Δίκη Μάτι : "Είμασταν 700 με 1.000 άτομα στη θάλασσα" - Σπαρακτικές καταθέσεις για την εθνική τραγωδία
Σοκάρουν οι μαρτυρίες
"Η τελική μου επιλογή ήταν καλύτερα πνιγμένη παρά καμένη. Έχω φοβηθεί πολύ ακόμα και τις κόρες μου που είναι μεγάλες δεν τις αφήνω να διανυκτερεύσουν στο Μάτι", κατέθεσε μάρτυρας
Με καταθέσεις όσων βίωσαν την εθνική τραγωδία φωτιας στο Μάτι και έχασαν αγαπημένα τους πρόσωπα συνεχίστηκε η δίκη στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών για την εθνική τραγωδία του 2018.
Στο δικαστήριο κατέθεσε η Δήμητρα Κατσορίδα, η οποία αναγκάστηκε να καταφύγει στη θάλασσα για να σωθεί. Τα κατάφερε όχι όμως όπως εξήγησε στο δικαστήριο λόγω της συνδρομής του λιμενικού αλλά ιδιωτών.
Η μάρτυρας είπε στην κατάθεση της πως είχε δύο επιλογές ή να καεί ή να πνιγεί. «Η τελική μου επιλογή ήταν καλύτερα πνιγμενη παρά καμένη. Έχω φοβηθεί πολύ ακόμα και τις κόρες μου που είναι μεγάλες δεν τις αφήνω να διανυκτερεύσουν στο Μάτι» είπε η μάρτυρας.
Η μάρτυρας επέρριψε ευθύνες στο λιμενικό το οποίο γνώριζε από τις επτά παρά το απόγευμα πως υπήρχαν άνθρωποι στη θάλασσα, αλλά δεν συνεισέφερε στη διάσωση τους.
«Από τις επτά παρά 20 έως τις 10.30 που είδα το αλιευτικό που μας έσωσε, δεν υπήρχε κανένα σκάφος του Λιμενικού» είπε η μάρτυρας η οποία διασώθηκε από ένα αλιευτικό το οποίο τους πήγε στο λιμάνι της Ραφήνας.
Η μάρτυρας περιέγραψε πως κάποιες ημέρες μετά επικοινώνησε με το λιμενικό για να μάθει τα στοιχεία του αλιευτικού. «Ο λιμενάρχης μου είπε «Καλημέρα σας! Ελπίζω να θεωρείτε ότι συνεισφέραμε στην διάσωση σας». Του απάντησα " Τινι τρόπω συνεισφέρατε;». Μου είπε πως «δεν μπορούσαμε να έρθουμε διότι θα θερίζαμε κεφάλια». Τον ρώτησα «εννοείτε ότι ήταν μεγάλα τα καράβια;» και μου απάντησε θετικά. Τον ρώτησα «ενημερώσατε τον Πειραιά να σας συντρέξει με πιο μικρά σκάφη;» Μου απάντησε «ναι»» είπε η μάρτυρας στην κατάθεση της.
Η μάρτυρας περιέγραψε στην κατάθεση της πως εντόπισε τον πατέρα της απανθρακωμένο στο αυτοκίνητο του. «Αφού επιβεβαιώθηκα ότι δεν ήταν ο πατέρας μου στο σπίτι, πήγα στο αυτοκίνητο, κάποιος μου φωνάζει κοίτα καλύτερα...Βλέπω μία απανθρακωμένη σορό πεσμένη στο κάθισμα του συνοδηγού. Αυτός ήταν ο πατέρας μου μια σορός από κόκκαλα. Μου είπαν εκείνη την ώρα ότι δεν μπορώ να είμαι σίγουρη ότι είναι αυτός διότι έχει παραμορφωθεί το αυτοκίνητο. Τους είπα να ανοίξουν το πορτ μπαγκάζ, ήξερα ότι ο πατέρας μου είχε βάλει σκύλο μέσα. Έβαλα το χέρι μου και ήταν εκεί. Τους είπα ότι σίγουρα ήταν ο πατέρας μου» είπε η μάρτυρας στην κατάθεση της.
Στη συνέχεια περιέγραψε το γολγοθά που βίωσε μέχρι να ταυτοποιηθεί η σορός. «Εμείς ψάχναμε από πού θα παραλάβουμε τη σορό. Δεν με πήρε κάνεις τηλέφωνο. Στην αρχή μου είπαν για Γουδί, για να δώσουμε DNA. Μετά μας είπαν στον Σχιστό, Κορυδαλλό. Μας έπαιζαν μπαλάκι πέρα δώθε. Δεν λειτούργησε τίποτα εκείνη την ημέρα. Αυτό που με θυμώνει είναι η ετοιμότητα. Δύο μήνες πριν είχαν κάνει και άσκηση. Ήταν πανέτοιμοι όλοι. Ο Τόσκας τους είχε συγχαρεί. Εκείνη η άσκηση είχε γίνει με βαθμό επικινδυνότητας 4 με ανέμους 7-8 μποφόρ. Η διαφορά δεν χρησιμοποιήθηκαν εναέρια ενώ στην άσκηση χρησιμοποιήθηκαν. Ήταν συντονισμένες όλες οι υπηρεσίες...Σε μιάμιση ώρα έσβησαν φωτιά…» περιέγραψε η μάρτυρας στην κατάθεση της.
Η μάρτυρας ξέσπασε κατά των ιθυνόντων εκείνες τις μοιραίες ώρες, επισημαίνοντας «ένα μπαχαλο δεν λειτουργεί τίποτα όλοι θέλουν να έχουν θέση ευθύνης. Όταν αναλαμβάνει κατι να το κάνεις από την αρχή έως το τέλος σωστά. Κι επειδή ακούω τους συνηγόρους να μιλούν για νομολογίες , χάνομαι σε όλα αυτά. Χθες βράδυ καθόμουν και διάβαζα το άρθρο 5 ότι κάθε πολίτης απολαμβάνει προστασία ζωής. Ποια προστασία; Το Σύνταγμα...κάνεις νόμος και καμιά ερμηνεία. Καθένας ερμηνεύει τους νόμους όπως τους βολεύει. Έξι χρόνια παλεύουμε να σταθούμε στα πόδια μας η ζωή μας σταμάτησε εκείνη την ημέρα. Εγώ δεν μπορώ να μυρίσω καπνό..δεν μπορώ να κάτσω δίπλα στο τζάκι. Γνώριζαν και τους άφησαν στο έλεος και δεν έστειλαν και δυνάμεις. Ξημερώματα υπήρχε ακόμη φωτιά κανείς δεν πήγε να την σβήσει.»
Στο δικαστήριο κατέθεσε και η αδελφή του Γρηγόρη Φύτρου, Μαργαρίτα, ο οποίος κάηκε μαζί με τα δύο του παιδιά. Η μάρτυρας τόνισε πως ο αδελφός της είχε καμία ενημέρωση και έκανε ο, τι μπορούσε για να σώσει τον εαυτό του και τα παιδιά του εκείνο το απόγευμα.
«Η οδός διαφυγής έγινε θανάσιμη παγίδα για τον αδελφό μου και τα παιδιά του. Η ανήψια μου βρέθηκε στο κενό. Στο κτήμα Φράγκου ο αδελφός μου ,ο γιος του και τόσοι άλλοι άνθρωποι…»είπε η μάρτυρας συναισθηματικά φορτισμένη, καταλήγοντας πως «η τραγική ειρωνία είναι πως τα υλικά αγαθά, το σπίτι, όλα, έμειναν ανέπαφα..Οι ψυχές χάθηκαν.»
Από την πλευρά του, ο μηχανικός,αναπληρωτής καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Ιάκωβος Ποταμιάνος, επεσήμανε πως δεν υπήρξε καμία ειδοποίηση στους κατοίκους όπως συνέβαινε στο παρελθόν σε ανάλογα περιστατικά. «Το 2018 ήταν η πιο ήσυχη πυρκαγιά που έχει περάσει. Ούτε καμπάνες, ούτε ντουτουκες. Σαν να μην υπήρχε κράτος πριν. Σα να ζούσαμε ξεκομμένοι στα βουνά» τόνισε ο μάρτυρας προσθέτοντας πως
ήταν επιλογή του τότε πρωθυπουργού να μην ενεργοποιήσει την διαδικασία για την εφαρμογή του 112 ,που ήταν απόφαση της ΕΕ.
Στο δικαστήριο κατέθεσε η Δήμητρα Κατσορίδα, η οποία αναγκάστηκε να καταφύγει στη θάλασσα για να σωθεί. Τα κατάφερε όχι όμως όπως εξήγησε στο δικαστήριο λόγω της συνδρομής του λιμενικού αλλά ιδιωτών.
Δίκη Μάτι: "Η τελική μου επιλογή ήταν καλύτερα πνιγμενη παρά καμένη"
Τα όσα έζησε μέσα στα παγωμένα νερά σοκάρουν. «Άκουγα φωνές, σπαρακτικές, να λένε «κρατήστε με» στην επιφάνεια.Γύρω μου αισθανομουν ότι υπήρχαν πολλοί άνθρωποι. Από 700 έως 1000 άτομα ήταν στη θάλασσα. Ήταν όλοι αυτοί που από τα παλιά ήξεραν ότι αν συνέβαινε κάτι έπρεπε να πάμε στη θάλασσα» περιέγραψε η μάρτυρας καταθέτοντας στο δικαστήριο.Η μάρτυρας είπε στην κατάθεση της πως είχε δύο επιλογές ή να καεί ή να πνιγεί. «Η τελική μου επιλογή ήταν καλύτερα πνιγμενη παρά καμένη. Έχω φοβηθεί πολύ ακόμα και τις κόρες μου που είναι μεγάλες δεν τις αφήνω να διανυκτερεύσουν στο Μάτι» είπε η μάρτυρας.
Η μάρτυρας επέρριψε ευθύνες στο λιμενικό το οποίο γνώριζε από τις επτά παρά το απόγευμα πως υπήρχαν άνθρωποι στη θάλασσα, αλλά δεν συνεισέφερε στη διάσωση τους.
«Από τις επτά παρά 20 έως τις 10.30 που είδα το αλιευτικό που μας έσωσε, δεν υπήρχε κανένα σκάφος του Λιμενικού» είπε η μάρτυρας η οποία διασώθηκε από ένα αλιευτικό το οποίο τους πήγε στο λιμάνι της Ραφήνας.
Η μάρτυρας περιέγραψε πως κάποιες ημέρες μετά επικοινώνησε με το λιμενικό για να μάθει τα στοιχεία του αλιευτικού. «Ο λιμενάρχης μου είπε «Καλημέρα σας! Ελπίζω να θεωρείτε ότι συνεισφέραμε στην διάσωση σας». Του απάντησα " Τινι τρόπω συνεισφέρατε;». Μου είπε πως «δεν μπορούσαμε να έρθουμε διότι θα θερίζαμε κεφάλια». Τον ρώτησα «εννοείτε ότι ήταν μεγάλα τα καράβια;» και μου απάντησε θετικά. Τον ρώτησα «ενημερώσατε τον Πειραιά να σας συντρέξει με πιο μικρά σκάφη;» Μου απάντησε «ναι»» είπε η μάρτυρας στην κατάθεση της.
"Αυτό που με εξοργίζει είναι ότι ο ένας ρίχνει το φταίξιμο στον άλλον - Θα μου πει κάποιος γιατί έχασα τον πατέρα μου;"
Στο δικαστήριο κατέθεσε και η οικογένεια του Παύλου Τσάρμπου, ο οποίος απανθρακώθηκε μέσα στο αυτοκίνητο του. Η κόρη του θύματος, Παρασκευή Τσάμπρου,είπε στην κατάθεση της πως βίωσε ένα απόλυτο μπάχαλο. «Αυτό που με εξοργίζει είναι ότι ο ένας ρίχνει το φταίξιμο στον άλλον. Εμένα δεν με ενδιαφέρει. Θα μου πει κάποιος γιατί πώς έχασα τον πατέρα μου;» ξέσπασε η μάρτυρας.Η μάρτυρας περιέγραψε στην κατάθεση της πως εντόπισε τον πατέρα της απανθρακωμένο στο αυτοκίνητο του. «Αφού επιβεβαιώθηκα ότι δεν ήταν ο πατέρας μου στο σπίτι, πήγα στο αυτοκίνητο, κάποιος μου φωνάζει κοίτα καλύτερα...Βλέπω μία απανθρακωμένη σορό πεσμένη στο κάθισμα του συνοδηγού. Αυτός ήταν ο πατέρας μου μια σορός από κόκκαλα. Μου είπαν εκείνη την ώρα ότι δεν μπορώ να είμαι σίγουρη ότι είναι αυτός διότι έχει παραμορφωθεί το αυτοκίνητο. Τους είπα να ανοίξουν το πορτ μπαγκάζ, ήξερα ότι ο πατέρας μου είχε βάλει σκύλο μέσα. Έβαλα το χέρι μου και ήταν εκεί. Τους είπα ότι σίγουρα ήταν ο πατέρας μου» είπε η μάρτυρας στην κατάθεση της.
