, προκειµένου εντός του Μαΐου να καθαρογραφεί η απόφαση.
Η βιασύνη έγκειται στο γεγονός ότι χωρίς την καθαρογραφή δεν υπάρχει η δυνατότητα προσδιορισµού του ∆ευτεροβάθµιου ∆ικαστηρίου, εφόσον καταθέσουν εφέσεις οι καταδικασθέντες ή γίνουν δεκτά τα αιτήµατα που έχουν υποβάλει ήδη συγγενείς νεκρών για άσκηση έφεσης προς την Εισαγγελία. Βέβαια, η τελευταία σε κάθε περίπτωση θα εξετάσει και αυτεπαγγέλτως εάν συντρέχουν λόγοι άσκησης έφεσης για αθωώσεις κατηγορουµένων.
Παράλληλα, αναµένεται να «ξεπαγώσει» και ο πρώτος βαθµός της δεύτερης, σχεδόν πανοµοιότυπης δίκης µε τους ίδιους ακριβώς κατηγορούµενους, αλλά διαφορετικά θύµατα. Η δεύτερη δίκη αφορά εγκαυµατίες, που δεν είχαν συµπεριληφθεί στον αρχικό κατάλογο και ως εκ τούτου δεν συµµετείχαν στην κεντρική δίκη που ολοκληρώθηκε το πρωί της Μεγάλης ∆ευτέρας.
Η έρευνα για το δεύτερο αυτό κοµµάτι της υπόθεσης ξεκίνησε µετά την απόφαση του «βασικού» δικαστηρίου, που έκανε δεκτή την εισήγηση του εισαγγελέα της έδρας, Παναγιώτη Μανιάτη, και διατάχθηκε άµεσα προκαταρκτική εξέταση για να µη µείνουν ατιµώρητοι όσοι η ∆ικαιοσύνη κρίνει ότι έχουν ποινικές ευθύνες για τον τραυµατισµό των ανθρώπων αυτών, που για διάφορους λόγους είχαν µείνει εκτός της πρώτης λίστας.
Το δεύτερο δικαστήριο ανέµενε την ολοκλήρωση της πρώτη δίκης προκειµένου να προχωρήσει η διαδικασία, ενώ αξίζει να σηµειωθεί πως λόγω της αλλαγής της νοµοθεσίας, οι ίδιοι κατηγορούµενοι κάθονται στο εδώλιο για τα ίδια αδικήµατα πληµµεληµατικού χαρακτήρα, αλλά, λόγω ειδικής δωσιδικίας των εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, θα βρεθούν στο εδώλιο του Τριµελούς Εφετείου Πληµµεληµάτων της Αθήνας.
Οι ποινές για τους Σωτήρη Τερζούδη, τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής, Βασίλη Ματθαιόπουλο, τότε υπαρχηγό, Ιωάννη Φωστιέρη, τότε επικεφαλής του ΕΣΚΕ (Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων), Νικόλαο Παναγιωτόπουλο, τότε διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών, Χαράλαµπο Χιώνη, τότε διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Αττικής, και Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο, τον κάτοικο από την αυλή του οποίου ξεκίνησε η φωτιά, χαρακτηρίστηκαν «χάδι» και η απόφαση «πρόκληση», καθώς η ευθύνη των κατηγορουµένων κοστολογήθηκε σε καταβολή περίπου 40.000 ευρώ για τον καθένα, αφού οι ποινές των πέντε ετών που επιβλήθηκαν έχουν από τον νόµο υποχρεωτική µετατροπή σε χρήµα.
Σηµειώνεται πως το δικαστήριο δεν ακολούθησε πλήρως την εισαγγελική πρόταση που ζητούσε επιπλέον την ενοχή τριών αυτοδιοικητικών. Ειδικά για τον δήµαρχο Ραφήνας-Πικερµίου, Ευάγγελο Μπουρνού, ο εισαγγελέας Παναγιώτης Μανιάτης ήταν καταπέλτης σχετικά µε την παραπληροφόρηση των πολιτών από δηλώσεις του στην τηλεόραση, σχολιάζοντας πως «εκείνες τις κρίσιµες ώρες χρειάζεται µεγαλύτερη υπευθυνότητα όταν ενηµερώνουν την κοινή γνώµη. Εχω τη γνώµη ότι προέβη σε εσφαλµένη ενηµέρωση στο κοινό και επέτεινε τη µη παροχή υπεύθυνης ενηµέρωσης που είχε και το στοιχείο του εφησυχασµού».
