Κατά τη χρονική περίοδο 2021-2022 καταγράφηκε η µεγαλύτερη έξαρση κρουσµάτων γρίπης των πτηνών σε πουλερικά και άγρια πτηνά που έχει παρατηρηθεί ποτέ στην Ευρώπη. Τα προσβεβληµένα άγρια πτηνά στη µεγάλη τους πλειονότητα ήταν υδρόβια, γλυκού ή αλµυρού νερού, όµως ο ιός ανιχνεύτηκε και σε πολλά άλλα είδη πτηνών, αρπακτικών και µη. Αναφέρεται ότι η γρίπη αυτή προσέβαλε περί τα 200 είδη άγριων πτηνών. Σύµφωνα µε όσα αναφέρει στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» η καθηγήτρια Ιατρικής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Γεωργία Γκιούλα, «η γρίπη των πτηνών αποτελούσε πάντα και θα αποτελεί κίνδυνο. Αυτό γιατί πρόκειται για έναν απρόβλεπτο ιό, ο οποίος µπορεί εν δυνάµει να αλλάξει µορφή και να καταστεί πιο επικίνδυνος για τους ανθρώπους. Ισως, µάλιστα, να αποτελέσει το αίτιο για την επόµενη πανδηµία, η οποία ελπίζουµε να αργήσει πάρα πολύ».

Από τη δική της πλευρά, η καθηγήτρια Επιδηµιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου επισηµαίνει στα «Π» ότι «αν και η γρίπη των πτηνών είναι απίθανο να εξαπλωθεί ευρέως στους ανθρώπους, οι επιστήµονες παρακολουθούν στενά τον H5N1 παγκοσµίως για µεταλλάξεις, που είναι γνωστό ότι σηµατοδοτούν πως γίνεται καλύτερος στην εξάπλωση στα θηλαστικά. Ο ιός δεν έχει εξαπλωθεί ευρέως στους ανθρώπους, εν µέρει επειδή δεν µπορεί να εισέλθει εύκολα στις κυτταρικές σειρές του στόµατος και της µύτης. Θα είναι ανησυχητικό εάν ο ιός αποκτήσει µεταλλάξεις που θα τον βοηθούσαν να εισέλθει σε αυτά τα κύτταρα».

Η γρίπη των πτηνών ανιχνεύτηκε για πρώτη φορά το 1996 σε χήνα στην Κίνα. Το 1997 σηµειώθηκαν τα πρώτα ανθρώπινα κρούσµατα (Χονγκ Κονγκ), όπου από τους 18 ασθενείς κατέληξαν οι έξι. Κατά την περίοδο µέχρι το 2004 ο ιός κυκλοφορούσε αποκλειστικά στη Νοτιοανατολική Ασία, προσβάλλοντας, εκτός από πτηνά, και άλλα είδη ζώων, όπως αιλουροειδή, σκύλους, ασβούς, νυφίτσες, µινκς και σποραδικά ανθρώπους. Η επίµονη παρουσία του ιού στην περιοχή και σε µεγάλο αριθµό πτηνών αλλά και άλλων ζώων συνέβαλε στη γενετική του εξέλιξη. Οι συνεχιζόµενες προσπάθειες περιορισµού δεν έφεραν αποτέλεσµα και το 2005 ο ιός έκανε την εµφάνισή του στη Βορειοδυτική Κίνα, προκαλώντας µαζικούς θανάτους άγριων υδρόβιων πτηνών (λίµνη Qinghai). Το γεγονός αυτό θεωρείται κοµβικό, γιατί από εκεί ο ιός πέρασε στη Σιβηρία, στη συνέχεια µεταδόθηκε σε παρακείµενες χώρες και η γρίπη των πτηνών εξαπλώθηκε παγκόσµια.

Στη “γηραιά ήπειρο”

Σύµφωνα µε όσα αναφέρει σχετικά ο Εθνικός Οργανισµός ∆ηµοσίας Υγείας (ΕΟ∆Υ), ο ιός το τελευταίο διάστηµα, ιδιαίτερα κατά το 2022 στην ευρωπαϊκή ήπειρο, προσέβαλε και θηλαστικά, και µάλιστα περισσότερα είδη και µε µεγαλύτερη συχνότητα σε σχέση µε παλαιότερες καταγραφές, όπως αλεπούδες, φώκιες, µινκς, χοίρους και αγριόχοιρους.

Τον Οκτώβριο του 2022 ανακοινώθηκε ότι ανιχνεύτηκε γρίπη των πτηνών σε δύο εργάτες που συµµετείχαν σε αντιµετώπιση εστίας γρίπης σε πουλερικά στην Ισπανία. Εκτιµάται, όµως, ότι δεν επρόκειτο για συστηµατική λοίµωξη, αλλά πιθανόν για επιφανειακή επιµόλυνση των βλεννογόνων, καθώς δεν εµφάνισαν συµπτώµατα ούτε βρέθηκε ικανή ποσότητα ιού στα δείγµατα. Αυτό συνάδει µε τη µέχρι τώρα γνώση ότι η µετάδοση της γρίπης των πτηνών στον άνθρωπο συµβαίνει δύσκολα, επειδή απαιτεί στενή και χωρίς προφυλάξεις επαφή µε τα νοσούντα πτηνά ή το µολυσµένο περιβάλλον, όµως, όταν ο ιός µεταδοθεί, η νόσος µπορεί να είναι βαρύτατη.

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά