avatar

Κακά Κορίτσια
Μαρία Λεμονιά, Έλενα Καραμίχαλου

Η woke ατζέντα σαρώνει τις δυτικές κοινωνίες - Οι πολιτικές προεκτάσεις του κινήµατος

Black Lives Matter, LGBTQ+ και MeToo

Οι ρίζες, οι εκφάνσεις και οι πολιτικές προεκτάσεις του κινήµατος που δοκιµάζει τη συνοχή σε Ευρώπη και Αµερική υπό το πρόσχηµα της πολιτικής ορθότητας

ratsismos-xeria
Ο όρος «woke» προέρχεται από την αφροαµερικανική αργκό και αρχικά σηµατοδοτούσε την αυξηµένη ευαισθησία απέναντι στις φυλετικές διακρίσεις και την κοινωνική αδικία. Η χρήση του όρου εντοπίζεται πρώτη φορά τη δεκαετία του 1940, αλλά έγινε ευρέως γνωστή στις αρχές του 21ου αιώνα, ιδίως µε την άνοδο του κινήµατος Black Lives Matter (BLM) το 2013.

Το BLM, που ιδρύθηκε ως απάντηση στην αστυνοµική βία κατά των Αφροαµερικανών, έφερε στο προσκήνιο την έννοια του woke ως µια πολιτική στάση απέναντι στον ρατσισµό. Σταδιακά, η ιδέα του να είναι κανείς woke επεκτάθηκε και σε άλλες µορφές κοινωνικής δικαιοσύνης, συµπεριλαµβανοµένης της ισότητας των φύλων, των δικαιωµάτων της LGBTQ+ κοινότητας, των οικονοµικών ανισοτήτων, του κινήµατος #MeToo και του κινήµατος κατά της υπερθέρµανσης του πλανήτη.

Σύµφωνα µε τους υποστηρικτές της, πρόκειται για έναν όροοµπρέλα που συνδέεται µε την πρόοδο και την προσπάθεια αναγνώρισης και διόρθωσης ιστορικών αδικιών. Απευθύνεται κυρίως σε νέες γενιές που επιδιώκουν να ζήσουν σε έναν κόσµο πιο δίκαιο και ισότιµο. Ταυτόχρονα, όµως, προσπαθεί να κινητοποιήσει ευρύτερα στρώµατα της κοινωνίας, ανεξαρτήτως ηλικίας ή κοινωνικής τάξης, προτάσσοντας τις αξίες της ανεκτικότητας και του σεβασµού στη διαφορετικότητα.

Στην πραγµατικότητα, το woke κίνηµα, που σαρώνει όλες τις δυτικές κοινωνίες σε Ευρώπη και Αµερική, δεν θα µπορούσε να σταθεί απλά ως µια φιλοσοφική ή επιστηµολογική επανάσταση, εάν δεν υπήρχε το κατάλληλο κοινωνικό υπόβαθρο. Η ανάδειξή του βασίζεται σε µια σειρά µεγάλων οικονοµικών και κοινωνικών µετασχηµατισµών που ξεκίνησαν και εξακολουθούν να βρίσκονται σε εξέλιξη στον δυτικό κόσµο. Για παράδειγµα, η µεταφορά της βιοµηχανικής παραγωγής στον Τρίτο Κόσµο, ιδιαίτερα στην Ασία, έχει συνέπεια την ανάδειξη όχι µόνο αυτών των χωρών, αλλά και τη µετάλλαξη της δοµής των κοινωνικών τάξεων στη ∆ύση.

Η κοινωνική τάξη αντικαθίσταται σταδιακά από το άτοµο ή την ιδιαίτερη κοινότητα, ενώ η έξαρση του µεταναστευτικού, λόγω των πολεµικών συγκρούσεων σε όλο τον κόσµο, αποτελεί επίσης γόνιµο έδαφος για την ανάπτυξη της woke κουλτούρας. Οι υποστηρικτές της θεωρούν ότι η µαζική άφιξη και εγκατάσταση µεταναστών από τις χώρες της Αφρικής και της Ασίας στην Ευρώπη νοµιµοποιείται µέσω των «ανοιχτών συνόρων», ως ανταπόδοση για την περίοδο της αποικιοκρατίας.