Επειτα από δύο χρόνια ανακριτικής έρευνας, 400.000 σελίδες δικογραφίας και τρεις απορριπτικές απαντήσεις στα αιτήµατα του ανακριτή Αθανασίου Μαρνέρη για αναβάθµιση των κατηγοριών σε κακούργηµα για κάποιους εκ των κατηγορουµένων, η υπόθεση οδηγήθηκε σε δίκη µε πληµµελήµατα.
Μάλιστα, η Εισαγγελία της Αθήνας έµεινε αµετακίνητη στην αρχική της άποψη ότι πρόκειται για αµέλειες και όχι για ενδεχόµενο δόλο, καθώς πρόκειται για παραλείψεις, όπως εκείνες που είχαν διαπιστωθεί στις φωτιές στην Ηλεία το 2007, ενώ ξεκαθάριζαν ότι δεν µπορεί να σταθεί νοµικά το κακούργηµα της θανατηφόρας έκθεσης.
Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»
Οπως εξηγούν νοµικοί κύκλοι στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή», η ακροαµατική διαδικασία, που διήρκεσε 1,5 χρόνο, αφού µόνο οι µάρτυρες κατηγορίας ξεπέρασαν τους 230, δεν θα είναι το ίδιο µακρά, αλλά φαντάζει δύσκολο να έχει εκδοθεί αµετάκλητη απόφαση εντός διετίας, αφού τον Ιούλιο συµπληρώνονται 6 χρόνια και τα πληµµελήµατα παραγράφονται στην 8ετία, αν δεν υπάρξει αµετάκλητη καταδίκη.
Μάτι: Οι νοµικές εξηγήσεις για την απόφαση που ξεσήκωσε θύελλα διαµαρτυρίας
«Πρόκειται για µαραθώνια δίκη που πρέπει να τρέξει µε ρυθµούς σπριντ», εξηγεί αρµόδια πηγή. Για τον λόγο αυτό, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα, πάτησε «γκάζι» στη διαδικασία ζητώντας από τον προϊστάµενο του Πρωτοδικείου της Αθήνας, Χριστόφορο Λινό, να απαλλάξει από οποιοδήποτε άλλο καθήκον την πρόεδρο της έδρας του Τριµελούς Πληµµελειοδικείου Μαρία Γκιαούρη, προκειµένου εντός του Μαΐου να καθαρογραφεί η απόφαση. Η βιασύνη έγκειται στο γεγονός ότι χωρίς την καθαρογραφή δεν υπάρχει η δυνατότητα προσδιορισµού του ∆ευτεροβάθµιου ∆ικαστηρίου, εφόσον καταθέσουν εφέσεις οι καταδικασθέντες ή γίνουν δεκτά τα αιτήµατα που έχουν υποβάλει ήδη συγγενείς νεκρών για άσκηση έφεσης προς την Εισαγγελία. Βέβαια, η τελευταία σε κάθε περίπτωση θα εξετάσει και αυτεπαγγέλτως εάν συντρέχουν λόγοι άσκησης έφεσης για αθωώσεις κατηγορουµένων.
Το «δεύτερο Μάτι»
Παράλληλα, αναµένεται να «ξεπαγώσει» και ο πρώτος βαθµός της δεύτερης, σχεδόν πανοµοιότυπης δίκης µε τους ίδιους ακριβώς κατηγορούµενους, αλλά διαφορετικά θύµατα. Η δεύτερη δίκη αφορά εγκαυµατίες, που δεν είχαν συµπεριληφθεί στον αρχικό κατάλογο και ως εκ τούτου δεν συµµετείχαν στην κεντρική δίκη που ολοκληρώθηκε το πρωί της Μεγάλης ∆ευτέρας. Η έρευνα για το δεύτερο αυτό κοµµάτι της υπόθεσης ξεκίνησε µετά την απόφαση του «βασικού» δικαστηρίου, που έκανε δεκτή την εισήγηση του εισαγγελέα της έδρας, Παναγιώτη Μανιάτη, και διατάχθηκε άµεσα προκαταρκτική εξέταση για να µη µείνουν ατιµώρητοι όσοι η ∆ικαιοσύνη κρίνει ότι έχουν ποινικές ευθύνες για τον τραυµατισµό των ανθρώπων αυτών, που για διάφορους λόγους είχαν µείνει εκτός της πρώτης λίστας.
