Red Alert στη Θεσσαλία για πλημμύρες και ρύπανση: Γιατί τα έργα αποκατάστασης δεν έχουν προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό
Το ολλανδικό σχέδιο και το ''καμπανάκι'' από τους 57 τόνους νεκρών ψαριών
Ενώπιος ενωπίω με την παράλληλη εκδήλωση πυρκαγιών, πλημμυρών και άλλων ακραίων φαινομένων βρίσκεται ο μηχανισμός της Πολιτικής Προστασίας
Ενώπιος ενωπίω με την παράλληλη εκδήλωση πυρκαγιών, πλημμυρών και άλλων ακραίων φαινομένων βρίσκεται ο μηχανισμός της Πολιτικής Προστασίας. Την ίδια στιγμή, η επαναλαμβανόμενη σεισμική δραστηριότητα σε διάφορες περιοχές της χώρας και η εμφάνιση επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία εστιών, όπως οι 57 τόνοι νεκρών ψαριών στον Παγασητικό Κόλπο, συνεπεία της βραδυπορίας στην αποκατάσταση των υποδομών από τις θεομηνίες του περασμένου Σεπτεμβρίου, κυρίως στη Θεσσαλία, διαμορφώνουν πρωτοφανείς συνθήκες, που, αν μη τι άλλο, απαιτούν μόνιμη και διαρκή εγρήγορση των αρμόδιων κυβερνητικών και αυτοδιοικητικών φορέων.
«Είναι δεδομένο ότι βρίσκεται σε απόλυτη επιφυλακή ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας», δήλωσε πρόσφατα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ». Και συνέχισε: «Δεν θα ακούσετε ποτέ από μένα ή από την κυβέρνηση αυτή ότι είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι δεν θα συμβεί κάτι. Βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή κλιματικών κρίσεων. Εμείς οφείλουμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο έτοιμοι. Το τι θα συμβεί και το πόσο έτοιμοι είμαστε θα το κρίνει η ίδια η πραγματικότητα. Αλλά σίγουρα επεξεργάζεται η Πολιτική Προστασία δεδομένα, σχέδια, ούτως ώστε να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, εφόσον συμβεί κάτι ακραίο».
Από τη μια, λοιπόν, τα επίπεδα συναγερμού πιθανών νέων πυρκαγιών παραμένουν υψηλά, αφού και πέρυσι το δάσος της Δαδιάς στον Εβρο καιγόταν επί δύο εβδομάδες μεταξύ των τελών Αυγούστου και των αρχών Σεπτεμβρίου, ενώ παλαιότερα, τον Σεπτέμβριο του 2009, φλέγονταν παράλληλα εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα στο Γραμματικό και το Πόρτο Γερμενό, στην Ανατολική και τη Δυτική Αττική.
Από την άλλη, ξαφνικές κακοκαιρίες, όπως πέρυσι ο «Daniel», ο «Elias» ή ο κυκλώνας «Ιανός» το 2020, προκαλούν μεγάλη ανησυχία στους κατοίκους του Κάμπου και της ευρύτερης περιφέρειας, που κατά καιρούς έχουν ζημιωθεί από τις πλημμύρες ή τις χαλαζοπτώσεις. Κυρίως διότι τα έργα αποκατάστασης (διανοίξεις ρεμάτων, καθαρισμοί, κατασκευές φραγμάτων κ.τ.λ.) δεν έχουν προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό, οι αποζημιώσεις καταβάλλονται σταδιακά και ενίοτε αποσπασματικά και η αποκατάσταση του οικιστικού ιστού είναι πολύ περιορισμένη.
Μόλις τη Δευτέρα 26 Αυγούστου, ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, Δ. Κουρέτας, και οι αρ μόδιοι επιτελείς ανακοίνωσαν ότι θα ξεκινήσουν τα αντιπλημμυρικά έργα, δηλαδή θα τεθεί σε εφαρμογή το πρόγραμμα ανακατασκευής, όπερ σημαίνει ότι προηγούνται οι διαγωνισμοί, και πως θα πρέπει να ολοκληρωθούν τα προηγούμενα έργα, όσα δηλαδή «ωρίμασαν» μετά τον «Ιανό» το 2020, αλλά δεν τέλειωσαν ή δεν ξεκίνησαν ποτέ.