Woke ατζέντα: Εργαλείο προπαγάνδας

Η συγκεκριµένη ιδεολογία, µε τη βοήθεια των µέσων κοινωνικής δικτύωσης, έχει µετατραπεί σε ένα ισχυρό εργαλείο πολιτικής και κοινωνικής προπαγάνδας, που φθάνει να διαµορφώνει τις πολιτικές των κοµµάτων και να επηρεάζει τις νοµοθεσίες σε πολλές χώρες της ∆ύσης. Για παράδειγµα, µέσω του εκπαιδευτικού συστήµατος χωρών όπως οι Ηνωµένες Πολιτείες, ο Καναδάς, το Ηνωµένο Βασίλειο, η Αυστραλία αλλά και σε χώρες της Ε.Ε. προωθείται η διδασκαλία της διαφορετικότητας, η φυλετική ισότητα, τα δικαιώµατα των LGBTQ+ και ο ιστορικός αναθεωρητισµός. Παρόλο που στη θεωρία εκφράζει θεµελιώδεις κοινωνικές αξίες, όπως η δικαιοσύνη και η ισότητα, η εφαρµογή της woke ατζέντας δεν είναι ακίνδυνη. Ενα από τα βασικά της µειονεκτήµατα είναι ότι παράγει κοινωνική πόλωση.

Η υπερβολική έµφαση σε ζητήµατα ταυτότητας οδηγεί σε διαχωρισµούς και εντάσεις ανάµεσα σε διαφορετικές κοινωνικές οµάδες. Σε πολλές περιπτώσεις προάγει έναν νέο τύπο λογοκρισίας, όπου όποιος δεν συντάσσεται µε τις ιδέες της χαρακτηρίζεται «ακροδεξιός», ρατσιστής και γενικά εχθρός της προόδου. ∆ηλαδή, αν στο παρελθόν οι κοινωνικές συγκρούσεις αφορούσαν τις κοινωνικές τάξεις, σήµερα αφορούν τη σύγκρουση των δύο φύλων και των γηγενών µε τους παράτυπους µετανάστες.

Στον χώρο της εργασίας η έννοια της αξιοκρατίας έχει σταµατήσει σε πολλούς επαγγελµατικούς χώρους να συνδέεται µε την ποιότητα του παραγόµενου έργου και έχει συνδεθεί µε την ένταξη σε κάποια από τις πολλές µειονοτικές οµάδες.

Κίνδυνοι και συµπεράσµατα

Η woke ατζέντα αντιστρατεύεται επίσης τις παραδοσιακές αξίες της οικογένειας και της ετερόφυλης σεξουαλικότητας, τις οποίες θεωρεί κοινωνικές κατασκευές, θέµα ταυτότητας και όχι βιολογίας. Οι λεσβίες γυναίκες, οι οµοφυλόφιλοι άνδρες, οι διεµφυλικοί αποτελούν πλέον µειοψηφία, αλλά αντίθετα θα µπορούσαν να µεταβληθούν σε πλειοψηφία στους λαούς της ∆ύσης.

Τέλος, η συγκεκριµένη ιδεολογία, µε το πρόσχηµα της κοινωνικής δικαιοσύνης, αµφισβητεί σκοπίµως αρχαίους πολιτισµούς όπως ο ελληνικός και προσωπικότητες όπως ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, εστιάζοντας σε µεµονωµένα ζητήµατα, όπως η σκλαβιά, ο ρόλος των γυναικών και οι κοινωνικές ανισότητες της εποχής, για να µειώσουν τον ρόλο και την αξία τους. Στην ίδια λογική εντάσσονται και οι προσπάθειες να αφαιρεθούν αγάλµατα ή να µετονοµαστούν δρόµοι και δηµόσια κτίρια. Αυτές οι επιθέσεις στην ιστορική ταυτότητα και την πολιτιστική κληρονοµιά των λαών της ∆ύσης έχουν στόχο την απώλεια της εθνικής ταυτότητας και συνείδησης των λαών, ενώ καλλιεργούν βαθιά ενοχικά σύνδροµα στη δυτική πλειοψηφία, ειδικά των λευκών και ετερόφυλων.