Στη συνέχεια περιέγραψε το γολγοθά που βίωσε μέχρι να ταυτοποιηθεί η σορός. «Εμείς ψάχναμε από πού θα παραλάβουμε τη σορό. Δεν με πήρε κάνεις τηλέφωνο. Στην αρχή μου είπαν για Γουδί, για να δώσουμε DNA. Μετά μας είπαν στον Σχιστό, Κορυδαλλό. Μας έπαιζαν μπαλάκι πέρα δώθε. Δεν λειτούργησε τίποτα εκείνη την ημέρα. Αυτό που με θυμώνει είναι η ετοιμότητα. Δύο μήνες πριν είχαν κάνει και άσκηση. Ήταν πανέτοιμοι όλοι. Ο Τόσκας τους είχε συγχαρεί. Εκείνη η άσκηση είχε γίνει με βαθμό επικινδυνότητας 4 με ανέμους 7-8 μποφόρ. Η διαφορά δεν χρησιμοποιήθηκαν εναέρια ενώ στην άσκηση χρησιμοποιήθηκαν. Ήταν συντονισμένες όλες οι υπηρεσίες...Σε μιάμιση ώρα έσβησαν φωτιά…» περιέγραψε η μάρτυρας στην κατάθεση της.
Η μάρτυρας ξέσπασε κατά των ιθυνόντων εκείνες τις μοιραίες ώρες, επισημαίνοντας «ένα μπαχαλο δεν λειτουργεί τίποτα όλοι θέλουν να έχουν θέση ευθύνης. Όταν αναλαμβάνει κατι να το κάνεις από την αρχή έως το τέλος σωστά. Κι επειδή ακούω τους συνηγόρους να μιλούν για νομολογίες , χάνομαι σε όλα αυτά. Χθες βράδυ καθόμουν και διάβαζα το άρθρο 5 ότι κάθε πολίτης απολαμβάνει προστασία ζωής. Ποια προστασία; Το Σύνταγμα...κάνεις νόμος και καμιά ερμηνεία. Καθένας ερμηνεύει τους νόμους όπως τους βολεύει. Έξι χρόνια παλεύουμε να σταθούμε στα πόδια μας η ζωή μας σταμάτησε εκείνη την ημέρα. Εγώ δεν μπορώ να μυρίσω καπνό..δεν μπορώ να κάτσω δίπλα στο τζάκι. Γνώριζαν και τους άφησαν στο έλεος και δεν έστειλαν και δυνάμεις. Ξημερώματα υπήρχε ακόμη φωτιά κανείς δεν πήγε να την σβήσει.»
"Πάλευαν στα κύματα με καμένες τις σάρκες τους"
Συναισθηματικά φορτισμένη η χήρα του Παύλου Τσάμπρου είπε στην κατάθεση της «το ίδιο μας το κράτος,μας κήρυξε τον πόλεμο, τρέχαμε πανικόβλητοι. Εκτός από τους ανθρώπους μας που χάσαμε, τόσοι εγκαυματίες ταλαιπωρούνται ακόμα.Με πεταμένες σάρκες κολυμπούσαν επί ωρες. Πάλευαν στα κύματα με καμένες τις σάρκες τους. Που ζούμε; Είμαστε μέσα στην πρωτεύουσα της χώρας μας.Έλεος.»Στο δικαστήριο κατέθεσε και η αδελφή του Γρηγόρη Φύτρου, Μαργαρίτα, ο οποίος κάηκε μαζί με τα δύο του παιδιά. Η μάρτυρας τόνισε πως ο αδελφός της είχε καμία ενημέρωση και έκανε ο, τι μπορούσε για να σώσει τον εαυτό του και τα παιδιά του εκείνο το απόγευμα.
«Η οδός διαφυγής έγινε θανάσιμη παγίδα για τον αδελφό μου και τα παιδιά του. Η ανήψια μου βρέθηκε στο κενό. Στο κτήμα Φράγκου ο αδελφός μου ,ο γιος του και τόσοι άλλοι άνθρωποι…»είπε η μάρτυρας συναισθηματικά φορτισμένη, καταλήγοντας πως «η τραγική ειρωνία είναι πως τα υλικά αγαθά, το σπίτι, όλα, έμειναν ανέπαφα..Οι ψυχές χάθηκαν.»
Από την πλευρά του, ο μηχανικός,αναπληρωτής καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Ιάκωβος Ποταμιάνος, επεσήμανε πως δεν υπήρξε καμία ειδοποίηση στους κατοίκους όπως συνέβαινε στο παρελθόν σε ανάλογα περιστατικά. «Το 2018 ήταν η πιο ήσυχη πυρκαγιά που έχει περάσει. Ούτε καμπάνες, ούτε ντουτουκες. Σαν να μην υπήρχε κράτος πριν. Σα να ζούσαμε ξεκομμένοι στα βουνά» τόνισε ο μάρτυρας προσθέτοντας πως
ήταν επιλογή του τότε πρωθυπουργού να μην ενεργοποιήσει την διαδικασία για την εφαρμογή του 112 ,που ήταν απόφαση της ΕΕ.