Το δεύτερο δικαστήριο ανέµενε την ολοκλήρωση της πρώτη δίκης προκειµένου να προχωρήσει η διαδικασία, ενώ αξίζει να σηµειωθεί πως λόγω της αλλαγής της νοµοθεσίας, οι ίδιοι κατηγορούµενοι κάθονται στο εδώλιο για τα ίδια αδικήµατα πληµµεληµατικού χαρακτήρα, αλλά, λόγω ειδικής δωσιδικίας των εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, θα βρεθούν στο εδώλιο του Τριµελούς Εφετείου Πληµµεληµάτων της Αθήνας.
Οι αντιδράσεις
Το πρωί της Μεγάλης ∆ευτέρας ξηµέρωσε πραγµατική Εβδοµάδα των Παθών για τους εγκαυµατίες και τους συγγενείς των θυµάτων της τραγωδίας, που άκουσαν το Τριµελές Πληµµελειοδικείο να καταδικάζει µόλις 6 από τους συνολικά 21 κατηγορούµενους, ρίχνοντας όλη την ευθύνη στην Πυροσβεστική και απαλλάσσοντας τους παράγοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και την Πολιτική Προστασία.Οι ποινές για τους Σωτήρη Τερζούδη, τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής, Βασίλη Ματθαιόπουλο, τότε υπαρχηγό, Ιωάννη Φωστιέρη, τότε επικεφαλής του ΕΣΚΕ (Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων), Νικόλαο Παναγιωτόπουλο, τότε διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών, Χαράλαµπο Χιώνη, τότε διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Αττικής, και Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο, τον κάτοικο από την αυλή του οποίου ξεκίνησε η φωτιά, χαρακτηρίστηκαν «χάδι» και η απόφαση «πρόκληση», καθώς η ευθύνη των κατηγορουµένων κοστολογήθηκε σε καταβολή περίπου 40.000 ευρώ για τον καθένα, αφού οι ποινές των πέντε ετών που επιβλήθηκαν έχουν από τον νόµο υποχρεωτική µετατροπή σε χρήµα.
Σηµειώνεται πως το δικαστήριο δεν ακολούθησε πλήρως την εισαγγελική πρόταση που ζητούσε επιπλέον την ενοχή τριών αυτοδιοικητικών. Ειδικά για τον δήµαρχο Ραφήνας-Πικερµίου, Ευάγγελο Μπουρνού, ο εισαγγελέας Παναγιώτης Μανιάτης ήταν καταπέλτης σχετικά µε την παραπληροφόρηση των πολιτών από δηλώσεις του στην τηλεόραση, σχολιάζοντας πως «εκείνες τις κρίσιµες ώρες χρειάζεται µεγαλύτερη υπευθυνότητα όταν ενηµερώνουν την κοινή γνώµη. Εχω τη γνώµη ότι προέβη σε εσφαλµένη ενηµέρωση στο κοινό και επέτεινε τη µη παροχή υπεύθυνης ενηµέρωσης που είχε και το στοιχείο του εφησυχασµού».
Αµετακίνητη η Εισαγγελία της Αθήνας
Η οργή ξεχειλίζει από τους συγγενείς των θυµάτων, αλλά και τους ανθρώπους που καθηµερινά ξαναζούν τον εφιάλτη µετρώντας τα τραύµατα στο σώµα τους. «Επρεπε από µόνοι τους να µπουν στη φυλακή! Ολοι αθώοι; ∆εν υπάρχει δικαιοσύνη!» φώναζαν από το ακροατήριο, αν και στην πραγµατικότητα οι ποινές, ακόµη κι αν έφταναν στο «ταβάνι» τους, θα ήταν και πάλι χαµηλές. Το βούλευµα που έστειλε στο εδώλιο τους 21 κατηγορούµενους αφορούσε πληµµελήµατα, µε την Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας να επιµένει πως πρόκειται για αµέλειες.Επειτα από δύο χρόνια ανακριτικής έρευνας, 400.000 σελίδες δικογραφίας και τρεις απορριπτικές απαντήσεις στα αιτήµατα του ανακριτή Αθανασίου Μαρνέρη για αναβάθµιση των κατηγοριών σε κακούργηµα για κάποιους εκ των κατηγορουµένων, η υπόθεση οδηγήθηκε σε δίκη µε πληµµελήµατα.
Μάλιστα, η Εισαγγελία της Αθήνας έµεινε αµετακίνητη στην αρχική της άποψη ότι πρόκειται για αµέλειες και όχι για ενδεχόµενο δόλο, καθώς πρόκειται για παραλείψεις, όπως εκείνες που είχαν διαπιστωθεί στις φωτιές στην Ηλεία το 2007, ενώ ξεκαθάριζαν ότι δεν µπορεί να σταθεί νοµικά το κακούργηµα της θανατηφόρας έκθεσης.
Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»