Οι έντονες αντιδράσεις που προκαλεί η woke ατζέντα δείχνουν ότι η επίδρασή της στις σύγχρονες κοινωνίες είναι διφορούµενη και παραµένει αντικείµενο έντονων συζητήσεων, καθώς ο άκρατος δικαιωµατισµός, υπό το πρόσχηµα της κοινωνικής δικαιοσύνης που αµφισβητεί τις παραδοσιακές δοµές εξουσίας, θα µπορούσε να οδηγήσει σε νέες µορφές κοινωνικής καταπίεσης και διαίρεσης, αντί να συµβάλει στην οικοδόµηση µιας πιο δίκαιης και συνεκτικής κοινωνίας.

Γράφει ο μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος: Οι καιροί ου µενετοί

Στην εποχή της µετανεωτερικότητας, επικρατούσα ιδεολογική αρχή είναι η woke ατζέντα, σύµφωνα µε την οποία αµφισβητείται κάθε αντικειµενική αλήθεια, όπως και κάθε τι το οποίο θεωρείται δεδοµένο, στερεότυπο και χαρακτηρίζεται ως παραδοσιακό, και αυτό γιατί ως αλήθεια εκλαµβάνεται κάθε ιδέα ή άποψη µε την οποία υπηρετούνται οι πολιτικά και κοινωνικά ισχυροί και δυνατοί, ενώ καταβάλλεται προσπάθεια, στο πλαίσιο της κοινωνίας, να επιβληθεί η κάθε µορφής ιδεολογία µε οποιοδήποτε τρόπο και µέσο, ακόµη και νοµοθετικά, προκειµένου να αποκτήσει ένα θεσµικό επικάλυµµα.

Στην εποχή της woke ατζέντας, της κουλτούρας της αποδόµησης, έχουµε και την εµφάνιση του «ατόµου του συµφέροντος» και του «ατόµου της επιθυµίας», ως έκφραση απόλυτης εκδοχής της έννοιας της αυτονοµίας και της υπερβολής, η οποία εκδηλώνεται ως «δικαιωµατισµός», ο οποίος οδηγεί σε έναν ολοκληρωτισµό και σε µία ασυδοσία, εξαιτίας µιας λανθασµένης κατανόησης και εφαρµογής των ανθρωπίνων δικαιωµάτων και µιας απολυτοποίησής τους ως ατοµικών.

Η woke ατζέντα θεωρεί ότι µε το περιεχόµενο αυτό αποκαθιστά κάθε µορφή «αδικίας», δίνοντας µάλιστα φωνή στους «αδικηµένους», στους «χαµένους» και στους «περιθωριοποιηµένους» της κοινωνίας, µε αποτέλεσµα να δηµιουργείται ένα «θολό» τοπίο άρσης δήθεν κοινωνικών ανισοτήτων και µια κοινωνία πλουραλιστικού «κοινωνιολογισµού».

Με την αµφισβήτηση της αντικειµενικής αλήθειας επίσης στοιχειοθετείται κάθε φορά ένα απολυτοποιηµένο αφήγηµα, το οποίο εµφανίζει και έναν δήθεν «φαινοµενολογικό δυναµισµό», µε επάλληλους µονολόγους, µε σκοπό την αρπαγή αντικειµενικών κριτηρίων, ώστε να µην µπορούν να αξιολογηθούν αντικειµενικά οι θέσεις και οι απόψεις της woke ατζέντας και να µη δηµιουργηθούν και παραχθούν εποικοδοµητικές προτάσεις ζωής και πολιτισµού.

Με τις δύο αξιωµατικές αρχές της woke ατζέντας -«καµία άποψη δεν είναι η σωστή άποψη» και «καθένας µπορεί να λέει ό,τι νοµίζει»- αποδυναµώνεται ο πλουραλισµός στη σκέψη και απολυτοποιείται η άποψη εκείνη η οποία εξυπηρετεί συγκεκριµένες αρχές. Τίποτα δεν είναι δεδοµένο, ζητούµενο ή προσδοκώµενο. Τα πάντα τείνουν στην ικανοποίηση µιας επιθυµίας ως δικαιωµατιστική απαίτηση. Τα πάντα κατανοούνται µε τρόπο καταχρηστικό και χάνεται ο προσδιορισµός του δικαιώµατος σε σχέση προς τον άνθρωπο, ενώ εµπεδώνεται µόνο ατοµικιστικά.

