Έφυγε από τη ζωή ο θεολόγος και συγγραφέας Αριστείδης Πανώτης
Σε ηλικία 93 ετών
Σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πραγματοποίησε στο Παρίσι μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία των θρησκευμάτων και ειδικά του Χριστιανισμού, αλλά και για τις Λειτουργικές Τέχνες της Εκκλησίας
Εκοιμήθη ο πολιός Άρχοντας του Οικουμενικού Πατριαρχείου Αριστείδης Πανώτης, εγκρατής θεολόγος και εκκλησιαστικός ιστορικός, ένθερμος υποστηρικτής της Μεγάλης Εκκλησίας.
Ο Αριστείδης Πανώτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1931. Σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πραγματοποίησε στο Παρίσι μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία των θρησκευμάτων και ειδικά του Χριστιανισμού, αλλά και για τις Λειτουργικές Τέχνες της Εκκλησίας. Διετέλεσε Καθηγητής στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία, στη μέση εκπαίδευση και στην ανώτερη και στη μέση εκκλησιαστική εκπαίδευση ως λυκειάρχης.
Υπήρξε ο αρχισυντάκτης της μεγαλύτερης ορθόδοξης εκδόσεως του 20ού αιώνα, της Θρησκευτικής και Ηθικής Εγκυκλοπαίδειας (1962−1968), με την οποία μορφώνονται οι νεώτερες γενεές των κληρικών και των θεολόγων και ο εκδότης του πανορθοδόξου περιοδικού «Ορθόδοξος Παρουσία» (1965−1967).
Μάλιστα ήταν στενός σύμβουλος του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα από το 1964 μέχρι το 1972 και το 1967 τον τίμησε με το οφφίκιο του Μεγάλου Ιερομνήμονα. Έτσι ήταν μέχρι σήμερα ο αρχαιότερος των οφφικιαλίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Με την ίδια τιμή τον περιέβαλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος και ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος τον τίμησε με το τίτλο του «συγγραφέως» του Οικουμενικού θρόνου.
Ακόμη ασχολήθηκε με θέματα των σχέσεων των Πατριαρχείων της Παλαιάς και της Νέας Ρώμης και συνέγραψε τον ιστορικό τόμο των «Ειρηνοποιών». Επίσης μελέτησε τις αρχαίες Εκκλησίες της Ανατολής. Ο πάπας Παύλος Στ’ τον τίμησε για τη γαλλική έκδοση των «Ειρηνοποιών» με τον ανώτερο «Ταξιάρχη Γρηγορίου του Μεγάλου», που αναγνωρίσθηκε με διάταγμα του ελληνικού κράτους. Ήταν εμπειρογνώμων στα εκκλησιαστικά θέματα, στις διορθόδοξες και διεκκλησιαστικές σχέσεις, αλλά και στην Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Από το 1976 υπήρξε τακτικό μέλος Συνοδικών Επιτροπών, τακτικός συνεργάτης της Εκκλησιαστικής Αληθείας των Αθηνών και επί δεκαετία εκ των ιδρυτικών στελεχών του Ραδιοσταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συνδεόταν από το 1946 με πρόσωπα και γεγονότα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και συνεργάσθηκε στην εικονογράφηση του νέου πατριαρχικού οίκου.
Μετά από χίλια χρόνια εισηγήθηκε την αποκατάσταση της παλαιοχριστιανικής τάξεως στη λειτουργία του Αγίου Ιακώβου. Τιμήθηκε με πολλά παράσημα, από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, αρχιεπισκοπές και μητροπόλεις. Ευρύτατα γνωστός στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, από συμμετοχές του σε συνέδρια, τις μελέτες και τα δημοσιεύματα του στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, από τις διαλέξεις του και την παρουσία του παλαιότερα στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση της ΕΡΤ με δικές του εκπομπές και για τη συμμετοχή του στα σύγχρονα Μ.Μ.E.
Ο Αριστείδης Πανώτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1931. Σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πραγματοποίησε στο Παρίσι μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία των θρησκευμάτων και ειδικά του Χριστιανισμού, αλλά και για τις Λειτουργικές Τέχνες της Εκκλησίας. Διετέλεσε Καθηγητής στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία, στη μέση εκπαίδευση και στην ανώτερη και στη μέση εκκλησιαστική εκπαίδευση ως λυκειάρχης.
Υπήρξε ο αρχισυντάκτης της μεγαλύτερης ορθόδοξης εκδόσεως του 20ού αιώνα, της Θρησκευτικής και Ηθικής Εγκυκλοπαίδειας (1962−1968), με την οποία μορφώνονται οι νεώτερες γενεές των κληρικών και των θεολόγων και ο εκδότης του πανορθοδόξου περιοδικού «Ορθόδοξος Παρουσία» (1965−1967).
Μάλιστα ήταν στενός σύμβουλος του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα από το 1964 μέχρι το 1972 και το 1967 τον τίμησε με το οφφίκιο του Μεγάλου Ιερομνήμονα. Έτσι ήταν μέχρι σήμερα ο αρχαιότερος των οφφικιαλίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Με την ίδια τιμή τον περιέβαλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος και ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος τον τίμησε με το τίτλο του «συγγραφέως» του Οικουμενικού θρόνου.
Ακόμη ασχολήθηκε με θέματα των σχέσεων των Πατριαρχείων της Παλαιάς και της Νέας Ρώμης και συνέγραψε τον ιστορικό τόμο των «Ειρηνοποιών». Επίσης μελέτησε τις αρχαίες Εκκλησίες της Ανατολής. Ο πάπας Παύλος Στ’ τον τίμησε για τη γαλλική έκδοση των «Ειρηνοποιών» με τον ανώτερο «Ταξιάρχη Γρηγορίου του Μεγάλου», που αναγνωρίσθηκε με διάταγμα του ελληνικού κράτους. Ήταν εμπειρογνώμων στα εκκλησιαστικά θέματα, στις διορθόδοξες και διεκκλησιαστικές σχέσεις, αλλά και στην Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Από το 1976 υπήρξε τακτικό μέλος Συνοδικών Επιτροπών, τακτικός συνεργάτης της Εκκλησιαστικής Αληθείας των Αθηνών και επί δεκαετία εκ των ιδρυτικών στελεχών του Ραδιοσταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συνδεόταν από το 1946 με πρόσωπα και γεγονότα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και συνεργάσθηκε στην εικονογράφηση του νέου πατριαρχικού οίκου.
Μετά από χίλια χρόνια εισηγήθηκε την αποκατάσταση της παλαιοχριστιανικής τάξεως στη λειτουργία του Αγίου Ιακώβου. Τιμήθηκε με πολλά παράσημα, από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, αρχιεπισκοπές και μητροπόλεις. Ευρύτατα γνωστός στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, από συμμετοχές του σε συνέδρια, τις μελέτες και τα δημοσιεύματα του στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, από τις διαλέξεις του και την παρουσία του παλαιότερα στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση της ΕΡΤ με δικές του εκπομπές και για τη συμμετοχή του στα σύγχρονα Μ.Μ.E.