Κιλκίς: “Από την ταραχή μου παραπάτησα και εκπυρσοκρότησε το όπλο” – Τι λέει ο 54χρονος κτηνοτρόφος
«Φώναζαν “δεν θα βγεις ζωντανός από εδώ μέσα, φέρε μας τα λεφτά σου”»
“Όταν έσπασαν τα τζάμια, έπεσαν θραύσματα το πρόσωπό μου και τα μάτια μου. Εκείνη τη στιγμή φοβήθηκα ότι θα μπουν μέσα και θα με σκοτώσουν”, λέει ο 54χρονος που αφέθηκε ελεύθερος
Το δρόμο για τις φυλακές πήραν, ως προσωρινά κρατούμενοι, οι δύο ανήλικοι που εμπλέκονται στην αιματηρή υπόθεση του Κιλκίς, που κόστισε τη ζωή σε έναν άνθρωπο.
Το περιστατικό σημειώθηκε μετά την παραβίαση της γυάλινης πόρτας από τους 4 αλλοδαπούς, γεγονός που -σύμφωνα με την πλευρά του δράστη- τον έκανε να αμυνθεί χρησιμοποιώντας το όπλο που κατείχε. Η άλλη πλευρά υποστήριξε πως ο κτηνοτρόφος είχε θωπεύσει στο παρελθόν έναν εκ των ανηλίκων και μάλιστα ζήτησε να κάνει το ίδιο στην αδελφή του.
Στο «Χαμογέλα και Πάλι» μίλησε ο δικηγόρος του 54χρονου κτηνοτρόφου, Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, δράστη του φονικού στο Κιλκίς.
«Αφέθηκε ελεύθερος με τον περιοριστικό όρο της εμφάνισης στο τμήμα του τόπου κατοικίας του και της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. Είναι μία πολύ τίμια και συνάμα γενναία διάταξη της κυρίας ανακρίτριας Πρωτοδικών Κιλκίς και του κυρίου εισαγγελέως Πρωτοδικών επίσης. Ο 54χρονος χάρηκε, όπως ήταν λογικό. Του εξήγησα πως έχει η κατάσταση ούτως ή άλλως σε αυτές τις υποθέσεις και ο ίδιος φάνηκε να καταλαβαίνει ότι υπήρχαν όλες οι πιθανότητες και να παραμείνει εντός της φυλακής αλλά και να βγει εκτός όπως και έγινε. (Οι κατηγορίες για ασέλγεια) Προφανώς και καταρρίφθηκαν, εφόσον ήταν μυθεύματα. Δεν αποδεικνυόταν από κανένα έγγραφο ούτε μαρτυρία πραγματική. Ήταν ένα τέχνασμα το οποίο χρησιμοποιήσαν ούτως ώστε να δικαιολογήσουν τις αποτρόπαιες πράξεις τους και της απρόκλητης επίθεσής τους εναντίον της εντολέως μου».
Στο «Χαμογέλα και Πάλι» μίλησε και ο ίδιος ο 54χρονος.
«Είμαι απόλυτα ικανοποιημένος από την έκβαση της υπόθεσης. Τα όσα υποστήριζα από την αρχή ήταν αλήθεια και έγιναν δεκτά από την ανακρίτρια και τον εισαγγελέα. Οι 4 Γεωργιανοί άρχισαν να χτυπούν την πόρτα με έναν πυροσβεστήρα και με μία σιδερένια σκάλα. Όταν έσπασαν τα τζάμια, έπεσαν θραύσματα το πρόσωπό μου και τα μάτια μου. Εκείνη τη στιγμή φοβήθηκα ότι θα μπουν μέσα και θα με σκοτώσουν. Με απειλούσαν συνεχώς με υβριστικές φράσεις. Μου φώναζαν, θα με σκοτώσουμε, ‘’δεν θα βγεις ζωντανός από εδώ μέσα, φέρε μας τα λεφτά σου’’. Τότε, πήρα το όπλο. Όμως, από την ταραχή μου παραπάτησα και εκπυρσοκρότησε».