Ετσι η κοινωνία αποδοµείται και αναζητεί «παρελάσεις υπερηφάνειας» για να εκφράσει την καταξίωσή της, οι θρησκείες µετατρέπονται σε κινήµατα, τα οποία εργαλειοποιούνται προκειµένου να επιβληθούν πολιτικά στους λαούς, µέσω ενός τύπου «πολιτικού ισλάµ», «χριστιανικού εθνικισµού» ή «θρησκοληπτικού φονταµενταλισµού», ο άνθρωπος αφενός γίνεται «τεχνάνθρωπος» και όργανο σε κάθε µηχανή αναζήτησης, κοινωνικής δικτύωσης ή της Τεχνητής Νοηµοσύνης και αφετέρου ταυτοποιείται µε έναν αλγόριθµο και καθίσταται κατευθυνόµενο κοινωνικά res, µε χαρακτηριστική διεκδίκηση για παράδειγµα το κοινωνικό του «φύλο» και όχι το βιολογικό! Ο άνθρωπος τελικά παύει να είναι παράγοντας προόδου και πολιτισµού γι’ αυτό και αποµονωµένος και αποξενωµένος «διεκδικεί» κάθε µορφή πολυεπίπεδης βίας.

Η woke ατζέντα προοιωνίζεται το τέλος της ανθρωπότητας, η οποία χαρακτηριζόταν από την αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη και τις σχέσεις ελευθερίας, για τις οποίες ο άνθρωπος µέχρι τώρα είχε αγωνιστεί για να τις εγκαθιδρύσει. Προβάλλει ένα νέο κοινωνικό µοντέλο, απρόσωπο και απάνθρωπο, όπου πλέον το κατευθυνόµενο «εγώ» απαξιώνει τις ανθρώπινες σχέσεις εν ονόµατι της επιθυµίας και αποτρέπει από τον πραγµατικό διάλογο, την τέχνη και τη δηµιουργικότητα. Στώµεν λοιπόν καλώς. Οι καιροί ου µενετοί.

Γράφει ο μητροπολίτης Ναύπακτου και Αγίου Βλάσιου Ιερόθεος: Θα αντιµετωπίσουµε και αυτό το θέµα µε σοβαρότητα

Γράφοντας για το woke = αφύπνιση θα µπορούσα να το προσδιορίσω ως κουλτούρα, παράδοση, ρεύµα, νοοτροπία, αλλά θα το συνδέσω µε τη λέξη κίνηµα, διότι δεν πρόκειται για ένα απλό ιδεολογικό ρεύµα, αλλά για µια επιθετική κίνηση εναντίον κάθε παραδοσιακού και κάθε αντίθετης άποψης. ∆εν πρόκειται για µια αποδοχή της διαφορετικότητας, αλλά για µια επιβολή της τάσης αυτής εναντίον κάθε άλλης διαφορετικότητας.

Οταν ο πρώην πρωθυπουργός, Αντώνης Σαµαράς, µίλησε στη Βουλή για τον νόµο περί «γάµου οµοφυλοφίλων», αναφέρθηκε στη woke culture λέγοντας «∆εν είναι ‘‘εκσυγχρονισµός’’ η θεωρία των οµοφυλοφίλων... ∆εν είναι ‘‘µεταρρύθµιση’’ η προσχώρηση στην κουλτούρα της αποδόµησης των πάντων, στη woke culture», τότε πολλοί ξαφνιάστηκαν και δεν κατάλαβαν περί τίνος πρόκειται. Οπως είναι φυσικό, έρχονται διάφορες ειδήσεις από το εξωτερικό µε τα σύγχρονα µέσα ενηµέρωσης, αλλά απαιτείται πολύς χρόνος για να κατανοηθούν και να αξιολογηθούν.

