Στα ελληνικά ΑΕΙ εισέρχονται ετησίως περίπου 70.000 φοιτητές και αποφοιτούν περίπου 50.000. Απ’ όσους αποφοιτούν, οι 30.000 έχουν σπουδάσει ειδικότητες που υπηρετούν το αναπτυξιακό µοντέλο της χώρας και µόνο οι 10.000 έχουν τις αναγκαίες δεξιότητες για να εισέλθουν άµεσα στην αγορά εργασίας.

Τα παραπάνω αποκαλύπτει η έρευνα «Mind the gap: Γεφυρώνοντας το χάσµα µεταξύ Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης και Αγοράς Εργασίας» που διενήργησε η EY Ελλάδος µαζί µε το Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών και την endeavor, στην οποία αποτυπώνονται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των πανεπιστηµιακών τµηµάτων της χώρας σήµερα και οι δυνατότητες επανειδίκευσης που προσφέρονται για το υπάρχον ανθρώπινο δυναµικό, ενώ αναδεικνύεται η έλλειψη εστίασης σε τοµείς και δεξιότητες που χρειάζεται σήµερα η αγορά.

Ο φοιτητικός πληθυσµός, όπως αναφέρει η έρευνα, αποτελεί το 7,51% στον συνολικό πληθυσµό της χώρας και είναι σχεδόν διπλάσιος από τον µέσο ευρωπαϊκό όρο (4,03%). Το στοιχείο αυτό δηµιουργεί µία πλασµατικά θετική εικόνα, καθώς οφείλεται κυρίως στον µεγάλο αριθµό µη ενεργών φοιτητών και συνδυάζεται µε τον χαµηλότερο ρυθµό αποφοίτησης στην Ε.Ε. Ετσι, το ποσοστό του πληθυσµού µε ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα το 2020 στην ηλικιακή οµάδα 24-34 βρίσκεται κοντά στα µέσα ευρωπαϊκά επίπεδα, ενώ στις µεγαλύτερες ηλικίες το ποσοστό υπολείπεται των αντίστοιχων επιδόσεων της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ. Το ποσοστό απασχόλησης των αποφοίτων των ΑΕΙ στην Ελλάδα για την ηλικιακή οµάδα 25-64 (75,4%) είναι επίσης το χαµηλότερο µεταξύ των 27 χωρών της Ε.Ε.

Η εικόνα των Πανεπιστηµίων

Τα χαµηλά ποσοστά απασχόλησης, σύµφωνα µε τη µελέτη της EY Ελλάδος, αποδίδονται στο γεγονός ότι από τα 430 πανεπιστηµιακά τµήµατα που υπάρχουν στην Ελλάδα µόνο τα 219 -δηλαδή το 51%- είναι προσανατολισµένα στο παραγωγικό αναπτυξιακό άλµα της χώρας και παρέχουν στους απόφοιτους άµεσες προοπτικές απασχόλησης στον ιδιωτικό τοµέα. Σε 54 τµήµατα οι απόφοιτοι στοχεύουν σε απασχόληση στον χώρο της Υγείας, 115 τµήµατα αφορούν κυρίως εκπαιδευτικούς για την Πρωτοβάθµια και ∆ευτεροβάθµια Εκπαίδευση, ενώ σε 42 τµήµατα οι απόφοιτοι έχουν ως κύρια (ή µοναδική) προοπτική επαγγελµατικής αποκατάστασης µια θέση στο ∆ηµόσιο.

Αντίστοιχη όµως είναι η εικόνα και στα µεταπτυχιακά προγράµµατα, καθώς ενώ καταγράφεται ποσοτική επάρκεια ως προς τον αριθµό και τους φοιτητές των προγραµµάτων, διαπιστώνεται υπερσυγκέντρωση στις Επιστήµες Υγείας και στις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήµες, που αντιπροσωπεύουν το 19,6% και το 14,9% του συνόλου, αντίστοιχα. Στο ακαδηµαϊκό έτος 2023-2024 τα τµήµατα µε έµφαση στις σπουδές STEM (Επιστήµη, Τεχνολογία, Μηχανική και Μαθηµατικά) αποτελούν το 30,7% του συνόλου των τµηµάτων των ελληνικών Πανεπιστηµίων, ποσοστό ικανοποιητικό σε σχέση µε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς ο αντίστοιχος µέσος όρος στην Ευρώπη είναι 27%. Ωστόσο, παρατηρείται ακόµη έλλειψη σε απόφοιτους Πληροφορικής -παρά τα 36 εξειδικευµένα τµήµατα και τα 148 µεταπτυχιακά προγράµµατα που λειτουργούν- ενός κλάδου µε ιδιαίτερα υψηλή προστιθέµενη αξία για την ελληνική οικονοµία.

Οι ελλείψεις

Φαίνεται λοιπόν ότι στη χώρα µας, αν και διαθέτει ένα καλά εκπαιδευµένο ανθρώπινο δυναµικό και αξιόλογα πανεπιστηµιακά ιδρύµατα, παρουσιάζεται ένα χάσµα µεταξύ των δεξιοτήτων που απαιτεί σήµερα η αγορά εργασίας και αυτών που παράγει το εκπαιδευτικό σύστηµα. Αυτό αποτυπώνεται και στις αγγελίες εργασίας που δηµοσιεύθηκαν τα τελευταία χρόνια. Για τις ανάγκες της έρευνας αναλύθηκαν στοιχεία των ιστοσελίδων CollegeLink και Workable, από τα οποία προέκυψε ότι µεταξύ 2020 και 2023 οι αναζητήσεις εργαζοµένων από επιχειρήσεις πενταπλασιάστηκαν, µε την αυξητική τάση να συνεχίζεται µέχρι και το 2023.