Απαντώντας σε αναφορές περί καθυστέρησης στην έναρξη των έργων, ο κ. Κουρέτας υπογράμμισε: «Το αντιπλημμυρικό σχέδιο των Ολλανδών υποβλήθηκε στις 15 Μαρτίου, της Περιφέρειας στις 20 Μαρτίου και το τελικό εγκρίθηκε από την κυβέρνηση το Μεγάλο Σάββατο. Ακολούθησαν οι διαδικασίες δημοπράτησης, οι οποίες απαιτούσαν χρόνο. Πλέον είμαστε στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι οι ανάδοχοι πιάνουν δουλειά, μετατρέποντας τη Θεσσαλία σε ένα απέραντο εργοτάξιο». Εως τώρα μπουλντόζες δεν έχουν μπει, ενώ, εάν κάτι τέτοιο συμβεί αυτή την περίοδο των καιρικών με ταβολών, όπως προβλέπει η Μετεωρολογική Υπηρεσία, θεωρείται δεδομένο ότι θα καταρρεύσουν οι εργολαβίες σε πολύ πρώιμο στάδιο.
Σύμφωνα με το ολλανδικό σχέδιο, που παρουσιάστηκε τον Μάρτιο του 2024, δίνεται έμφαση στο γεωργικό κομμάτι και στον τομέα προστασίας του από τις πλημμύρες. Οι ειδικοί έχουν σημειώσει διάφορα σημεία κλειδιά, αλλά και εδαφικά χαρακτηριστικά, όπως το χώμα, τη βλάστηση και τα πετρώματα, τα ποτάμια και το μικροκλίμα τους, με τρόπο που να μπορεί να υπολογιστεί ο όγκος νερού. Μεταξύ άλλων, γίνεται αναφορά σε αναβάθμιση του συστήματος αναχωμάτων και επανασχεδιασμό σε γέφυρες και ράμπες, ώστε να δοθεί περισσότερος χώρος στον Πηνειό ποταµό. «Το υπάρχον δίκτυο αποχέτευσης, ποταµών και χειµάρρων δεν µπορεί σε καµία περίπτωση να απορροφήσει τα εξωφρενικά δεδοµένα υδάτων που πέφτουν από καταιγίδες όπως η κακοκαιρία Daniel», σηµειώνουν οι εµπειρογνώµονες, κάτι το οποίο αποδείχθηκε τώρα µε τη λίµνη Κάρλα. Επί τούτου, πρότειναν τη δηµιουργία «σηµείων συνάντησης του νερού», διότι «αυτό θα χαµηλώσει τα ανώτερα επίπεδα απορροών και τα επίπεδα της στάθµης νερού, και µπορεί να επιτευχθεί είτε µετακινώντας αναχώµατα σε µεγαλύτερες αποστάσεις από τα ποτάµια και τους χειµάρρους είτε µε την κατασκευή δευτερευόντων, υψηλότερων αναχωµάτων σε συγκεκριµένες αποστάσεις, µε πύλες στα πρώτα (χαµηλότερα) αναχώµατα». Συγκεκριµένες περιοχές, επίσης, «θα πρέπει να καθοριστούν για προσωρινή, ελεγχόµενη πληµµύριση, όπως και να προσδιοριστεί το πώς τα φράγµατα µπορούν να βοηθήσουν στην εξασθένηση πληµµυρών».
Σε κεντρικό επίπεδο, έχει ήδη εξασφαλιστεί, έπειτα από προσωπικές ενέργειες του Κυρ. Μητσοτάκη προς την Ε.Ε., η χρηµατοδότηση για τα έργα αποκατάστασης του οδικού και του σιδηροδροµικού δικτύου από το Ταµείο Ανάκαµψης. ∆εδοµένου του µεγέθους των απαιτούµενων οικονοµικών πόρων, που για τα συγκεκριµένα έργα (οδικά και σιδηροδροµικά) ανέρχεται σε 1,5 δισ. ευρώ περίπου, οι διαδικασίες είναι εκ των πραγµάτων χρονοβόρες, σύµφωνα µε κυβερνητικά στελέχη. Οι ίδιοι υποστηρίζουν πως «εντός του φθινοπώρου θα γίνει η πρόσκληση των οικονοµικών φορέων, προκειµένου να προχωρήσει η διαδικασία άµεσα και να ολοκληρωθεί το συντοµότερο δυνατόν».
Απότοκο των περυσινών κυκλώνων «Daniel» και «Elias», που µετέτρεψαν τη θεσσαλική γη σε λίµνη, καταστρέφοντας 780.000 στρέµµα τα καλλιεργήσιµων εκτάσεων, τις περισσότερες υποδοµές σε Μαγνησία, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Βόρεια Εύβοια και περίπου το 30% της κτηνοτροφικής παραγωγής και της αλιείας, θεωρείται η πρωτοφανής ρύπανση του Παγασητικού Κόλπου από εκατοµµύρια νεκρά ψάρια, που επιπλέουν ακόµη στη θάλασσα, µε συνέπειες την έντονη δυσοσµία, την υγειονοµική «αστάθεια» και την οικονοµική καταρράκωση του δοκιµαζόµενου νοµού.
Οπως αναφέρουν εκπρόσωποι των φορέων του Βόλου, κύρια αιτία είναι το γεγονός ότι «το θυρόφραγµα της λίµνης Κάρλας πα ρέµεινε (εσφαλµένως και πιθανώς παρανόµως) ανοιχτό για πολύ µεγάλο χρονικό διάστηµα, επιτρέποντας, µέσω του χειµάρρου Ξηριά, στα µολυσµένα νερά της υπερχειλισµένης λίµνης Κάρλας και των πληµµυρισµένων παρακάρλιων περιοχών, µαζί µε τα ψάρια του γλυκού νερού, να χύνονται στον κόλπο». Κατά τον πρόεδρο της Ενωσης Ξενοδόχων Μαγνησίας, Γ. Ζαφείρη, τα πρώτα σηµάδια φάνηκαν τον Ιούλιο, ωστόσο δεν δόθηκε σηµασία από τους αρµοδίους «και έτσι φτάσαµε τέλη Αυγούστου, οπότε εξαιτίας της ολιγωρίας και των καθυστερήσεων από την Περιφέρεια και τον οικείο λιµενικό οργανισµό γεµίσαµε νεκρά ψάρια και οι τουρίστες προέβησαν µαζικά σε ακυρώσεις κρατήσεων».
«Είναι δεδομένο ότι βρίσκεται σε απόλυτη επιφυλακή ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας», δήλωσε πρόσφατα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ». Και συνέχισε: «Δεν θα ακούσετε ποτέ από μένα ή από την κυβέρνηση αυτή ότι είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι δεν θα συμβεί κάτι. Βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή κλιματικών κρίσεων. Εμείς οφείλουμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο έτοιμοι. Το τι θα συμβεί και το πόσο έτοιμοι είμαστε θα το κρίνει η ίδια η πραγματικότητα. Αλλά σίγουρα επεξεργάζεται η Πολιτική Προστασία δεδομένα, σχέδια, ούτως ώστε να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, εφόσον συμβεί κάτι ακραίο».
Από τη μια, λοιπόν, τα επίπεδα συναγερμού πιθανών νέων πυρκαγιών παραμένουν υψηλά, αφού και πέρυσι το δάσος της Δαδιάς στον Εβρο καιγόταν επί δύο εβδομάδες μεταξύ των τελών Αυγούστου και των αρχών Σεπτεμβρίου, ενώ παλαιότερα, τον Σεπτέμβριο του 2009, φλέγονταν παράλληλα εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα στο Γραμματικό και το Πόρτο Γερμενό, στην Ανατολική και τη Δυτική Αττική.
Από την άλλη, ξαφνικές κακοκαιρίες, όπως πέρυσι ο «Daniel», ο «Elias» ή ο κυκλώνας «Ιανός» το 2020, προκαλούν μεγάλη ανησυχία στους κατοίκους του Κάμπου και της ευρύτερης περιφέρειας, που κατά καιρούς έχουν ζημιωθεί από τις πλημμύρες ή τις χαλαζοπτώσεις. Κυρίως διότι τα έργα αποκατάστασης (διανοίξεις ρεμάτων, καθαρισμοί, κατασκευές φραγμάτων κ.τ.λ.) δεν έχουν προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό, οι αποζημιώσεις καταβάλλονται σταδιακά και ενίοτε αποσπασματικά και η αποκατάσταση του οικιστικού ιστού είναι πολύ περιορισμένη.
Θα ξεκινήσουν τα αντιπλημμυρικά έργα
Μόλις τη Δευτέρα 26 Αυγούστου, ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, Δ. Κουρέτας, και οι αρ μόδιοι επιτελείς ανακοίνωσαν ότι θα ξεκινήσουν τα αντιπλημμυρικά έργα, δηλαδή θα τεθεί σε εφαρμογή το πρόγραμμα ανακατασκευής, όπερ σημαίνει ότι προηγούνται οι διαγωνισμοί, και πως θα πρέπει να ολοκληρωθούν τα προηγούμενα έργα, όσα δηλαδή «ωρίμασαν» μετά τον «Ιανό» το 2020, αλλά δεν τέλειωσαν ή δεν ξεκίνησαν ποτέ. Απαντώντας σε αναφορές περί καθυστέρησης στην έναρξη των έργων, ο κ. Κουρέτας υπογράμμισε: «Το αντιπλημμυρικό σχέδιο των Ολλανδών υποβλήθηκε στις 15 Μαρτίου, της Περιφέρειας στις 20 Μαρτίου και το τελικό εγκρίθηκε από την κυβέρνηση το Μεγάλο Σάββατο. Ακολούθησαν οι διαδικασίες δημοπράτησης, οι οποίες απαιτούσαν χρόνο. Πλέον είμαστε στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι οι ανάδοχοι πιάνουν δουλειά, μετατρέποντας τη Θεσσαλία σε ένα απέραντο εργοτάξιο». Εως τώρα μπουλντόζες δεν έχουν μπει, ενώ, εάν κάτι τέτοιο συμβεί αυτή την περίοδο των καιρικών με ταβολών, όπως προβλέπει η Μετεωρολογική Υπηρεσία, θεωρείται δεδομένο ότι θα καταρρεύσουν οι εργολαβίες σε πολύ πρώιμο στάδιο.
Σημεία - κλειδιά
Σύμφωνα με το ολλανδικό σχέδιο, που παρουσιάστηκε τον Μάρτιο του 2024, δίνεται έμφαση στο γεωργικό κομμάτι και στον τομέα προστασίας του από τις πλημμύρες. Οι ειδικοί έχουν σημειώσει διάφορα σημεία κλειδιά, αλλά και εδαφικά χαρακτηριστικά, όπως το χώμα, τη βλάστηση και τα πετρώματα, τα ποτάμια και το μικροκλίμα τους, με τρόπο που να μπορεί να υπολογιστεί ο όγκος νερού. Μεταξύ άλλων, γίνεται αναφορά σε αναβάθμιση του συστήματος αναχωμάτων και επανασχεδιασμό σε γέφυρες και ράμπες, ώστε να δοθεί περισσότερος χώρος στον Πηνειό ποταµό. «Το υπάρχον δίκτυο αποχέτευσης, ποταµών και χειµάρρων δεν µπορεί σε καµία περίπτωση να απορροφήσει τα εξωφρενικά δεδοµένα υδάτων που πέφτουν από καταιγίδες όπως η κακοκαιρία Daniel», σηµειώνουν οι εµπειρογνώµονες, κάτι το οποίο αποδείχθηκε τώρα µε τη λίµνη Κάρλα. Επί τούτου, πρότειναν τη δηµιουργία «σηµείων συνάντησης του νερού», διότι «αυτό θα χαµηλώσει τα ανώτερα επίπεδα απορροών και τα επίπεδα της στάθµης νερού, και µπορεί να επιτευχθεί είτε µετακινώντας αναχώµατα σε µεγαλύτερες αποστάσεις από τα ποτάµια και τους χειµάρρους είτε µε την κατασκευή δευτερευόντων, υψηλότερων αναχωµάτων σε συγκεκριµένες αποστάσεις, µε πύλες στα πρώτα (χαµηλότερα) αναχώµατα». Συγκεκριµένες περιοχές, επίσης, «θα πρέπει να καθοριστούν για προσωρινή, ελεγχόµενη πληµµύριση, όπως και να προσδιοριστεί το πώς τα φράγµατα µπορούν να βοηθήσουν στην εξασθένηση πληµµυρών». Σε κεντρικό επίπεδο, έχει ήδη εξασφαλιστεί, έπειτα από προσωπικές ενέργειες του Κυρ. Μητσοτάκη προς την Ε.Ε., η χρηµατοδότηση για τα έργα αποκατάστασης του οδικού και του σιδηροδροµικού δικτύου από το Ταµείο Ανάκαµψης. ∆εδοµένου του µεγέθους των απαιτούµενων οικονοµικών πόρων, που για τα συγκεκριµένα έργα (οδικά και σιδηροδροµικά) ανέρχεται σε 1,5 δισ. ευρώ περίπου, οι διαδικασίες είναι εκ των πραγµάτων χρονοβόρες, σύµφωνα µε κυβερνητικά στελέχη. Οι ίδιοι υποστηρίζουν πως «εντός του φθινοπώρου θα γίνει η πρόσκληση των οικονοµικών φορέων, προκειµένου να προχωρήσει η διαδικασία άµεσα και να ολοκληρωθεί το συντοµότερο δυνατόν».
Οικονομική καταρράκωση
Απότοκο των περυσινών κυκλώνων «Daniel» και «Elias», που µετέτρεψαν τη θεσσαλική γη σε λίµνη, καταστρέφοντας 780.000 στρέµµα τα καλλιεργήσιµων εκτάσεων, τις περισσότερες υποδοµές σε Μαγνησία, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Βόρεια Εύβοια και περίπου το 30% της κτηνοτροφικής παραγωγής και της αλιείας, θεωρείται η πρωτοφανής ρύπανση του Παγασητικού Κόλπου από εκατοµµύρια νεκρά ψάρια, που επιπλέουν ακόµη στη θάλασσα, µε συνέπειες την έντονη δυσοσµία, την υγειονοµική «αστάθεια» και την οικονοµική καταρράκωση του δοκιµαζόµενου νοµού. Οπως αναφέρουν εκπρόσωποι των φορέων του Βόλου, κύρια αιτία είναι το γεγονός ότι «το θυρόφραγµα της λίµνης Κάρλας πα ρέµεινε (εσφαλµένως και πιθανώς παρανόµως) ανοιχτό για πολύ µεγάλο χρονικό διάστηµα, επιτρέποντας, µέσω του χειµάρρου Ξηριά, στα µολυσµένα νερά της υπερχειλισµένης λίµνης Κάρλας και των πληµµυρισµένων παρακάρλιων περιοχών, µαζί µε τα ψάρια του γλυκού νερού, να χύνονται στον κόλπο». Κατά τον πρόεδρο της Ενωσης Ξενοδόχων Μαγνησίας, Γ. Ζαφείρη, τα πρώτα σηµάδια φάνηκαν τον Ιούλιο, ωστόσο δεν δόθηκε σηµασία από τους αρµοδίους «και έτσι φτάσαµε τέλη Αυγούστου, οπότε εξαιτίας της ολιγωρίας και των καθυστερήσεων από την Περιφέρεια και τον οικείο λιµενικό οργανισµό γεµίσαµε νεκρά ψάρια και οι τουρίστες προέβησαν µαζικά σε ακυρώσεις κρατήσεων».