Η λέξη woke = αφύπνιση ως όρος χρησιµοποιήθηκε από τη δεκαετία του 1960 και γεννήθηκε στα αµερικανικά Πανεπιστήµια εναντίον του ρατσισµού και της αστυνοµικής βίας και οι οπαδοί του παρουσιάζονταν ως προοδευτικοί, ακτιβιστές, αντισυστηµικοί και εκφραστές του απόλυτου δικαιωµατισµού και εναντίον των διακρίσεων και φθάνει στην αποδόµηση όλων των ταυτοτήτων, «στο τέλος της κυριαρχίας του λευκού, ετερόφυλου, χριστιανού άνδρα και του πολιτισµού του».

Θεωρώ ότι το κίνηµα είναι εξέλιξη της µετανεωτερικότητας, της οποίας τα γνωρίσµατα, όπως έχει επισηµανθεί προ πολλού από τον καθηγητή Kenneth Gergen, είναι «η αµφισβήτηση της αυθεντίας», «η κατάρρευση της λογικής τάξης» και «η απώλεια του αναγνωρίσιµου» και αυτά προήλθαν από µια κοινωνία που υποφέρει από «κορεσµό», αλλά διαµορφωµένα στην Αµερική.

∆εν πρέπει να ξεχνάµε και ότι το woke κίνηµα είναι απόρροια των ποικίλων κινηµάτων που παρατηρήθηκαν στον δυτικό χώρο και τα οποία ξεκίνησαν από τη φεουδαλιστική, ρατσιστική κοινωνία την οποία επέβαλαν οι Φράγκοι στην Ευρώπη, πράγµα που προκάλεσε επαναστάσεις και ανακατατάξεις στον κοινωνικό χώρο. Είναι ευνόητο ότι το woke κίνηµα άρχισε να εισέρχεται και στον χώρο µας, πράγµα που θα επιταθεί στο µέλλον µε µεγαλύτερο ρυθµό.

Από πλευράς Εκκλησίας, θα αντιµετωπίσουµε και αυτό το θέµα όπως και τα άλλα κινήµατα µε σοβαρότητα, υπευθυνότητα, ηρεµία, µέσα από τη διαχρονική εκκλησιαστική µας παράδοση. Τα θέµατα αυτά, που απασχολούν την κοινωνία στην οποία εργάζεται η Εκκλησία και επηρεάζουν κατά ποικίλους βαθµούς τα µέλη της, δεν αντιµετωπίζονται µε επιπόλαια συνθήµατα, αλλά µε σοβαρή µελέτη και προσεκτικές κινήσεις, διότι πρόκειται για το φαινόµενο του µετανθρωπισµού και του νεογνωστικισµού.

Η Εκκλησία για όλα τα θέµατα αποφαίνεται συνοδικά, αυτό άλλωστε είναι το σύστηµα διοικήσεώς της. Τα µέλη της, ήτοι οι ιεράρχες, οι συνοδικές επιτροπές, οι πανεπιστηµιακοί διδάσκαλοι, οι κληρικοί, παρακολουθούν τις διάφορες τάσεις που αναφύονται κάθε φορά στην κοινωνία και τα θρησκευτικά, φιλοσοφικά, πολιτιστικά, κοινωνικά ρεύµατα, και όταν ωριµάσουν τα θέµατα και δηµιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, τότε εισάγονται προτάσεις στην Ιερά Σύνοδο και την Ιεραρχία για αποφάσεις.

Γενικά η Εκκλησία δεν βιάζεται να αποφανθεί για αναφυόµενα προβλήµατα της επικαιρότητας, αλλά παρατηρεί, διαλέγεται, προσεύχεται, κρατά την παράδοσή της, όπως εκφράστηκε στις Οικουµενικές Συνόδους, µε τους όρους και τις προϋποθέσεις τους που είναι η εµπειρία των αγίων και αναµένει την ωρίµανση ενός θέµατος για να αποφανθεί σχετικά. Η Εκκλησία είναι µια σταθερή δύναµη για τη µη αποδόµηση της κοινωνίας και του έθνους.


*Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»