Οι κλάδοι που αναζητούν τους περισσότερους εργαζόµενους είναι η πληροφορική (32,5%), ο ξενοδοχειακός τοµέας και η εστίαση (12,2%) και οι επαγγελµατικές υπηρεσίες (12%), ενώ ακολουθούν το λιανικό εµπόριο (5,4%) και οι τηλεπικοινωνίες (4,9%). Η µελέτη κατέγραψε, επίσης, τις απόψεις της αγοράς µέσω εις βάθος συνεντεύξεων µε εκπροσώπους της επιχειρηµατικής κοινότητας. Τα στελέχη που συµµετείχαν στην έρευνα της ΕΥ Ελλάδος επιβεβαίωσαν τις σηµαντικές δυσκολίες που αντιµετωπίζουν κατά την αναζήτηση εργαζοµένων, ιδιαίτερα για θέσεις πληροφορικής, µάρκετινγκ, πωλήσεων, logistics, παραγωγής, επιχειρησιακών λειτουργιών, χρηµατοοικονοµικών, αλλά και στον κλάδο Υγείας.

Η προοπτική

Για να πραγµατοποιηθεί το αναπτυξιακό άλµα που χρειάζεται η Ελλάδα, να µειωθεί σηµαντικά η ανεργία και να αναπληρωθούν ένα εκατοµµύριο θέσεις εργασίας που χάθηκαν λόγω της οικονοµικής κρίσης και του brain drain, όπως αναφέρει η µελέτη, τα επόµενα χρόνια θα πρέπει να δηµιουργηθούν µερικές εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Οι νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας αφορούν κλάδους όπου µπορούν να επιτευχθούν υψηλοί ρυθµοί ανάπτυξης, υπό το φως των διεθνών εξελίξεων και των συγκριτικών πλεονεκτηµάτων της χώρας.

Οι κλάδοι αυτοί περιλαµβάνουν, µεταξύ άλλων, την πράσινη ενέργεια, τις ψηφιακές τεχνολογίες και το ηλεκτρονικό εµπόριο, την αγροδιατροφή και την εξειδικευµένη πρωτογενή παραγωγή, τον τουρισµό υψηλής προστιθέµενης αξίας, την εφοδιαστική αλυσίδα και τις µεταφορές, ιδιαίτερα τη ναυτιλία, τα επώνυµα καινοτόµα καταναλωτικά προϊόντα, τα διεθνώς πιστοποιηµένα βιοµηχανικά προϊόντα υψηλής εξειδίκευσης.

Μεταξύ των προτάσεων για την αντιµετώπιση του χάσµατος µεταξύ Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, που κατέθεσαν οι συντάκτες της έρευνας, είναι η υιοθέτηση µαζικού προγράµµατος εξειδίκευσης και επανειδίκευσης ενός εκατοµµυρίου ανέργων, αλλά και δράσεις για τη σύνδεση Πανεπιστηµίων και αγοράς. Προτείνεται επίσης η εκπαίδευση 15.000 νέων επιστηµόνων ετησίως µε προχωρηµένες ψηφιακές δεξιότητες, για να γίνει η χώρα ένα περιφερειακό κέντρο αριστείας στις ψηφιακές τεχνολογίες.

Ιδιαίτερη πρόταση είναι η δηµιουργία επτά περιφερειακών κέντρων τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτοµίας, όπου αυτά θα βρίσκονται σε Κοζάνη - Καστοριά, Ιωάννινα - Κέρκυρα, Πάτρα, Ηράκλειο - Χανιά, Λάρισα - Βόλο, Ξάνθη - Καβάλα και νησιά του Αιγαίου (Σάµος, Σύρος, Χίος). Οι συντάκτες της έρευνας αναφέρουν επίσης ότι θα πρέπει να προχωρήσει η ανάπτυξη εξειδικευµένου ανθρώπινου δυναµικού για µια ανταγωνιστική βιοµηχανία, αλλά και να υπάρξουν πρωτοβουλίες των επιχειρήσεων για τη σωστή προετοιµασία και ανάπτυξη των εργαζοµένων τους.

Με πρακτική ειδίκευση

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ωστόσο παρουσιάζει η προοπτική των πτυχιούχων που δεν σχετίζονται µε το αναπτυξιακό µοντέλο της χώρας, όπως αυτοί των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστηµών. Μεταξύ των άµεσων ενεργειών, σύµφωνα µε τους συντάκτες της έρευνας, είναι η επαγγελµατική αξιοποίηση αυτών των 20.000 που ετησίως επιχειρούν να βγουν στην αγορά εργασίας.

Και για να επιτευχθεί αυτό, προτείνονται: η ένταξη κατευθύνσεων σπουδών µε πρακτική ειδίκευση σε πτυχία θεωρητικής προοπτικής (π.χ. σε Τµήµα Μαθηµατικών, ένταξη κατευθύνσεων όπως η Στατιστική και η Ανάλυση ∆εδοµένων για λήψη αποφάσεων), η υλοποίηση του ελληνικού προγράµµατος κινητικότητας φοιτητών Erasmus για πρακτική αξιοποίηση των γνώσεών τους σε άλλο πανεπιστηµιακό τµήµα, η δυνατότητα επανειδίκευσής τους σε µεταπτυχιακά προγράµµατα πρακτικής κατεύθυνσης, όπου είναι ενισχυτικές και απαραίτητες οι δεξιότητές τους από το πρώτο πτυχίο. Για παράδειγµα, οι απόφοιτοι Ψυχολογίας είναι πολύ χρήσιµοι στις διευθύνσεις ανθρώπινου δυναµικού των εταιρειών και µε το κατάλληλο µεταπτυχιακό θα µπορούσαν να απασχοληθούν σε αυτόν τον τοµέα.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή