Ο Ελβετός µε την οχταµελή παρέα του, που απολάµβανε το γεύµα του σε ένα από τα καλύτερα εστιατόρια by the sea της Μυκόνου, αυτά που λειτουργούν µια ανάσα από την άµµο, παρήγγειλε άλλη µια jeroboam φιάλη -έτσι λέγεται αυτή των τριών λίτρων- από το αγαπηµένο του ροζέ Domaines Ott «Château de selle» του 2022.

Είχε πιει το συγκεκριµένο κρασί πριν από λίγες εβδοµάδες στο Saint Tropez και το είχε πληρώσει 1.200 ευρώ, οπότε ένα τέτοιο ποσόν, µε µια µικρή απόκλιση, υπολόγιζε ότι θα πληρώσει και στο «νησί των ανέµων».

Τρεις ώρες µετά, όταν ζήτησε τον λογαριασµό, διαπίστωσε έξαλλος ότι του είχαν χρεώσει 2.000 ευρώ την κάθε φιάλη από τις τρεις που άνοιξε, πλήρωσε και αποχώρησε, λέγοντας στην παρέα του ότι αυτή ήταν η τελευταία φορά που πάτησε το πόδι του στη Μύκονο. ∆εν είναι ο πρώτος που έχει πει. Σε µια σεζόν που δεν «τσουλάει» κι ενώ έχουµε φτάσει στα τέλη του Ιουλίου, το «νησί των ανέµων» είναι για τα καλά στα κάτω του, κατά τον µήνα που κατά παράδοση είναι ο καλύτερος εισπρακτικά κάθε καλοκαίρι. Τι κι αν ήρθαν σταρ του Χόλιγουντ, διάσηµοι ποδοσφαιριστές και ο πολύς Τζεφ Μπέζος για ένα 24ωρο; Ολοι αυτοί δεν σώζουν την κατάσταση, αφού κατά γενική οµολογία οι παραδοσιακά καλοί πελάτες «έκοψαν λάσπη και ρόδα µυρωµένα». Αυτό έλεγε παλιός επιχειρηµατίας σε µια από τις δεκάδες συζητήσεις που έχουν γίνει φέτος για την πτώση που βιώνει αυτός ο ευλογηµένος βράχος του Αιγαίου, µε τις τροµερές παραλίες.

Η απληστία και η φυγή

Η περσινή σεζόν έστειλε το µήνυµα, αλλά όπως φαίνεται οι Μυκονιάτες όχι απλά δεν το άκουσαν, αλλά το αγνόησαν παντελώς, εµµένοντας στην τακτική των τελευταίων ετών. Μόνο οι ξενοδόχοι έριξαν τις τιµές, προχωρώντας σε πολύ καλές προσφορές, αλλά, όπως είναι γνωστό τοις πάσι, ένας κούκος ποτέ δεν φέρνει την άνοιξη. Οι τιµές ανέβηκαν σε κάποια glam στέκια του νησιού, παρότι τις καθηµερινές µέχρι τα µέσα Ιουλίου η κίνηση ήταν χαλαρή στις διάσηµες παραλίες και έβρισκες ξαπλώστρα για πλάκα.

Τι λείπει από το νησί;

Οι πελάτες που πληρούν υψηλά εισοδηµατικά κριτήρια, οι οποίοι µάλλον βαρέθηκαν να έρχονται σε ένα µέρος όπου αυτό που µετράει είναι πόσο µεγάλο λογαριασµό θα κάνεις. Ρώσος ολιγάρχης δεν ξέχασε ότι του «φόρτωσαν» µια 3λιτρη Crystal, την οποία δεν ζήτησε ποτέ σε διάσηµο κλαµπ, µε τη δικαιολογία ότι ρώτησαν κάποιον από την παρέα του που είπε «φέρ’ την», µέσα στο κλίµα γενικής ευθυµίας που επικρατούσε. Οι Μυκονιάτες πίστευαν ότι το νησί τους θα πήγαινε στον «αυτόµατο» και φέτος, παρότι οι υποδοµές δεν είναι οι αρµόζουσες, το κυκλοφοριακό είναι χαοτικό και οι υπηρεσίες που προσφέρουν πάρα πολύ ακριβές. Με λίγα λόγια, η Μύκονος «υπερτιµολόγησε» την αξία της ως προορισµού, γι’ αυτό πέρσι και φέτος τρώει τη σκόνη της Ιµπιζα, της Σαρδηνίας και του Κάπρι.

Πού πας µε Ζορµπά;

Μόνο υπερβολικό δεν ηχεί να πει κάποιος ότι η εµβληµατική σύνθεση του Μίκη Θεοδωράκη έχει γίνει ο απόλυτος «µαϊντανός» σε δεκάδες εστιατόρια του νησιού, κάτι που δείχνει ότι δεν υπάρχουν φρέσκιες ιδέες. Η εικόνα µε τους θαµώνες να σηκώνουν πετσέτες στον αέρα υπό τους ήχους του µπουζουκιού του «Ζορµπά» κούρασαν πλέον, όλοι δουλεύουν στον αυτόµατο και οι χρεώσεις ενίοτε είναι εξωφρενικές. Στη Χώρα το βράδυ ο καθένας βαράει ό,τι θέλει, ενώ στα Ματογιάννια περπατάς και ακούς µια µίξη Black Coffee µε Οικονοµόπουλο και dance «πριόνια», από µπαρ που δεν απέχουν µεταξύ τους ούτε τρία µέτρα, που σε στέλνει εύκολα να τραπείς σε φυγή.

Το πρωί η επιδροµή από τα κρουαζιερόπλοια κατεβάζει στην πρωτεύουσα του νησιού χιλιάδες τουρίστες που πάνε στη Μικρή Βενετία, φωτογραφίζονται στους Μύλους, τρώνε σουβλάκια, musaka και χωριάτικη, ενώ µετά επιστρέφουν στο καράβι τους αγοράζοντας φτηνά σουβενίρ. Ελληνες celebrities και οι «ουρές» τους προσπαθούν απεγνωσµένα να δείξουν ότι περνάνε καλά, ενώ νεαρές σχεδιάστριες, µοντέλες και influencers ανεβάζουν βαρετά stories. Την ίδια στιγµή η γκρίνια και τα παράπονα είναι πανταχού παρόντα στο νησί, τόσο ανάµεσα στους επιχειρηµατίες όσο και στους εργαζόµενους. Και µε την γκρίνια δεν νίκησε ποτέ κανείς...


*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής 28/7